Του Κων/νου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου -συγγραφέα
ΤΟ ΨΕΜΑ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΌΤΗΤΑ: Στην καθημερινή ζωή η έννοια του ψέματος συνδέεται με την πρόθεση εξαπάτησης. Ωστόσο αυτή είναι μόνο μια γενικότερη κατηγορία ψεμάτων. Ένας άνθρωπος λέει ένα ψέμα όταν προσπαθεί να πείσει κάποιον ότι αυτό που λέει είναι αλήθεια, ενώ ακόμη κι ο ίδιος έχει αμφιβολίες προς την αλήθεια της πρότασης ή γνωρίζει όντως ότι είναι αναληθής. Μια πρόταση μπορεί να εξεταστεί ως προς την αλήθεια της και να αποδειχτεί ψευδής ή αληθής.
Δεν είναι όμως απαραίτητο να αποδειχτεί κάτι ψευδές ώστε να χαρακτηριστεί ως ψέμα. Μια αληθινή πρόταση μπορεί τελικά να χαρακτηριστεί ψέμα όταν αυτός που την λέει έχει αμφιβολίες. Ακόμα και αν δεν έχει καμία αμφιβολία για κάποια πρόταση, η εξέταση της πρότασης και η αδυναμία να αποδειχτεί αληθής τότε καθιστούν την πρόταση ψέμα.
Παράδειγμα: Όταν κάποιος λέει ότι έχει μέσα στο δωμάτιο του έναν αόρατο άνθρωπο που κανείς δεν μπορεί να νιώσει ή να αντιληφθεί και είναι απολύτως σίγουρος ότι υπάρχει, επειδή αδυνατούμε με τα μέσα που διαθέτουμε να επαληθεύσουμε, αυτή τη πρόταση τότε χαρακτηρίζεται ως ψέμα. Μια ακόμα υποκατηγορία ψέματος εμφανίζεται όταν κάποιος εσκεμμένα δεν δίνει απαντήσεις σε ερωτήματα με σκοπό ή την ελπίδα το κοινό του να πιστέψει αυτό που ο ίδιος θέλει. Όταν, για παράδειγμα, ένας δημοσιογράφος ρωτάει έναν πολιτικό να διευκρινήσει κάποιες πτυχές σε ένα θέμα και ο πολιτικός εσκεμμένα αποφεύγει την απάντηση με σκοπό ο δημοσιογράφος να νομίζει ό,τι θέλει τότε η αρχική θέση του πολιτικού στο θέμα μπορεί να χαρακτηριστεί ψέμα. Τα ‘λευκά’ ψέματα είναι μια υποκατηγορία που φαινομενικά δεν έχουν κανέναν αρνητικό αντίκτυπο.
Είναι μικρά ψέματα που κάποιος μπορεί να πει, για να αποφύγει μια άβολη ή άχαρη κατάσταση. Όταν, γαι παράδειγμα, ένα παιδί δεν έχει φάει και η μητέρα του το ρωτάει αν έχει φάει, εκείνο απαντάει καταφατικά με σκοπό να βγει να παίξει. Η γνώση ότι κάποιος λέει τέτοιου είδους ψέματα τελικά δημιουργεί έλλειψη εμπιστοσύνης από το κοινωνικό σύνολο.
Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΣΟΦΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΨΕΜΑ: Ο Πλούταρχος εντοπίζοντας την προέλευση του ψέματος πίσω, στην παιδική ηλικία, προτείνει: “Εθίζειν (να συνηθίζουμε) τους παίδας τω ταληθεί λέγειν. Το γαρ ψεύδεσθαι δουλοπρεπές και πάσιν ανθρώποις ουκ άξιον μιμείσθαι.” (Ηθικά). Ο Πλάτων διακρίνοντας δύο κατηγορίες ψευτών έγραψε: “Ο εκούσια ψευδόμενος είναι αναξιόπιστος, ο δε ακουσίως είναι ανόητος”, ενώ ο Χίλων συνιστούσε: “Ψεύδος αισχύνου”, δηλαδή “να ντρέπεσαι να ψεύδεσαι”. Ο τραγικός Σοφοκλής πιο αισιόδοξα έλεγε: “Το ψέμα ποτέ δεν ζει για να γεράσει”. Ο αυτοκράτορας–φιλόσοφος Μάρκος Αυρήλιος έβγαζε το ψεύδος από τον ανθρώπινο προορισμό, λέγοντας: “Μην κάνεις αυτό που απορρίπτει η συνείδησή σου και μη λες ψέματα. Τηρώντας αυτούς τους κανόνες θα εκπληρώσεις τον ανθρώπινο προορισμό σου”. Η νεότερη σοφία συνδέει στενά το ψεύδος με την πολιτική και τη διπλωματία. Έτσι ο Ντισραέλι έλεγε: “Διπλωματία είναι η ατμόσφαιρα της προμελετημένης ψευδολογίας”, ενώ ο Βολταίρος επισήμαινε: “Η πολιτική είναι η τέχνη της ψευδολογίας” και ο “πολύς” Βίσμαρκ έλεγε χαριεντολογώντας: “Καμιά φορά δε λένε τόσα ψέματα, όσα λένε στον καιρό του πολέμου, μετά από κυνήγι και πριν τις εκλογές”. Χαρακτηριστικότερη είναι η σχετική φράση του Αϊνστάιν: “Το ψέμα έγινε ευγένεια στα χέρια της πολιτικής”
Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΨΕΜΑ: “Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να ζει χωρίς να λέει ψέματα”, έγραψε ο Α. Καμύ, ενώ ο Α. Τσέχωφ έκανε ένα πολύ ζωντανό παραλληλισμό, λέγοντας: “Η ψείρα τρώει τα φυτά, η σκουριά το σίδερο, αλλά η ψευτιά την ψυχή”. Ο Τολστόι “βρίσκει” μιοα σπουδαία ψευτιά λέγοντας: “Η ξεσκεπασμένη ψευτιά είναι το ίδιο σπουδαία απόκτηση για το καλό της ανθρωπότητας, όπως και η πανηγυρική αλήθεια”, ενώ ο Μ. Γκόρκι δείχνει τα αταξικά χαρακτηριστικά του ψέματος: “Ψευτιά: η θρησκεία των σκλάβων και των αφεντικών. Αλήθεια: ο Θεός των ελεύθερων ανθρώπων”.
