«ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Β΄» ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Απελπισία και αμέλεια

ΣΤΗ ζωή του χριστιανού η απελπισία και η αμέλεια είναι καταστροφικές. Εκείνον που έπεσε σε αμάρτημα, η απελπισία δεν τον αφήνει να σηκωθεί∙ κι εκείνον που είναι όρθιος, η αμέλεια τον κάνει να πέσει. Η απελπισία στερεί τον άνθρωπο από τ’ αγαθά που έχει αποκτήσει ∙ η αμέλεια δεν τον αφήνει ν’ απαλλαγεί από τα κακά που τον βαραίνουν. Η αμέλεια σε κατεβάζει και απ’ αυτούς τους ουρανούς, ενώ η απελπισία σε γκρεμίζει ολότελα στην άβυσσο της κακίας. Κοίτα να δεις τη δύναμη που έχουν και οι δύο.
Ο διάβολος πρώτα ήταν αγαθός άγγελος∙ επειδή ,όμως, έδειξε αμέλεια και κυριεύθηκε από απόγνωση, έπεσε σε τόση κακία, που δεν μπορεί πια να σηκωθεί. Το ότι ήταν αγαθός πρώτα, το βεβαιώνει ο Κύριος, που λέει: «Είδα το σατανά να πέφτει από τον ουρανό σαν αστραπή» (Λουκ. 10:18 ) . Η παρομοίωσή του με την αστραπή φανερώνει και τη λαμπρότητα της προηγούμενης καταστάσεώς του και τη σφοδρότητα της πτώσης του.
Ο Παύλος ήταν βλάσφημος και διώκτης και υβριστής∙ επειδή , όμως, δεν κυριεύθηκε από απόγνωση και σηκώθηκε από την αμαρτία, έγινε ίσος με τους αγγέλους. Ο Ιούδας ήταν απόστολος∙ επειδή ,όμως, έδειξε αμέλεια, έγινε προδότης. Ο ληστής , ύστερ’ από τόσα κακουργήματα που έκανε, δεν απελπίστηκε∙ έτσι μπήκε πρώτος απ’ όλους στον παράδεισο. Ο Φαρισαίος ,επειδή υπερηφανεύθηκε, έπεσε από τα ύψη της αρετής∙ και ο τελώνης , επειδή δεν απελπίστηκε, ανέβηκε τόσο ψηλά, ώστε ξεπέρασε την αρετή του Φαρισαίου.
Θέλεις να σου δείξω και όλη ολόκληρη που έκανε το ίδιο; Η πόλη των Νινευϊτών μ’ αυτόν τον τρόπο σώθηκε, μολονότι η απόφαση του Θεού τους οδηγούσε σε απόγνωση∙ γιατί δεν είπε πως , αν μετανοήσουν ,θα σωθούν, αλλά : «Τρεις μέρες ακόμα και η Νινευή θα καταστραφεί» (Ιων.3:4 ) . Όμως, αν και απειλούσε ο Θεός, αν και φώναζε ο προφήτης Ιωνάς, αν και η απόφαση δεν είχε αναβολή ή περιορισμό, οι Νινευϊτες δεν έχασαν τον θάρρος και την ελπίδα τους. Και γιατί δεν έβαλε κανέναν όρο; Γιατί δεν είπε: «Αν μετανοήσουν, θα σωθούν»; Για να παραδειγματιστούμε εμείς και, όταν ακούμε καταδικαστική απόφαση του Θεού χωρίς όρο κι περιορισμό, ούτε τότε ν’ απελπιζόμαστε, αλλά να μετανοούμε.
Αυτά, λοιπόν, έχοντας υπόψη μας, ποτέ να μην απελπιζόμαστε. Κανένα όπλο δεν είναι τόσο αποτελεσματικό στα χέρια του διαβόλου όσο η απόγνωση. Γι’ αυτό και δεν του προξενούμε τόση ευχαρίστηση όταν αμαρτάνουμε, όση όταν απελπιζόμαστε…
… Γνωρίζοντας λοιπόν, πως ο ουράνιος Πατέρας μας , ο Καλός Ποιμένας , όχι μόνο δεν μας περιφρονεί, όταν επιστρέφουμε σ’ Αυτόν, αλλά και με μεγαλύτερη προθυμία και στοργή μας δέχεται απ’ ό,τι εκείνους που κατόρθωσαν την αρετή, γνωρίζοντας πως όχι μόνο δεν τιμωρεί τους πλανεμένους, αλλά και βγαίνει σε αναζήτησή τους και χαίρεται περισσότερο γι’ αυτούς, όταν τους βρει, παρά για όσους έχει κοντά Του, ούτε ν’ απελπιζόμαστε πρέπει, όταν βρισκόμαστε στην αμαρτία, ούτε όμως και να ξεθαρρεύουμε όταν κάνουμε το καλό∙ αλλά, και όταν αμαρτάνουμε, να μετανοούμε, και όταν ασκούμε την αρετή, να προσέχουμε μην πέσουμε. Γιατί προδοσία της σωτηρίας μας είναι και τα δυο τούτα, δηλαδή τόσο το να ξεθαρρεύουμε , όταν βρισκόμαστε στο δρόμο της αρετής, όσο και το ν’ απελπιζόμαστε, όταν πέφτουμε στην αμαρτία…
… «Σήμερα», λοιπόν, όσο δηλαδή διαρκεί η παρούσα ζωή, ας μην απελπιζόμαστε. Στηρίζοντας τις ελπίδες μας στον Κύριο και αναγνωρίζοντας την άπειρη φιλανθρωπία Του, ας πετάξουμε πρόθυμοι μακριά μας κάθε κακία, ας πιαστούμε από την αρετή, ας δείξουμε απέραστη μετάνοια, ας καθαριστούμε εδώ απ’ όλα τ’ αμαρτήματά μας, για να μπορέσουμε με παρρησία να σταθούμε στο φοβερό βήμα του Χριστού και να μπούμε στη βασιλεία των ουρανών, με τη χάρη του Θεού μας.

Αποφθέγματα και παραινέσεις

Πολλά είναι εκείνα που χαρακτηρίζουν τους Χριστιανούς, αλλά τα σπουδαιότερα απ’ όλα είναι η αγάπη και η ειρήνη. Γι΄ αυτό και ο Χριστός είπε: «Έτσι θα καταλαβαίνουν ότι είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη ο ένας για τον άλλο» ( Ιω. 13:35) . Και : «Σας δίνω τη δική μου ειρήνη» ( Ιω.14:27 ) .

Τίποτα δεν μπορεί να γεμίσει τόσο την ψυχή με ευχαρίστηση, όσο το ν’ αγαπάει και ν’ αγαπιέται ειλικρινά.

Τίποτα δεν αποδεικνύει τόσο την αξία ενός άρχοντα, όσο η αγάπη και το ενδιαφέρον του για τους πολίτες. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα των καλών αρχόντων. Αν ο άρχοντας αγαπάει τον πολίτη , όλα τα κοινωνικά προβλήματα λύνονται και στην πολιτεία επικρατεί ευταξία.

