Το να είναι κανείς γονιός είναι κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση. Οι περισσότεροι γονείς αναρωτιούνται αν ο τρόπος με τον οποίο μεγαλώνουν τα παιδιά τους είναι ο σωστός.
Καθώς όμως κάθε παιδί, όπως και κάθε οικογένεια, είναι διαφορετική δεν υπάρχει ένας και μοναδικός σωστός τρόπος ανατροφής των παιδιών, όπως δεν υπάρχουν και τέλειοι γονείς.
Υπάρχουν όμως ορισμένοι γενικοί κανόνες που είναι χρήσιμο να έχουμε υπόψιν μας όταν μεγαλώνουμε ένα παιδί.
Το καλύτερο δώρο που μπορεί να προσφέρει ένας γονιός στο παιδί του έτσι ώστε να συμβάλλει στην υγειή του ανάπτυξη είναι πέρα απο την αγάπη, η αποδοχή. Αυτό σημαίνει να νιώθει το παιδί ότι οι γονείς του το αποδέχονται άσχετα απο τις όποιες αδυναμίες ή λάθη του. Η αποδοχή όμως δε σημαίνει σε καμία περίπτωση έλλειψη ορίων. Το αντίθετο μάλιστα. Τα παιδιά χρειάζονται όρια τα οποία θα πρέπει να είναι σταθερά, ξεκάθαρα και κοινά και απο τους δύο γονείς , έτσι ώστε τα παιδιά να γνωρίζουν τι τους επιτρέπεται να κάνουν και τι όχι χωρίς να λαμβάνουν διφορούμενα μηνύματα.
Πώς ξέρει όμως ένας γονιός πόσο αυστηρά χρειάζεται να είναι τα όρια που θέτει; Φαίνεται ότι τόσο η υπερβολική ανεκτικότητα όσο και οι υπερβολικοί περιορισμοί δεν βοηθούν. Η χρυσή τομή βρίσκεται σε έναν συνδιασμό ανεκτικότητας και ενθάρρυνσης που επιτρέπει στο παιδί να πάρει πρωτοβουλίες, να πειραματιστεί, να μάθει και σταδιακά να ανεξαρτητοποιηθεί, με την παράλληλη ύπαρξη περιορισμών που σχετίζονται με την προστασία της σωματικής του ακαιρεότητας και την εκμάθηση κοινωνικών κανόνων συμπεριφοράς.
Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε είναι ότι κάθε συμπεριφορά αποτελεί και μια μορφή επικοινωνίας απο την πλευρά των παιδιών, μας δίνει κάποιο μήνυμα. Έτσι αντί να θυμώνουμε όταν το παιδί μας συμπεριφέρεται με έναν μη αποδεκτό τρόπο είναι πιο χρήσιμο να μάθουμε να παρατηρούμε τη συμπεριφορά του και να προσπαθούμε να κατανοήσουμε τους λόγους για τους οποίους συμπεριφέρεται έτσι.
Ποιός είναι όμως ο καλύτερος τρόπος για να διδάξουμε στο παιδί μας όλα όσα θέλουμε;
Από σχετικές έρευνες προκύπτει ότι τα παιδιά, είτε πρόκειται για σχολική μάθηση είτε για εκμάθηση κοινωνικών κανόνων, μαθαίνουν καλύτερα μέσω της ενίσχυσης.
Επιβραυεύοντας τη θετική συμπεριφορά και την κάθε προσπάθεια του παιδιού, όχι μόνο το αποτέλεσμα, συμβάλλουμε καθοριστικά στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησής του, βοηθούμε να αποκτήσει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και του προσφέρουμε κίνητρα για να συνεχίσει να προσπαθεί. Απο την άλλη πλευρά όμως, όταν η συμπεριφορά δεν είναι η αναμενόμενη, χρειάζεται να υπάρχουν συνέπειες.
Ωστόσο στο σημείο αυτό χρειάζεται προσοχή: η σωματική τιμωρία, το ξύλο, δεν φαίνεται να εξασφαλίζει μια καλή συμπεριφορά γιατί παρόλο που μπορεί να είναι παροδικά αποτελεσματική έχει πολλές παρενέργιες. Δεν διδάσκει στο παιδί τι πρέπει να κάνει, δεν εμπνέει σεβασμό αλλά φόβο, διδάσκει τη βία και όχι τον αυτοέλεγχο. Αντίθετα, αυτό που φαίνεται να λειτουργεί καλύτερα είναι η αφαίρεση προνομίων (όπως το να μην δει το παιδί τηλεόραση) σε συνδιασμό με ένα σύστημα αιτιολόγησης των αποφάσεων απο τη μεριά των γονιών.
