Ἡ αἵρεση τῆς ἐκκοσμίκευσης

Ἡ ἐκκοσμίκευση εἶναι ἡ ρίζα κάθε αἱρέσεως καὶ ψευδοδιδασκαλίας. Ἡ πτώση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἶναι ἐκκοσμίκευση. Ἔτσι καὶ κάθε ἐκκοσμίκευση εἶναι πτώση. Ὁ κόσμος ἀπορροφᾶ τὴν Ἐκκλησία, δὲν μεταμορφώνεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.

Ἡ ἐκκοσμίκευση δρᾶ ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, θέλει νὰ ἔχει λόγο γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τῆς «θολώνει» τὴν αὐτοσυνειδησία, τὴν ἀποπροσανατολίζει καὶ μετατοπίζει τὸ κέντρο ἀπὸ τὸ Χριστὸ στὸν ἄνθρωπο. Τὸ πνεῦμα τῆς ἐκκοσμικεύσεως δρᾶ καὶ μέσα ἀπὸ διάφορα φαινόμενα, ὅπως τοῦ εὐσεβισμοῦ, τοῦ πουριτανισμοῦ καὶ τοῦ φονταμενταλισμοῦ. Ἔτσι ἡ θρησκεία τῆς πλειοψηφίας τῶν συγχρόνων Ἑλλήνων φαίνεται νὰ εἶναι ἡ θρησκεία τῆς ἐκκοσμίκευσης, ἡ θρησκεία τῆς καλυμμένης φιλαυτίας καὶ ὄχι τῆς ἀποκαλυμένης ἀληθείας. Ἡ θρησκεία τοῦ βολέματος.

Τί εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση;

α. Στὴν ἐκκοσμίκευση βρίσκεται ἡ Ἐκκλησία, ὅταν παύει ἡ Ἐκκλησία νὰ εἶναι τὸ ἁλάτι τῆς γῆς καὶ γίνεται γήινη. Καταπατεῖται ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, ἀπορροφᾶται ἀπὸ τὸν κόσμο. Γίνεται τὸ παιδὶ γιὰ ὅλα τὰ θελήματα τῆς δέσποινας, τῆς φιλαυτίας, τῆς ἐκκοσμίκευσης.

Ἐγκλωβίζεται στὴ λογικὴ ὄχι τί θέλει ὁ Θεός, ἀλλὰ τί θέλει ὁ κόσμος. Καθαρὰ ἐγκλωβισμὸς στὴ φθορὰ καὶ στὸ θάνατο. Ἔτσι ἡ ἐκκοσμίκευση εἶναι μία κατάσταση ἀνυπαρξίας καὶ θανάτου. Ἡ ἐκκοσμίκευση θέλει τὴν Ἐκκλησία νὰ ἀσπάζεται καὶ νὰ ἀκολουθεῖ, ὅ,τι εὔκολο, μέτριο, ἁπλὸ καὶ πρόχειρο ἀγαποῦν, θέλουν οἱ ἄνθρωπο καὶ ὄχι τί θέλει ὁ Θεός. Κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἄγευστοι τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητος μετατρέπουμε τὴν Ἐκκλησία σὲ ἀνθρώπινο ὀργανισμό, ταμεῖο κοινωνικῆς πρόνοιας, πολιτικὸ δραστήριο γραφεῖο, ποὺ δίνει συνεχῶς συνεντεύξεις κάνωντας δηλώσεις ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ, χαμογελώντας πρὸς πάντας, ὥστε ὅλοι νὰ μᾶς συγχαίρουν καὶ νὰ μᾶς ἐπευφημοῦν. Πνεῦμα τελείως ἀντιευαγγελικό.

β. Ἡ ἐκκοσμίκευση ἐμφανίζεται σὰν ἀπ’ εὐθείας ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, κι αὐτὸ εἶναι ποὺ τὴν κάνει δυσδιάκριτη. Δὲν βάλλει κατὰ μέτωπον. Δὲν ἀρνεῖται τὰ δόγματα, ἀρνεῖται ὅμως τὸν ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς. Ἰδεολογικοποιεῖ τὰ δόγματα καὶ δὲν τὰ θεωρεῖ προτάσεις ζωῆς. Ἀποκόβει τὴ ζωὴ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Καὶ ζεῖ ὅπως θέλει καὶ κατὰ τὸ δοκοῦν. Αὐτὸ συνεπάγεται ἀλλαγὴ θρησκείας, χωρὶς ἐξωτερικὴ ἀλλαγὴ τοῦ δόγματος.

γ. H ἐκκοσμίκευση εἶναι ἡ ἀπώλεια τοῦ πνεύματος τῆς ἀληθινῆς μετανοίας, ὁπότε ὁ ἄνθρωπος παραμένει στὸ ἐνταῦθα καὶ δὲν προχωρεῖ στὸ ἐκεῖ, στὴν ἀλλαγὴ ζωῆς. Χάνεται τὸ ἡσυχαστικὸ πνεῦμα τοῦ ἀσκητικοῦ μόχθου, τοῦ πένθους, τῶν δακρύων καὶ τοῦ ἀγώνα γιὰ τὴν κάθαρση.

δ. Στὴν ἐκκοσμίκευση ὁ ἄνθρωπος δὲν φλέγεται ἀπὸ τὸν πόθο ὁράσεως τοῦ Θεοῦ. Δὲν ζητάει κάτι ὑψηλότερο καὶ βαθύτερο, εὐχαριστεῖται στὸ κατώτερο, στὸ λιγότερο.