Ας πονάμε γι’ αυτούς που μας βλάπτουν περισσότερο απ’ όσο πονούν οι ίδιοι∙ γιατί η βλάβη που προσπαθούν να προξενήσουν σ’ εμάς, μεταβιβάζεται σ’ αυτούς. Όπως, δηλαδή, εκείνοι που κλοτσούν καρφιά και καμαρώνουν για την πράξη τους, είναι αξιολύπητοι, έτσι κι εκείνοι που αδικούν τους άλλους, αξίζουν την συμπόνια μας, γιατί τραυματίζουν τις δικές τους ψυχές.

Η αγάπη μας πρέπει ν’ αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους. Αν αγαπάμε τον ένα και δεν αγαπάμε τον άλλο, τότε η αγάπη μας δεν ξεπερνάει τα μέτρα των άπιστων ανθρώπων. Η δική μας αγάπη, όμως, η αγάπη των χριστιανών, δεν είναι τέτοια.

Ας ευεργετούμε όσους μας κάνουν κακό, έστω κι αν εξακολουθούν να μένουν αδιόρθωτοι. Έτσι, και των αμαρτιών μας τη συγχώρηση θα βρούμε και με ταπεινωμένη καρδιά θα κάνουμε τις προσευχές μας. Γιατί όταν η ψυχή αποβάλει κάθε εχθρότητα και είναι ειρηνική, παρακαλεί τον Κύριο με πολλή νήψη και ελκύει μεγάλη βοήθεια από τον ουρανό.

Τα ορθόδοξα λόγια μας είναι σαν όπλα, που προστατεύουν τους δικούς μας και χτυπούν τους αιρετικούς. Και τους χτυπούν όχι για να τους ρίξουν κάτω, μα για να τους σηκώσουν από την πτώση. Τέτοιος είναι ο σκοπός αυτής της μάχης∙ αποβλέπει στη σωτηρία των εχθρών.

Εγώ- σου λέει ο Χριστός- είμαι ο πατέρας σου, εγώ είμαι ο αδελφός σου, εγώ είμαι ο νυμφίος της ψυχής σου, εγώ είμαι το καταφύγιό σου, εγώ είμαι η τροφή σου, εγώ είμαι το ένδυμά σου, εγώ είμαι η ρίζα σου, εγώ είμαι το στήριγμά σου , εγώ είμαι καθετί που επιθυμείς. Τίποτε δεν θα σου λείψει , όταν έχεις εμένα. Εγώ είμαι και υπηρέτης σου, γιατί ήρθα να υπηρετήσω και όχι για να υπηρετηθώ. Εγώ είμαι και φίλος σου και μέλος του σώματός σου και κεφαλή σου και αδελφός σου και αδελφή σου και μητέρα σου, όλα εγώ για σένα. Φτάνει να είσαι κοντά μου. Εγώ φτωχός έγινα για σένα, αλήτης έγινα για σένα, στο σταυρό ανέβηκα για σένα, στον τάφο κατέβηκα για σένα, στον ουρανό παρακαλώ για σένα τον Πατέρα μου, στην γη ήρθα για σένα, σταλμένος από τον Πατέρα μου. Τα πάντα εισ’ εσύ για μένα, και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος του σώματός μου. Τι περισσότερο θέλεις; Γιατί Αυτόν που τόσο στοργικά σε αγαπάει Τον περιφρονείς;
(συνεχίζεται)

