ΜΙΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ


Αν μάθουμε να διαβάζουμε την Βίβλο, όχι μόνο θα ξεκουραστούμε ψυχικά και διανοητικά
αλλά θα βρούμε και έναν δρόμο καθοδήγησης για την καθημερινή μας ζωή.
Όταν ήμασταν μικροί, είχαμε μάθει την παραβολή του Ασώτου Υιού.
Αν τυχόν δεν την θυμάστε, αξίζει να την διαβάσετε ΕΔΩ, μεταφρασμένη αλλά και στο αρχαίο κείμενο. Όπως προτιμάτε.
Κάποια από τα πολλά που μου είχαν κάνει εντύπωση σε αυτή την παραβολή, ήταν και τα εξής:

1. Η δύναμη του πατέρα, να μην κρατήσει για τον εαυτό του την περιουσία του έως τον θάνατό του, αλλά έδωσε το ποσόν που αναλογούσε στο κάθε παιδί για να ξεκινήσει την ζωή του.
Δεν προσπαθούσε δηλαδή, μέσω των χρημάτων και της περιουσίας του, να χειριστεί και να κατευθύνει αυτός την ζωή των παιδιών του.
Πόσες φορές στην καθημερινή μας ζωή έχω δει το αντίθετο. Παιδιά ανδρείκελα στα χέρια του πατέρα ή της μητέρας, γονείς που παίζουν έως τέλους τον ρυθμιστή στην ζωή των παιδιών τους!

2. Ως πατέρας, θα ήξερε βέβαια τον χαρακτήρα του κάθε παιδιού του. Δεν θα ήξερε ότι ο μικρός ήταν ακόμα ανώριμος και παρασυρόταν εύκολα; Ότι το πιθανότερο ήταν να κατασπαταλήσει απερίσκεπτα τα χρήματά του;
Παρόλα αυτά, δεν είπε τίποτα, δεν τον κατέκρινε, δεν τον μείωσε, αλλά του έδωσε δίχως κριτική και προειδοποίηση, δίχως όρους, το ποσόν που του αναλογούσε.
Πόσοι γονείς δεν δίνουν στα παιδιά τους από φόβο ότι θα τα κατασπαταλήσουν;
Πόσοι γονείς δίνουν αλλά κριτικάρουν και το παιδί τους και το προειδοποιούν/απειλούν; 
Πόσοι λένε “μπα! δεν σου δίνω τίποτα. Εσύ είσαι μικρός και ανώριμος, σιγά μην σου μείνουν λεφτά στα χέρια. Έχεις το μυαλό πάνω από το κεφάλι σου. Λεφτά θα πάρεις όταν μάθεις να τα χειρίζεσαι”
Πόσοι ακόμα λένε “εγώ σου τα δίνω αλλά εσύ πρόσεχε τι θα τα κάνεις. Αλίμονό σου έτσι και τα χάσεις. Δεν θα υπάρξει άλλη ευκαιρία”.
Αυτό είναι ένα λεπτό θέμα που απαιτεί μεγάλες ισορροπίες και διάκριση από μέρους των γονιών.
Ο καλός γονιός δεν βοηθάει ασύστολα τα παιδιά αλλά δεν αρνείται και διαρκώς, μη τυχόν και του φάνε την περιουσία τα παιδιά του. 
Αυτό που εμένα με εντυπωσίασε ήταν ο απόλυτος σεβασμός του πατέρα στην προσωπικότητα του παιδιού του. Χωρίς να τον υποβιβάσει ούτε στο ελάχιστο, χωρίς “προφητικές” προρρήσεις του τύπου “θα τα χάσεις τα λεφτά σου, μικρέ” έδωσε στο παιδί αυτό που του αναλογούσε και το άφησε να τραβήξει τον δρόμο του.
3. Όσα χρόνια ο μικρός του γιος σκόρπαγε ασύστολα τα λεφτά του, ο πατέρας δεν παρουσιάστηκε να τον ελέγξει. Και όταν ο μικρός ζούσε με τα γουρούνια και έτρωγε από την τροφή τους, ούτε και τότε ο πατέρας δεν παρουσιάστηκε να τον σώσει. 
Άφησε την ώρα της σωτηρίας και της επιστροφής να την αποφασίσει το ίδιο το παιδί.
