Διάλογοι του Αββά Αντωνίου

Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης


α) Όταν η θεία χάρη επισκεφθεί τους χριστιανούς, τους «καθαίρει, τους λαμπρύνει και φωτός ποιεί μετόχους».Το ιλαρό φως του Χριστού φωτίζει τον νου, ώστε να βλέπουν καθαρά και να διακρίνουν με διαύγεια τα πράγματα. Ο Αββάς Αντώνιος και θεοδίδακτος ασκητής φωτίστηκε από το θείο φως, προικίστηκε με διάκριση, και παρά το ότι ήταν κατά κόσμον αγράμματος, διαλεγόταν επιτυχώς με όσους τον επισκέπτονταν.

β) Διασώζονται εξαιρετικοί διάλογοι του Αγίου Αντωνίου με μοναχούς, αιρετικούς, φιλοσόφους, έλληνες σοφούς, κυνηγούς, αλλά και απλούς ανθρώπους. Τον αναγνώστη εντυπωσιάζει η απλότητα, οξυδέρκεια και ευστοχία των διαλόγων αυτών. Σκοπός του Αγίου δεν ήταν να εξουθενώσει τους συνομιλητές του, αλλά να τους οδηγήσει, ώστε να ανακαλύψουν οι ίδιοι την αλήθεια. Στους διαλόγους που ακολουθούν, φανερώνεται η λαγαρή του σκέψη, απόρροια της ενδιάθετης πίστης.


γ) Όπως αναφέρει ο Άγιος Αθανάσιος, κάποιοι φιλόσοφοι νόμισαν ότι θα μπορούσαν να ειρωνευτούν τον Άγιο επειδή δεν γνώριζε γράμματα. Ο Αντώνιος τους ερωτά μέσω διερμηνέα, αφού δεν γνώριζε ελληνικά αλλά κοπτικά: -Τι προηγείται, ο νους ή τα γράμματα; Ποιο είναι το αίτιο, ο νους των γραμμάτων ή τα γράμματα του νου; Όταν εκείνοι απάντησαν ότι ο νους είναι πρώτος αλλά και εφευρέτης των γραμμάτων, εκείνος τους είπε. -Σε εκείνον που ο νους υγιαίνει, «τούτω ουκ αναγκαία τα γράμματα». Η απάντηση εξέπληξε τους φιλοσόφους, που έφυγαν θαυμάζοντας τη σύνεση ενός απλού ανθρώπου.

δ) Αργότερα, επισκέφθηκαν τον Αββά Αντώνιο κάποιοι που θεωρούνταν από τους Έλληνες σοφοί. Αυτοί απαιτούσαν να συζητήσουν για τη χριστιανική πίστη. Επιχειρούσαν να διατυπώσουν ειρωνικούς συλλογισμούς για τον Σταυρό του Χριστού. Αφού σιώπησε για λίγο ο Άγιος και «οικτήρας την άγνοιά των», είπε: -Τι είναι καλύτερο, να ομολογεί κάποιος τον σταυρό, ή να αποδίδει μοιχείες και διαφθορές παιδιών στους λεγόμενους θεούς σας; Ο Σταυρός που πιστεύουμε εμείς είναι τεκμήριο ανδρείας και γνώρισμα καταφρόνησης του θανάτου, ενώ τα δικά σας είναι πάθη αισχρότητας.

ε) Και συνέχισε: -Τι είναι καλύτερο, να υπομένει κάποιος εκούσια σταυρό και να μη φοβάται τον επερχόμενο θάνατο, ή να διηγείται μύθους περί πλανών του Όσιρη και της Ίσιδας, των μηχανορραφιών του Τυφώνος, της φυγής του Κρόνου, της βρώσεως τέκνων και πατροκτονιών; Και κατέληξε: -Πώς όμως, ενώ χλευάζετε το σταυρό, δεν θαυμάζετε και την ανάσταση; Διότι αυτοί που μίλησαν για το σταυρό, έγραψαν και για την ανάσταση!

στ) Στη συνέχεια, εξαίροντας την ανωτερότητα της χριστιανικής πίστεως και την απήχησή της στο λαό, παρά τους διωγμούς, ο Μέγας Αντώνιος ανάγκασε τους συνομιλητές του να παραδεχθούν την αδυναμία των σοφιστειών τους. Δίδαξε και άλλα, ώστε θαύμαζαν οι φιλόσοφοι και άρχισαν να αναχωρούν «κατασπαζόμενοι αυτόν», ομολογώντας ότι ωφελήθηκαν από αυτόν! Εξάλλου, ήταν πάντοτε «χαρίεις και πολιτικός» (κοινωνικός), κανείς δεν τον φθονούσε και όλοι χαίρονταν την παρουσία του.

ζ) Αξιομνημόνευτος και ο διάλογος που διασώζεται στο «Γεροντικόν»: Κάποιος κυνηγός, όταν είδε τον Αντώνιο να αστειεύεται με τους αδελφούς, σκανδαλίστηκε. Θέλοντας εκείνος να τον διδάξει, λέγει: -«Βάλε μια σαΐτα στο τόξο σου και τέντωσέ το». Εκείνος το έκαμε. Του λέγει: -«Τέντωσέ το πιο πολύ». Το τέντωσε. Και πάλι του λέγει: -«Ακόμη πιο πολύ». Τότε, του απαντά ο κυνηγός: -«Αν το τεντώσω υπερβολικά, θα σπάσει το τόξο». Και ο γέροντας τον διδάσκει νηφάλια: -«Έτσι και στο έργο του Θεού. Αν τεντώσουμε υπερβολικά τη συμπεριφορά μας απέναντι στους αδελφούς, θα σπάσουν και αυτοί. Πρέπει λοιπόν κάποιες φορές να συγκαταβαίνουμε στους αδελφούς!». Ο κυνηγός ωφελήθηκε πολύ.

 Όμως, για να διαλέγεται κάποιος όπως ο Όσιος Αντώνιος, χρειάζεται σταθερή πίστη, πνευματικό βάθος, διάκριση και θείος φωτισμός.

http://www.makthes.gr/news/opinions/98649/