Αρετή και κακία

ΌΠΟΙΟΣ θέλει, μπορεί ν’ αφήσει τη γη και ν’ ανέβει στον ουρανό. Δεν του χρειάζονται γι’ αυτό παρά προαίρεση και αρετή! «Θέλω αλλά δεν μπορώ» , λένε πολλοί, «γιατί η αρετή είναι δύσκολη». Δεν είναι καθόλου δύσκολη, αν έχεις ζήλο και πόθο Θεού.
Για συλλογίσου αυτούς που μονάζουν στα βουνά και στις ερημιές! Τι κάνουν; Αφήνουν τα σπίτια τους, τους συγγενείς τους, την περιουσία τους και κάθε άνεση, κλείνονται σ’ ένα μικρό κελλί και ταλαιπωρούν το σώμα τους με νηστεία, αγρυπνία, με σκληρές ασκήσεις. Και μη μου πεις: «Εκείνοι μπορούν να κάνουν αυτά τα πράγματα, εγώ όμως δεν μπορώ». Γιατί πολλοί μοναστές, μολονότι ήταν πιο αδύναμοι και πιο καλομαθημένοι από σένα , εντούτοις αποφάσισαν να ζήσουν τη σκληρή παραχωρητική ζωή. Θα μου πεις ακόμα πως ο αγώνας αυτός είναι τόσο μεγάλος, που δεν τον αντέχουν όλοι; Τότε, λοιπόν, κάνε έναν αγώνα μικρότερο, επιδίωξε άσκηση και αρετή κατώτερη.
Δεν μπορείς να ξοδεύεις τα χρήματά σου για τους φτωχούς; Τουλάχιστον μην αρπάζεις όσα ανήκουν σε άλλους. Δεν μπορείς να νηστεύεις; Τουλάχιστον μη ρίχνεσαι στις υλικές απολαύσεις. Δεν μπορείς να δίνεις ευχές σ’ αυτούς που σε βρίζουν; Τουλάχιστον υπόμεινε τις βρισιές με σιωπή και μακροθυμία. Δεν μπορείς να ευεργετείς αυτούς που σε βλάπτουν; Τουλάχιστον μην τους εκδικείσαι.
Ο Χριστός έπαθε τόσα για χάρη σου, όντας αθώος και αναμάρτητος. Κι εσύ δεν θέλεις να πάθεις τίποτα για χάρη Του, ή μάλλον για τη δική σου ψυχική ωφέλεια και σωτηρία; Πώς, λοιπόν, θα παρουσιαστείς μπροστά Του την ημέρα της Κρίσεως; Τι απολογία θα δώσεις για την παράβαση των εντολών Του; Μην εξαπατάς τον εαυτό σου λέγοντας: «Ας απολαύσω τώρα τις ηδονές της ζωής, ας αδικήσω τον συνάνθρωπό μου, ας εκδικηθώ τον εχθρό μου, ας κάνω κάθε αμαρτία, και στα γεράματά μου θα μετανοήσω» .Πες μου, ποιος σε βεβαίωσε ότι θα ζήσεις τόσο πολύ; Δεν βλέπεις πόσους νέους επισκέπτεται καθημερινά ο θάνατος; Μα κι αν πεθάνεις σε μεγάλη ηλικία, πώς θ’ αντικρίσεις τότε τον Κύριο, έχοντας για μιαν ολόκληρη ζωή περιφρονήσει Εκείνον και υπηρετήσει τον διάβολο;
Ο Δημιουργός σ’ έκανε ανώτερο απ’ όλα τα κτίσματα∙ σ’ έκανε άνθρωπο. Γιατί γίνεσαι προδότης της θείας ευεργεσίας και καταφρονητής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας; Γιατί εξομοιώνεις τον εαυτό σου με άλογο ζώο, με πλάσμα δίχως αθάνατη ψυχή, εσύ που σε άλογα ζώα δίνεις ανθρώπινες ιδιότητες; Να, στον παπαγάλο, ύστερ’ από κατάλληλη εκγύμναση, δίνεις ανθρώπινη λαλιά. Στο λιοντάρι, με επιδέξια αγωγή, δίνεις ανθρώπινη ημερότητα. Και τα πιο άγρια θηρία μπορείς να τα δαμάσεις. Πώς, λοιπόν, γίνεσαι δούλος των άγριων και άλογων παθών, που βρίσκονται μέσα σου;
Αν είσαι άνθρωπος , απόδειξέ το με τη διαγωγή σου. Πλάστηκες σύμφωνα με την εικόνα και την ομοίωση του Θεού. Και αφού Εκείνος είναι άγιος, πρέπει να είσαι κι εσύ. Έτσι πρόσταξε ο ίδιος ήδη από τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης. «Να είστε άγιοι, γιατί και εγώ, ο Κύριος και Θεός σας, είμαι άγιος» ( Λευιτ. 11:44 ) . Πώς όμως θα φτάσεις στην αγιότητα; Τηρώντας τις θείες εντολές, όλες τις εντολές και όχι μία ή δύο μόνο. Γιατί όπως δεν μπορεί να παραχθεί μουσική από έναν κιθαριστή, αν αυτός χρησιμοποιεί μία μόνο χορδή της κιθάρας του και όχι όλες, έτσι δεν μπορεί ν’ αποκτηθεί και αρετή από ένα χριστιανό, αν αυτός τηρεί μία μόνο εντολή και όχι όλες. Τι θα κερδίσει εκείνος που δίνει ελεημοσύνη, με χρήματα όμως που αποκτάει άνομα; Τι θα κερδίσει εκείνος που αποκτάει χρήματα με τρόπο τίμιο, ελεεί όμως επιδεικτικά, για να τον βλέπουν και να τον επαινούν οι άνθρωποι; Τι θα κερδίσει εκείνος που δεν ελεεί επιδεικτικά, υπερηφανεύεται όμως εσωτερικά για τις αγαθοεργίες του; Τι θα κερδίσει εκείνος που δεν υπερηφανεύεται, παραδίνεται όμως στη λαιμαργία, την ασέλγεια και τιε άλλες ηδονές; Και τι θα κερδίσει εκείνος που δεν παραδίνεται στις ηδονές, είναι όμως δούλος της φιλαργυρίας;
Ας αγωνιζόμαστε , λοιπόν, να τηρούμε όλες τις εντολές και ν’ αποκτούμε όλες τις αρετές. Σ’ αυτόν τον αγώνα αποτελεσματική βοήθεια μας προσφέρουν οι ενάρετοι και φιλάγαθοι άνθρωποι, που με τις καλές συμβουλές και το ωφέλιμο παράδειγμά τους μας παρακινούν σε άγια ζωή. Γι’ αυτό ,άλλωστε, ο Θεός μας έβαλε στον ίδιο κόσμο με όλους, κακούς και καλούς, για να μειώνεται η αχρειότητα των πρώτων από την συναναστροφή τους με τους δεύτερους. Έτσι, ενώ οι καλοί είναι διπλά αξιοτίμητοι, επειδή και το δρόμο της αρετής ακολουθούν αλλά και από τη συναναστροφή τους με τους κακούς δεν ζημιώνονται, οι αμετανόητοι κακοί είναι διπλά αξιοτιμώρητοι, επειδή και το δρόμο της κακίας ακολουθούν αλλά και από τη συναναστροφή τους με τους καλούς δεν ωφελούνται.
Δυστυχώς, όμως, οι περισσότεροι άνθρωποι ζηλεύουν όχι τους καλούς αλλά τους κακούς- τους πονηρούς και πανούργους, τους διπλοπρόσωπους και ραδιούργους, τους πλεονέκτες και συμφεροντολόγους- επειδή είναι ικανοί για όλα, επειδή, βλάπτοντας και αδικώντας αδίστακτα τους άλλους, αποκτούν πλούτο ή αναρριχώνται σε αξιώματα. Αυτούς, όμως, αντί να τους ζηλεύουν , θα έπρεπε να τους λυπούνται, γιατί στην πραγματικότητα βλάπτουν τον εαυτό τους και όχι τους άλλους. Ολέθριο, βλέπεις, δεν είναι το να αδικείται κανείς, αλλά το να αδικεί. Ο Θεός δεν είναι άδικος. Έτσι, είτε σ’ ετούτη τη ζωή είτε στην άλλη, η αδικία πληρώνεται όσο της πρέπει, όπως άλλωστε και η αρετή…
… Γνώρισμα του αληθινού ανθρώπου, που έχει πλαστεί σύμφωνα με την εικόνα του Θεού, είναι το να μοιάζει στον Πλάστη του και να Τον ευαρεστεί. Όποιος, λοιπόν, δεν θέλει ούτε ν’ ακούσει για το πώς θα ευαρεστήσει το Θεό, μπορεί να λέγεται άνθρωπος; Κάθε άλλο. Θηρίο μάλλον πρέπει να λέγεται. Και σκέψου πόσο φοβερό κατάντημα είναι, ενώ ο Χριστός θέλει από ανθρώπους να μας κάνει όμοιους με τους αγγέλους, ή καλύτερα όμοιους με τον Ίδιο, εμείς ούτε καν άνθρωποι να μη μένουμε, αλλά να γινόμαστε θηρία. Γιατί θηρίων γνωρίσματα είναι η αλόγιστη υποδούλωση στα ένστικτα, η αρπακτικότητα, η σκληρότητα, η καταφρόνηση των εντολών του Θεού. Ανθρώπων γνωρίσματα, από το άλλο μέρος, είναι η έλλογη κυριαρχία πάνω στα πάθη, η καλοσύνη, η ευσπλαχνία, η αποφυγή του κακού και η επιτέλεση του καλού.
Ο Θεός έβαλε μέσα στον άνθρωπο τον νόμο, τη συνείδηση, που τον πληροφορεί ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό. Γι’ αυτό και όσοι αμαρτάνουν, από συναίσθηση ενοχής και ενδόμυχη ντροπή δεν θέλουν να χαρακτηρίζονται με το όνομα των κακών τους πράξεων. Αν, λ.χ. φωνάξεις , «Μοιχέ!» , σ’ έναν άνθρωπο που μοιχεύει θα του κακοφανεί, μολονότι ευχαριστιέται όταν διαπράττει τη μοιχεία…
… Καμία κακία , άλλωστε δεν εμφανίζεται με το αληθινό της πρόσωπο. Πάντα δανείζεται τη μορφή κάποιας αρετής. Όταν ο ψεύτης λέει ψέματα , υποκρίνεται ότι λέει την αλήθεια. Όταν ο δολερός ραδιουργεί ,προσποιείται τον έντιμο και ειλικρινή. Και όταν ο συκοφάντης διαβάλλει, υποστηρίζει πως οι κατηγορίες του είναι βάσιμες…
«Και γιατί δεν αφανίζει τους κακούς, που δημιουργούν τα σκάνδαλα, ώστε να μη βλάπτονται οι υπόλοιποι;», ρωτάνε μερικοί. Επειδή από τα σκάνδαλα βλάπτονται μόνο οι κακοπροαίρετοι και από την ξένη κακία επηρεάζονται μόνο οι εθελόκακοι. Άλλωστε, αν ο Θεός αφάνιζε τους κακούς, τότε κανένας μας δεν θα γλύτωνε. Τη δική μας κακία, όμως, δεν τη βλέπουμε, γι’ αυτό και δεν μετανοούμε, δεν διορθωνόμαστε, δεν αγιαζόμαστε. Την κακία των άλλων μόνο παρατηρούμε, σχολιάζουμε και καταδικάζουμε, ξεχνώντας πως ο Κύριος δεν θα μας ζητήσει λόγο την ημέρα της Κρίσεως για τα έργα των συνανθρώπων μας, μα για τα δικά μας έργα.
Ας εγκαταλείψουμε , λοιπόν, χωρίς καθυστέρηση ή αναβολή τον ψυχόλεθρο δρόμο της κακίας και ας τραβήξουμε τον ψυχοσωτήριο δρόμο της αρετής, γιατί έτσι και στην πρόσκαιρη τούτη ζωή θα έχουμε την ευλογία του Θεού και στην άλλη ζωή θ’ απολαύσουμε τα άφθαρτα αγαθά της βασιλείας Του.

Λύπη και αθυμία

ΤΗ ΛΥΠΗ την έβαλε μέσα μας ο Θεός . Όχι, όμως , για να τη μεταχειριζόμαστε άσκοπα ή και βλαπτικά, σε ακατάλληλο χρόνο και σε αντίθετες συνθήκες στη φύση μας περιστάσεις, κλονίζοντας έτσι την υγεία της ψυχής και του σώματος , αλλά για ν’ αποκομίζουμε απ’ αυτήν όσο γίνεται μεγαλύτερο πνευματικό κέρδος. Γι’ αυτό, δεν πρέπει να λυπόμαστε όταν παθαίνουμε κάτι κακό, μα όταν κάνουμε κάτι κακό. Εμείς, ωστόσο, έχουμε αντιστρέψει τα πράγματα. Έτσι, και αμέτρητα κακά να διαπράξουμε, ούτε λυπόμαστε ούτε ντρεπόμαστε. Αν ,όμως, πάθουμε και ο παραμικρό κακό από κάποιον , τότε τα χάνουμε , βαριοθυμούμε, γινόμαστε συντρίμμια και δεν συλλογιζόμαστε πως οι θλίψεις και οι πειρασμοί φανερώνουν τη φροντίδα του Θεού για μας περισσότερο από τα ευχάριστα περιστατικά.
Αλλά γιατί αναφέρω τις θλίψεις αυτής της ζωής; Μήπως και η απειλή του αιωνίου κολασμού δεν αποτελεί τη φιλανθρωπία του Θεού καλύτερα από την υπόσχεσή Του για την ουράνια βασιλεία; Γιατί ,αν δεν υπήρχε η απειλή του αιωνίου κολασμού, λίγοι θα ήταν εκείνοι που θα κέρδιζαν τη σωτηρία. Δεν είναι, βλέπεις, αρκετή για μας, τους ράθυμους, η υπόσχεση των ουράνιων αγαθών. Ο φόβος της κολάσεως πιο πολύ μας παρακινεί στην αρετή.
Γι’ αυτό, λοιπόν, υπάρχουν η λύπη και η αθυμία , όχι για να μας κυριεύουν όταν πεθαίνη ένα αγαπημένο μας πρόσωπο ή όταν χάνουμε χρήματα ή όταν δοκιμάζουμε κάποια αποτυχία, αλλά για να μας βοηθούν στον πνευματικό μας αγώνα. Ας λυπόμαστε όχι για τη θλίψη ή τη βλάβη που μας προξενεί κάποιος , αλλά για τις αμαρτίες μας, με τις οποίες λυπούμε το Θεό. Γιατί οι αμαρτίες διώχνουν μακριά μας το Θεό, ενώ οι θλίψεις , που δοκιμάζουμε από άλλους ανθρώπους, Τον κάνουν να μένει κοντά μας ως προστάτης.
Άλλωστε, πρέπει να το πάρεις απόφαση, άνθρωπέ μου, ότι στη ζωή αυτή θα έχεις βάσανα, δοκιμασίες, προβλήματα, πειρασμούς. Πρέπει να τ’ αντιμετωπίζεις με γενναιότητα όλα αυτά, χρησιμοποιώντας ως όπλα την πίστη, την ελπίδα, την υπομονή. Ας εύχεσαι , βέβαια, να μην πέσεις ποτέ ως πειρασμό. Όταν, όμως, παραχωρεί κάποιον ο Θεός , μην ταράζεσαι. Κάνε ό,τι μπορείς για να φανείς αληθινός στρατιώτης του Χριστού.
Δεν βλέπεις που οι γενναίοι στρατιώτες , όταν η σάλπιγγα τους καλεί στην μάχη ,αποβλέποντας στη νίκη , θυμούνται τους ένδοξους προγόνους τους, που έκαναν μεγάλα κατορθώματα, και ρίχνονται με θάρρος στον αγώνα; Όμοια κι εσύ, όταν έρχεται η ώρα της πνευματικής μάχης, να θυμάσαι τα κατορθώματα των αγίων μαρτύρων και ν’ αγωνίζεσαι με γενναιότητα, με πίστη, με χαρά.
Δεν μπορεί, λοιπόν, ποτέ να λυπάται ο χριστιανός; Μπορεί, αλλά για δύο μονάχα λόγους: Όταν είτε ο ίδιος είτε ο πλησίον του έρχεται σε αντίθεση με το Θεό και το άγιο θέλημά Του. Δεν πρέπει, επομένως, να στενοχωριούνται και να θλίβονται εκείνοι που κακολογούνται, μα εκείνοι που κακολογούν. Γιατί δε θ’ απολογηθούν οι πρώτοι ,για όσα λέγονται σε βάρος άλλων. Αυτοί πρέπει να τρέμουν και ν’ ανησυχούν, γιατί αργά η γρήγορα θα συρθούν στο φοβερό Δικαστήριο του Θεού, όπου θα λογοδοτήσουν για όσες κακολογίες ξεστόμισαν. Κι εκείνοι που κακολογούνται, πάντως, πρέπει ν’ ανησυχούν, αν όσα λένε γι’ αυτούς είναι αληθινά.
Αξιολύπητοι, βλέπεις, είναι οι αμαρτωλοί, έστω κι αν κανένας δεν τους κατηγορεί. Αξιοζήλευτοι , απεναντίας, είναι οι ενάρετοι, έστω κι αν ο κόσμος όλος τους κατατρέχει. Γιατί, όταν η συνείδηση ενός ανθρώπου είναι ήσυχη, όσες τρικυμίες κι αν ξεσηκώνονται εναντίον του, αυτός θα βρίσκεται πάντα σε λιμάνι γαλήνιο. Όταν, όμως, η συνείδησή του είναι ταραγμένη, ακόμη κι αν όλα του έρχονται ευνοϊκά, θα βασανίζεται, σαν τον ναυαγό στη φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Αλλά και με την πέψη των τροφών, τι συμβαίνει; Όταν το στομάχι μας είναι γερό, όσο δύσπεπτο φαγητό κι αν τρώμε, το χωνεύουμε ομαλά, δίχως να ταλαιπωρούμαστε από βαρυστομαχιά, ξυνίλες ή καούρες. Όταν , όμως, το στομάχι μας έχει κάποια βλάβη, και την πιο εύπεπτη τροφή αν του προσφέρουμε, τη δέχεται με δυσκολία, σαν να είναι η πιο βαρειά.
Τι εννοώ με όλα αυτά; Ότι η ψυχή που υποφέρει από λύπη και αθυμία, δεν μπορεί ούτε απ’ όσα της λες να ωφεληθεί ούτε κάτι ωφέλιμο να πει. Όπως ένα πυκνό σύννεφο, που σκεπάζει τον ήλιο, εμποδίζει τις ακτίνες του να φθάσουν στη γη, έτσι και η λύπη, που σαν άλλο σύννεφο σκεπάζει την ψυχή, δεν αφήνει τις ακτίνες της λογικής να την φωτίσουν. Γι’ αυτό ο υπερβολικά λυπημένος άνθρωπος συνήθως είτε παραλογίζεται είτε βυθίζεται σε σιωπή. Μα και οι άλλοι, που τον βλέπουν , προτιμούν κι αυτοί να σωπάσουν. Θυμάστε τους τρεις φίλους του Ιώβ; Όταν τον αντίκρισαν γεμάτο πληγές και καθισμένο πάνω στην κοπριά, ξέσπασαν σε κλάματα και ξέσκισαν τα ρούχα τους. Έπειτα έμειναν μαζί του εφτά μερόνυχτα, αλλά, βλέποντας πόσο μεγάλος ήταν ο πόνος του, κανένας τους δεν άνοιξε το στόμα του για να μιλήσει. Γνώριζαν καλά, βλέπεις, ότι, γι’ αυτούς που υποφέρουν, τίποτα δεν υπάρχει καλύτερο από την ησυχία και την σιωπή ( Ιώβ 2:11-13 ) .
Ας μην αφήνουμε την λύπη , πάντως, να μας κυριεύει τόσο, ώστε να ,ας οδηγεί σε παράλογες ενέργειες είτε σε αδιάκριτη εσωστρέφεια. Μας βρήκε ένας πειρασμός, μια δοκιμασία, μια συμφορά; Ο Θεός, που παραχώρησε τον πειρασμό, γνωρίζει και πότε πρέπει να λήξει. Αυτός, ως παντοδύναμος, μπορεί να μας απαλλάξει από κάθε κακό, όταν έρθει η κατάλληλη ώρα, προπαντός όταν μετανοήσουμε για τις αμαρτίες μας και επιστρέψουμε κοντά Του.
Είναι, πραγματικά αξιοθαύμαστοι όσοι καίγονται μέσα στο καμίνι των θλίψεων και υπομένουν τη φωτιά με γενναιότητα. Μας θυμίζουν τους άγιους Τρεις Παίδες, τον Ανανία, τον Μισαήλ και τον Αζαρία, που δεν τους άγγιξαν οι φλόγες του καμινιού, όταν ρίχτηκαν εκεί από το βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ για την εμμονή τους στη λατρεία του αληθινού Θεού ( Δαν. 3:1-33 ) . Ούτε ταράχθηκαν ούτε λιποψύχησαν τα τρία παλικάρια , όταν αποφασίστηκε η θανάτωσή τους με τόσο φρικτό τρόπο. Η πίστη, η αγάπη και η αφοσίωσή τους στον Κύριο ήταν τόσες, ώστε αντιμετώπιζαν με χαρά ακόμα και το μαρτύριο. Μέσα στο καμίνι δεν έκαναν τίποτ’ άλλο παρά να δοξολογούν το όνομα του Θεού. Κι Εκείνος δεν άφησε ούτε μια τρίχα τους να καεί. Έτσι, βγήκαν από τη φωτιά θριαμβευτές και θαυμάζονται μέχρι σήμερα από τους ανθρώπους.
Το ίδιο μπορούμε να πούμε για όλους τους αγίους. Τους θαυμάζουμε και τους τιμούμε, γιατί όχι μόνο δίχως λύπη, μα και με μεγάλη χαρά αντιμετώπισαν κινδύνους, διώξεις, συκοφαντίες, βασανιστήρια, ακόμα και θάνατο. Χίλιοι πειρασμοί του κύκλωναν, κι αυτοί ήταν ευδιάθετοι. Μύριοι κίνδυνοι τους απειλούσαν, κι αυτοί ήταν γαλήνιοι. Στη σφαγή οδηγούνταν, κι αυτοί ένιωθαν ευφροσύνη. Ό,τι για τους κοινούς ανθρώπους είναι το μεγαλύτερο κακό, δηλαδή η απώλεια της ζωής, γι’ αυτούς ήταν η υπέρτατη ευλογία. Γιατί γνώριζαν πως ο θάνατος για τους πιστούς δούλους του Κυρίου δεν είναι παρά λύτρωση από τα βάσανα της πρόσκαιρης ζωής και μετάβαση στην αιωνιότητα της πάντερπνης ουράνιας βασιλείας. Γνώριζαν, όμως, επίσης πως ο φιλάνθρωπος Θεός, όταν πρέπει, σώζει θαυματουργικά και από τον σωματικό ακόμα θάνατο όσους σταθερά ελπίζουν σ’ Αυτόν και ακλόνητα πιστεύουν στην πρόνοιά Του.
Θυμηθείτε τι έγινε κατά τη μεταγωγή του απόστολου Παύλου στη Ρώμη. Ενώ το πλοίο, με το οποίο ταξίδευαν αυτός και οι συνοδοί του στρατιώτες, έπλεε κοντά στις ακτές της Κρήτης, ξέσπασε σφοδρή θαλασσοταραχή. Η κακοκαιρία συνεχίστηκε για μέρες τόσο άγρια , που κάθε ελπίδα σωτηρίας των ταξιδιωτών χάθηκε. Και τότε ο Παύλος, αφού κάλεσε κοντά του το πλήρωμα και τους επιβάτες , τους είπε:
«… Σας συνιστώ να μη χάσετε το θάρρος σας, γιατί, εκτός από το πλοίο, , που θα βουλιάξει, κανένας σας δε θα χάσει τη ζωή του. Την περασμένη νύχτα μου φανερώθηκε άγγελος του Θεού, στον οποίο ανήκω και τον οποίο λατρεύω και μου είπε : “Μη φοβάσαι, Παύλε! Πρέπει , σύμφωνα με το σχέδιο της θείας πρόνοιας , να παρουσιαστείς στον αυτοκράτορα. Για χάρη σου, λοιπόν, ο Θεός θα σώσει όλους όσοι είναι μαζί σου στο πλοίο”» ( Πραξ. 27: 22-24 ) .
Τον Παύλο, τον εκλεκτό του Χριστού και διδάσκαλο της οικουμένης, που τόσο σκληρά ταλαιπωρήθηκε αλλά και τόσο θαυμαστά ευεργετήθηκε, ας έχουμε πάντα στο νου μας. Γιατί είναι πολύ ωφέλιμη η ενθύμηση των ευεργεσιών του Θεού στους ανθρώπους. Όπως, όταν θυμηθούμε τα καλά που μας έκανε κάποιος φίλος μας, η αγάπη μας σ’ αυτόν γίνεται θερμότερη, έτσι και όταν σκεφτούμε από πόσους κινδύνους μας γλύτωσε ο Θεός, η ευλάβειά μας στο πανάγιο Πρόσωπό Του γίνεται βαθύτερη, ο αγώνας μας για την ευαρέστησή Του εντονότερος, η προθυμία μας για την απόκτηση της αρετής μεγαλύτερη.
