1. ΑΤΡΑΝΤΑΧΤΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ
«Ἠγέρθη ὁ Κύριος ὄντως»! Ἀνέστη! Καὶ τὸ θριαμβευτικὸ αὐτὸ μήνυμα ἀντηχεῖ μέσα­ στοὺς αἰῶνες καὶ πλημμυρίζει τοὺς πι­­­στοὺς μὲ ἀγαλλίαση. Μ’ αὐτὸ τὸ μήνυμα­ ξε­­­κινᾶ ὁ ἅγιος εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς τὶς «Πρά­ξεις τῶν Ἀποστόλων». Καὶ λέει ὅτι τὸ πρῶτο του βιβλίο, τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγ­γέλιο, τὸ ἔ­­­­­­­γραψε γιὰ νὰ ἐξιστορήσει ὅλα τὰ ἐκπλη­κτι­κὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς καὶ τὶς­ θαυμαστὲς διδασκαλίες, ποὺ κήρυξε­ μέ­­­­­χρι τὴν ἡμέρα ποὺ ἀναλήφθηκε στοὺς οὐ­­­­­ρανούς. Πρὶν ὅμως ἀπὸ τὴν Ἀνάληψή του ὁ Κύριος μετὰ τὴ Σταύρωσή του καὶ τὸ θάνατό του ἐμφανίστηκε ἀναστημένος στοὺς Ἀποστόλους του. Καὶ τοὺς ἔδωσε τὶς τε­λευ­ταῖες του ὁδηγίες καὶ ἐντολές. «Πα­­­ρέ­στησεν ἑαυτὸν ζῶντα μετὰ τὸ παθεῖν ­αὐ­­τὸν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις». Μὲ πολλὰ καὶ­ ἀ­δι­αμφι­σ­βήτητα τεκμήρια τοὺς βεβαί­ωσε ὅτι ἦταν πραγματικὰ ζωντανός. Γι’ αὐ­­­τὸ κά­ποιες φορὲς μάλιστα ἔτρωγε μαζί τους. Καὶ ἐπὶ σαράντα ἡμέρες ἐμφανιζόταν σ’ αὐτοὺς καὶ τοὺς ἐξηγοῦσε τὰ μυστήρια τῆς Βα­σιλείας τοῦ Θεοῦ. Καὶ τοὺς παρήγ­γει­λε νὰ μὴν ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὰ Ἱε­ροσό­λυμα, ἀλλὰ νὰ περιμένουν τὴν πραγ­ματο­ποίηση τῆς ὑποσχέσεως ποὺ τοὺς ἔ­­­δω­­σε: ὅτι ὁ Θεὸς Πατὴρ θὰ τοὺς ἔστελ­νε τὸ Ἅ­γι­ον Πνεῦμα, ποὺ θὰ τοὺς ἐνί­σχυε στὸ ἔργο τους καὶ στὴ ζωή τους.

Γιατί ὅμως ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς τονίζει τόσο πολὺ τὰ τεκμήρια τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου; Διότι οἱ μαθητές, ποὺ ἀρχι­­κὰ­ δυ­σπιστοῦσαν, ἔπρεπε νὰ πεισθοῦν στὴν Ἀνάσταση μὲ ἀποδείξεις μεγάλες καὶ πολ­­­λές, γιὰ νὰ μὴν τοὺς μείνει καμία ἀμ­φιβολία. Ἀργότερα ἔπρεπε νὰ διαβεβαιώ­νουν οἱ ἴδιοι τὸ μέγιστο θαῦμα τῆς Ἀνα­στά­σεως μέσα ἀπὸ τὴν προσωπική­ τους ἐμπειρία. Νὰ διαβεβαιώνουν ὅτι δὲν ἀπα­τήθηκαν, ὅτι δὲν πιστεύουν σ’ ἕνα μύ­­θο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος ἐνῶ θὰ μποροῦσε­­ ἀμέσως μετὰ τὴν Ἀνάστασή του νὰ ἀνα­ληφθεῖ στοὺς οὐρανούς, παρέμεινε σαράντα ὁλόκληρες ἡμέρες κοντά τους, συγ­καταβαίνοντας στὴν ἀδυναμία τους. Γιὰ νὰ τοὺς δώσει τεκμήρια ἀδιάσειστα ὅτι πραγματικὰ ἀναστήθηκε· τεκμήρια ποὺ θὰ τοὺς ἔπειθαν μὲ τὶς αἰσθήσεις τους. Τοὺς ἔδειξε τὶς οὐλὲς ἀπὸ τὰ καρφιὰ στὰ χέρια του, στὰ πόδια του καὶ στὴν ἁγία πλευ­­ρά του. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔφαγε μαζί τους. Κι ἔ­τσι οἱ μαθητὲς βεβαιωμένοι ἀπόλυτα στὴν Ἀ­­­­­­­ν­ά­­σταση τοῦ Χριστοῦ ἔτρεξαν στὰ πέρατα τοῦ κόσμου κι ἔγιναν μάρτυρες τῆς Ἀ­­ν­αστάσεως. Κήρυξαν μὲ ἀπόλυτη πε­ποί­θηση τὸ συγκλονιστικότερο μήνυμα, ὅτι ὁ Χριστὸς νίκησε τὸν θάνατο. Ἄνοιξε πλέ­ον τὸ δρόμο γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Μὲ τὴ δι­­κή του Ἀνάσταση ἔγινε ὁ πρόδρομος τῆς δι­κῆς μας Ἀναστάσεως. Καὶ μᾶς καλεῖ σὲ νέα ἀναστημένη ζωή.

2. ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

Στὴ συνέχεια ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς μᾶς περιγράφει κάτι παράδοξο. Ἐνῶ, λέει, ὁ Κύ­­­­­ριος ἔδινε ἀδιάσειστα τεκμήρια στοὺς μα­­­θητές του γιὰ τὸ συνταρακτικὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως, αὐτοὶ περίμεναν μίαν ἄλ­­­­­­­λη Ἀνάσταση, ἐπίγεια καὶ πολὺ κατώ­τε­­ρη. Περίμεναν τὴν ἀνάσταση τοῦ ἔ­­­­θνους τους. Γι’ αὐτὸ καὶ κάποια στιγμὴ ὅ­­­λοι μα­ζὶ πλησίασαν τὸν ἀναστημένο Κύ­­­­ριο καὶ Τὸν ρωτοῦσαν: Κύριε, πές μας, ἔφθασε ἄραγε ἡ ἡμέρα νὰ ἀποκαταστή­σεις τὴ βασιλεία τοῦ Ἰσραήλ; Ὁ Κύριος ὅ­­­­­­­­­μως τοὺς ἀπάντησε: Δὲν εἶναι δικό σας δι­­­καίωμα νὰ μάθετε αὐτὸ ποὺ κρατᾶ ὁ Πα­­τὴρ στὴν ἀποκλειστική του ἐξουσία. Ἐ­­­­σεῖς θὰ πλημμυρίσετε μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγί­­ου Πνεύματος. Καὶ θὰ γίνετε μάρτυρες τῆς ζω­­ῆς μου καὶ τῆς διδασκαλίας μου «ἕως ἐ­­­­σχάτου τῆς γῆς». 

Μᾶς προκαλεῖ ἀσφαλῶς ἐντύπωση ἡ ἐσφαλμένη αὐτὴ ἰδέα ποὺ εἶχαν οἱ μαθητὲς ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση γιὰ τὴ βασιλεία τοῦ Ἰσραήλ. Νόμιζαν ὅτι ὁ Κύριος σὲ λίγο θὰ ἐγκαθίδρυε μία ἐγκόσμια βασιλεία. Μιὰ βασιλεία ποὺ θὰ ἀπελευθέρωνε τὸ ἔθνος τους ἀπ’ τὴ ρωμαϊκὴ κυριαρχία καὶ θὰ τὸ ἀποκαθιστοῦσε στὴν παλιά του δόξα. Τρία χρόνια ζοῦσαν μαζὶ μὲ τὸν Κύριο καὶ δὲν εἶχαν καταλάβει ἀκόμη ὅτι ἡ Βασιλεία του δὲν ἦταν «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Ἀλλὰ καὶ τώρα; Βλέπουν τὸν Κύριο ἀναστημένο! Αὐτὸν ποὺ νίκησε τὸ θάνατο. Αὐτὸν ποὺ τοὺς καλεῖ σὲ μία Βασιλεία ἀσυγκρίτως ἀνώτερη. Κι αὐτοὶ περιμένουν ἀκόμη μιὰ βασιλεία ἐγκόσμια. Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος τοὺς διορθώνει καὶ τοὺς προσανατολίζει ἀπὸ τὰ ἐπίγεια στὰ οὐράνια. Καὶ τοὺς καλεῖ νὰ δώσουν τὴ μαρτυρία τους ὄ­­­χι γιὰ μιὰ βασιλεία ἰουδαϊκή, ἀλλὰ γιὰ μιὰ Βασιλεία παγκόσμια, πνευματικὴ καὶ αἰ­­­ώ­νια. Βέβαια οἱ μαθητὲς πρὶν ἀπὸ τὴν Πεν­­τηκοστὴ δὲν μποροῦσαν νὰ κατανοήσουν­ τὶς ἀσύλληπτες διαστάσεις τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Μετὰ ὅμως ὁπλισμένοι μὲ τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν ἀ­­­­κατανίκητη δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὄργωσαν τὰ πέρατα τοῦ κόσμου γιὰ νὰ κη­­ρύξουν τὸ θριαμβευτικὸ μήνυμα τῆς Βα­­σιλείας αὐτῆς· νὰ κηρύξουν ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ὁ ἀναστημένος βασιλεὺς ὄχι μόνο τοῦ Ἰσραὴλ ἀλλὰ ὅλης τῆς κτίσεως. Καὶ γι’ αὐ­τό τους τὸ κήρυγμα ἔ­­­δω­σαν ἀκόμη καὶ τὴ ζωή τους οἱ ἅγιοι Ἀ­­πό­­στολοι καὶ ἑκατομ­μύ­ρια μαρτύρων, ­κη­­­ρύττοντας τὴν Ἀνά­στα­ση τοῦ Χριστοῦ καὶ προσμένοντας τὴν Ἀνάσταση ὅλων τῶν νεκρῶν. Καὶ ἡ μαρτυρία τους θριαμβευτικὰ ἀντη­χεῖ ἀκόμη σ’ ὅλη τὴν κτίση. Ἀνέστη ὁ Κύρι­ος. Διότι «ἐ­­­­ξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ».