– Αὐτό δέν τό κάνουν μόνο στήν Θεία Λειτουργία. Τά μωρά εἶναι σέ συνεχῆ ἐπαφή μέ τόν Θεό, ἐπειδή δέν ἔχουν μέριμνες. Τί εἶπε ὁ Χριστός γιά τά μικρά παιδιά; ´Οἱ Ἄγγελοι αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διά παντός βλέπουσι τό πρόσωπον τόν Πατρός μου τόν ἐν οὐρανοῖςª. Ἔχουν ἐπικοινωνία καί μέ τόν Θεό καί μέ τόν Φύλακα Ἄγγελό τους, πού εἶναι συνέχεια δίπλα τους.
Στόν ὕπνο τους πότε γελοῦν, πότε κλαῖνε, γιατί βλέπουν διάφορα. Ἄλλοτε βλέπουν τόν Φύλακα Ἄγγελό τους καί παίζουν μαζί του – τά χαϊδεύει, τά πειράζει, κουνάει τά χεράκια τους καί αὐτά γελοῦν – ἄλλοτε πάλι βλέπουν καμμιά σκηνή τοῦ πειρασμοῦ καί κλαῖνε.
– Ὁ πειρασμός γιατί πηγαίνει στά νήπια;
– Καί αὐτό τά βοηθάει, γιά νά αἰσθάνωνται τήν ἀνάγκη νά ζητοῦν τήν μάνα τους. Ἄν δέν ὑπῆρχε αὐτός ὁ φόβος, δέν θά ἀναγκάζονταν νά ἀναζητήσουν τήν ἀγκαλιά τῆς μάνας τους. Ὅλα τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά τό καλό.
– Αὐτά ποὺ βλέπουν, ὅταν εἶναι μικρά, τά θυμοῦνται, ὅταν μεγαλώσουν;
– Ὄχι, τά ξεχνοῦν. Ἄν θυμόταν τό παιδάκι πόσες φορές εἶδε τόν Ἄγγελό του, θά ἔπεφτε στήν ὑπερηφάνεια. Γι’ αὐτό, ὅταν μεγαλώση, τά ξεχνάει. Ὁ Θεός μέ σοφία ἐργάζεται.
– Μετά τό Βάπτισμα τά βλέπουν αὐτά;
– Φυσικά, μετά τό Βάπτισμα.
– Γέροντα, ἕνα ἀβάπτιστο παιδάκι κάνει νά προσκυνήση ἅγια Λείψανα;
– Γιατί νά μήν κάνη; Μπορεῖ καί νά τό σταύρωση κανείς μέ τά ἅγια Λείψανα. Εἶδα σήμερα ἕνα παιδάκι, σάν ἀγγελουδάκι ἦταν. ´Ποῦ εἶναι τά φτερά σου;ª, τό ρώτησα. Δέν ἤξερε νά μοῦ πῆ!… Στό Καλύβι, ὅταν ἔρχεται ἡ ἄνοιξη καί ἀνθίζουν τά δένδρα, βάζω καραμέλες πάνω στά πουρνάρια, ποὺ εἶναι κοντά στήν πόρτα τοῦ φράχτη, καί λέω στά μικρά παιδιά ποὺ ἔρχονται ἐκεῖ: ´Πηγαίνετε, παιδιά, νά κόψετε καραμέλες ἀπό τά πουρνάρια, γιατί, ἄν πιάση βροχή, θά λειώσουν καί θά πᾶνε χαμένες!ª. Μερικά ἔξυπνα παιδάκια καταλαβαίνουν ὅτι τίς ἔβαλα ἐγώ καί γελοῦν, ἄλλα πιστεύουν ὅτι φύτρωσαν, ἄλλα προβληματίζονται. Τά μικρά θέλουν καί λίγο λιακάδα…
– Βάζετε πολλές καραμέλες, Γέροντα;
– Ἔμ, πῶς! Τί νά κάνω; Ἐγώ καλά γλυκά δέν δίνω στούς μεγάλους• λουκούμια τούς δίνω. Ὅταν μοῦ φέρνουν καλά γλυκά, τά κρατῶ γιά τά παιδιά τῆς Σχολῆς.(1) Νά, κι ἐδῶ χθές βράδυ φύτεψα καραμέλες καί σοκολατάκια καί σήμερα… ἄνθισαν! Τά εἴδατε; Ὁ καιρός ἦταν καλός, τό χῶμα ἦταν ἀφράτο, γιατί τό εἴχατε σκάψει καλά, καί ἀμέσως ἄνθισαν ! Νά δῆτε τί ἀνθόκηπο θά σᾶς κάνω ἐγώ! Δέν θά χρειάζεται νά ἀγοράζουμε καραμέλες καί σοκολατάκια γιά τά παιδιά. Τί; νά μήν ἔχουμε δική μας παραγωγή; (2)
– Γέροντα, κάποιοι προσκυνητές εἶδαν τά σοκολατάκια ποὺ φυτέψατε στόν κῆπο, ἐπειδή τό χαρτάκι τους ἔβγαινε πάνω ἀπό τό χῶμα. Παραξενεύτηκαν. ´Κάποιο παιδάκι, εἶπαν, θά τά ἔβαλεª.
– Δέν τούς εἶπες ὅτι τά ἔβαλε ἕνα μεγάλο παιδί;
– Γέροντα, γιατί ὁ Θεός δίνει στόν κάθε ἄνθρωπο ἕναν Φύλακα Ἄγγελο, ἀφοῦ μπορεῖ ὁ ἴδιος νά μᾶς προστατεύση;
– Αὐτό εἶναι ξεχωριστή φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιά τό πλάσμα Του. Ὁ Φύλακας Ἄγγελος εἶναι οἰκονομία Θεοῦ. Εἴμαστε χρεῶστες γι’ αὐτό. Οἱ Ἄγγελοι ἰδιαίτερα προστατεύουν τά μικρά παιδιά. Πῶς τά φυλᾶνε!
Μιὰ φορά δύο παιδιά ἔπαιζαν ἔξω στόν δρόμο. Τό ἕνα ἀπό τά δύο σημάδευε τό ἄλλο στό κεφάλι, γιά νά τό χτυπήση μέ μιὰ πέτρα. Ἐκεῖνο δέν τό ἔβλεπε. Τήν τελευταία στιγμή, φαίνεται, ὁ Ἄγγελος τοῦ τό ἔκανε νά δῆ κάτι, τινάχτηκε πέρα καί γλίτωσε. Μιὰ μάνα πάλι εἶχε πάρει στό χωράφι καί τό μωρό της. Τό θήλασε, τό ἔβαλε στήν κούνια καί πῆγε νά δούλεψη. Μετά ἀπό λίγο, ὅταν πῆγε κοντά του, τί νά δῆ! Τό παιδάκι κρατοῦσε ἕνα φίδι καί τό ἔβλεπε! Ὅπως τό εἶχε θηλάσει, εἶχε μείνει γάλα γύρω ἀπό τό στοματάκι του. Πῆγε λοιπόν τό φίδι καί ἔγλειφε τό γάλα μέ τήν γλώσσα του καί τό παιδάκι τό ἔπιασε μέ τό χέρι του. Βάζει τίς φωνές ἡ μάνα, τρόμαξε τό παιδί, ἄνοιξε τό χεράκι του καί ἔφυγε τό φίδι! Φυλάει ὁ Θεός τά παιδιά.
– Γέροντα, τότε πῶς πολλά παιδάκια ὑποφέρουν ἀπό ἀρρώστιες κ.λπ.;
– Ὁ Θεός ξέρει τί θά ὠφελήση τόν καθέναν καί δίνει ἀνάλογα. Δέν δίνει στόν ἄνθρωπο κάτι ποὺ δέν θά τόν ὠφελήση. Βλέπει λ.χ. ὅτι περισσότερο θά μᾶς ὠφελήση, ἄν μᾶς δώση ἕνα κουσούρι, μία ἀναπηρία, παρά ἄν μᾶς προστατεύση νά μή χτυπήσουμε ἤ νά μή μείνουμε ἀνάπηροι.
[1]Γιά τούς μαθητές τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς.
[2]Ὁ Γέροντας εἶχε φυτέψει στό φρεσκοσκαμμένο χῶμα καραμέλες καί σοκολατάκια καί εἶχε βάλει ἐπάνω τους ἀνθάκια ἀπό πασχαλιά, γιά νά φαίνωνται σάν ἀνθισμένα.