Εἰσήγηση στὴν Κ΄ Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη Ἐντεταλμένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ Ἱερῶν Μητροπόλεων γιὰ θέματα Αἱρέσεων καὶ Παραθρησκείας (Προκόπι Εὐβοίας, 3-6 Νοεμβρίου 2008).[1]
1. Μία εἶναι ἡ καθολικὴ Ἐκκλησία [2].
Μία, μὲ μία πίστη. Μία, ἐπειδὴ ἔχει μία πίστη. Ἐμφάνιση νέας πίστης, νέων ἀπόψεων γιὰ τὴν πίστη, εἶναι γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἀλλοτρίωση. Ἡ ἑνότητα εἶναι πνευματική. Ὄχι θεσμική. Καὶ ὅταν παύει νὰ ὑπάρχει ἑνότητα στὴν πίστη, ἡ Ἐκκλησία παύει νὰ εἶναι μία. Ἡ συνειδητὴ διαφοροποίηση στὴν πίστη, φέρνει τὴν ἀνάγκη γιὰ δημιουργία νέας «ἐκκλησίας». Καὶ ἐπειδὴ τὸ κακὸ δὲν σταματάει, σήμερα ἔχομε μερικὲς χιλιάδες αἱρετικὲς «ἐκκλησίες»!
Πῶς ὅμως φύτρωσαν; Πῶς μᾶς προέκυψαν;
2. Αὐθεντικὴ ἐξήγηση-ἀπάντηση μᾶς δίνει ὁ Κύριος της Ἐκκλησίας, ὁ Χριστός. Λέγει:
«Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν μοιάζει μὲ ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ ἔσπειρε στὸν ἀγρὸ του σπόρο καλό. Ὅμως, τότε ποὺ οἱ ἄνθρωποι κοιμοῦνταν, ἐπῆγε ὁ ἐχθρός του καὶ ἔσπειρε ἀνάμεσα στὸ σιτάρι ζιζάνια-ἀγριοβότανα. Καὶ ἔφυγε. Καὶ ἐξαφανίστηκε. Μὰ ὅταν τὰ χορτάρια μεγάλωσαν καὶ ἔκαμαν καρπό, τότε ἔγινε ἀντιληπτό, ὅτι στὸν ἀγρό του, μαζὶ μὲ τὸ σιτάρι, ὑπῆρχαν καὶ πολλὰ ἀγριοβότανα»[3].
Ἐπεξηγοῦμε: Ὁ ἀγρὸς εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ὁ σπόρος εἶναι ἡ πίστη στὸν Χριστὸ ἡ μία, ἡ ὀρθή, ἡ παραδοθεῖσα ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἀποστόλους. Ζιζάνια-ἀγριοβότανα, σπορὰ τοῦ διαβόλου, εἶναι οἱ ἑτεροδιδασκαλίες.
Σήμερα, τὸ βρίσκομε φυσικὸ νὰ ὑπάρχουν: πολλὲς ἀπόψεις, πολλὲς ἐκδοχές, πολλὲς γνῶμες (δηλαδὴ πολλὲς θρησκεῖες!), πολλὲς ἑρμηνεῖες τῆς πίστης στὸν Χριστό. Καὶ τὶς θεωροῦμε ὅλες ἐξ ἴσου καλές. Μὰ δὲν εἶναι:
Ὁ Κύριος τοῦ Ἀγροῦ, ὁ Χριστός, δὲν συμφωνεῖ. Ἔχομε, μᾶς λέει, σπορὰ δική Του, σιτάρι, ἀλλὰ καὶ σπορὰ τοῦ ἐχθροῦ Του, τοῦ διαβόλου.
3. Πῶς πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζεται ἡ σπορὰ τοῦ διαβόλου στὸν Ἀγρὸ τοῦ Χριστοῦ;
Ἡ ἀπάντηση «ἡ δική μας», εἶναι μία• καὶ τετραγωνικὰ «γιὰ μᾶς» λογική• μὲ μία παρέμβαση δυναμική• μὲ τὸ ξερίζωμα τῶν ζιζανίων.
Ὅμως ὁ Κύριος δὲν συμφωνεῖ. Μᾶς λέγει:
«Ἐπῆγαν οἱ δοῦλοι του στὸν Κύριο τοῦ Ἀγροῦ• καὶ Τοῦ εἶπαν:
– Κύριε, δὲν ἔσπειρες καλὸ σπόρο στὸν ἀγρό Σου! Διαφορετικά, ποῦ βρέθηκαν τὰ ζιζάνια-τὰ ἀγριοβότανα; Τοὺς ἀπάντησε: – Κάποιος ἐχθρός Μοῦ τὸ ἔκαμε! Τοῦ εἶπαν οἱ δοῦλοι Του: – Θέλεις νὰ πᾶμε, “νὰ τὰ βγάλωμε”; Τοὺς εἶπε: – Ὄχι. Γιατί ὑπάρχει τὸ ἐνδεχόμενο, βγάζοντας τὰ ζιζάνια-ἀγριοβότανα, νὰ ξεριζώσετε μαζὶ καὶ σιτάρι. Ἀφῆστε τα νὰ συνυπάρχουν μέχρι τὴν ὥρα τοῦ θερισμοῦ. Καί, ὅταν θὰ ἔλθει ὁ θερισμός, θὰ δώσω ἐντολὴ στοὺς θεριστές: Μαζέψετε πρῶτα τὰ ἀγριοβότανα. Κάμετέ τα δεμάτια. Καὶ καῦτε τα! Καὶ συγκομίστε τὸ σιτάρι στὴν ἀποθήκη Μου»[4].
Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Χριστὸς μᾶς λέγει:
– Προσοχή. Ὄχι ἀντιπαλότητες στὸ Ὄνομά Μου. Ὄχι φανατισμοί. Ὄχι ἀνθρωποκεντρικὲς λύσεις. Χρειάζεται πνευματικὴ θεώρηση. Κατὰ Χριστόν. Καὶ μὴ σᾶς πιάνει ἀγωνία! Στὴν ἀποθήκη τοῦ Χριστοῦ, στὴν βασιλεία Του, μόνο τὸ σιτάρι θὰ περάσει.