Πόσες καi πόσες δοκιμασίες , λοιπόν, δεν πέρασε ο Παύλος! Τις αναφέρει ο ίδιος συνοπτικά, γράφοντας στους Κορίνθιους: « Φυλακίστηκα πολλές φορές , χτυπήθηκα με αφάνταστη αγριότητα, κινδύνεψα να θανατωθώ. Πέντε φορές μαστιγώθηκα από τους Ιουδαίους με τριάντα εννέα μαστιγώματα. Τρεις φορές ραβδίστηκα. Μια φορά πετροβολήθηκα. Τρεις φορές ναυάγησα κι ένα μερόνυχτο έμεινα ναυαγός στο πέλαγος. Έκανα πολλές κοπιαστικές οδοιπορίες. Διάβηκα επικίνδυνα ποτάμια. Κινδύνεψα από ληστές. Κινδύνεψα από τους ομογενείς μου Ιουδαίους. Κινδύνεψα από τους ειδωλολάτρες. Κινδύνεψα από ανθρώπους που υποκρίνονταν τους αδελφούς. Κοπίασα και εμόχθησα πολύ. Πολλές φορές ξαγρύπνησα, πείνασα, δίψασα. Πολλές φορές μου έλειψε ολότελα το φαγητό. Ξεπάγιαζα και δεν είχα ρούχα να φορέσω. Εκτός από τα άλλα, είχα και την καθημερινή πίεση των εχθρών μου…» ( Β΄Κορ. 11:23-28 ) .
Ακούτε τι τράβηξε ο μακάριος απόστολος για το κήρυγμα του Ευαγγελίου; Έφτανε ένα μόνο κακό απ’ όλα αυτά, για να καταθλίψει, να συνταράξει, να συντρίψει την ψυχή του. Και όμως, κανένα δικό του ατύχημα ,καμιά δική του περιπέτεια δεν τον στενοχώρησε ,δεν τον αποκάρδιζε, δεν τον λυπούσε. Τι τον λυπούσε μόνο; Το γράφει ο ίδιος: «Ποιος από τους χριστιανούς είναι άρρωστος σωματικά ή ψυχικά, και δεν υποφέρω κι εγώ μαζί του; Ποιος πέφτει στην αμαρτία , και δεν καίγομαι κι εγώ στο καμίνι του πόνου;» (Β΄ Κορ. 11: 29 ) . Για τα δικά του παθήματα όχι μόνο δεν νοιαζόταν, αλλά και καυχιόταν – «αν πρέπει να καυχηθώ, θα καυχηθώ για τα παθήματά μου», έλεγε ( Β΄Κορ. 11:30 ) . Για τους αδελφούς του χριστιανούς , όμως, και νοιαζόταν και λυπόταν, όταν μάθαινε πως δεν ήταν καλά ή λύγιζαν σε πειρασμό. Τότε, όπως έλεγε, καιγόταν κι αυτός στο καμίνι του πόνου. Και επειδή ποτέ δεν έλειπαν από την Εκκλησία εκείνοι που είχαν το ένα ή το άλλο πρόβλημα, ποτέ δεν έσβηνε κι από την ψυχή του Παύλου η φλόγα της οδύνης, που τον έκαιγε. Και ο πόνος του γινόταν ακόμα μεγαλύτερος ,όταν έβλεπε τους Ιουδαίους να εμμένουν στην απιστία τους. Έφτανε στο σημείο να λέει: «Θα ευχόμουν να χωριστώ εγώ αιώνια από τον Χριστό, φτάνει να πήγαιναν κοντά Του οι ομοεθνείς αδελφοί μου, οι απόγονοι του Ισραήλ» ( Ρωμ. 9: 3-4 ) . Θα προτιμούσε, μ’ άλλα λόγια, να πέσει στη φωτιά της κολάσεως, παρά να βλέπει τους Εβραίους να μένουν στην απιστία. Και αν ήταν πρόθυμος να κολαστεί για τη σωτηρία των αδελφών του , είναι φανερό πως , αφού δεν κατόρθωνε να τους οδηγήσει στο Χριστό, δοκίμαζε θλίψη μεγαλύτερη απ’ όση θα δοκιμάζουν οι κολασμένοι.
Ας θυμηθούμε ,όμως, κι άλλο ένα περιστατικό από τη ζωή του αποστόλου Παύλου. Τον βασάνιζε μια χρόνια ασθένεια. Τρεις φορές παρακάλεσε τον Κύριο να τον θεραπεύσει. Μα η απάντησή Του ήταν: «Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα στην αδυναμία σου» ( Β΄Κορ. 12: 9 ) . Γιατί, αλήθεια, η δύναμη του Θεού φανερώνεται μέσα στην ανθρώπινη αδυναμία; Επειδή, όταν ο άνθρωπος με τις δικές του δυνάμεις δεν μπορεί να κατορθώσει σπουδαία πράγματα, με την ενίσχυση του Θεού μπορεί να επιτελέσει έργα μεγάλα και θαυμαστά: Να αναστήσει νεκρούς, να θεραπεύσει τυφλούς, να καθαρίσει λεπρούς, να κάνει θαύματα πολλά και εξαίσια. Ας μη ζητάει ,όμως, και την απαλλαγή από τους κινδύνους, από το φόβο, από τις ασθένειες. Όλα αυτά τα παραχωρεί ο Θεός, για να μην υπερηφανεύεται ο άνθρωπος.
Μήπως, πάλι, πονάει και υποφέρει ψυχικά, επειδή πολλοί είναι εκείνοι που τον επιβουλεύονται, τον καταδιώκουν , τον χτυπούν; Ας μη νομίσει πως τα παθήματά του οφείλονται σε αδυναμία του Θεού. Γιατί αυτά ακριβώς είναι που αποδεικνύουν τη δύναμή Του: Το να καταδιώκεται κανείς και να καταβάλλει τους διώκτες του∙ το να βασανίζεται και ν’ αποδεικνύεται πιο ισχυρός από τους βασανιστές του∙ το να φυλακίζεται και να μεταστρέφει τους δεσμοφύλακές του ∙ το να χλευάζεται και να συγχωρεί, όπως ο Χριστός, τους χλευαστές του.
Γνωρίζω , βέβαια, πόσο φοβερή και δυσβάσταχτη είναι η χλεύη, η κοροϊδία, η συκοφαντία, η κάθε λογής κακολογία. Όταν, μάλιστα, μας κατηγορεί και μας βρίζει άνθρωπος που τον έχουμε ευεργετήσει, τότε η προσβολή γίνεται ανυπόφορη∙ τότε , αν μας λείπουν η ταπείνωση και η μακροθυμία, μπορεί να πνίγουμε από τη λύπη και την οδύνη.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ας μη νοιαζόμαστε για το αν μας κατηγορούν κάποιοι , αλλά για το αν μας κατηγορούν δικαιολογημένα. Αν, λοιπόν, δικαιολογημένα μας κατηγορούν, πρέπει να κλαίμε και να μετανοούμε. Αν, πάλι, μας κατηγορούν άδικα, πρέπει εκείνους να κλαίμε και τους εαυτούς μας να μακαρίζουμε , φέροντας στο νου μας τα λόγια του Κυρίου: «Μακάριοι είστε όταν σας χλευάσουν και σας καταδιώξουν και σας κακολογήσουν με κάθε ψεύτικη κατηγορία» ( Ματθ. 5:11 ) . Όχι λύπη και αθυμία, αλλά χαρά και αγαλλίαση ας αισθανόμαστε τότε, γιατί η ανταμοιβή μας στους ουρανούς θα είναι μεγάλη.

Η φροντίδα για την ψυχή

ΟΣΟΙ υπερηφανεύονται για τα καλά τους έργα και δεν έχουν πίστη στο Θεό, μοιάζουν με λείψανα νεκρών, που είναι ντυμένα με ωραία ρούχα, αλλά δεν αισθάνονται την ωραιότητά τους. Σε τι ωφελείται, δηλαδή, ο άνθρωπος , όταν έχει ψυχή ντυμένη με καλά έργα αλλά νεκρή; Τα έργα γίνονται για τον Κύριο και με την ελπίδα των επουράνιων βραβείων. Αν , λοιπόν, αγνοείς Εκείνον που προκηρύσσει τα βραβεία , τότε για ποιόν αγωνίζεσαι;
Για να φάει κανείς, πρέπει να είναι ζωντανός. Όποιος δεν έχει ζωή, δεν είναι δυνατό να δεχθεί τροφή. Για να ζήσει κανείς αιώνια, πρέπει να έχη πίστη στο Χριστό, πίστη που τρέφεται και με τα καλά έργα. Όποιος δεν έχει πίστη στο Χριστό, ακόμα κι αν κάνει καλά έργα, δεν είναι δυνατό να κερδίσει την ουράνια βασιλεία, αν έχει ζωντανή πίστη. Και θα σας το αποδείξω στη συνέχεια.
Ο ληστής, που σταυρώθηκε μαζί με τον Κύριο, κέρδισε τον παράδεισο μόνο και μόνο με την πίστη του.
Ο εκατόνταρχος Κορνήλιος έκανε πολλές ελεημοσύνες και προσευχές, αλλά δεν γνώριζε το Χριστό.
Επειδή , λοιπόν, τα έργα δίχως πίστη είναι νεκρά, ο αγαθός και δίκαιος Θεός, για να επιβραβεύσει τα έργα του Κορνήλιου, του έστειλε έναν άγγελό Του , που του είπε: « Κορνήλιε, οι προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν ως το Θεό, κι Αυτός δεν σε ξεχνάει» ( Πραξ. 10: 4) . Θα απόρησε , βέβαια, ο εκατόνταρχος. “Μα αν οι προσευχές μου και οι ελεημοσύνες μου έγιναν δεκτές από τον Θεό, τι μου λείπει ακόμα για να είμαι δίκαιος;”, θα αναρωτήθηκε. Και ο άγγελος του εξήγησε: «Στείλε ανθρώπους στην Ιόππη και κάλεσε τον Σίμωνα, που λέγεται και Πέτρος. Αυτός θα σε διδάξει, πώς θα σωθείς κι εσύ και όλη η οικογένειά σου» ( Πραξ. 11:13- 14 ) . Αν, λοιπόν, ο Κορνήλιος σώθηκε με όσα τον δίδαξε ο Πέτρος, αυτό σημαίνει ότι δεν ήταν δυνατό να σωθεί μόνο με τα καλά του έργα. Χρειαζόταν και την πίστη.
Λένε για έναν ειδωλολάτρη φιλόσοφο, ότι , μπαίνοντας στο μέγαρο κάποιου άρχοντα και βλέποντας τους τοίχους καλυμμένους μ’ αστραφτερά μάρμαρα, την οροφή χρυσοστόλιστη και το πάτωμα στρωμένο μ’ ακριβά χαλιά, γύρισε κι έφτυσε τον οικοδεσπότη καταπρόσωπο∙ και όταν τον ρώτησαν, γιατί το έκανε αυτό, απάντησε, πως, επειδή δεν ήταν δυνατό να φτύσει κάπου αλλού, μια και το σπίτι όλο ήταν τόσο λαμπρά διακοσμημένο, αναγκάστηκε να φτύσει στο πρόσωπο του άρχοντα.
Βλέπεις, πόσο καταγέλαστος γίνεται εκείνος που φροντίζει μόνο για τα εξωτερικά, τα υλικά, τα φθαρτά , και πόσο περιφρονείται από τους συνετούς ανθρώπους; Και πολύ σωστά ,βέβαια. Γιατί, όταν στολίζεις τοίχους και πατώματα, αδιαφορείς όμως για την αθάνατη ψυχή και την αφήνεις με κουρέλια, την αφήνεις πεινασμένη και πληγωμένη, την αφήνεις να κατασπαράζεται από τα νοητά θηρία, πες μου, δεν είσαι αξιοκατάκριτος, δεν είσαι για γέλια και για κλάματα;
Αν χάσεις χρήματα, μπορείς ν’ αποκτήσεις πάλι∙ το ίδιο αν χάσεις το σπίτι σου, το ζώο σου, οτιδήποτε από τα υπάρχοντά σου. Αν όμως χάσεις την ψυχή σου, άλλη ψυχή δεν θα μπορέσεις ν’ αποκτήσεις. Κι αν όλος ο κόσμος είναι δικός σου, δεν θα μπορέσεις, δίνοντας όσα έχεις και την οικουμένη ολόκληρη, ν’ αγοράσεις μια ψυχή.
Φοράς όχι ένα αλλά χίλια βασιλικά στέμματα; Αν το σώμα σου προσβληθεί από αγιάτρευτη αρρώστια, δεν θα μπορέσεις να αποκαταστήσεις την υγεία του, δίνοντας ακόμα και το βασίλειό σου ολόκληρο. Κι ας εξουσιάζεις τόσα και τόσα υγιή σώματα, τα σώματα των υπηκόων σου. Αυτό, λοιπόν, που δεν μπορείς να κάνεις για το σώμα σου, πολύ περισσότερο δεν μπορείς να το κάνεις για την ψυχή σου.
Ο Θεός μας έδωσε δυο χέρια, δυο πόδια, δυο μάτια, δυο αυτιά. Έτσι, αν το ένα απ’ αυτά πάθει κάποια βλάβη, μπορούμε να εξυπηρετηθούμε με το άλλο. Ψυχή, όμως, μας έδωσε μόνο μία. Αν τη χάσουμε, πού θα βρούμε άλλη;
Η ψυχή, όταν κυριεύεται ολοκληρωτικά από ένα πάθος, εύκολα λέει και αδίσταχτα πράττει όσα προξενούν την οργή του Θεού, αφού γίνεται δούλα κάποιου άλλου, που της επιβάλλει τα αντίθετα ακριβώς από τον Κύριο.
Η ψυχή, όταν απελπίζεται ολότελα για τη σωτηρία της, δεν απέχει πολύ από την παραφροσύνη. Τότε, αφού παραδώσει τα χαλινάρια της σωτηρίας της στις άλογες επιθυμίες, τρέχει ασυγκράτητη παντού, όπου υπάρχει αμαρτία, ώσπου να γκρεμιστεί στο βάραθρο της αιώνιας απώλειας.
Η ψυχή, όταν συμβιβαστεί με την αμαρτία, που είναι ανελέητη, επιδεικνύει τρομακτικά την ασθένειά της. Όπως το γουρούνι, όταν κυλιέται στη λάσπη, ευχαριστιέται, έτσι και η ψυχή, όταν αιχμαλωτιστεί από την κακή συνήθεια, δεν αντιλαμβάνεται τη δυσωδία των αμαρτιών της. Και όπως η γη, όσο σπόρο κι αν της ρίξεις, όταν δεν ποτιστεί από τη βροχή ,δεν είναι δυνατό να δώσει σιτάρι, έτσι και η ψυχή, όσα λόγια κι αν σπείρεις μέσα της, όταν δεν φωτιστεί πρώτα από τις άγιες Γραφές , δεν είναι δυνατό να παρουσιάσει κάποιο έργο αρετής. Τι δίνει η γη που δεν καλλιεργείται; Αγριόχορτα, αγκάθια και τριβόλια. Τι κάνει η ψυχή που δεν καλλιεργείται πνευματικά; Άνομα και πονηρά έργα. Όσο πιο ακαλλιέργητη μένει η γη, τόσο αυξάνονται και θεριεύουν τ’ αγριόχορτά της. Όσο πιο ακαλλιέργητη μένει η ψυχή, τόσο αυξάνονται και θεριεύουν τα πάθη της, τόσο περισσότερες και βαρύτερες γίνονται οι αμαρτίες της, που την οδηγούν τελικά στο θάνατο.
Τι παράξενο, αλήθεια! Όλοι παρακολουθούν με το στόμα ανοιχτό τα φευγαλέα επίκαιρα θέματα της πρόσκαιρης τούτης ζωής∙ για τα μελλοντικά και αιώνια θέματα, όμως, ούτε σκέψη δεν περνάει από το νου τους. Για τα φαγοπότια και τις σωματικές απολαύσεις είναι πάντοτε βιαστικοί∙ τις ψυχές τους ,όμως, τις αφήνουν να λιώνουν από πνευματική πείνα. Για την περιποίηση και τον καλλωπισμό του σώματος φροντίζουν όσο μπορούν∙ για την ψυχή, όμως, αδιαφορούν. Για το σώμα, όταν αρρωστήσει, και γιατρούς καλούν και φάρμακα χρησιμοποιούν και χρήματα πολλά ξοδεύουν, ώσπου να το θεραπεύσουν∙ για την ψυχή, όμως, που υποφέρει από τη θανάσιμη αρρώστια της αμαρτίας, δεν κάνουν τίποτα. Και το χειρότερο είναι, ότι, ύστερ’ από τόσες φροντίδες για το θνητό σώμα, όχι μόνο αυτό πεθαίνει, αλλά και η ψυχή καταδικάζεται στην ατελεύτητη κόλαση.
Επειδή, λοιπόν, λυπάμαι κατάκαρδα για την αφροσύνη, το σκοτισμό και την πώρωση των ανθρώπων, θα ήθελα να έχω φωνή τόσο βροντερή, που να φτάνει στου κόσμου τα πέρατα, και, αφού βρω ένα σημείο πολύ ψηλό, το πιο ψηλό της γης, ν’ ανεβώ εκεί πάνω και να φωνάξω σ’ όλα τα έθνη και τις φυλές εκείνο που είπε οι προφήτης Δαβίδ: «Άνθρωποι, ως πότε θα είστε σκληρόκαρδοι (προσηλωμένοι στη γη ) ; » ( Ψαλμ. 4:3 ) . Πονάω και κλαίω για το κατάντημά σας. Ναι, κλαίω, γιατί παραγνωρίζετε τη μακροθυμία του Θεού, που σας ανέχεται, περιμένοντας τη μετάνοιά σας, και δεν σας τιμωρεί παιδαγωγικά.
Δεν πρέπει, βλέπετε, να κλαίμε τον πληγωμένο, που βογγάει σπαραχτικά από τους πόνους , όταν ο γιατρός καυτηριάζει τις πληγές του∙ γιατί τους πόνους, που προξενεί η καυτηρίαση, τους ακολουθεί η επούλωση των τραυμάτων. Ας κλαίμε τον πληγωμένο, που κείτεται στο κρεβάτι του πόνου δίχως καμιάν ιατρική φροντίδα∙ γιατί οι πληγές του θα κακοφορμίσουν και θα τον οδηγήσουν στο θάνατο. Όμοια, στην περίπτωση μιας ψυχής πληγωμένης από την αμαρτία, δεν πρέπει να λυπόμαστε, όταν ο Θεός της επιβάλλει παιδαγωγικές τιμωρίες, γιατί αυτές τη θεραπεύουν. Ας λυπόμαστε και ας θρηνούμε για την ψυχή που αμαρτάνει χωρίς να τιμωρείται, γιατί την περιμένει τιμωρία αιώνια.
Όποιος καθαρίσει την ψυχή του από την αμαρτία και τη στολίσει με την αρετή, θα την κάνει κατοικία του Χριστού. Και ποιός είναι πιο μακάριος, ποιός είναι πιο ευτυχισμένος από κείνον που έχει στην ψυχή του το Χριστό, την Πηγή της ζωής, της χαράς , της αθανασίας;
Ο προφυλακισμένος εγκληματίας βασανίζεται ψυχικά από τη λύπη, ειδικά τη μέρα που πρόκειται να οδηγηθεί από τη φυλακή στο δικαστήριο. Εκεί, όταν , στο τέλος της δίκης , σηκωθεί από το εδώλιο, για ν’ ακούσει την αυστηρή φωνή του δικαστή, που θ’ αναγγέλλει την καταδίκη του, παγώνει από το φόβο του και μοιάζει σαν νεκρός. Έτσι και η ψυχή, όταν στον κόσμο τούτο διαπράττει αμαρτίες, υποφέρει και στενοχωριέται. Πολύ περισσότερο όμως, βασανίζεται, όταν, αφού εγκαταλείψει τον κόσμο, πρόκειται να οδηγηθεί στο φοβερό δικαστήριο του Θεού, όπου θα λογοδοτήσει για τις πράξεις της. Γι’ αυτό συχνά τρέμει και φοβάται και κάνει πίσω, όταν έρθει η στιγμή ν’ αποχωριστεί από το σώμα. Γιατί τότε ακριβώς κάθε αμαρτία, που έκανε στην παρούσα ζωή, παρουσιάζεται μπροστά της σαν σκληρός κατήγορός της.
Ας φροντίσουμε, λοιπόν, την αθάνατη ψυχή μας, ας προτιμήσουμε τα ουράνια από τα γήινα και τα άφθαρτα από τα φθαρτά αγαθά, τα οποία εύχομαι ν’ απολαύσουμε όλοι, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Από το βιβλίο : «ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Β΄»
ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΕΚΔΟΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΟΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2006