Η πίστη ως σχέση και η πίστη ως συναλλαγή

pistisxesi

Γενικά ο όρος πίστη είναι παρεξηγημένος στην καθημερινότητα μας και ιδιαίτερα όταν έχει να κάνει με την προσωπική σχέση με τον Θεό. Δε θεμελιώνουμε ουσιαστικά την ουσία της λέξης αλλά μένουμε στην επιφάνεια και απλά χρωματίζουμε την ερμηνεία της με κάθε λογής ματαιοδοξία, καλοπέραση ή βόλεμα.

Ας δούμε πως ερμηνεύεται πρακτικά η πίστη σε όλα τα επίπεδα και τελικά ποια είναι η ουσία της στον άνθρωπο.

Όταν ρωτήσεις κάποιους από το οικείο σου περιβάλλον αν πιστεύουν θα λάβεις από τους περισσότερους διάφορες απαντήσεις όπως :

Πιστεύω……

         Νηστεύω λιγάκι τη Μεγάλη εβδομάδα.

         Κάνω τον σταυρό μου, δε χρειάζονται πολλά.

         Πάω στην Εκκλησία στις μεγάλες γιορτές.

         Τα λέω στην εικόνα. Η εξομολόγηση είναι για τους παπάδες.

         Εκκλησιάζομαι τακτικά και ανάβω το καντήλι στο σπίτι μου.

         Το άλαδο είναι για τους μοναχούς , νηστεύω όπως θέλω.

         Κοινωνάω την Ανάσταση ή τη Μεγάλη Πέμπτη οπότε καθάρισα.

Αυτό που βλέπετε πιο πάνω δεν είναι πίστη, ούτε έχει καμία σχέση με πίστη ή σχέση. Αντίθετα ερμηνεύεται ως θρησκευτική Φαρισαϊστική τυπολατρεία του βολεμένου εγωϊσμού μου. Δηλαδή εδώ η πίστη έχει μορφή συναλλαγής και θρησκευτικότητας, ώστε να τα έχω καλά με τον Θεό για να μην με κάψει και αν έρθει ο πόνος στην ζωή μου αρχίζω να τον βρίζω και αναφωνώ : «Μα αφού πάω Εκκλησία γιατί μου πήρε το παιδί;». Το αποκορύφωμα του εγωϊσμού ! Λες και ο Θεός είναι δυνάστης ή ΑΤΜ όπου με κάποιες θρησκευτικές πράξεις παίρνεις τόκους σωτηρίας και επιείκειας.

Λυπάμαι αλλά τέτοιος Θεός δεν υπάρχει και από αυτές τις αντιλήψεις γεννήθηκε η Αθεϊα ως αποτέλεσμα μιας ανύπαρκτης και λανθασμένης σχέσης.

 

Η πίστη στην Ορθοδοξία είναι συνώνυμη με τη λέξη σχέση και αλληλοπεριχώρηση. Επειδή ο Θεός είναι πρόσωπο και έχουμε μια τιμή και μία προσκύνηση στο πρόσωπο του Αναστημένου Θεανθρώπου Ιησού Χριστού η πίστη είναι σχέση αυστηρώς προσωπική , αναλογική, πραγματική και διαλογική.

Φυσικά ακούμε και την εξής φράση συχνά πυκνά : «Έχω κάποιον γνωστό που είναι της Εκκλησίας». Απορώ με το συντακτικο-ερμηνευτικό νόημα που έχει αυτή η φράση. Δηλαδή η Εκκλησία είναι κόμμα ή κάποιος φιλανθρωπικός οργανισμός; Όχι, βέβαια!! Την Εκκλησία την ίδρυσε ο ίδιος ο Χριστός ως σώμα και αίμα του, είναι Θεανθρώπινο σωτηριολογικό θεραπευτήριο.

Καταρχήν όποιος είναι βαφτισμένος Ορθόδοξος Χριστιανός είναι και μέλος της Εκκλησίας. Έχει την πνευματική υιοθεσία κατά πρόσωπο με τον Κύριο και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Τώρα αν όλα αυτά είναι νεκρωμένα λόγω ανύπαρκτης πνευματικής ζωής και σχέσης μετά του Χριστού, αυτό είναι προσωπικό θέμα του καθενός. 

pistisxesi3

Ας δούμε δύο παραδείγματα για να κατανοήσουμε την πίστη ως σχέση και ως συναλλαγή.

1.     Αν βλέπω στο τραπέζι ένα ποτήρι νερό και πιστεύω ότι είναι νερό αλλά δεν το πλησιάζω, ούτε το πίνω, τότε η πίστη μου αυτή δεν μου δημιουργεί σχέση αλλά υπάρχει απλά μια θεωρία και μόνο. Πιστεύω ότι είναι νερό αλλά δεν το γεύομαι, δεν ξέρω πώς είναι και δε με αναζωογονεί. Άρα έχουμε μια νέκρωση μεταξύ εμού και του αντικειμένου. Πιστεύω ότι είναι νερό αλλά ένωση δεν υπάρχει , οπότε δεν υπάρχει σχέση άρα μηδέν στο πηλίκο.

2.     Ας υποθέσουμε ότι έχουμε ένα νιόπαντρο ζευγάρι , παντρεύτηκαν στην Εκκλησία κατέθεσαν τα χαρτιά στο ληξιαρχείο κλπ. Πιστεύουν ότι είναι παντρεμένοι και έχουν και απόδειξη περί αυτού. Αν όμως το ζευγάρι , δε μένει μαζί , όταν συναντιούνται τσακώνονται, βρίζουν ο ένας τον άλλον κλπ, τότε ο γάμος δε βαδίζει σε σάρκα μία αλλά έχει προβλήματα, μπορεί και οι δύο να πιστεύουν και να έχουν χαρτιά για την εγκυρότητα του μυστηρίου ότι είναι παντρεμένοι, αλλά ο γάμος δεν έχει ζωοποιημένη σχέση, οπότε μηδέν στο πηλίκο.

Είδαμε στα πιο πάνω παραδείγματα ότι η πίστη σε κάτι δεν αρκεί αν δεν υπάρχει σχέση, αν δεν πάει παραπέρα από τη θεωρία.

 pistisxesi2

Πάμε τώρα στη σχέση μας με τον Χριστό και την Ορθόδοξη πίστη:

Επειδή ο Χριστός είναι αναστημένος έχουμε πραγματική σχέση μαζί του που θεμελιώνεται στο τραπέζι που μας κάνει κάθε Κυριακή και σε κάθε Θεία Λειτουργία. Αυτό το γεύμα της αιωνίου ζωής και Βασιλείας. Πιστεύω στον Χριστό σημαίνει ότι ο Χριστός σημαίνει κάτι για μένα στη ζωή μου πρακτικά και καθημερινά. Σχέση με τον Χριστό σημαίνει ότι πάω στην Εκκλησία όχι γιατί πρέπει ή γιατί θα χτυπήσω κάρτα, αλλά πάω διότι η καρδιά μου καίγεται να τον συναντήσω.

Αν είναι να πάω Εκκλησία επειδή πρέπει για να τα έχω καλά με τον Θεό και να ακούσω λίγο Ευαγγέλιο δέκα λεπτά πριν τελειώσει, αυτό είναι ειδωλολατρία και όχι σχέση αγάπης και αγκαλιάς.  

Πάω Εκκλησία διότι βγαίνω  από το σπίτι μου και να συναντήσω τον Ουρανό και εκεί μέσα βλέπω τα εσωτερικά μου χάλια. Να συναντήσω τον δημιουργό μου και τα δημιουργήματα του, την κτίση και τον πλησίον μου , να μεταλάβω το σώμα και το αίμα του ως μέθεξη στη σχέση αυτή. Να του μιλήσω, δηλαδή να προσευχηθώ, όχι γιατί πρέπει, αλλά διότι νιώθω ότι θέλω να ακουμπήσω την ύπαρξη μου στον κτίσαντα, να με βοηθήσει να αγαπήσω τον εχθρό μου και να γίνω θυσία και κομμάτια για όλους. Να νηστέψω, όχι διότι χρειάζεται ή έχει ανάγκη από νηστείες ο Θεός, αλλά διότι την έχω εγώ ανάγκη την νηστεία για να βαδίζω στον Γολγοθά, να νιώθω το πάθος του Χριστού και τον πόνο του ανθρώπου, να θεραπεύομαι, διότι όπως είπε και ο ίδιος, το κακό μπορεί να καταπολεμηθεί μόνο με προσευχή και νηστεία. Η νηστεία με κάνει άνθρωπο, για την ανάσταση των δικών μου αμαρτημάτων και αγνοημάτων. Να βαθύνω στη σχέση με την εξομολόγηση διότι αντιλαμβάνομαι ότι είμαι ανάξιος στη σχέση αυτή, ασθενής και ελλειμματικός οπότε να πηγαίνω στο θεραπευτήριο που εκείνος θεμελίωσε για να τον συναντώ και να τον καταλαβαίνω καλύτερα ώστε με την ταπείνωση να γίνεται η καρδιά μου αγκαλιά για όλους. Μάλιστα αυτό το μυστήριο της εξομολόγησης γίνεται μέσω ανθρώπου (τον εξομολόγο-ιερέα) , διότι ο Κύριος ήθελε ο άνθρωπος να σώζεται μέσω του ανθρώπου. Κάποιοι λένε ότι : «Είμαι καλός άνθρωπος», τι καλός άνθρωπος είσαι όταν δεν ταπεινώνεσαι; Μάλλον ανάμεσα στη λέξη καλός και άνθρωπος πρέπει να προσθέσουμε τις λέξεις εγωϊστής και υπερήφανος. Βγαίνω από τον εαυτό μου για να συναντήσω τον Χριστό και γι’ αυτό έχουμε σχέση αγάπης αγάπης , ερωτική και θεμελιώνεται πρακτικά.

Ακούμε πολλούς Ορθόδοξους (στα χαρτιά) που λένε : «Ε, δεν χρειάζονται πολλά»…. Αυτή η πρόταση δεν έχει σχέση, μυρίζει θάνατο. Θα έλεγες ποτέ στο παιδί σου : «Δεν χρειάζονται πολλά, αρκετές αγκαλιές σου έδωσα φέτος φτάνει»,  «Θα σε αγαπώ μόνο δύο φορές την εβδομάδα και τις μεγάλες γιορτές», ή να πεις στη γυναίκα σου «Θα σου μιλάω και θα σε βοηθώ μόνο δύο φορές την εβδομάδα, δε χρειάζεται παραπάνω, φτάνει». Για παράδειγμα, όταν πηγαίνουμε στον γιατρό σου δίνει φάρμακα για θεραπεία κι εσύ θα πεις «έλα μωρέ θα πάρω όσα θέλω εγώ κι άσε τον γιατρό να λέει». Τότε θα οδηγηθείς στην καταστροφή.

Η πραγματική σχέση και αγάπη είτε με τον Χριστό είτε με τον συνάνθρωπο δεν μπαίνει σε καλούπια, ούτε σε συναλλαγές διότι τότε έχουμε μια πίστη νεκρή η οποία δεν πάει πουθενά. Η αγάπη δεν έχει μέτρα και σταθμά απλά δίνεσαι. Ούτε ρωτάς, ούτε αναρωτιέσαι.

“Αν στη ζωή του ο άνθρωπος δεν τοποθετηθεί συνειδησιακά σε κάθε του πράξη , πρακτικά σε κάθε του σκέψη και αγαπητικά, σχεσιακά σε κάθε παλμό της καρδιάς του με τον Αναστημένο Χριστό, τότε απλά δεν έζησε ποτέ. “
 
θελξας πόθῳ με Χριστέ, καὶ ἠλλοίωσας τῷ θείῳ σου ἔρωτι, ἀλλὰ κατάφλεξον, πυρὶ ἀΰλω τὰς ἁμαρτίας μου, καὶ εμπλησθῆναι τῆς ἐν σοὶ τρυφῆς καταξίωσον, ἵνα τὰς δύο σκιρτῶν, μεγαλύνω ἀγαθὲ παρουσίας σου.