Δηλαδή; Τί; Πῶς;
4. Ἂς τὸ ἰδοῦμε μὲ ὁδηγὸ τὸν ἅγιο Ἀλέξανδρο, πατριάρχη Ἀλεξανδρείας (313-328 μ.Χ.), ἕνα σοφὸ καὶ ἅγιο πατέρα μας. Ἔχει πολλὰ νὰ μᾶς εἰπεῖ:
Α΄
1. Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος ἔγινε πατριάρχης στὴν Ἀλεξάνδρεια, μόλις ἐκδόθηκε τὸ «διάταγμα τῶν Μεδιολάνων»[5] (313 μ.Χ.) γιὰ ἀνοχὴ καὶ ἐλευθερία θρησκευτικὴ στοὺς χριστιανούς. Ἐνῶ ὅμως ἐκεῖνος εἶχε ριχτεῖ στὴ δουλειά, νὰ ἐκμεταλλευθῆ τὴν εὐκαιρία γιὰ μιὰ εἰς βάθος καλλιέργεια τοῦ ποιμνίου του, ξέσπασε ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου. Καὶ ἀπείλησε, σὰν «σπινθήρας ἐν καλάμῃ»[6], νὰ κατακαύσει ὅλον τὸν ἀγρὸ τοῦ Χριστοῦ, προκαλώντας ἀναστάτωση σὲ ὅλη τὴν Ρωμαϊκὴ Οἰκουμένη.
Πῶς ἀντέδρασε στὴν κατάσταση αὐτὴ ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος;
2. Ὄχι δυναμικά. Ὄχι ἀπαιτώντας ἤ ἐπιχειρώντας ἕνα ξερίζωμα τῶν ζιζανίων. Ὄχι μὲ φανατισμό. Ἀλλὰ κατὰ Χριστόν. Μὲ τὶς ἐπιστολές του πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ ὀρθοδόξους ἐπισκόπους καὶ πρὸς τὸν Ἀλέξανδρο Κωνσταντινουπόλεως, προσπαθεῖ νὰ τοὺς πείσει νὰ βλέπουν τοὺς ἀρειανοὺς αἱρετικούς, ὅπως μᾶς διδάσκει στὴν παραβολή, ποὺ παραθέσαμε πιὸ πάνω, ὁ Χριστός. Καὶ ὅλα ὅσα θὰ εἰποῦμε, εἶναι σταχυολογημένα ἀπὸ τὴν ὑπέροχη ἐπιστολή του πρὸς τὸν συνώνυμό του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως[7].
Ἕνας ὁ Χριστός. Εἷς ὁ Κύριος. Μία ἡ σπορά Του. Μία ἡ πίστη. Ἕνας ὁ ἀγρός Του. Μία ἡ καθολικὴ Ἐκκλησία.
Ἡ αἵρεση, τί εἶναι; Μία κακὴ προαίρεση. Μία δόλια, κακὴ ἐνέργεια τοῦ Ἐχθροῦ. Δὲν εἶναι τοῦ Χριστοῦ σπορά. Δὲν μποροῦμε νὰ λέμε, ὅτι ἔχει ἴση ἀξία μὲ τὴν Ὀρθὴ Πίστη, μὲ τὴν σπορὰ τοῦ Χριστοῦ. Δὲν εἶναι τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἐπιλογὴ ἀνθρώπου. Γιὰ λόγους δικούς του. Ἕνα σύστημα φτιαγμένο μὲ κριτήρια ἀνθρώπινα. Ἀνθρώπινα; Ναί• ἀνθρώπινα• καὶ κάτι χειρότερο!…
Καὶ ὅταν βλέπωμε τὴν πρόθεση-προαίρεση νὰ εἶναι κακή, καὶ νὰ συνοδεύεται ἀπὸ ἐνέργειες κακές, ψάχνομε γιὰ τὰ κίνητρα• νὰ ἰδοῦμε: ἂν εἶναι καλὰ καὶ ἅγια• ἂν εἶναι κατὰ Θεόν• ἂν εἶναι πνοὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος• ἤ, μήπως εἶναι παγίδα τοῦ ἀντικειμένου• καὶ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἐλαύνεται ἀπὸ πάθη: γιὰ προβολή• γιὰ φιλαρχία• γιὰ φιλαργυρία• ἀπὸ πάθη• ποὺ αἰχμαλωτίζουν τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου• καὶ τὸν κάνουν νὰ ἐνεργεῖ τρελλά, σὰν «οἰστρηλατούμενος»[8]• ποὺ σημαίνει νὰ ἐνεργεῖ χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ συγκρατήσει τὸν ἑαυτό του• νὰ τρέχει, ὅπως τρέχει τὸ βόδι ἢ τὸ ἄλογο, ὅταν τὸ τσιμπήσει ἡ μυίγα τσὲ-τσέ, ποὺ στὴν ἀρχαία γλώσσα τὴν ἔλεγαν «οἶστρο»[9].
3. Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος δὲν ἁρματώνεται ἐναντίον τῶν Ἀρειανῶν. Ἁπλά τοὺς περιγράφει, κάνοντας ἀνάλυση τῆς πνευματικῆς τους κατάστασης. Γιὰ νὰ φθάσει, μέσα ἀπὸ αὐτήν, στὸ συμπέρασμα: Αὐτοὶ εἶναι! Ἔχουν ξεφύγει ἀπὸ τὸ ἦθος ποὺ ἀπαιτεῖ ὁ Χριστός! Ἔχουν παύσει νὰ εἶναι σιτάρι! Λοιπόν! Μὴ τοὺς ἔχετε ἐμπιστοσύνη. Σὲ τίποτε.
Σὰν σπορὰ τοῦ Ὄφεως οἱ Ἀρειανοί, ὅταν κάνουν τὴν προπαγάνδα τους, παίζουν θέατρο. Δὲν μιλᾶνε ποτὲ ἴσια. Καὶ ἔχουν ἀναγάγει τὴν προσποίηση καὶ τὴν ὑποκρισία, σὲ πνευματική τους ἀρχή• σὲ μέθοδο. Καὶ φυσικὰ ἔχουν σ αὐτὸ ἐπιδόσεις! Αὐτὸ δηλώνει ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ ἁγίου, ὅτι εἶναι: «ἱκανοὶ ὑποκρίνεσθαι»[10]. – Τὸ κάνουν χωρὶς ἀναστολές.
4. Καὶ πρὸς ἀψευδῆ τεκμηρίωση τῆς παρατήρησής του θυμίζει στοὺς ἀποδέκτες τῆς ἐπιστολῆς του, ὅτι οἱ Ἀρειανοί:
• Ἐργάζονται «διὰ γραμμάτων ψευδῶν»[11]• δηλαδή• ὄχι μὲ τὰ Ἱερὰ Γράμματα• ὄχι μὲ τὴν Ἁγία Γραφή• ἀλλὰ μὲ βιβλία, ποὺ δὲν ἔχουν κανένα κύρος• μὲ βιβλία «δικά τους»!… Μὲ “γράμματα”, δηλαδὴ μὲ συγγράμματα «δικά τους», «στομυλώτερα»[12]• ποὺ τὰ διακρίνει ὕφος στομυλώτερο, «στόμα ἀνοιχτό», λόγος ἐλευθεριάζων, γεμάτος χυδαιότητες. Καὶ «παρὰ-ἀναγινώσκοντες»[13], (ποὺ τὰ διαβάζουν) τοῖς ὑπ’ αὐτῶν ἀπατωμένοις (μὲ εἰδικὰ σχόλια), ἵνα ἀμετανοήτους, ἐν οἷς ἐσφάλησαν, κατασκευάζωσιν αὐτοὺς»[14] (γιὰ νὰ κάνουν τοὺς φανατικοὺς ὀπαδούς τους)!
• Κάνουν τὶς συζητήσεις τους, «ψευδῶς κομψευόμενοι»[15]• λέγοντας ἐπιτηδευμένα λόγια ὡραῖα, λόγια ἐντυπωσιακά, λόγια γοητευτικά, λόγια ὄχι ἴσια• ὄχι εἰρηνικά• ἀλλὰ πάντοτε «μὲ σχῆμα εἰρήνης καὶ ἑνώσεως»[16]• σκέτο ψέμα• σκέτη ἀπάτη. Ὅπως σήμερα οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβὰ καὶ οἱ Πεντηκοστιανοί.
• Προσποιοῦνται τοὺς τάχα ἐρευνητὲς στὰ ζητήματα τῆς πίστης• ὅτι ψάχνουν γιὰ τὴν ἀλήθεια… ἐπιστημονικά! Καὶ ὅτι στὴν ἀναζήτησή της, λειτουργοῦν… τάχα ἐκκλησιαστικὰ-συνοδικά! Καὶ «ἀδιαλείπτως κάνουν συνόδους! Νύκτωρ τε καὶ μεθ’ ἡμέραν ἐν ταῖς κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡμῶν διαβολεῖς ἀσκουμένοι»[17]. Καὶ γιὰ νὰ περνάει τὸ σύνθημα στοὺς κουτούς, στὶς συνάξεις τους ἐρωτοῦν: Σὺ τί λὲς γιὰ τὸ θέμα αὐτό; Σύ, πῶς τὸ βλέπεις; Ὡραῖα! Ἔτσι εἶναι! Ἔτσι τὴν βρίσκομε τὴν ἀλήθεια!… Χωρὶς νὰ σκέπτωνται, ὅτι ἐνεργώντας ἔτσι, ἐνεργοῦν ἔξω καὶ χωρὶς τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ• «ἀχαρίστως»[18]!…
• Παρουσιάζουν συστηματικὰ «πεπλασμένους λόγους»[19]• δηλαδή• μιλᾶνε ὅσο πιὸ πολὺ μποροῦν μὲ λογικὰ ἐποικοδομημένα ἐπιχειρήματα, ποὺ καταπλήσσουν καὶ προκαλοῦν ἐντυπώσεις• ἀλλὰ καὶ ἐπεκτείνοντας τὸ «πεπλασμένον» τοῦ ἤθους τους, «ἐπικρύπτουν»[20], ὅποτε καὶ ὅσο τοὺς συμφέρει, τὰ δικά τους, καὶ «προσποιοῦνται φρονεῖν τὰ τῆς Ἐκκλησίας»[21] γιὰ νὰ κάνουν ἀκόμη πιὸ καλὴ ἐντύπωση! Δράση βουτηγμένη στὸν ἀνθρωποκεντρισμὸ καὶ στὸ ψέμα!
• Διαδίδουν ψευδῶς, ἀλλὰ καὶ μὲ μέχρις ἀηδίας φορτικότητα, ὅτι ἔχουν ὁμοϊδεάτες τους, μὲ τὸ μέρους τους, καὶ ἐπισκόπους, ἀλλὰ δὲν λένε λέξη γιὰ τὴν ἀπέναντί τους στάση τῶν ἡγετῶν τῆς Ἐκκλησίας ἐπισκόπων! «Καὶ τὰ δι’ ὧν ἐξώσθησαν γράμματα, (= τὶς εἰς βάρος τους Συνοδικὲς ἀποφάσεις), σιωπὴ παραδιδόασι»[22]• καὶ δὲν κάνουν γι’ αὐτὰ ποτὲ λόγο• μόνο φροντίζουν, καί, τοὺς ἀντιπάλους τους, «πεπλασμένοις λόγοις ἐπισκιάζουσι»[23]• δηλαδὴ τοὺς παρουσιάζουν σὰν πρόσωπα σκοτεινά• τοὺς ρίχνουν λάσπη• μὲ λόγια λαϊκίστικα• μὲ βωμολοχίες καὶ μὲ αἰσχρολογίες κ.α.
