Στοιχεία της πνευματικής ζωής

Η ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ

Ο μέγας Βασίλειος λέγει:
Το Ευαγγέλιο είναι ένας μυστηριώδης σπόρος, που όταν πέση στην γη, την κάνει να βλαστάνει και να γίνεται παράδεισος!
Ο μέγας Αθανάσιος λέγει:


Το Ευαγγέλιο είναι ο μεγαλύτερος θησαυρός του κόσμου- όποιος το διαβάζει κάθε ημέρα, γίνεται πλούσιος, και ευρίσκει την αληθινή ευτυχία.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει:
Η μελέτη του Ευαγγελίου είναι ένα πολύ μεγάλο αγαθό.
• Μεταφέρει το νου από την γη στον ουρανό.
• Είναι πηγή ακένωτη• θησαυρός ανεξάντλητος.
• Θανατώνει την κακία• και φυτεύει την αρετή.
• Όταν βασιλεύει στις καρδιές μας, μας κάνει και αγαπάμε την ισότητα και την αδελφοσύνη.
• Φέρνει την βασιλεία των ουρανών στην γη.
Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός λέγει:
Μελετώντας το άγιο Ευαγγέλιο, ευρήκα σ’ αυτό πολλά και διάφορα νοήματα• που όλα είναι: μαργαριτάρια• διαμάντια- θησαυρός- πλούτος- χαρά• ευφροσύνη• ζωή αιώνιος!

Σε μια κωμόπολη ζούσε μια κοπέλλα. Ήταν πολύ φτωχή. Και, το χειρότερο, ήταν τυφλή. Και τα δυο αυτά την έκαναν να αισθάνεται δυστυχισμένη. Άκουε τι ωραία περνούσαν οι άλλοι κοιτάζοντας την φύση ή διαβάζοντας και καιγόταν η καρδιά της! Και έκλαιε πικρά. Ήταν απαρηγόρητη.
Ένας καλός άνθρωπος, για να την βοηθήσει, της πρόσφερε μία Αγία Γραφή στην γλώσσα τον τυφλών. Η κοπέλλα άρχισε να την διαβάζει ψηλαφώντας με τα δάχτυλα. Και όσο την μελετούσε και μάθαινε, τι είναι ο Χριστός για μας, τόσο εγαλήνευε. Και τελικά εγέμισε χαρά και ειρήνη.
– Ευρήκα τη χαρά! έλεγε. Τώρα άνοιξαν τα μάτια της ψυχής μου. Και αν μου λείπουν τα μάτια τα σωματικά, λίγο με πειράζει πια!
Μα κάποτε η κοπέλλα αυτή έπαθε μια νόσο δερματική. Χάλασε στα δάχτυλα της η αφή. Και δεν μπορούσε πια να ψηλαφάει και να καταλαβαίνει την γραφή των τυφλών. Έκλαιε. Γιατί είχε χάσει την δυνατότητα να παίρνει δύναμη και χαρά από το άγιο αυτό βιβλίο. Και ήταν απελπισμένη.
Μα μια ημέρα πήρε με λαχτάρα το ιερό βιβλίο και το έφερε στο στόμα να ασπασθή τα γράμματα του, που μας μεταφέρουν την σοφία και τον λόγο του Θεού. Και τότε έκαμε μια παράξενη ανακάλυψη. Κατάλαβε ότι μπορούσε να διαβάζει την γραφή των τυφλών με τα χείλη της! Και ξαναγέμισε η ζωή της χαρά. Της την έδινε η μελέτη του λόγου του Θεού.
Αλλά, να μερικά ερωτήματα.
• Διαβάζουμε την αγία Γραφή; Όχι; Γιατί;
• Δεν έχουμε Αγία Γραφή;
• Δεν έχουμε μάτια;
• Δεν έχουμε ώρα; Τι μας λείπει;
Η όρεξη μας λείπει!
Ποια δικαιολογία όμως έχουμε γι΄ αυτό; Καμμιά! Γιατί η όρεξη είναι εξ ολοκλήρου δική μας.
Όποιος μελετάει την Αγία Γραφή, θυμάται τα λόγια του Αγίου Κοσμά, που είπαμε πιο πάνω. Και καταλαβαίνει, ότι είναι σωστά.
ΜΕΤΑΝΟΙΑ, ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
Κάποιο χρόνο, την νύχτα των Χριστουγέννων ο άγιος Ιερώνυμος προσευχόταν γονατιστός στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Έστρεφε τον νου του στους μακάριους μάγους, πού αξιώθηκαν να ιδούν τον Σωτήρα βρέφος, να Τον προσκυνήσουν και να Του προσφέρουν τα πολύτιμα δώρα τους: χρυσό, λιβάνι και σμύρνα.
Και ενώ αυτά είχε στον νου του, άκουσε τη φωνή του Χριστού, που του έλεγε:
– Ιερώνυμε, συ τι δώρο θα μου κάμης σήμερα;
– Ω θείο Βρέφος, απάντησε ο άγιος. Ότι είχα τα άφησα όλα για Σένα. Σπίτια, αξιώματα, πλούτη. Τώρα είμαι φτωχός και ταπεινός καλόγηρος για Σένα. Ολόκληρο τον εαυτό μου τον έχω προσφέρει σε Σένα. Δεν έχω πια τίποτε, που δεν Σου το έχω προσφέρει.
– Έχεις κάτι, Ιερώνυμε! Και αυτό το θέλω!
– Τι είναι αυτό, θείον Βρέφος, Υιέ της Παρθένου;
– Οι αμαρτίες σου, Ιερώνυμε!
– Οι αμαρτίες μου; Και τι τις θέλεις, Κύριε:
– Θέλω να σου τις συγχωρήσω, Ιερώνυμε. Μην αργείς να μου τις προσφέρεις.
Ο άγιος Ιερώνυμος άρχισε να κλαίη από συγκίνηση. Κατάλαβε ακόμη πιο βαθειά, ότι ο Χριστός δεν ήρθε να μας κρίνει, αλλά να μας σώσει από το χειρότερο κακό που υπάρχει στον κόσμο ,από την αμαρτία.
Η αμαρτία είναι ένα δηλητήριο, που φαρμακώνει και νεκρώνει τον άνθρωπο. Η αμαρτία μας έβγαλε από τον Παράδεισο. Και άμα λείψει, η γη θα ξαναγίνει Παράδεισος. Και θα βασιλεύει παντού ειρήνη και αγάπη.
Πώς όμως θα σβήσει η αμαρτία; Πώς θα εξουδετερωθεί το φοβερό της δηλητήριο; Υπάρχει γιατρός; Υπάρχει φάρμακο;
Δόξα τω Θεώ υπάρχει. Και γιατρός. Και φάρμακο. Γιατρός είναι ο Χριστός, ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών. Και φάρμακο το Αίμα του, που Το έχυσε στο Σταυρό για να θεραπευθεί “το μέγα τραύμα”, που άνοιξε στην ψυχή μας η αμαρτία, “επιστάζων τους ζωτικούς κρουνούς” του ελέους Του.
Οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας, μας προτρέπουν να κοινωνούμε, όσο πιο ταχτικά μπορούμε το άγιο Σώμα και το Τίμιο Αίμα του Κυρίου μας. Γιατί αυτό μας δίνει άφεση αμαρτιών και ζωή αιώνιο.
Αυτό τρέφει την ψυχή μας. Αυτό μας κάνει φιλάνθρωπους. Αυτό διώχνει μακριά μας τους δαίμονες. Με αυτό καλλωπίζεται η ψυχή μας. Με αυτό καθαρίζεται. Με αυτό θερμαίνεται.
Η θεία Κοινωνία δυναμώνει τους ασθενείς• ευφραίνει τους υγιείς• μας κάνει μακρόθυμους. υπομονετικούς και πράους. Η θεία Κοινωνία μας κάνει δυνατούς και αποφασιστικούς στο καλό και στη θυσία για τον Χριστό.
Θαυμάζομε όλοι τους αγίους μάρτυρες, που είχαν την δύναμη να τα θυσιάσουν όλα για τον Χριστό. Και πιο πολύ θαυμάζομε και ζηλεύομε το φρόνημα τους. Και διερωτώμαστε. Πώς πήγαιναν στον θάνατο και στα βασανιστήρια με χαρά, ψάλλοντας και δοξολογώντας τον Θεό, σαν να επήγαιναν σε πανηγύρι; Πού εύρισκαν αυτήν την απίστευτη δύναμη, αυτό το πρωτοφανές θάρρος;
Η απάντηση είναι, στη θεία Κοινωνία. Στο ότι κοινωνούσαν τον παντοδύναμο Νικητή Χριστό. Αυτός τους χάριζε τη νίκη. Γιατί φρόντιζαν και κοινωνούσαν αξίως.
Θέλεις λοιπόν και συ να νικήσεις; Φρόντισε να κοινωνείς, όσο πιο ταχτικά μπορείς. Και όσο πιο αξίως μπορείς. Και τότε θα νικήσεις και συ. Όποιο ελάττωμα και αν έχεις, και όποιοι κι αν είναι οι πειρασμοί σου, που σε πολεμούν, θα νικήσεις. Με όπλο την Θεία Κοινωνία.
Ποτέ όμως κοινωνούμε αξίως;
Αυτό μας το λέγει ο πνευματικός- ο ιερέας εξομολόγος.
Αλλά τι είναι η εξομολόγηση;
Είναι το μυστήριο της φιλανθρωπίας και της συγγνώμης. Το ίδρυσε ο ίδιος ο Κύριος. Η εξομολόγηση δεν είναι επινόηση ανθρώπων. Την παρέδωσε ο Χριστός στους αποστόλους με τα λόγια Του: “Λάβετε Πνεύμα Άγιον. Αν τινων αφήτε τάς αμαρτιας, αφίενται αυτοίς. Αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται” (Ίωάν. 20,23). Εξουσιοδότησε με τα λόγια Του αυτά τους αποστόλους Του να συγχωρούν τις αμαρτίες, όταν και αν το κρίνουν σωστό, ανάλογα με τη διάθεση του εξομολογούμενου.
Γι’ αυτό και εμείς πρέπει στην εξομολόγηση να τρέχουμε με πόθο, ταπείνωση, συντριβή, αυτομεμψία. Για να πάρουμε την άφεση, που δίνει ο Χριστός.
Και ας μην ειπή κανείς μέσα του: Και τι σχέση έχουν οι παπάδες-πνευματικοί με τον Χριστό και τους αποστόλους; Τα χαρίσματα του Θεού είναι αμεταμέλητα (Ρωμ, 11,29)• δηλ. δεν ανακαλούνται• εδόθησαν μια για πάντα• και μεταβιβάζονται. Ο Χριστός τα έδωκε στους αποστόλους• οι απόστολοι στους διαδόχους τους επισκόπους και ιερείς. Μέχρι σήμερα.
Έτσι όταν ο ιερέας πνευματικός συγχωρεί, ο Χριστός από τον ουρανό απλώνει το χέρι Του και καθαρίζει την αμαρτωλή ψυχή από κάθε μολυσμό. Και γι΄ αυτό ο κάθε χριστιανός οφείλει να αγαπάει τον πνευματικό του, όσο πιο πολύ μπορεί.
Λένε για την αυτοκράτειρα Θεοδώρα, την σύζυγο του Μεγάλου Ιουστινιανού, ότι αγαπούσε τόσο πολύ τον πνευματικό της, τον άγιο Ιωαννίκιο, ώστε κάθε φορά που πρόφερε το όνομα του, δάκρυα ανέβαιναν στα μάπα της. Την ερώτησαν, γιατί αισθάνεται τέτοια συγκίνηση. Και απάντησε: Ο πατέρας μου ο σαρκικός με έφερε στη γη, στην ζωή αυτή, την γεμάτη λύπη και ταλαιπωρίες. Ο πνευματικός μου πατέρας με βοηθεί να ανεβώ στον ουρανό, στην αιώνια και ατελεύτητη ζωή, όπου δεν υπάρχει λύπη πόνος και στεναγμός.
Στην εξομολόγηση πρέπει να τρέχουμε με λαχτάρα. Γιατί το κέρδος το έχουμε εμείς!
Ένας άρρωστος όλο ανέβαλλε να εξομολογηθή. Εύρισκε διάφορες προφάσεις. Και νόμιζε πως κάτι το σπουδαίο έκανε. Μα ένας ευσεβής γιατρός, μυημένος στην προσπάθεια, που έκαναν οι δικοί του να τον οδηγήσουν στον δρόμο του Θεού, του έδωσε ένα ωραίο μάθημα. Του έδωκε ένα φάρμακο. Και του είπε:
– Αυτό είναι το φάρμακο σου. Άμα το πάρεις, θα γίνεις καλά!
– Πώς και από πότε, γιατρέ;
– Μετά από ένα μήνα!
-Τι λέτε, γιατρέ; Κι αν μέχρι τότε πεθάνω; Γιατί τόσο αργά;
– Ε καλά! Πάρτο μετά από 10 ήμερες!
– Γιατί τόσο αργά, γιατρέ; Δεν αισθάνομαι καλά! Θα ζήσω;
– Ε, τότε, πάρε το από αύριο!
– Και γιατί όχι από σήμερα, γιατρέ;
– Δίκιο έχεις! Γιατί όχι από σήμερα; Και ελπίζω να κατάλαβες, ότι η λογική αυτή δεν ισχύει μόνο για τα σωματικά φάρμακα! Ισχύει και για τα πνευματικά!…
Τι γίνεται στην εξομολόγηση; Ας φαντασθούμε μια ιστορία. Ένας άνθρωπος βρίσκεται στο νοσοκομείο, βαρεία άρρωστος. Και η οικογένεια του, εξ αιτίας της αρρώστιας του, σε εξαθλίωση! Η γυναίκα του πελαγωμένη, του έχει φέρει ένα σημείωμα: Τι χρωστάνε, στη ΔΕΗ, στον μπακάλη, στον μανάβη, στους γιατρούς, για φάρμακα κ.λ.π. Και από κάτω ρωτάει:
– Ποιος θα τα πληρώσει όλα αυτά;
Ένας καλός χριστιανός περνάει από εκεί. Ο άρρωστος έχει ξεπεράσει την αγωνία του και κοιμάται. Διαβάζει το σημείωμα. Και γράφει κάτω από την τελευταία ερώτηση:
– Εγώ! Και συμπληρώνει το όνομα του και το τηλέφωνο του.
Όταν ο άρρωστος ξύπνησε και είδε το σημείωμα, κατάλαβε ότι είχε οικονομικά σωθή. Και ανέπνευσε με ανακούφιση.
Και συ, αδελφέ, ανάπνευσε! Για τα χρέη σου τα πνευματικά επλήρωσε ο Χριστός. Με τα πάθη Του και με τον Σταυρό Του. Έπαθε για μας. Για να εξοφλήσει τις αμαρτίες μας.
Έτσι όταν εξομολογούμεθα, ζητούμε να έλθει η χάρη των παθημάτων του Χριστού σε μας, να μας συγχωρήσει τις αμαρτίες μας. Και όταν κοινωνούμε, τρώμε το Σώμα Του και πίνομε το Αίμα Του εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον. Το Αίμα του Χριστού μας αγιάζει.
Ω, αδελφοί! Με τι λαχτάρα πρέπει να τρέχωμε στην εξομολόγηση και στη θεία Κοινωνία!
Με πιο πολλή από ό,τι θα τρέχαμε να πάρωμε τα κέρδη, αν μας τύχαινε ο πρώτος λαχνός του λαχείου! Γιατί τα χρήματα είναι προσωρινά και φθαρτά• ενώ οι δωρεές του Χριστού είναι άφθαρτες και αιώνιες.

(Από έκδοση της Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως και Πρεβέζης)