* «Αν τακτοποιηθούν τα εσωτερικά του ανθρώπου, αυτόματα θα τακτοποιηθούν και τα εξωτερικά».
* «Ένας τρόπος υπάρχει, για να μην έχουμε προβλήματα με τα παιδιά. η αγιότητα. Γίνετε άγιοι και δεν θα έχετε κανένα πρόβλημα με τα παιδιά σας».
* «Όταν βλέπεις τον διάβολο να πατά στο λαιμό το παιδί σου, εσύ, αντί να θυμώνης στο παιδί σου, διότι παραστράτησε, να μιλάς στο Θεό γι’ αυτό…».
* «Όσα θα έλεγες σ’ αυτό το παιδί σου, αφού έχει κάποιες αντιδράσεις, λόγω του χαρακτήρος του, να τα λες στο Θεό. Γονάτιζε στο Θεό και, διά της χάριτος του Θεού, τα λόγια σου θα μεταβιβάζονται στο παιδί σου».
* «Η χάρις του Θεού σ’ εμάς τους Ορθοδόξους αποκαλύπτει τα μυστήρια».
* «Εγώ δεν έχω τίποτε. Ένα πράγμα ξέρω. μετάνοια, εξομολόγησι, ζωή μέσα στην Εκκλησία».
* «Η θρησκεία μας είναι κάτι το μεγαλειώδες. θεραπεύει τα πάντα. Ν’ αγαπήσεις τον Χριστό και τότε όλα θ’ αλλάξουν μέσα σου και γύρω σου».
* «Στενοχωρούμαι και στενάζω, διότι δεν αγάπησα το Θεό, όσο πρέπει».
* «Το χάρισμα, παιδί μου, δεν είναι δικό μου. είναι του Θεού. Λέω αυτό, που με φωτίζει ο Θεός εκείνη την ώρα, αυτό που μου λέει ο Θεός και όχι αυτό, που λέει ο νους μου, η φαντασία μου, η γνώση μου, η δική μου δυνατότητα».
* Πριν την κοίμησί του δύο εβδομάδες είπε τηλεφωνικώς, από το κελλί του στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, τα εξής στην ερώτησι μιας κυρίας, πότε θα επέστρεφε στην Αθήνα: «Άκουσε, κόρη μου, σας αγαπώ όλους, αλλά εδώ έχω υψηλότερα καθήκοντα. Είμαι πολύ αμαρτωλός και ήρθα εδώ να βρω το Θεό».
* «Όταν φύγω θα είμαι πιο κοντά σας. Μετά θάνατον καταργούνται οι αποστάσεις».
* «Η εποχή μας είναι σαν την εποχή του Χριστού. Και τότε ο κόσμος είχε φθάσει σε μία αθλία κατάσταση. Ο Θεός, όμως μας λυπήθηκε. Και τώρα δεν πρέπει ν’ απελπιζόμαστε. Βλέπω μέσα από τη συμφορά να εμφανίζεται κάποιος πολύ σπουδαίος άνθρωπος του Θεού, ο οποίος θα συνεγείρει και θα ενώσει τον κόσμο προς το καλό».* «Ο ταπεινός, έλεγε, δεν είναι μια προσωπικότητα διαλυμένη. Έχει συνείδηση της καταστάσεώς του, αλλά δεν έχει χάσει το κέντρο της προσωπικότητάς του. Ξέρει την αμαρτωλότητά του, τη μικρότητά του και δέχεται τις παρατηρήσεις του πνευματικού του, των αδελφών του. Λυπάται, αλλά δεν απελπίζεται. Θλίβεται, αλλά δεν εξουθενώνεται και δεν οργίζεται. Ο κυριευμένος από το πλέγμα κατωτερότητας, εξωτερικά και στην αρχή, μοιάζει με τον ταπεινό. Αν, όμως, λίγο τον θίξεις ή και τον συμβουλεύσεις, τότε το αρρωστημένο εγώ εξανίσταται, ταράζεται, χάνει κι’ αυτή τη λίγη ειρήνη που έχει. Το ίδιο, έλεγε, συμβαίνει και με τον παθολογικά μελαγχολικό σε σχέση με το μετανοούντα αμαρτωλό. «Ο μελαγχολικός περιστρέφεται κι’ ασχολείται με τον εαυτό του και μόνο. Ο αμαρτωλός, που μετανοεί κι’ εξομολογείται, βγαίνει από τον εαυτό του. Αυτό το μεγάλο έχει η πίστη μας: τον εξομολόγο. Τον πνευματικό. Έτσι και το ‘πες στο Γέροντα κι’ έλαβες τη συγχώρεση, μη γυρνάς πίσω…».