Πεθαίνοντας ἡ Γοργονία τῆς ἀφιέρωσε ὁ Γρηγόριος ἕνα συγκινητικό Λόγο, πού μᾶλλον δέ λέχτηκε στήν κηδεία τῆς ἀδελφῆς του. Ὁ Γρηγόριος πῆγε στό Ἰκόνιο ἀργότερα. Προφανῶς σ’ ἕνα ἀπό τά πρῶτα μνημόσυνά της. Τότε εἶπε τό Λόγο τοῦτο. Καί βρῆκε τήν εὐκαιρία, μέ ἀφορμή τό θάνατό της, νά μιλήσει γιά τήν ἅγια ζωή της καί τό γάμο της.
Μέ τό Λόγο του ἤθελε νά διδάξει τούς ἀκροατές γιά πολλά μά καί γιά τό γάμο.
Ἄγαμος ὁ ἴδιος εἶχε ἀντιμετωπίσει παλαιότερα τό πρόβλημα τοῦ γάμου ὡς προσωπικό πρόβλημα. Ἐπειδή ὅμως, πρίν κιόλας γεννηθεῖ, τόν ἀφιέρωσε ἡ μητέρα του στό Θεό κι ἐπειδή μέχρι τό 361 εἶχε πολλά θεῖα σημάδια, ἦταν βέβαιος πώς εἶχε κλήση ἀπό τό Θεό νά ζήσει ὡς ἄγαμος.
Νά μήν παντρευτεῖ. Γι’ αὐτό καί μέ καύχηση διηγεῖται σέ ποιήματά του πόσο εὔκολα περιφρόνησε τίς ἀπολαύσεις τοῦς γάμου. Τίς φροντίδες τῆς γυναίκας, τίς χαρές τῶν παιδιῶν… ὅλ’ αὐτά τοῦ φαίνονταν μικρά καί κατώτερα, ὅταν τά ’βαζε μπροστά στή παρθενία καί στό βίο τοῦ ἡσυχαστῆ.
Ὅμως ἡ Γοργονία παντρεύτηκε. Πῆρε ἄντρα ἐθνικό, τόν Ἀλύπιο, κι ἔκανε παιδιά. Τά μεγάλωσε κι ἔζησε σάν ἁγία. Ἀπόκτησε θαυμαστές ἀρετές κι ἔγινε πρότυπο. Τό δίλλημα γεννήθηκε μόνο του. Ὁ γάμος, πού ἤτανε γιά τόν ἴδιο τό Γρηγόριο δρόμο κατώτερος, πῶς εἶχε στή Γοργονία τέτοιο εὐλογημένο ἀποτέλεσμα; Προσπάθησε σύντομα καί ἐπιγραμματικά νά δώσει ἀπάντηση:
– Δύο εἶναι οἱ δρόμοι τῆς ζωῆς, ἀγαπητοί μου. Τοῦ γάμου καί τῆς ἀγαμίας. Ἡ ἀγαμία εἶναι ἀνώτερη καί θειότερη. Δυσκολότερη καί γεμάτη κινδύνους. Ὁ γάμος εἶναι συγκριτικά κατώτερος μά καί ἀσφαλέστερος, μέ λιγότερους κινδύνους.
Γενικές οἱ σκέψεις αὐτές πού δέν ἐξηγοῦσαν τή πνευματική καρποφορία τῆς Γοργονίας καί τήν εὐτυχία στό γάμο. Κατάλαβε τά ἐρωτηματικά στά μάτια τῶν ἀκροατῶν καί δοκίμασε νά ἐξηγήσει:
– Αὐτά ἰσχύουν γενικά. Μά ἡ Γοργονία ἤτανε ἀληθινή χριστιανή. Ἀντάξια κόρη τῆς μητέρας μου Νόννας. Γι’ αὐτό σάν μέλισσα ἡ Γοργονία πῆρε ἀπό τά δυό τό πιό καλό κι ἄφησε τό ἐπικίνδυνο. Πῆρε ἀπό τήν ἀγαμία τήν ἀνωτερότητα κι ἀπό τό γάμο τήν ἀσφάλεια, τή σιγουριά. Συγκέρασε δηλαδή γάμο καί ἀγαμία.