Με άλλα λόγια, ο πατέρας ήταν παρών – απών ή “αόρατα παρών” όπως θα έλεγα εγώ, στην ζωή του παιδιού του. Έτσι το παιδί δεν ένοιωσε ποτέ ούτε ότι το καταπιέζουν ούτε ότι το ελέγχουν ούτε ότι το θεωρούν αποτυχημένο και ήρθαν να το σώσουν.
4. Το ότι απέτυχε, ήταν συνειδητοποίηση του ίδιου του παιδιού και δεν προήλθε από την πίεση και την κριτική του πατέρα. Η ταπεινή επιστροφή του από την άλλη μεριά, προήλθε από τις καλές αρχές που είχε δώσει ο πατέρας στα παιδιά του αλλά και από το φιλότιμο του γιου.
Θα μπορούσε ο γιος, γεμάτος θράσος να σκεφθεί “βρε, δεν πάω ξανά πίσω στον πατέρα μου, να καλοτρώω και να καλοπίνω. Τι κάθομαι εδώ;” 
Θα μπορούσε επίσης το παιδί να επιστρέψει προσποιούμενος ότι όλα είχαν πάει καλά και τα λεφτά του τα φάγανε οι “κακοί συνέταιροι”.
Όμως όχι. Το παιδί ήταν ειλικρινής με τον εαυτό του και με τον πατέρα του και ταπεινός στην επιστροφή του. Επέστρεψε ζητώντας από τον πατέρα του να τον δεχτεί πίσω σαν δούλο και όχι σαν παιδί του, το παιδί του άρχοντα, του πλούσιου, έχοντας συναίσθηση των λαθών του.
5. Ο φοβερός, φιλεύσπλαχνος, αγαπημένος πατέρας, με βάθος καρδιάς, αγάπης, κατανόησης και συγχωρητικότητας, ήδη μόλις διέκρινε από μακριά το παιδί του να ‘ρχεται (καθόταν ο πατέρας και περίμενε την επιστροφή του παιδιού του, κοιτάζοντας κάθε μέρα πέρα στον ορίζοντα μήπως το δει να έρχεται), έτρεξε αυτός, ο ίδιος ο πατέρας, χωρίς τουπέ, δήθεν κύρος και εγωισμό, να αγκαλιάσει το παιδί του, χωρίς καν να ρωτήσει τίποτα ή να αναφερθεί στο παρελθόν του.
Τον δέχτηκε σαν να μην είχε φύγει ποτέ και σαν να μην έσφαλλε.
6. Μου έκανε επίσης εντύπωση η ζήλια του “καλού” παιδιού, του μεγαλύτερου γιου και αδελφού του ασώτου. Η παραβολή έχει μείνει στην ιστορία με το όνομα “ο άσωτος υιός” και όχι “ο καλός πατέρας” ούτε “ο καλός αδελφός”. 
Όλη η Βίβλος μιλάει για τον καλό Πατέρα, τον Θεό που μας έπλασε. 
Στην παραβολή αυτή το τι είναι ο πατέρας φαίνεται και τονίζεται και από την αντίδραση την δική του μετά από τα τόσα λάθη του παιδιού του.
Η αντίδραση όμως του αδελφού, γεμάτη ζήλια και φθόνο ίσως για τον αδελφό του που ήταν κακός, κατασπατάλησε στην αμαρτία και τα λάθη την πατρική περιουσία και τώρα ήρθε να ξαναπάρει την θέση του όπως και πρώτα;
7. Ο καλός πατέρας, δεν άφησε το παιδί του σαν δούλο να ζήσει κοντά του για να του δώσει ένα καλό μάθημα, όσο και αν αυτό θα ευχαριστούσε τον μεγάλο του γιο.
Ούτε η αίσθηση δικαιοσύνης του πατέρα τελικά συνέπιπτε με την αίσθηση δικαίου που είχε ο μεγάλος γιος.
Η παραβολή αυτή, αν και τιτλοφορείται ” ο άσωτος υιός” ουσιαστικά τονίζει το μεγαλείο του πατέρα και το ανυπέρβλητο μέγεθος της αγάπης και της συγχωρητικότητάς του απέναντι στις μικρότητες, τις αποτυχίες και τα λάθη των παιδιών του.
Μήπως έτσι, σαν τον άσωτο ή τον μεγάλο αδελφό, δεν είμαστε και εμείς απέναντι στον Θεό και τους άλλους;
Δεν λέμε συχνά “αυτός τόσα κάνει και κοίτα, τολμάει να μπει και στην Εκκλησία!”
Ή λέμε ” άστονε τον άχρηστο. Καλά να πάθει. Τον βάζεις και στο σπίτι τώρα; Όπως έστρωσε θα κοιμηθεί”
Και μήπως έτσι, σαν τον μεγαλειώδη αυτόν πατέρα δεν είναι και ο Θεός απέναντί μας;
Δεν μας αφήνει να κάνουμε τα λάθη μας, να φάμε τα μούτρα μας και να πάρουμε το μάθημά μας;
Δεν στέκει διακριτικός στην ζωή μας, χωρίς να επεμβαίνει αν δεν το θελήσουμε εμείς;
Αυτό συχνά το παρεξηγούμε και λέμε “πού είναι ο Θεός; Δεν βλέπει τι τραβάω; Άρα, Θεός δεν υπάρχει. Αν υπήρχε θα με έσωζε” αντί να σκεφτούμε ότι ο Θεός δεν σώζει όποτε μας βολεύει αλλά όποτε εμείς ταπεινά και συντετριμμένα του το ζητήσουμε.
Δεν περιμένει με ανοιχτή αγκαλιά την επιστροφή μας; Χωρίς να μας κρίνει και χωρίς να επιτρέψει στους άλλους να μας κρίνουν, έχοντάς το μάλιστα δώσει και σαν εντολή σε όλους:“μην κρίνεις για να μην κριθείς. Γιατί με όποιον τρόπο θα κρίνεις με τον ίδιο τρόπο και θα κριθείς”
Δεν σκεφτόμαστε ότι για τον Θεό το ευκολότερο πράγμα θα ήταν να μας κρίνει και να μας καταδικάσει, αντί να στείλει τον Υιό Του στον Σταυρό για να μας σώσει και να μας βάλει μυαλό.
Το δυσκολότερο πράγμα για τον Θεό είναι να μας βλέπει να ταλαιπωρούμαστε, να λυπάται για μας, να θέλει να μας βοηθήσει και να μην μπορεί, γιατί ένα μόνο όριο γνωρίζει η εξουσία Του: την δική μας απόφαση. Εμείς αποφασίζουμε αν θέλουμε ή δεν θέλουμε την βοήθεια του Θεού.
Μικρές βοήθειες δίνει σε όλους, κάθε μέρα, πιστούς και απίστους.
Βοήθεια όμως σωτηρίας δίνει μόνο σε αυτούς που θέλουν.
Προσέξτε: όχι σε αυτούς που την αξίζουν…σε αυτούς που την ζητάνε.
Πολλοί λένε “εμένα ο Θεός θα κοιτάξει; Εγώ δεν είμαι άξιος…”
Ποιο από τα δύο παιδιά της παραβολής ήταν άξιο; Ο μικρός ή ο μεγάλος γιος;
Ο άξιος γιος ζούσε πάντα μέσα στον πλούτο και την στοργή του πατέρα.
Δεν στερήθηκε ποτέ και δεν κακοπάθησε ποτέ.
Δεν μπόρεσε όμως μέχρι τότε να συνειδητοποιήσει και να εκτιμήσει τι είχε και τι σήμαινε να μην χάσεις ποτέ τον πλούτο, τα αγαθά και την καλοπέραση στο σπίτι του πατέρα.
Ο ανάξιος γιος πάλι, δεν μπόρεσε μέχρι τότε να εκτιμήσει τον πλούτο που κράταγε στα χέρια του, ούτε το μεγαλείο του πατέρα του αλλά μπόρεσε, χάρις στην μετάνοια και την αυτοσυνειδητοποίησή του να καταλάβει για πρώτη φορά και να γνωρίσει την μεγαλοψυχία αυτού του πατέρα.
Και σε αυτό ήταν ευγνώμων.
Ενώ ο καλός αδελφός φάνηκε αγνώμων στον πατέρα και φθονερός στον αδελφό που έσφαλλε.
Η πιο αντιπροσωπευτική εικόνα της σχέσης μας με τον Θεό και τους αδελφούς μας (δηλ. τους συνανθρώπους μας).