ε. Ἡ αἵρεση τῆς ἐκκοσμικεύσεως ἀξιολογεῖ τὴν λατρεία καὶ τελικὰ τὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία, ὡς ἕνα φορέα μεταξὺ τῶν ἄλλων, γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση εἰδικῶν ἀναγκῶν. Ἀξιολογεῖ μὲ τὸ μέτρο τῆς κοινωνικῆς χρησιμότητας σὲ σύγκριση μὲ τὸ κοινωνικὸ ἔργο τῆς παιδείας, τῶν σωφρονιστικῶν συστημάτων ἢ τῆς ἀστυνομίας.

Παραποιεῖ τὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ νοθεύει τὰ ἐκκλησιαστικὰ κριτήρια. Ἡ ἰδιότητα τοῦ χριστιανοῦ δὲν εἶναι τότε «μωρία καὶ σκάνδαλο», ἀλλὰ «in». Καταντᾶ μιὰ ἐξωτερικὴ φαρισαϊκὴ συμμόρφωση σὲ ἠθικὰ πρότυπα, ἔνταξη στὸ «κλὰμπ» τῶν καλῶν παιδιῶν, τῶν τακτοποιημένων, παράγοντας ὁμαλότητος, δηλ. ὑποκρισίας. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ἡμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν» τοὺς φαίνεται ἀκατανόητος. Οἱ ἐκκοσμικευμένοι χριστιανοὶ εἶναι οἱ χριστιανοὶ τοῦ Ντοστογιέφσκι, οἱ ὁποῖοι ἂν ξαναρχόταν ὁ Χριστὸς θὰ τὸν σταύρωναν πάλι. Εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι μολονότι εἶναι ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Χριστὸς εἶπε γι’ αὐτοὺς «οὐκ οἶδα ἡμᾶς». Εἶναι αὐτοὶ ποὺ πολεμοῦσαν καὶ τὸν ἀπ. Παῦλο καὶ ἤθελαν νὰ ἐπιβάλουν τὴν περιτομὴ σ’ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς καὶ συνεχίζουν νὰ δροῦν καὶ νὰ καταβασανίζουν τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχουν καταντήσει οἱ δικηγόροι τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅποιος δὲν συμφωνεῖ μαζί τους εἶναι προδότης.

Ἡ ἐκκοσμίκευση ἐχθρός τῆς εὐσέβειας

Ἔτσι εἶναι. Ἡ κοσμικότητα δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν εὐσέβεια, μὲ τὴν πίστη, μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Εἶναι μᾶλλον ἀσέβεια, ὑποκρισία καὶ ἐμπαιγμός. Εἶναι ἄρνηση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τὰ τερτίπια ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ κοσμικὸς ἄνθρωπος γιὰ νὰ μὴ τὸν ἐγγίσει ἡ χάρι τοῦ Θεοῦ.

α. Ἀπόρριψη τῆς Θεοφάνειας, τῆς σάρκωσης τοῦ Θεοῦ. Βόλεμα στὴ φυσικὴ πίστη καὶ ὄχι στὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Ὁ κόσμος δὲν ἐμπιστεύεται τὴ σωτηρία του στὸ Χριστό, ἀλλὰ στὸν ἑαυτό του, μέσα ἀπὸ τὴν γνώση καὶ τὰ ἐπιτεύγματά του. Ἀνθρωπισμὸς= ἀθεΐα.

β. Ὑποτίμηση τοῦ μοναχισμοῦ, ἄρνηση τῆς θεώσεως, τοῦ πολέμου κατὰ τῶν παθῶν.

γ. «Ἄρνηση τοῦ μαρτυρίου, ἄρνηση τοῦ προσωπικοῦ μαρτυρίου στὴ ζωὴ τῶν χριστιανῶν.

δ. «Ἄρνηση τῆς ἀγάπης στὸν ἁμαρτωλό. Ἀπολυτοποίηση τῆς ἠθικῆς.

ε. «Ἄρνηση τοῦ συνοδικοῦ συστήματος καὶ ἡ δημιουργία παπικοῦ πνεύματος μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἐκκοσμίκευση εἶναι καὶ ἡ κατάργηση τοῦ σεβασμοῦ στὴν Ἱεραρχία. Ἡ ἀκατάσχετη κριτικὴ στὸν κλῆρο καὶ τοὺς Ἱεράρχες. Ἡ δημιουργία ὑπερσυνόδων γιὰ νὰ ἐλέγχουμε τὴ Σύνοδο. Ἡ νοοτροπία ὅτι ἐμεῖς θὰ σώσουμε τὴν Ἐκκλησία. Ὅτι ἔχει ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία. «Ὄχι, ἀνάγκη ἔχουμε ἐμεῖς (π. χ. Ἱεροσόλυμα).

Οἱ σύγχρονοι ἐκκοσμικευμένοι χριστιανοὶ δὲν συμφωνοῦμε μὲ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου στὴν Ἀποκάλυψη «ἔρχου Κύριε», ἐμεῖς λέμε σήμερα «Κύριε μὴν ἔλθης», εἴμαστε καλά.

Χρυσόστομος Μαϊδώνης (Πρωτοσύγκελλος Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱερισσοῦ)