Ἐπιείκεια ἢ αὐστηρότητα;

Προβλήματα τῆς σύγχρονης οἰκογένειας

Ἐπιείκεια ἢ αὐστηρότητα; Εἶναι ἕνα δί­­λημμα αὐτό, ποὺ βασανίζει πολλοὺς γονεῖς ὅταν ἔχουν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὰ λάθη τῶν παιδιῶν τους, μικρότερες ἢ μεγαλύτερες ἐκτροπές. Πῶς θὰ φερθοῦν; Νὰ κάνουν πὼς δὲν βλέπουν καὶ νὰ ἀμνηστεύσουν τὸ λάθος ἢ νὰ πατάξουν μὲ σκληρότητα τὴν ἐσφαλμένη συμ­περιφορά;
Εἶναι γεγονὸς ὅτι πολλοὶ γονεῖς, εἴτε διότι δὲν προλαβαίνουν νὰ ἀσχοληθοῦν συστηματικὰ μὲ τὰ παιδιά τους εἴτε διότι ἔτσι τὸ θεωροῦν καλύτερο, τὰ ἀφήνουν νὰ φέρονται ὅπως θέλουν, χωρὶς νὰ παρεμβαίνουν δυναμικὰ καὶ νὰ τὰ καθοδηγοῦν ὑπεύθυνα. «Τὰ παιδιὰ θὰ καταλάβουν μό­να τους τὸ σωστό», λένε. «Αὐτὸ ­πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἐλεύθερη ἐπιλογή τους. Θὰ διδαχθοῦν ἀπὸ τὰ λάθη τους. Δὲν πρέπει νὰ τὰ καταπιέζουμε μὲ δυναμικὲς παρεμβάσεις καὶ τιμωρίες».


Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὅμως λέει ὅτι αὐτὸς ποὺ λυπᾶται νὰ τιμωρήσει τὸ παιδί του, τὸ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια. Ἀντίθετα, αὐτὸς ποὺ δὲν διστάζει νὰ τὸ τιμωρήσει, τὸ σώζει: «ὁ φειδόμενος τοῦ παιδίου αὐτοῦ, ἀπόλλυσιν αὐτό, ὁ δὲ μὴ φειδόμενος, διασῴζει». Καὶ ὑπενθυμίζει τὸν λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅτι ἂν χτυπήσεις τὸ μικρὸ παιδί σου μὲ ράβδο γιὰ νὰ τὸ παιδαγωγήσεις, δὲν πρόκειται νὰ πεθάνει. Θὰ χτυπήσεις τὸ σῶμα του μὲ ράβδο, θὰ γλυτώσεις ὅμως τὴν ψυχή του ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο: «Σὺ μὲν πατάξεις αὐτὸν ράβδῳ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ἐκ θανάτου ρύσῃ» (βλ. Παρ. κγ΄ [23] 13-14). Ὑπενθυμίζει ἐπίσης καὶ τὸν λόγο: ὁ «περιψύχων υἱὸν καταδεσμεύσει τραύματα αὐτοῦ» (Σοφ. Σειρ. λ΄ [30] 7). Δηλαδή, αὐτὸς ποὺ παραχαϊδεύει τὸν γιό του, θὰ περιδέσει ἀργότερα τὶς πληγὲς καὶ τὰ τραύματά του, ποὺ θὰ προκληθοῦν ἀπὸ τὶς παρεκτροπές του (βλ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, ΕΠΕ 11, 216 κ.ἑξ.).
Τὰ παιδιὰ χρειάζονται οὐσιαστικὴ βοήθεια καὶ στιβαρὴ παιδαγωγία, ποὺ κάποτε πρέπει νὰ γίνεται αὐστηρή, νὰ χρησιμοποιεῖ τὴν ἐπίπληξη, τὴν ἀπειλή, τὴν τιμωρία. Ἂν ἀμελοῦμε καὶ δὲν φροντίζουμε μὲ ὑπευθυνότητα τὰ παιδιά μας, οἱ ψυχές τους θὰ χορταριάσουν, θὰ βγάλουν ἀγκάθια, θὰ γίνουν σὰν τὰ ἀπεριποίητα χωράφια ποὺ δὲν δίνουν καρπό.
