Συχνὰ οἱ γονεῖς, καλοί μου φίλοι, λένε: «Μὴ ἀργεῖς τὸ βράδυ, τί θὰ ποῦν οἱ διπλανοί;». Ἢ «μὴ ντύνεσαι ἔτσι, τί θὰ ποῦν οἱ γείτονες;». Ἢ «μὴ καπνίζεις μπροστὰ σὲ ἄλλους, θὰ μᾶς κουβεντιάζουν». Ἡ ἀντίδρασή μας εἶναι κάπως ἔτσι: «Ἀφῆστέ με πιά! Τί θὰ πεῖ ὁ ἕνας, τί θὰ νομίσει ὁ ἄλλος. Ἐμένα δὲν μ’ ἐνδιαφέρει τί λέει ὁ κόσμος». Πολὺ καλά. Ἂς πᾶμε πιὸ κάτω.
Ὅταν γίνεται πάρτυ ἢ ἡ τάξη μας πηγαίνει κάποιο Σάββατο σὲ κάποιο νυχτερινὸ κέντρο, παρὰ τοὺς ἀρχικοὺς δισταγμούς μας, τελικὰ πηγαίνουμε! Ὅταν οἱ φίλοι μας προσφέρουν τσιγάρο, παρόλο ποὺ δὲν τὸ θέλουμε, ποὺ δὲν συμφωνοῦμε, ποὺ γνωρίζουμε πολὺ καλὰ τὶς βλαβερές του ἐπιπτώσεις, τελικὰ τὸ δεχόμαστε καὶ μπορεῖ νὰ ἐξελιχθοῦμε καὶ σὲ καπνιστὲς μάλιστα!
Κι ὅταν τὰ παιδιὰ τῆς παρέας ντύνονται κατὰ τὸν δικό τους (ὁμοιόμορφο) τρόπο κι ἐμεῖς εἴμαστε «σὰν τὴ μύγα μεσ’ τὸ γάλα» τελικὰ προσαρμοζόμαστε καὶ συμμορφωνόμαστε μαζί τους! Ἆραγε γιατί τὸ κάνουμε; Τί βαραίνει πολὺ μέσα μας καί μᾶς… πείθει; Δὲν εἶναι τίποτ’ ἄλλο παρὰ τούτη ἡ σκέψη: «Τί θὰ ποῦν τὰ παιδιά; Θὰ μὲ παρεξηγήσουν. Θὰ μὲ σχολιάσουν. Θὰ ἐκτεθῶ». Καὶ ὑποκύπτουμε!
Ἀλλὰ κι ὅταν θέλουμε νὰ συμπεριφερθοῦμε, ὅπως ἐκεῖνοι, συμφωνοῦμε δηλαδὴ ἀπ’ τὴν ἀρχὴ μαζί τους, ποιὸ εἶναι τὸ ἐπιχείρημα στοὺς γονεῖς ποὺ ἀντιδροῦν; «Ὅλα τὰ παιδιὰ ἔτσι κάνουν. Καὶ ὁ Πέτρος καὶ ὁ Τάκης καὶ ὁ Δημήτρης, αὐτὰ φοροῦν. Κι αὐτοὶ καπνίζουν!».
Τί βλέπουμε τελικά; Πὼς ἄλλοτε δεχόμαστε κι ἄλλοτε ἀπορρίπτουμε «αὐτὸ ποὺ λέει ὁ κόσμος». Ὅπως μᾶς συμφέρει κι ὅπως μᾶς βολεύει τὴν κάθε στιγμή. Καὶ στὸ ἐπιχείρημα τῶν «δικῶν» μας «τί θὰ ποῦν οἱ γείτονες;», ἀπαντοῦμε μὲ τὸ «αὐτὸ κάνουν τὰ παιδιὰ τῆς παρέας!». Δηλαδὴ διαλέγουμε ὁμάδα τῆς… κοινῆς γνώμης, ποὺ θ’ ἀκολουθήσουμε! Ἀνάλογα μὲ τὰ γοῦστα μας, τὶς παρέες μας, τὶς θελήσεις μας, τὶς παρορμήσεις τῆς στιγμῆς.
Εἶναι ὅμως ἔτσι; Αὐτὸς μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ κανόνας τῆς συμπεριφορᾶς μας; Ἐκεῖ θὰ στηρίζουμε τὴν παρέα μας, τὸ εἶναι μας, τὴ ζωή μας; Ὁ Σωκράτης πάνω σ’ αὐτό, εἶχε διατυπώσει πραγματικὰ κάτι πολὺ σοφό. Νὰ κάνουμε αὐτό, ποὺ λέει ὁ «ἐπαΐων». Δηλαδὴ αὐτός, ποὺ ἀληθινὰ ξέρει, εἶναι ὁ εἰδήμονας, ποιὸ εἶναι τὸ σωστὸ ν᾽ ἀκολουθήσουμε. Καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει ἐπ’ αὐτοῦ τοῦτο τὸ πραγματικὰ μοναδικό: Νὰ κάνουμε ὅ,τι κάνουν οἱ Ἅγιοι!
Ἄρα πρὶν ἀπὸ κάθε μας πράξη, ἰδιαίτερα ὅταν αὐτὴ εἶναι καθοριστική, πρέπει νὰ προβληματιζόμαστε πολύ, νὰ ἐρευνοῦμε σὲ βάθος, προκειμένου νὰ μάθουμε, ποιὸ εἶναι τὸ πραγματικὰ ἀληθινό νὰ κάνουμε. Ἀσφαλῶς τότε δὲν θὰ λαθέψουμε, δὲν θὰ πληγωθοῦμε, δὲν θὰ χάσουμε, δὲν θὰ καταλήξουμε ζημιωμένοι. Τελικὰ δὲν θὰ μετανιώσουμε. Ἀντίθετα, θὰ προκόψουμε, θὰ κερδίσουμε, θὰ προχωρήσουμε, θὰ προοδεύσουμε.
Ὄχι, λοιπόν, παιδιά, τί λέει ὁ Πέτρος, ὁ Τάκης, ὁ Δημήτρης καί ἡ παρέα. Οὔτε οἱ διπλανοί μας, οἱ γείτονες, οἱ συγγενεῖς μας. Ποτὲ τί λέει ὁ κόσμος. Ἀλλὰ τί εἶναι τὸ ὄντως σωστὸ νὰ γίνει. Ποιὸ εἶναι τὸ ἐνάρετο καὶ τὸ ἅγιο. Μπορεῖ βέβαια αὐτό, στὸ τέλος, νὰ εἶναι καί σύμφωνο μὲ τὴ γνώμη κάποιου ἐξ αὐτῶν. Ἀλλὰ καλύτερα εἶναι αὐτό, νὰ τὸ διαπιστώνουμε στὸ τέλος…
Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος