Με την ανάσταση του Χριστού βεβαιώνεται η μελλοντική πραγματοποίηση ενός από τους βαθύτερους πόθους του ανθρώπου: η αθανασία του, η προέκταση της μεταφυσικής ζωής του εις τον αιώνα. Κι αυτή την αλήθεια αρχίζει ο πνευματικός άνθρωπος να την καταλαβαίνει, ακόμα και με το λογικό του, τόσο φανερή είναι.
Γιατί, όπως μετά το θάνατο της ψυχής, δηλαδή την παράβαση και την αμαρτία, ακολούθησε ο θάνατος του σώματος, το πέσιμο στη γη και η ξαναχωματοποίηση του κορμιού· και όπως με το σωματικό θάνατο ακολούθησε η καταδίκη της ψυχής στον Άδη, έτσι και με την ανάσταση της ψυχής, που είναι η επιστροφή της ψυχής στο Θεό, με την τήρηση των θείων εντολών του, θα ακολουθήσει η ανάσταση του σώματος, που θα ενωθεί πάλι με την ψυχή. Και ύστερ’ απ’ αυτή την ανάσταση θα ακολουθήσει «η όντως αφθαρσία και το διαιωνίζειν τους αξιωμένους τω Θεώ πνευματικούς γενομένους αντί σαρκικών, και ως αγγέλους Θεού διαιτωμένους εν τω Ουρανω» (Φιλοκαλία, τ. Δ’, 94, 37 εξ.). Οπότε, φυσικά, έχουμε λόγους να πιστεύουμε ευκολότερα την αποστολική έκφραση, που μόνο μ’ αυτή την προϋπόθεση εξηγείται: «Και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα» (Α΄ Θεσσ.δ΄ 17).
Όμως για να έρθει η ανάσταση, πρέπει να προηγηθεί η νέκρωση, η σταύρωση. Και καθώς μας παραδόθηκε το πνεύμα της αναστάσεως «εν δυνάμει», δεν μπορούμε να χτίσουμε την ανάστασή μας σε αδύνατη και δειλή φύση, που γίνεται παίγνιο στα χέρια του σατανά και των οργάνων του. Γι’ αυτό λέγει χαρακτηριστικά και ο μυστικός Μάξιμος: «ανίσταται δε και άνεισιν εις ουρανούς τοις όλον τον παλαιόν απεκδυσαμένοις άνθρωπον, τον φθειρόμενον κατά τας επιθυμίας της απάτης και όλον τον νέον ενδυσαμένοις, τον διά πνεύματος κατ’ εικόνα Θεού κτιζόμενον» (Φιλοκαλία. τ. Β΄, 74, κζ΄).
Πρέπει να σταυρώσουμε μέσα μας κάθε βίωμα απάτης, επιθυμίας, αμαρτίας, φθοράς. Να βγάλουμε από πάνω μας σαν ένα παλιό φιδίσιο πουκάμισο, τον παλιό εαυτό μας, κι έτσι να φορέσουμε το φωτεινό ένδυμα το αναστάσιμο, που μας χαρίζει το Πάσχα. Αυτή την έννοια πρέπει να δώσουμε σ’ εκείνο το αναστάσιμο τροπάρι, που λέγει:
«Χθες συνεθατπόμην σοι. Χριστέ, συνεγείρομαι σήμερον αναστάντί σοι· συνεσταυρούμην σοι χθες. Αυτός με συνδόξασον Σωτήρ, εν τη βασιλεία σου.»
Αυτή, βέβαια, η σταύρωση του παλιού εαυτού μας, για να τον απολαύσουμε αναστημένο στην αιωνιότητα, προϋποθέτει και μιαν αλλαγή βίου. Χωρίς να ξεφτίσουμε το κήρυγμα της Αναστάσεως σε φθηνές συμβουλές μικρόχαρης ηθικής, με ατελείς και αφελείς μικροθυσίες, πρέπει να τονίσουμε, πως δεν μπορούν να είναι υιοί της αναστάσεως άνθρωποι χωρίς το φως της Αναστάσεως και χωρίς την ειρήνη που ανέτειλε για όλο τον κόσμο απ’ το ζωηφόρο Τάφο του Κυρίου. Δεν μπορείς να λέγεσαι χριστιανός, «υιός της αναστάσεως», και τα έργα σου τα καθημερινά νά ’ναι μέσα στο σκοτάδι ειργασμένα. Τα έργα που γίνονται μέσα στο σκοτάδι είναι έργα του σατανά, του πατέρα του σκότους. Ούτε μπορείς να είσαι χριστιανός της αναστάσεως, όταν βρίσκεσαι μέσα στην αδικία. Ούτε όταν κολυμπάς μέσα στο χρήμα και στο χρυσάφι, κι ο διπλανός σου στερείται και το ψωμί ακόμα και στρώνει πασχαλινό τραπέζι σε ερειπωμένο σπίτι, χωρίς μιαν άσπρη λαμπάδα, χωρίς ένα κόκκινο αυγό, χωρίς ένα κομμάτι κρέας…
Είναι σκληρή η πίστη στην Ανάσταση, αλλά άμα την πιστέψει κανείς και την αποδεχθεί εσωτερικά, πρέπει να διαμορφώσει και τη ζωή του ανάλογα. «Όπως ακριβώς η έλλειψη της πίστεως στην Ανάσταση», λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, «αναποδογυρίζει όλα τα πράγματα της ζωής μας, μας γεμίζει με χίλια μύρια δεινά και φέρνει τα πάνω κάτω. έτσι ακριβώς και όταν πιστέψει κανείς στην Ανάσταση, η πίστη αυτή φέρνει μέσα μας όλη την πρόνοια και την αγάπη του Θεού και μας προετοιμάζει να προχωρήσουμε στην κατάκτηση της αρετής, ενώ από την άλλη μεριά μας σπρώχνει να αποφεύγουμε την κάθε κακία, γεμίζοντάς μας με ψυχική γαλήνη και παντοδύναμη ειρήνη». Αυτό θα πει πως η εξωτερική ανάσταση που γιορτάζουμε σήμερα, με τ’ αρνιά τα ψητά, τα ολονύχτια γλέντια, τα επικίνδυνα από πολλές απόψεις ταξίδια, μακριά απ’ το οικογενειακό περιβάλλον, με το ακατάπαυστο σκόρπισμα του εαυτού μας μέχρι διαλύσεως, δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος εορτασμού.
Αν δεν γίνει εσωτερική υπόθεσή μας και συνεχής υπόμνηση, για μια δίκαιη, ειρηνική, φωτεινή, ενάρετη, αγία ζωή, η ανάσταση θα περνάει σαν ένα γεγονός δίχως πνευματική σημασία για μας, θα είναι μια εξωτερική ανάσταση. Και, παρ’ όλες τις γραφικές και τουριστικές πασχαλινές διαχύσεις, και τους λογοτεχνικούς πανηγυρισμούς των επικαίρων μεγάλων χριστιανών της λογοτεχνίας, το νόημα της αναστάσεως θα μας ξεφεύγει. Αν δεν φέρουμε το φως της Αναστάσεως μέσα μας, τα πάντα θα είναι σκοτεινά και μάταια. Μόνο με την αληθινή βίωση του φωτός της Αναστάσεως, θα περπατήσουμε τον υπόλοιπο δρόμο μας, «εν καινότητι ζωής» και θ’ αξιωθούμε να γίνουμε πραγματικά τέκνα της Αναστάσεως.
(Πηγή: «Πάσχα το τερπνόν», εκδ. Ακρίτας, σ. 35-38) Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας