(Λουκ. η’ 41-56)
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἀφορᾶ μόνο στὰ θαύματα καὶ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Νομίζω ὅτι ἀφορᾶ στὴν ἐλπίδα πέρα ἀπὸ τὴν ἐλπίδα. Στὴν περίπτωση τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου βλέπουμε ἕνα παιδὶ ἤδη νεκρό. Ὅλοι τὸ γνωρίζουν. Ὑπάρχει τέτοια βεβαιότητα ὥστε ὅταν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γίνεται Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου, λέει: «Ὄχι! Αὐτὸ τὸ παιδὶ δὲν ἔχει πεθάνει, ἀλλὰ κοιμᾶται», ὅλοι τὸν ἀντικρούουν: «Ὄχι αὐτὸ τὸ παιδὶ ὄντως ἔχει πεθάνει». Καὶ τότε ὁ Χριστὸς μὲ ἕναν λόγο δύναμης, ἀλλὰ μὲ μιὰ πράξη ἀγάπης καλεῖ καὶ πάλι τὸ παιδὶ στὴν ἐπίγεια ζωή.
Δὲν εἶναι αὐτὸ -ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα ἀληθινὸ γεγονὸς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας μας – δὲν εἶναι ἐπίσης καὶ μία ἀλληγορία, καὶ μιὰ εἰκόνα ἀπὸ τόσες πολλὲς ἀνθρώπινες περιπτώσεις; Πόσο συχνὰ θὰ λέγαμε, «Δὲν ἔχει νόημα νὰ κάνουμε ὁτιδήποτε γι’ αὐτὸ τὸ πρόσωπο, αὐτὸ τὸ πρόσωπο ἔχει χαθεῖ ἔτσι κι ἀλλιῶς. Δὲν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ κάνει κάποιος γιὰ νὰ σώσει μιὰ δεδομένη κατάσταση, αὐτὴ ἡ περίπτωση εἶναι πέρα ἀπὸ τὴν σωτηρία. Καὶ πρέπει νὰ θυμόμαστε τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς στὸν Πέτρο ὅταν ὁ τελευταῖος εἶπε: «Ποιὸς λοιπὸν μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» Καὶ ὁ Κύριος τοῦ εἶπε «Ὅ,τι εἶναι ἀδύνατο στὸν ἄνθρωπο, εἶναι δυνατὸ στὸν Θεό».
Ἡ ἐλπίδα πέρα ἀπὸ τὴν ἐλπίδα: Ὄχι ἐπειδὴ δὲν ἔχουμε καλοὺς λόγους νὰ ἐλπίζουμε, ἀλλὰ ἐπειδὴ μπορεῖ νὰ μᾶς διακατέχει μιὰ παθιασμένη βεβαιότητα ὅτι ὄχι μόνο ἡ θεϊκὴ ἀγάπη ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνθρώπινη ἀγάπη μπορεῖ νὰ φέρει πίσω στὴ ζωὴ αὐτὸ ποὺ χάθηκε. Ἄνθρωποι ποὺ ἔπεσαν μέσα στὴ βαθύτερη ἐγκατάλειψη, ἄνθρωποι ποὺ μᾶς φαίνονται ἀπελπιστικὰ κακοὶ, ἂν συναντήσουν τὴν θυσιαστικὴ ἀγάπη- καὶ ἡ λέξη «θυσιαστικὴ» εἶναι ἀπαραίτητη- τὴ θυσιαστικὴ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἴδια θυσιαστικὴ ἀγάπη μέσα μας, μπορεῖ αὐτοὶ νὰ λυτρωθοῦν.
Στὴν περίπτωση αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ, αὐτὸ ἔγινε ἀμέσως. Στὶς σχέσεις μεταξύ μας καὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους μπορεῖ νὰ πάρει χρόνια, χρόνια ὑπομονετικῆς ἀγάπης, χρόνια κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ὁποίων θὰ δώσουμε τοὺς ἑαυτούς μας, ἀλλὰ ἐπίσης θ’ ἀντέχουμε, θ’ ἀντέχουμε ἀτελείωτα, τὰ πιὸ ἀνυπόφορα πράγματα. Καὶ στὸ τέλος μπορεῖ νὰ ὑπάρξει λύτρωση. Μπορεῖ νὰ ὑπάρξει λύτρωση σ’ αὐτὴ τὴ γῆ, μὲ τὴ μορφὴ ἑνὸς προσώπου ποὺ θεωρεῖτο ἀπελπισμένο, πέρα ἀπὸ κάθε βοήθεια, καὶ ποὺ ἀρχίζει ν’ ἀλλάζει, καὶ τότε βλέπουμε ἕνα θαῦμα, καὶ εἴμαστε περιχαρεῖς καὶ ἡ ἐλπίδα γίνεται τέλεια καὶ πραγματική, καὶ ἡ χαρὰ γεμίζει τὴν καρδιά μας.
Ὡστόσο ὑπάρχει ἀκόμη ἕνας ἄλλος τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο αὐτὴ ἡ θυσιαστικὴ ἀγάπη μπορεῖ νὰ εἶναι ἀπολύτρωση. Ἕνας δυτικὸς θεολόγος κατὰ τὴν περίοδο τοῦ τελευταίου πολέμου, ὅταν τὰ συναισθήματα ἦταν βαθιὰ καὶ ὁ πόνος ἔντονος, εἶπε ὅτι τὰ βάσανα εἶναι τὸ σημεῖο συνάντησης μεταξὺ κακοῦ καὶ ἀνθρωπότητας. Τὰ βάσανα προκαλοῦνται πάντοτε ἀπ’ τὸν ἀνθρώπινο παράγοντα ἀκόμα κι ἂν ὁ ἀνθρώπινος παράγοντας φεύγει μακριὰ ἀπ’ αὐτὰ καὶ δὲν τὰ ξαλαφρώνει. Καὶ τὰ βάσανα πάντοτε τεμαχίζουν τὴν ψυχὴ ἢ τὸ σῶμα τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ ὅταν συμβαίνει, τὸ θύμα χρειάζεται τὴν θεϊκὴ ἀγάπη γιὰ νὰ συγχωρήσει, καὶ μέσα ἀπὸ τὴ συγχώρηση νὰ ξεκάνει τὸ κακό, καὶ νὰ λυτρώσει ἐκείνους ποὺ ἔχουν κάνει κακό.
Ἂς στρέψουμε τὴ σκέψη μας σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Αὐτὴ ἡ σκέψη δὲν μοῦ ἦρθε ἀπ’ τὸ νοῦ, ἀλλὰ στ’ ἀλήθεια οὔτε μέσα ἀπ’ τὴ ζωή μου ποὺ πάντοτε ὑπῆρξε πολὺ εὔκολη γιὰ μένα ὥστε νὰ μπορῶ νὰ μιλῶ κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο. Ὅμως μετὰ τὸν πόλεμο βρέθηκε ἕνα ἔγγραφο σ’ ἕνα ἀπ’ τὰ στρατόπεδα συγκέντρωσης. Γράφτηκε πάνω σ’ ἕνα σκισμένο κομμάτι τυλιγμένου χαρτιοῦ ἀπὸ ἕναν ἄντρα ποὺ πέθανε σ’ αὐτὸ τὸ στρατόπεδο. Καὶ ἡ οὐσία αὐτοῦ τοῦ μηνύματος ἦταν μιὰ προσευχὴ στὴν ὁποία ἔλεγε, “Κύριε, ὅταν θὰ ἔλθεις ὡς Κριτὴς ἐπὶ τῆς γῆς, μὴν καταδικάσεις τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς ἔχουν κάνει τόσο ἀπάνθρωπα πράγματα. Μὴν τοὺς τιμωρήσεις γιὰ τὴ σκληρότητά τους καὶ γιὰ τὰ βάσανα ποὺ μᾶς προκάλεσαν, γιὰ τὴ βία τους καὶ τὴν ἀπόγνωσή μας, ἀλλὰ παρατήρησε τὸν καρπὸ ποὺ γεννήθηκε μέσα στὴν ὑπομονή, στὴν ταπείνωση, στὴν καρτερία, στὴ συγχώρηση, στὴν πίστη, στὴν ἀλληλεγγύη. Καὶ ἂς μετρήσουν αὐτοὶ οἱ καρποὶ γιὰ τὴν σωτηρία τους. Μὴν ἐπιτρέψεις ἡ μνήμη μας νὰ εἶναι τρόμος γι’ αὐτοὺς στὴν αἰωνιότητα, ἀλλὰ ἂς εἶναι σωτηρία γι’ αὐτούς“.
Αὐτὴ εἶναι ἐπίσης ἡ ἐλπίδα πέρα ἀπὸ τὴν ἐλπίδα. Καὶ συνδέεται γιὰ μένα μὲ αὐτὴ τὴν ἀντίθεση ἀνάμεσα στὴν ἁμαρτωλή, λανθασμένη, τυφλὴ ἀντίληψη ποὺ ἐκφράζεται ἀπ’ τοὺς ἀνθρώπους στὸ σπίτι (τῆς κόρης τοῦ Ἰάειρου). Αὐτοὶ κοροϊδεύουν τὸ Χριστό, ἐπειδὴ ξέρουν ὅτι τὸ παιδὶ εἶναι νεκρό, ἡ ἐλπίδα εἶναι περιττή, πνιγμένη στὴν ἀπόγνωση – καὶ ἡ νίκη τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους ποὺ φαίνεται σ’ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἀλλὰ ποὺ μπορεῖ νὰ ἐξαπλωθεῖ μὲ τόσους διαφορετικοὺς τρόπους στὶς προσωπικές μας ζωὲς σὲ ἁπλούστατο ἐπίπεδο, καὶ στὶς πιὸ ἡρωικὲς ζωὲς ἀκόμη.
Ἂς τὸ ἀναλογιστοῦμε λοιπόν, καὶ ἂς ἐπιλέξουμε τὴν ἐλπίδα πέρα ἀπὸ τὴν ἐλπίδα, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστη ποὺ κατακτᾶ. Ἀμήν.
(Πηγή και Ἀπόδοση κειμένου: https://alopsis.gr)