• Τέλος, οἱ Ἀρειανοὶ «περιέρχονται»[24] τὶς πόλεις, (καὶ ποῦ δὲν τρέχουν!), μὲ ἕνα καὶ μόνο στόχο. Ψάχνουν νὰ ἀποκτήσουν, ἤ μὲ τὸ πρόσχημα τάχα φιλίας, ἤ στὸ ὄνομα τῆς τάχα ἐν Χριστῷ εἰρήνης, πάντοτε ὑποκριτικά, ἐπικοινωνία• γιὰ νὰ μποροῦν «γράμματα διδόναι καὶ λαμβάνειν»[25] (= νὰ κυκλοφοροῦν τὰ προπαγανδιστικά τους φυλλάδια)• γιὰ νὰ προσελκύουν στὴν αἵρεσή τους• πρὸς «τὸ ὑφαρπᾶσαι»[26] τοὺς ἀφελεῖς, ποὺ τοὺς ἀκοῦνε μὲ χριστιανικὴ ἁπλότητα!
• Καὶ γιὰ καλύτερη ἐπιτυχία, κάνουν καὶ ἐνέργειες ἀνεπίτρεπτες:
o βγάζουν στοὺς δρόμους, σὰν ὄργανα τῆς προπαγάνδας τους, νεαρὰ καὶ ὄμορφα κορίτσια[27]•
o ἐκφράζουν τὶς ἀπόψεις τους μὲ λόγια καὶ φράσεις τοῦ ὑπόκοσμου (Θάλεια)[28]•
o κάνουν ἔτσι τὴν πίστη περίγελω[29] στὰ πιὸ ἱερὰ καὶ εὐαίσθητα σημεῖα της• π.χ. στὸ: πῶς γέννησε ὁ Πατὴρ τὸν Υἱό Του!… Σὲ τί βαθμὸ εἶναι ὁ Υἱὸς υἱὸς τοῦ Πατέρα. Καὶ σὲ τί ἔκταση ἐπιτρέπεται, ἂν ἐπιτρέπεται, ἡ προσκύνησή Του… τὴν ὁποία «σμικρύνουν»[30] σὲ ἀπελπιστικὸ βαθμό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταντάει ἡ πίστη μας περίγελως τῶν ἀσεβῶν καὶ τῶν ἀθέων!…
Ἀναφωνεῖ ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος: Διδασκαλία φρενοβλαβής! Ἐπινόηση ἀνθρώπων ποὺ παίζουν μὲ τὶς ἅγιες Γραφὲς καὶ τὶς ἐξευτελίζουν[31].
Καὶ συνεχίζει:
Ὦ, τί θεομίσητη ἔπαρση! τί τρέλλα! τί θλιβερὴ κατάσταση κενοδοξίας ἔχει «δέσει» μέσα τους! τί σατανικὸ τὸ φρόνημά τους! Καὶ πόσο ἔπηξε μέσα τους! Καὶ ἔγινε μέσα τους πουρί, σκυρόδεμα-τσιμέντο!
Οἴμοι, εἰς ἃ ἐφθάσαμεν![32] Ποῦ καταντήσαμε!…
5. Γράφει ὁ σύγχρονος τοῦ ἁγίου Ἀλεξάνδρου, ὁ ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Ἀντιοχείας (324-332 μ.Χ.):
«Οἱ τῆς Ἀρείου θυμέλης μεσοχοροὶ» (= ἀρχιθεατρίνοι, ἀρχιμασκαράδες), «τὸ μὲν ἁμαρτίαν πεποιηκέναι τὸν Χριστὸν φράζουσι» (= τί ἀσέβεια, τί βλασφημία!). …τὸ δὲ «ὅτι Θεὸς ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων Ἑαυτῷ», οὔτε ἐν μνήμη φέρουσιν, οὔτε τοῖς τῆς γλώσσης ὀργάνοις ἐκφωνοῦσι»[33].
Αὐτὰ ἦταν τὰ «πνευματικὰ» κατορθώματα τῶν Ἀρειανῶν. Μία θλιβερὴ κατάπτωση.
Περιγράφοντάς την ἕνας μεγάλος ἐρευνητὴς της ὁ ἄγγλος θεολόγος John Newman[34], κατέληξε στὸ συμπέρασμα: Ἦταν μία αἵρεση ποὺ δὲν στηριζόταν στὶς ἅγιες Γραφές, ἀλλὰ στὸν «ὀρθὸ λόγο»• καὶ μάλιστα μὲ τρόπο ἐπιπόλαιο καὶ σοφιστικό• δηλαδή, ἦταν ἕνα τρελλὸ κατασκεύασμα, ἀνθρώπων ποὺ ἐφτίαχναν θρησκεία• ὄχι ἀνθρώπων, ποὺ πίστευαν καὶ ἀκολουθοῦσαν θρησκεία!
Φωτογραφία τῶν σημερινῶν αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν, οἱ τότε!
Αὐτὰ ἐκεῖνοι. Αὐτὰ πάνω κάτω, εἶναι ἐκεῖνα ποὺ κάνουν ὅλοι οἱ αἱρετικοί.
Β΄
Ἐμεῖς τί κάνουμε; Ποῖο τὸ χρέος μας; Ποιὰ ἡ εὐθύνη μας;
Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι ὑπέροχος ὁ ἀείμνηστος πατριάρχης.
Μᾶς τὸ τονίζει. Μᾶς προφωνεῖ.
1. Πρῶτο χρέος μας εἶναι ἡ ἀκριβὴς ἔκθεση τῆς Ὀρθῆς Πίστης. Καὶ ὁ ἴδιος τὸ κάνει. Μὲ θαυμάσιες παρατηρήσεις. Καὶ μὲ ἀληθινὰ ὀρθόδοξο ἦθος. Καὶ καταλήγει μὲ τὰ γεμάτα εἰρήνη λόγια του:
– «Ταῦτα διδάσκομεν. Ταῦτα κηρύττομεν. Ταῦτα τῆς Ἐκκλησίας τὰ ἀποστολικὰ δόγματα, ὑπὲρ ὧν καὶ ἀποθνήσκομεν»[35]. Αὐτὰ ἐπίστευαν καὶ ἐκήρυτταν οἱ ἅγιοι μάρτυρες. Μὴ συναρπάζεσθε. Μὴν ἀγωνιᾶτε. Μὴν ἀνησυχεῖτε. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι «μία• καὶ ἀκαθαίρετος μὲν ἀεί• κἄν πᾶς ὁ κόσμος αὐτὴ πολεμεῖν βουλεύηται• νικηφόρος δὲ ἀεὶ πάσης τῆς τῶν ἑτεροδόξων ἀσεβεστάτης ἐπαναστάσεως»[36].
Καὶ σὲ μία ὑπέροχη πατρικὴ ἀποστροφὴ του λέγει:
Προσέχετε. Θὰ ρθοῦν καὶ σὲ σᾶς! Καὶ στὴν δική σας παροικία!! Φροντίστε νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσετε ὀρθόδοξα[37]. Πρῶτο χρέος μας εἶναι ἡ καθαρὴ ὀρθόδοξη ὁμολογία. Καὶ ἡ ἀταλάντευτη ἐμμονὴ μας σ’ αὐτήν. Εἰπέτε τους μὲ εἰρήνη:
– «Ἡμεῖς οὕτω πιστεύομεν, ὡς τῇ καθολικῇ Ἐκκλησίᾳ δοκεῖ»[38]. Καὶ ἡ πίστις αὐτὴ πρέπει νὰ μένει «ἀπεριέργαστος»[39], «διὰ τὸ μὴ χωρεῖν τὴν λογικὴν φύσιν, τῆς πατρικῆς θεογονίας τὸ μέγεθος»[40].
Ἂς θυμηθοῦμε τὸ ὑπέροχο παράδειγμα τοῦ ὁσίου Ἀββᾶ Σισώη[41].
– Ἐπῆγαν στὸ κελλὶ του Ἀρειανοί. Καὶ ἄρχισαν νὰ καταλαλοῦν κατὰ τῶν ὀρθοδόξων!
Ὁ ἀββὰς Σισώης δὲν τοὺς ἀπάντησε. Ἁπλὰ εἶπε στὸν μαθητή του:
– Φέρε τὸ βιβλίο τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Καὶ διάβασέ τους το.
Καὶ ὅταν τελείωσε ἡ ἀνάγνωση, τοὺς εἶπε:
– Συμφωνεῖτε; Ὄχι; Ἄντε στὸ καλό.
Καὶ τοὺς ἀπέλυσε ἐν εἰρήνῃ. Ἤρεμα. Καὶ εἰρηνικά.
Ἀλήθεια, μπορεῖ, ἤ θὰ μπορέσει ποτὲ ἡ λογικὴ φύση, ὅσο δύναμη μυαλοῦ καὶ ἂν διαθέτει, νὰ εἰσδύσει στὸ μεγάλο ἐκεῖνο μυστήριο καὶ νὰ μᾶς εἰπεῖ, πῶς γέννησε ὁ ἄναρχος Πατέρας τὸν Υἱὸ[42];
Καὶ ἂν ὄντως «οὐ φέρει τὸ μυστήριον ἔρευναν, ἀλλὰ πίστει μόνη τοῦτο κηρύττομεν»[43], μπορεῖ νὰ φαντασθῆ κανείς, πιὸ ντόμπρα καὶ πιὸ γνήσια διακήρυξη, ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ τρισμακάριου πατριάρχη μας:
«Εἰ τὶς ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ’ ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω• κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εἶναι προσποιῆται• ἀλλὰ καὶ εἴ τις ἐτεροδιδασκαλεῖ καὶ μὴ προσέρχηται τοῖς ὑγιαίνουσι λόγοις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῇ κατ’ εὐσέβειαν διδασκαλίᾳ, τετύφωται μηδὲν ἐπιστάμενος»[44].
Καὶ τοὺς ἐξορκίζει:
– Μὴ τοὺς δέχεσθε. Μὴ τοὺς ἀκοῦτε. «Πάντα γὰρ οἱ γόητες ψεύδονται. Καὶ ἀλήθειαν οὐ μὴ λαλήσουσι»[45]. Ἴσια δὲν μιλᾶνε ποτέ.
2. Δεύτερο χρέος μας εἶναι νὰ τὸ θυμόμαστε ἐμεῖς, καὶ νὰ τὸ θυμίζουμε στοὺς ἄλλους, ὅτι οἱ Ἀρειανοί, γιὰ τὴν καλλιέλαιο Ἐκκλησία, εἶναι ξένα κεκρυμμένα «μοσχεύματα»[46]• καὶ πῶς νὰ τὸ κρύψουν, ἀφοῦ δὲν ἔχουν καὶ δὲν κάνουν ποτὲ καμμιὰ ἀναφορὰ στὸ παρελθόν, στὴν παράδοση, στοὺς «ἀρχαίους»[47], στοὺς ἀποστόλους! Δὲν τὸ ἀνέχονται νὰ θεωρηθοῦν ἴσοι μὲ ἐκείνους! Καὶ νά …«φορτωθοῦν» τὰ λάθη τους! Πιστεύουν, ὅτι αὐτοὶ μόνοι κατανόησαν τὶς ἅγιες γραφὲς σωστὰ καὶ βρῆκαν τὸ σωστό τους νόημα! «Δογμάτων εὑρεταὶ λέγοντες εἶναι». Λὲς καὶ ἔγινε σ’ αὐτοὺς μία νέα πεντηκοστή, μία νέα θεϊκὴ ἀποκάλυψη• «ἄτε αὐτοῖς μόνοις ἀποκεκαλύφθαι λέγοντες»[48]!