Ὁπωσδήποτε ὑπάρχουν περιπτώσεις ποὺ στὴν ἀντιμετώπιση μιᾶς ἐσφαλμένης ἐνέργειας τῶν παιδιῶν μπορεῖ νὰ ἀποδειχθεῖ ἀποτελεσματικότερη ἡ ἐπιείκεια. Τὸ νὰ ἐπιδιώκει κάποιος νὰ μὴν τοῦ ξεφεύγει τίποτε καὶ μὲ μεγάλη εὐκολία νὰ στι­γματίζει κάθε ἐκτροπὴ καὶ νὰ τιμωρεῖ κάθε λάθος, δὲν εἶναι καλό. Μιὰ τέτοια νοοτροπία ποὺ βλέπει παντοῦ λάθη ἢ φοβᾶται διαρκῶς νὰ μὴ γίνει κάτι κακό, μπορεῖ νὰ δημιουργεῖ ἀτμόσφαιρα ἀσφυξίας, νὰ φοβίζει τὰ παιδιὰ καὶ νὰ τὰ ­ἀπογοητεύει, νὰ παραλύει τὴ διάθεσή τους νὰ ἀγωνισθοῦν γιὰ κάτι καλύτερο. Ἀντίθετα, μιὰ ἐπιεικὴς ἀντιμετώπιση μπορεῖ νὰ τὰ φιλοτιμήσει, νὰ τοὺς δώσει τὸ θάρρος νὰ παλεύουν γιὰ νὰ ξεπερνοῦν τὶς ἀδυναμίες τοῦ χαρακτήρα τους καὶ τὰ λάθη στὶς συμπεριφορές τους.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέει ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος, καθὼς ­παρατηροῦσε ὡς ἄριστος παιδαγωγὸς ὅτι ἡ ἐπιείκεια ὁ­­δηγεῖ στὴ χαλάρωση καὶ στὴν ἀδιαφορία, ἡ δὲ αὐστηρότητα σκληραίνει καὶ ἀποθρασύνει, βοηθοῦσε τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο. Τὴ σκληρότητα τὴν ἀνεμείγνυε μὲ τὴν ἐπιείκεια, καὶ τὴν ἐπιείκεια μὲ τὴ ­σταθερότητα. Καὶ οὔτε τὴν αὐστηρὴ ἐπιτίμηση τὴν ὁδηγοῦσε σὲ θράσος, οὔτε τὴν ἐπιείκεια σὲ χαλάρωση, ἀλλὰ ἀπέφευγε τὴν ὑπερβολὴ καὶ τῶν δύο, χρησιμοποιώντας τα «σὺν λόγῳ καὶ καιρῷ», τὸ καθένα μὲ σύνεση καὶ στὴν ὥρα του, κατὰ τὸν νόμο τοῦ Σολομῶντος ποὺ ὅριζε τὸν κατάλληλο καιρὸ γιὰ κάθε πράγμα (βλ. ΕΠΕ 6, 198, 240).
Εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐπιδιώκουμε ἕναν ἁρ­μονικὸ συνδυασμὸ τῶν δύο ἀντιμετωπίσεων. Καὶ ἄλλοτε νὰ χρησιμοποιοῦμε τὴν ἐπιείκεια, ἄλλοτε τὴν αὐστηρότητα. Πάν­τοτε ὅμως τὴν ἀγάπη.
Καταλαβαίνουν τὰ παιδιὰ ἂν φερόμα­στε μὲ ἐπιείκεια καὶ ἀμνηστεύουμε τὰ λά­θη τους διότι εἴμαστε κουρασμένοι καὶ δὲν ἔχουμε τὸ κουράγιο νὰ ­ἀσχοληθοῦμε μαζί τους ἢ διότι μένουμε ἀπογοητευμένοι, δὲν περιμένουμε κανένα καλὸ καὶ γι’ αὐτὸ δὲν κάνουμε τίποτε. Καταλαβαίνουν ἐπίσης ἂν φερόμαστε αὐστηρὰ ἀπὸ ἐκνευρισμὸ καὶ θυμὸ ἢ ἀπὸ ἐγωισμό, ἐξαιτίας τοῦ ὅτι μὲ τὴ συμπεριφορά τους μᾶς περιφρονοῦν ἢ μᾶς ντροπιάζουν. Ὅπως ἐπίσης καταλαβαίνουν πότε ἡ ἐπιείκειά μας δὲν φανερώνει ἀδυναμία καὶ κόπωση, ἀλλὰ δύναμη ποὺ κατανοεῖ τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια καὶ θέλει νὰ δώσει θάρρος ἀμνηστεύοντας ἕνα λάθος, καὶ πότε ἡ αὐστηρότητά μας δὲν εἶναι ξέσπασμα ἀδυναμίας, ἀλλὰ ἔκφραση ­ἐνδιαφέροντος καὶ ἀπόδειξη φροντίδας μὲ πολλὴ καὶ εἰλικρινὴ ἀγάπη.
Μπορεῖ ἡ ἐπιείκεια νὰ μὴ χαλαρώνει αὐτὸν ποὺ ἔφταιξε, ἀλλὰ νὰ τὸν φιλοτιμεῖ καὶ νὰ αὐξάνει τὴ διάθεσή του γιὰ ἀγώνα. Καὶ ἡ αὐστηρότητα νὰ μὴν ἀπογοητεύει καὶ καθηλώνει στὸ κακό, ἀλλὰ νὰ ξυπνᾶ καὶ νὰ ὁδηγεῖ σὲ ἀποφάσεις καὶ σύντονες προσπάθειες γιὰ διόρθωση. Ἐπιείκεια καὶ αὐστηρότητα μποροῦν νὰ ὠφελοῦν ἐξίσου, ὅταν καὶ τὶς δύο συμπεριφορὲς τὶς ὑπαγορεύει ἡ ἀγάπη, τὴν ὁποία προπάντων ἔχουν ἀνάγκη τὰ παιδιά. Ὅταν αἰσθανθοῦν ὅτι ὑπάρχει ἀγάπη, ­δέχον­ται ἀδιαμαρτύρητα τὴν αὐστηρότητα καὶ μὲ αὐτοσυγκράτηση τὴν ἐπιείκεια καὶ πάν­το­τε ὠφελοῦνται, κερδίζουν ἀπὸ ὅλα καὶ εὐγνωμονοῦν.
Βέβαια, ὁ τρόπος τῆς παιδαγωγίας μας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος γιὰ ὅλα τὰ παιδιά, διότι ὅλα τὰ παιδιὰ δὲν εἶναι ἴδια. Τὸ καθένα εἶναι ἕνας τελείως διαφορετικὸς κόσμος. Ἄλλα εἶναι τὰ ἀγόρια, ἄλλα τὰ κορίτσια. Ἄλλα τὰ μικρὰ παιδιὰ καὶ ἄλλα τὰ μεγαλύτερα, μάλιστα ἐκεῖνα ποὺ προχωροῦν στὴν κρίσιμη ἡλικία τῆς ἐφηβείας. Διαφέρουν καὶ οἱ χαρακτῆρες τους, τὰ ἐνδιαφέροντά τους κ.λπ. Γι’ αὐ­τὸ τὴ συμ­περιφορά μας πρέπει νὰ τὴ ­ρυθμίζει ἡ ψυχοσύνθεση, ἡ ἡλικία, ἡ δεκτικότητα, ἡ ἀνάγκη τοῦ κάθε παιδιοῦ. «Εἰδέναι πῶς δεῖ ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι», συμβουλεύει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Κολασ. δ΄ 6). Πρέπει νὰ γνωρίζουμε πῶς θὰ μιλή­σουμε, πῶς θὰ φερθοῦμε στὸν καθένα.
Ποῦ θὰ χρησιμοποιήσουμε τὴν ­ἐπιείκεια, ποῦ θὰ προκρίνουμε τὴν αὐστηρό­τητα, πῶς καὶ πότε θὰ μιλήσουμε καὶ πότε θὰ σιωπήσουμε.
Νὰ λάβουμε ὑπόψη μας καὶ κάτι ἀκόμη: ὅταν τὰ παιδιά μας ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι δέχονται ἕναν καταιγισμὸ ἀρνητικῶν ἐν­­τυπώσεων ποὺ τσακίζει τὰ φτερά τους, πρέπει νὰ στεκόμαστε μὲ κατανόηση κον­τά τους. Τὸ λάθος νὰ τὸ δοῦμε μέσα στὴν ὅλη συνάφεια τῆς ζωῆς τους καὶ νὰ μὴ λησμονοῦμε τὴν ἀνάγκη τους πάντα νὰ τὰ ἐνθαρρύνουμε. Μὴν εἴμαστε ­ἀκριβοδίκαι­οι ὑπερασπιστὲς κάποιων ­κανόνων ὀρ­θῆς συμπεριφορᾶς καὶ ­ἀνυποχώρητοι τιμητὲς κάθε ἐκτροπῆς, ἀλλὰ γονεῖς μὲ πολλὴ ὑ­­­πομονή, μὲ πατρικὴ ἀγάπη καὶ μητρικὴ στοργή.