Ακόμη και σε ένα παιδί μικρής ηλικίας είναι σημαντικό να εξηγούν οι γονείς τους λόγους για τους οποίους ζητούν απο το παιδί τους να κάνει ή να μην κάνει κάτι χρησιμοποιώντας λογικά επιχειρήματα, γιατί με αυτόν τον τρόπο το παιδί εξοικιώνεται με αυτό το σύστημα και είναι πιο πιθανό να εσωτερικεύσει τις αξίες των γονιών μεγαλώνοντας, αφού έτσι κατανοεί τη χρησιμότητά τους.
Όταν ένα παιδί εκδηλώνει μια μη επιθυμητή συμπεριφορά είναι σημαντικό να θυμόμαστε να κατακρίνουμε τη συγκεκριμένη συμπεριφορά και όχι το ίδιο το παιδί. Αντί δηλαδή να πούμε «είσαι κακό παιδί» είναι προτιμότερο να πούμε «αυτό που έκανες δεν ήταν σωστό γιατι…».
Επίσης ένα λάθος που κάνουν πολλοί γονείς είναι να συγκρίνουν το παιδί τους με άλλα παιδιά και ιδιαίτερα τα αδέρφια του. Η σύγκριση δε βελτιώνει τη συμπεριφορά των παιδιών, αντίθετα μειώνει την εμπιστοσύνη που έχουν στον εαυτό τους. Εκτός απο την εμπιστοσύνη στον εαυτό του, ένα παιδί χρειάζεται όμως να μπορεί να εμπιστεύεται και τους γονείς του. Αυτό οι γονείς μπορούν να το επιτύχουν με το να είναι συνεπείς στις υποσχέσεις τους απένατι στο παιδί, διαφορετικά δημιουργούνται μέσα του αισθήματα ανασφάλειας και μαθαίνει και το ίδιο να είναι ανεύθυνο.
Παράλληλα, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο γονιός δεν είναι φίλος του παιδιού, παρόλο που μπορεί να έχει φιλικές σχέσεις μαζί του. Ο ρόλος του είναι να βοηθήσει το παιδί να αναπτυχθεί σωστά, ώστε να μπορεί να δημιουργήσει υγιείς φιλίες στην πορεία της ζωής του.
Προκειμένου όμως να χτίσουμε μια σωστή σχέση με τα παιδιά μας, που να βασίζεται στην εμπιστοσύνη, τον αμοιβαίο σεβασμό και την ουσιαστική επικοινωνία, χρειάζεται να ξεκινήσουμε πολύ νωρίς με το να μάθουμε να ακούμε περισσότερο και να μιλάμε λιγότερο, να δείχνουμε προσοχή, ενδιαφέρον και να αφιερώνουμε ποιοτικό χρόνο για να συζητάμε με τα παιδιά μας οτιδήποτε τους απασχολεί, ακόμα κι αυτό μας φαίνεται μικρής σημασίας, γιατί έτσι το παιδί μαθαίνει να βασίζεται σ’εμάς για βοήθεια και είναι περισσότερο πιθανό μεγαλώνοντας να συζητάει μαζί μας και πιο σοβαρά θέματα που θα προκύψουν στη ζωή του.
Οι γονείς είναι τα σημαντικότερα πρόσωπα στη ζωή ενός παιδιού, γι’αυτό και λειτουργούν ως πρότυπα. Πέρα λοιπόν απο οτιδήποτε συμβουλεύουμε τα παιδιά μας να κάνουν, η δική μας συμπεριφορά είναι αυτή που έχει την πιο ισχυρή επίδραση πάνω τους, αφού τους δίνει το παράδειγμα. Γι’ αυτό και είναι βασικό να είμαστε εμείς οι ίδιοι ευχαριστημένοι από τη ζωή μας, έτσι ώστε να είμαστε σε θέση να εφαρμόζουμε τους σωστούς κανόνες διαπαιδαγώγησης που θέλουμε.