Αὐτὴ ἡ νέα τους «ἀποκάλυψη», ἦταν μία νέα ἑρμηνευτικὴ μεθοδὸς δική τους, ποὺ τοὺς ἔδινε στόμα νὰ λένε τοὺς πιὸ ἀστείους ὀνειδισμούς, τὶς πιὸ «ἀχάριστες παροινίες»[49] ἐναντίον τῶν ὀρθοδόξων πατέρων, χωρὶς νὰ κάνουν ποτὲ πίσω. «Καὶ οὐ παραιτοῦνται λέγειν»[50]! Ἀφοῦ στόχος τους ἦταν πάντοτε ἡ ἐντύπωση καὶ ἐπιτυχία. Μία ταχτική, ποὺ τοὺς ἔκαμε νὰ καταντήσουν σὲ ἕναν παράξενο πνευματικὸ ἀμοραλισμό• καὶ σὲ ἠθικὴ καὶ πνευματικὴ καθίζηση• ψυχὲς παγωμένες• ἀποσυνδεδεμένες ἀπὸ τὴν ζῶσα πίστη στὸν Χριστό• καὶ ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ• ποὺ τὰ ἔβλεπαν ὅλα λογοκρατικὰ καὶ ἐγκεφαλικά• καὶ τὰ ἑρμήνευαν, ὅπως οἱ ἴδιοι ἤθελαν, μὲ τὴν δική τους κρίση.
3. Τρίτο χρέος μας εἶναι νὰ προσέχωμε τὸν ἑαυτό μας• νὰ μένωμε σταθεροί, ἑδραῖοι, ἀκλόνητοι στὴν ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωή, ποὺ εἶναι ὁ μεγαλύτερος πλοῦτος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ ἐγγύηση γιὰ μίμηση τοῦ Χριστοῦ.
Θυμηθῆτε. Εἴχαμε ἕναν παπά. Τὸν ἔλεγαν Κόλλουθο. Ἦταν καλὸς καὶ ἄξιος. Μὰ ἄφησε τὸ σπίτι τῆς ψυχῆς του ἀφύλακτο. Καὶ μπῆκαν μέσα ληστὲς-γαβαωνίτες λογισμοί. Καὶ παλάβωσε ἀπὸ τὸν πόθο γιὰ περισσότερο καμάρι καὶ γιὰ πιὸ πολλὰ λεφτά. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὰ δὲν τὰ σηκώνει ἡ Ἐκκλησία, ἔκαμε σχίσμα. Γιὰ νὰ ἔχει τὸ ἐλεύθερο, νὰ κάνει ὅ,τι θέλει! Καὶ οἱ Ἀρειανοὶ τὸν ζήλεψαν. Καὶ τὰ ἴδια κάνουν. Ἔτσι, καὶ ὁ Κόλλουθος ἔγινε ἀρχέτυπο γιὰ κακὴ ἅμιλλα!
Καὶ δυστυχῶς καὶ πολλοὶ ἄλλοι ρηχοὶ κληρικοί μας, καὶ τότε καὶ σήμερα, τὸν ἀκολουθοῦν• καὶ ποθοῦν νὰ παύσουν νὰ εἶναι «τῆς Ἐκκλησίας (= τῶν πνευματικῶν της νόμων) ὑποχείριοι»[51]! Καὶ ξεκινᾶνε φτιάχνοντας τὴν ὁμαδούλα τους: γιὰ νὰ ἐξελιχθοῦν εἰς «χριστομάχον ἐργαστήριον»[52], ποὺ ποδοπατοῦν τὸ γνήσιο ὀρθόδοξο ἦθος τῆς πτωχείας καὶ τῆς ταπεινώσεως• καὶ νὰ καταντήσουν τὶς συνάξεις τους «σπήλαια ληστῶν»[53]• δηλαδὴ συνάξεις ποὺ τρέφουν τὰ ἁμαρτωλὰ πάθη καὶ δημιουργοῦν θύματα• ὀπαδοὺς ἱκανοὺς γιὰ ὅλα• χωρὶς ἀναστολές• ὀσμὴ θανάτου• ἐκεῖ ποὺ ἔπρεπε νὰ μοσχοβολάει ἡ «ὀσμὴ ζωῆς ἐν Χριστῷ»[54].
Πόσο τὴν ἔχομε ἀνάγκη καὶ σήμερα τὴν παράκληση αὐτή, προτροπὴ καὶ νουθεσία τοῦ ἁγίου πατριάρχη μας Ἀλεξάνδρου!
4. Καὶ καταλήγει ὁ ἅγιος:
«Ταῦτα ἐκ μέρους ἐνεχάραξα τῇ ἐπιστολῇ μου• τὸ καθ’ ἕκαστον ἐπ’ ἀκριβείας γράφειν φορτικὸν ἡγησάμενος»[55].
Γι’ αὐτὸ καὶ ἐγώ, ἐπεξηγεῖ καὶ ἐπαναλαμβάνει, βλέποντας ὅτι κυριολεκτικὰ «οἰστρηλατοῦνται», ἀφοῦ μέσα τους ἐνεργεῖ ὁ διάβολος, καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἀκοῦνε τίποτε, «διανέστησα ἐμαυτὸν δηλῶσαι ὑμῖν τὴν τούτων ἀπιστίαν»[56]• γιὰ νὰ μὴν ἀναλάβετε, ἀπὸ ψευδεῖς εὐαισθησίες, λάθος πρωτοβουλίες• ποὺ δὲν θὰ ὁδηγήσουν πουθενὰ[57]!… Ἀφοῦ αὐτοὶ «ἀποσκιρτήσαντες πάσης εὐλαβείας πατοῦσι τὸν τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ φόβον»[58]. Καὶ ἄρα δὲν τοὺς συγκινεῖ τίποτε!
Ὑπάρχει χειρότερη κατάπτωση γιὰ χριστιανό, ἀπὸ τὸ νὰ ξεχνάει στὴν ζωὴ του τὴν εὐλάβεια; καὶ νὰ βλέπει ὅλα «τὰ δικά του» καλά;
Ἂν δὲν ἔσφαλλαν πνευματικά, ἂν δὲν εἶχαν τελείως ναυαγήσει πνευματικά, θὰ τὸ ἀποτολμοῦσαν ποτὲ νὰ σχίσουν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ; νὰ ἀποσχισθοῦν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ[59]; Ἀσφαλῶς ὄχι!
Τελικὴ παράκληση τοῦ ἁγίου Ἀλεξάνδρου: Σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφέ, «τούτους, τοὺς τοσαῦτα τολμήσαντας κατὰ Χριστοῦ• καὶ τὸν Χριστιανισμὸν διασύραντας• καὶ ἐπὶ δικαστηρίων ἐπιδεικτιᾶν φιλοτιμουμένους• (= ποὺ ἀκόμη καὶ στὰ δικαστήρια ἐπῆγαν γιὰ αὐτοπροβολή τους, γιὰ νὰ γίνει ντόρος γύρω ἀπὸ τὸ ὄνομά τους)• καὶ τὸ ἄρρητον μυστήριον τῆς τοῦ Χριστοῦ γενέσεως ἐκνευρίσαντας, ἀποστράφητε• (= ξεχάστε τους• ἀφῆστε τους στὴν ἄκρη)• καὶ «σύμψηφοι ἡμῖν γίνεσθε»[60]. Ἀκοῦστε με, ἂν θέλετε. Ἐξάντλησα, πρὸς τὴν κατεύθυνσή τους ὅλα τὰ μέσα, ποὺ εἶχα στὴν διάθεσή μου. Καὶ δὲν ἔκαμα τίποτε. Ἕνα, πιστεύω, εἶναι τὸ «λυσιφάρμακον»[61], μέσα στὴν κατάσταση ποὺ αὐτοὶ ἔχουν διαμορφώσει• καὶ ἐμεῖς τὴν ζοῦμε• ἕνα: «ἡ συγκατάθεσις τῶν συλλειτουργῶν»[62]: τὸ νὰ σταθῆτε κοντά μας• τὸ νὰ ἔχωμε ψυχικὴ καὶ πνευματικὴ ἑνότητα.
Εἶναι τὸ μόνο, ποὺ θὰ κάμει καὶ τοὺς βλαβέντες ἀπὸ αὐτούς, νὰ καταλάβουν τὸ λάθος τους. Μόνο ἡ πνευματική μας ἑνότητα θὰ τοὺς προβληματίσει. Γιατί αὐτὴ τοὺς λείπει.
* * *
Γράφει ἕνας σοφὸς ἄγγλος ἐρευνητὴς τοῦ ἀρειανισμοῦ:
Οἱ αἱρετικοὶ εἶναι δύο εἰδῶν:
• ἕνα ἄτομο μὲ λάθος ἀντίληψη ἐπάνω σὲ σημεῖα τῆς πίστης μας, ἐπειδὴ δὲν τὰ κατανόησε σωστά•
• ἕνας ἄνθρωπος, μὲ θράσος καὶ μὲ αὐτοπεποίθηση, ποὺ ὅ,τι τοὔρθει τὸ κάνει ζήτημα καὶ τὸ διδάσκει καὶ σὲ ἄλλους.
Ὁ πρῶτος εἶναι ἄξιος κατανόησης καὶ συμπάθειας• καὶ πρέπει νὰ τοῦ φερόμαστε μὲ πολὺ εὐγένεια καὶ καλωσύνη. Νὰ τὸν βοηθήσουμε νὰ σωθῆ.
Ὁ ἄλλος, δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ καλὴ μεταχείριση, ἀφοῦ κάνει τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου. Καὶ γι’ αὐτό, ὅταν ἡ πλάνη του βρίσκει καὶ κάποια ἀπήχηση σὲ ἄλλους, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχὴ πρέπει νὰ τὸν ἀντιμετωπίζει σὰν ἐνσαρκωμένο κακό!
Αὐτόν, ὅποιος τὸν μεταχειρίζεται μὲ καλωσύνη καὶ ἀνοχὴ τὸν βλάπτει, ἀφοῦ αὐτὸς μπορεῖ νὰ προκαλέσει ζημιὰ σὲ πολλὲς ψυχές.
Ἐκδήλωση σ’ αὐτὸν εὐσπλαγχνίας εἶναι κάτι τὸ ἐκκλησιαστικὰ ἐπικίνδυνο• καὶ γιὰ τὸν ἴδιον, μὴ ὠφέλιμο καὶ ἀφιλάνθρωπο[63].
Αὐτὰ ὁ Νιούμαν.
Ὅμως τὸ φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας δὲν τὸ ἐκφράζει ὁ Νιούμαν, ἀλλὰ οἱ εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ οἱ εὐχὲς λένε:
«Τοὺς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καὶ σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικῇ καὶ ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ. Καὶ τὰς τῶν αἱρέσεων ἐπαναστάσεις ταχέως κατάλυσον τῇ δυνάμει τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος»[64].
