Καρπούς ζητάς, Κύριε;
Με ένα δένδρο αρχίζει το δράμα του ανθρώπου. Με ένα δένδρο αρχίζει και η λύση του δράματος.
Το πρώτο ήταν μέσα στον παράδεισο. Ήταν το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού. Ήταν σαν ένα κόκκινο φανάρι που έβαλε ο Θεός ανάμεσα σε τόσα πράσινα φανάρια. Όλα τα επέτρεπε, ένα απαγόρευσε. Την απαγόρευση προτίμησε ο άνθρωπος. Έσπασε το κόκκινο φανάρι. Πήγε κόντρα στον Θεό. Τον καρπό του απαγορευμένου δοκίμασε. Τον καρπό που έκρυβε μέσα του την πίκρα, που προκαλούσε το θάνατο.
Το άλλο δένδρο, που φύτεψε πάλι ο Θεός, είναι ο σταυρός του Χριστού. Το φύτεψε έξω από τον παράδεισο αυτήν τη φορά και με αυτό έβαλε τον άνθρωπο ξανά μέσα στον παράδεισο.
Το πρώτο το πότισαν οι άνθρωποι με τα πικρά δάκρυα του πόνου και της θλίψεως. Το δεύτερο το πότισε ο Χριστός με το αίμα Του. Από το πρώτο προήλθε φαρμάκι, από το δεύτερο το φάρμακο.
Με ένα δένδρο αρχίζει και η Μ. Εβδομάδα. «ΤῇἉγίᾳ καί Μεγάλῃ Δευτέρᾳ μνείαν ποιούμεθα … τῆς ὑπό τοῦ Κυρίου καταρασθείσης καί ξηρανθείσης συκῆς».
Πεινασμένος ο Κύριος πλησίασε μια συκιά με πλούσιο φύλλωμα. Η συκιά όμως δεν εκπλήρωνε τον προορισμό της. Αναζήτησε τους καρπούς της ο Κύριος και δε βρήκε κανέναν.
Πεινασμένος και σήμερα ο Χριστός ψάχνει να βρει καρπούς στο πλατύφυλλο δένδρο της δήθεν χριστιανοσύνης μας, αναζητεί καρποφόρους χριστιανούς.
Καρπούς ζητάς, Κύριε, και μεις σου προσφέρουμε τα φυλλώματα μας.
Μας έχεις μπολιάσει με το ουράνιο μπόλιασμα της εν Χριστώ πίστεως, αλλά μέχρι σήμερα φτωχή είναι η καρποφορία μας.
Δώσε, Κύριε,η χάρη Σου να συντηρεί το δένδρο της ψυχής μας, το δάκρυ της μετάνοιας να το ποτίζει και ο αγώνας μας να δώσει καρπούς. Τη Μεγάλη Εβδομάδα, αλλά και πάντοτε.
«Τῆς ξηρανθείσης συκῆς διὰ τὴν ἀκαρπίαν, τὸ ἐπιτίμιον φοβηθέντες, ἀδελφοί, καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας, προσάξωμεν Χριστῷ, τῷ παρέχοντι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος»(Από τα απόστιχα της Μ. Δευτέρας).
Διασκευή από το βιβλίο “Στη Μεγάλη Εβδομάδα”,Αρχιμ. π. Δ. Αεράκη