Ἀπορίες πλανήθηκαν πάλι στά μάτια τῶν ἀκροατῶν καί γι’ αὐτό συνέχισε:
– Ὅσο καί νά φαίνεται δύσκολο, ἡ Γοργονία τό πέτυχε. Ὄχι μόνο συγκέντρωσε γάμο καί ἀγαμία. Ἔδειξε ἀκόμα, πώς ἔχουν ἄδικο ἐκεῖνοι πού λένε ὅτι τάχα ὁ γάμος σέ δένει μέ τόν κόσμο καί σέ χωρίζει ἀπό τό Θεό. Ἤ ὅτι ἡ ἀγαμία σέ δένει μέ τό Θεό καί σέ χωρίζει ἀπό τόν κόσμο. Δηλαδή ὅτι τό ἕνα εἶναι ἀπό μόνο του κακό καί τό ἄλλο καλό. Αὐτές εἶναι λαθεμένες ἀντιλήψεις, ἀγαπητοί μου.
Ἔπρεπε ὅμως νά πεῖ καί γιατί αὐτά εἶναι λαθεμένες ἀντιλήψεις:
– Ὁ νοῦς, ἀδελφοί, τό φρόνημα τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ νοῦς πλάθει σάν ζυμάρι τό γάμο καί τή παρθενία καί τά κάνει καλά. Ὁ νοῦς ἐπιστατεῖ κι ὅλα ὁδηγοῦνται στό καλό. Ἀπό μόνο του τίποτα δέν φτάνει στό καλό.
Κατάλαβε ὅτι τά πράγματα μπερδεύονται περισσότερο. Γιατί, ποιός εἶναι αὐτός ὁ νοῦς;
– Γιά παράδειγμα (τούς λέει). Γιά νά μέ παρακολουθήσετε. Ὁ μέγας τεχνίτης, ὁ δημιουργός Λόγος, δηλαδή ὁ Θεός, δημιούργησε καί τά δύο, καί τό γάμο καί τήν ἀγαμία. Γι’ αὐτό καί ὁδηγεῖ στήν ἀρετή καί τόν ἔγγαμο καί τόν ἄγαμο. Ἡ ἀρετή ἔχει σημασία. Αὐτή εἶναι τό κριτήριό μας.
Μέ τό νοῦ της ἡ ἔγγαμη Γοργονία καί τή βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας ὁδηγήθηκε στήν ἀρετή. Ἄρα ὁ γάμος δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό καί μπορεῖ νά ὁδηγήσει στήν ἀρετή. Αὐτό ἔχει σημασία.
Ἤξερε ὅμως ὁ Γρηγόριος ὅτι κυκλοφορούσανε ἀκόμα σ’ ὅλη τή Μικρασία κάποιες ἰδέες περιφρονητικές γιά τό γάμο καί τή συζυγική σχέση. Αὐτές εἴχανε καταδικαστεῖ πρίς ἀπό τριάντα χρόνια σχεδόν. Στή σύνοδο τῆς Γάγγρας. Ἡ Ἐκκλησία ἐκεῖ καταδίκασε ὡς κακόδοξους, ἐκείνους πού βδελύσσονταν τό γάμο καί τούς ἔγγαμους κληρικούς καί λαϊκούς. Τό κακό φρόνημα ὅμως δέν εἶχε λείψει τελείως καί ὁ Γρηγόριος ἔκρινε ὅτι πρέπει νά γίνει πιό σαφής, νά μιλήσει συγκεκριμένα:
– Ὅποιος , ἀδελφοί, ἔχει τό δεσμό τοῦ γάμου, δέ σημαίνει ὅτι χωρίστηκε ἀπό τά πνευματικά. Οὔτε ὅποια κοπέλλα ἔκανε στό γάμο κεφαλή τόν ἄντρα σημαίνει ὅτι λησμόνησε τήν πρώτη κεφαλή, τό Χριστό. Καί ἡ Γοργονία ἔκανε αὐτά πού περιμένει ὁ κόσμος. Συμπεριφέρθηκε στό γάμο κατά τό νόμο καί τή βούληση τῆς φύσης, τῆς σάρκας. Ὅσο ἤθελε ὁ νόμος τῆς σάρκας («ὅσον ὁ τῆς σαρκός ἐβούλετο νόμος»), μά καί ὅσο ἤθελε αὐτός πού νομοθέτησε τά τῆς σάρκας, ὁ Θεός. Κι ἐνῶ ἔτσι συμπεριφέρθηκε, ἀφιέρωσε συνάμα τόν ἑαυτό της στό Θεό, ὁλοκληρωτικά. Γι’ αὐτό εἶχε τόση καρποφορία, τόση εὐλογία καί στά οἰκογενειακά καί στά πνευματικά.
Ὁ Γρηγόριος, παρασυρμένος ἀπό τό ἐνδιαφέρον τοῦ ἐκκλησιάσματος καί ἀπό τό θαυμασμό γιά τή ζωή τῆς Γοργονίας, παρουσίασε ἀναλυτικά στή συνέχεια τά ἔργα καί τή συμπεριφορά τῆς καλῆς συζύγου. Μίλησε γιά τίς ἀρετές πού αὐτή μπορεῖ ν’ ἀποκτήσει στό γάμο, ὅπως τίς εἶδε στή Γοργονία. Διηγήθηκε μάλιστα θαυμαστά σημεῖα τῆς ζωῆς της, ἀναφέρθηκε στό ἅγιο τέλος της καί μετά ἐκλεισε τό Λόγο του.
Δέν ἐπέστρεψε ἀμέσως στή Ναζιανζό. Ἔμεινε γιά λίγο στό Ἰκόνιο. Συμβούλεψε τά παιδιά καί τά ἐγγόνια της, μέ τά ὁποῖα πάντα θά διατηρεῖ σχέσεις. Συναντήθηκε ἀσφαλῶς καί μέ τό ξάδερφό του Ἀμφιλόχιο. Ἤτανε κι αὐτός πολύ μορφωμένος καί περίφημος ἀσκητής, πού ἀργότερα, τό 373, χειροτονήθηκε στό Ἰκόνιο ἐπίσκοπος. Μετά πῆρε τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ἀκολούθησε τό καραβάνι μέ δικό του μουλάρι.
Προχώρησε ἀπό τό Ἰκόνιο νότια, μέχρι τή Λαοδίκεια. Καί ἀπό κεῖ, ὅλο ἀνατολικά, μέχρι τήν Κολωνία, τό Ἀξαράι. Τοῦ ἔμειναν περίπου τριάντα χιλιόμετρα. Μέχρι τή Ναζιανζό τό ταξίδι ἦταν εὐχάριστο. Ἡ περιοχή γνωστή. Ὅλα τοῦ φαίνονταν φιλικά. Τοῦ μιλοῦσαν τά βουνά καί τά δέντρα. Αἰσθανότανε ἀνάλαφρος ὅσο πλησίαζε στόν ὀμφαλό τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, στή Ναζιανζό καί στό οἰκογενειακό κτῆμα τῆς Ἀριανζοῦ, λίγο ψηλότερα.
Τόν περιμένανε οἱ γονεῖς δακρυσμένοι καί ἀπαρηγόρητοι. Μόλις εἴχανε χάσει τόν Καισάριο. Καί στήν πλάτη τους περίπου ἐνενήνταπέντε χρόνια. Οὔτε λόγος γιά ταξίδι. Δέν μπορέσανε νά εἶναι οὔτε στήν κηδεία τῆς πολυαγαπημένης κόρης, τῆς εὐγενικῆς Γοργονίας. Περιμένανε τόν μεγάλο τους γιό νά τούς μιλήσει, νά τούς ἀνακουφίσει. Ἀρκοῦσε ἡ παρουσία καί λίγα λόγια του γιά νά συνέλθουν οἱ γέροι.