Ἡ αἵρεση καὶ τὸ σχίσμα εἶναι δαιμονικὴ σπορά. Καὶ ἀπαιτεῖ νὰ τὴν ἰδοῦμε, νὰ τὴν βλέπωμε, κατάματα! Ὡραιολογίες δὲν ὠφελοῦν. Τί εἶναι μᾶς τὸ λέγει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Οἱ αἱρετικοὶ εἶναι πεπλανημένοι. Δηλαδὴ πρόβατα ἀπολωλότα. Χρειάζονται ἀναζήτηση. Ὅπως ὁ καλὸς ποιμὴν ἀναζητεῖ τὸ πλανηθὲν πρόβατο. Μὲ ἀγάπη καὶ μὲ ταπείνωση. Καὶ μὲ τὴν ἀγωνία, μὴ στὴν προσπάθεια ἀποδοκιμασίας τῶν αἱρετικῶν ζιζανίων, ξεριζώνομε καὶ σίτο• δηλαδή, βλάπτομε καὶ σπρώχνομε στὴν ἀπώλεια καὶ ὀρθοδόξους.
Ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος λέγει: Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος δὲν γκρινιάζει• καὶ δὲν ἔρχεται ποτὲ σὲ ἀντιλογία μὲ κανέναν• ὄχι γιὰ προσωπικὰ του θέματα• ἀλλὰ οὔτε γιὰ τὴν πίστη[65].
Ταιριάζουν ἄραγε μὲ τὸ ἦθος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό, ἐνέργειες ποὺ θυμίζουν τὸν μεγάλο ἱεροεξεταστὴ καὶ τὴν ἱερὰ ἐξέταση;
[1] Εἰσήγηση στὴν Κ΄ Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη Ἐντεταλμένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ Ἱερῶν Μητροπόλεων γιὰ θέματα Αἱρέσεων καὶ Παραθρησκείας (Προκόπι Εὐβοίας, 3-6 Νοεμβρίου 2008).
[2] ΒΕΠ 18, 270, 38• 269, 22 ἐξ.
[3] Ματθ. 13, 24-26.
[4] Ματθ. 13, 27-30.
[5] Ἐξεδόθη μὲ πρωτοβουλία τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.
[6] Σοφ. Σολ. 3, 7.
[7] P.G. 19, 548-581, Β.Ε.Π. 18, 261-276.
[8] ε.α. σ. 261, 11.
[9] Βλ. Λεξικὸ Δημητράκου.
[10] ΒΕΠ 18, 261, 17.
[11] ἔ.ἀ. 261, 18.
[12] ἔ.ἀ. 262, 18.
[13] ἔ.ἀ. 262, 18-19.
[14] ἔ.ἀ. 262, 18.
[15] ἔ.ἀ. 261, 18.
[16] ἔ.ἀ. 262, 15-16.
[17] ἔ.ἀ. 261, 25-27.
[18] ἔ.ἀ. 267, 19.
[19] ἔ.ἀ. 262, 24.
[20] ἔ.ἀ. 262, 15-26• 270, 4.
[21] ἔ.ἀ. 262, 23-25.
[22] ἔ.ἀ. 262, 24.
[23] ἔ.ἀ. 270, 9-10• 262, 24.
[24] ἔ.ἀ. 270, 12-14.
[25] ἔ.ἀ. 270, 12-13.
[26] ἔ.ἀ. 261, 1-19.
[27] ἔ.ἀ. 262, 8-9.
[28] ἔ.ἀ. 262, 25. Ἐννοεῖ τὸ βιβλίο τοῦ Ἀρείου «Θάλεια».
[29] ἔ.ἀ. 262, 4• 262, 12-15.
[30] P.G. 19, 643 («ὡς τῆς προσκυνήσεως Χριστοῦ τὴν θεότητα σμικρύνοντας». Καὶ πολλὲς ἄλλες «ἄγραφες» κατὰ Χριστοῦ βλασφημίες. ΒΕΠ 12, 267, 37).
[31] ΒΕΠ 263, 13-14.
[32] ἔ.ἀ. 269, 4.
[33] ΒΕΠ 18, 323, 9-12.
[34] Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους θεολόγους τῆς Ὀξφόρδης (ΙΘ΄ αἰ.).
[35] ΒΕΠ 18, 269, 37 ἑξ.
[36] ἔ.ἀ. 269, 23-25.
[37] ἔ.ἀ. 261, 16.
[38] ἔ.ἀ. 268, 6.
[39] ἔ.ἀ. 268, 15-20.
[40] ἔ.ἀ. 268, 15-20.
[41] Γεροντικόν, ἀββᾶ Σισώη, κε΄
[42] ΒΕΠ 18, 268, 13-17
[43] Μηναῖον, Δεκ. κε΄, αἶνοι τρ. γ΄.
[44] ΒΕΠ 18, 270, 2-7.
[45] ἔ.ἀ. 270, 9-10.
[46] ἔ.ἀ. 266, 32-33.
[47] ἔ.ἀ. 267, 20-28. Καὶ ὄχι μόνο δὲν τὴν λαμβάνουν ὑπ ὄψη τους, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε τους βῆμα συλλαμβάνονται «πάσης τῆς ἀποστολικῆς δόξης κατηγοροῦντες» (ΒΕΠ 18, 261, 27-28).
[48] ἔ.ἀ. 267, 23-25.
[49] ἔ.ἀ. 267, 19.
[50] ἔ.ἀ. 267, 19.
[51] ἔ.ἀ. 261, 23-24.
[52] ἔ.ἀ. 261, 29.
[53] ἔ.ἀ. 261, 25.
[54] Β΄ Κορ. 2, 16
[55] ΒΕΠ 18, 269, 34-36.
[56] ἔ.ἀ. 262, 33-34.
[57] ἔ.ἀ. 262, 28-29.
[58] ἔ.ἀ. 261, 13-14.
[59] ἔ.ἀ. 262, 9-10.
[60] ἔ.ἀ. 270, 15-20.
[61] ΒΕΠ 18, 270, 29.
[62] ἔ.ἀ. 270, 30.
[63] Ἰω. Νιούμαν: Οἱ Ἀρειανοί, Κωνστ. 1890, σελ. 205-206.
[64] Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου, Εὐχὴ ἀναφορᾶς.
[65] Ἐφραὶμ Σύρου, Λόγος περὶ ταπεινώσεως.