Η “ΑΝΩΘΕΝ” ΣΟΦΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΨΕΥΔΟΣ: Στο Χριστιανισμό το ψεύδος θεωρείται ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του κακού και της αμαρτίας. Γι’ αυτό ο ίδιος ο Κύριος λέει: “ εκείνος (ο διάβολος) εν τη αληθεία ουκ έστηκεν, ουκ έστι αλήθεια εν αυτώ … ψεύστης εστί και ο πατήρ αυτού (δηλ. Του ψεύδους0” (Ιωάν. η΄44). Το ψεύδοςλοιπόν έχει την αρχή του και την προέλευσή του στο αρχέκακο πνεύμα. Το ψεύδος συνίσταται είτε στην απόκρυψη της θείας αλήθειας είτε στη διαστροφή της. Αυτό το τελυταίο συνέβη και με την πρώτη ενέργεια του Διαβόλου στον Παράδεισο με σκοπό την παραπλάνηση του ανθρώπου στην απιστία και την απώλεια. Αντίθετα ο αναγεννημένος εν Χριστώ άνθρωπος μισεί και αποστρέφεται κάθε είδος ψεύδους ενώ ο λόγος του είναι “ναι, ναι ή ου, ου” (Μτθ. Ε΄27). Υπάρχουν όμως περιπτώσεις όπου το ψέμα σε ορισμένες εκφάνσεις επιβάλλεται ως ηθική αναγκαιότητα. Έτσι, ο πνευματικώς, όταν ερωτηθεί για τον εξομολογηθέντα σ’ αυτόν, έχει χρέος να αποκρύψει ό,τι γνωρίζει.με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να προφυλάξουμε κάποιο μυστικό από κάθε αδιακρισία. Αναλόγως σε ερωτήσεις μικρών παιδιών που δεν μπορούν να αντέξουν την αλήθεια, φερ’ επείν σε θάνατο προσφιλούς τους προσώπου, η αλήθεια μπορεί να επιφέρει ολέθρια αποτελέσματα. Όταν λοιπόν ομιλούμε για ψεύδος εννοούμε το ανήθικο ψεύδος που ε΄χει σκοπό να διαστρέψει συνειδητά την αλήθεια, είτε προς όφελος του ψευδόμενου, είτε προς ζημία του πλησίον. Έτσι το ψεύδος αυτό, σε αντίθεση με το προηγούμενο, τολεγόμενο αναγκαίο, χαρακτηρίζεται δόλιο και επινοήθηκε από τον διάβολο. Στην Π. Διαθήκη διαβάζουμε σχετικά: ¨ου ψευδομαρτυρύσεις κατά του πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδή” (Έξ. Κ΄16), ενώ ο σοφός Παροιμιαστής συμβουλεύει: “μάταιον λόγον και ψευδή μακράν μου ποίησον” (Παροιμ. λ΄8), και ο Σειράχ συμπληρώνει: “μη αροτρία ψεύδος επ’ αδελφώ σου μηδέ φίλω το όμοιον ποίει. Μη θέλε ψεύδεσθαι παν ψεύδος” (Σ. Σειρ. Ζ΄12,13). Ακόμη ο Προφητάνακτας Δαβίδ γράφει “απολείς πάντας τους λαλούντας το ψεύδος” (Ψ. ε΄7).Στην Κ. Διαθήκη ο Κύριος απαιτεί από τους μαθητές του με συνέπεια την αλήθεια( Μτθ. Ε΄33, κ.εξ.), ενώ ο Απ. Πάυλος καταδικάζει το ψεύδος ως ασυνεπές με την ιδιότητα του Χριστιανού (Κολοσ. Γ΄9 κ.εξ.) τονίζοντας πως ο πιστός που ενεδύθη τον Χριστόνδεν μπορεί να έχει τίποτα κοινό με το ψεύδος και συμβουλεύει: “ αποθέμενοι το ψεύδος λαλείτε αλήθειαν έκαστος μετά του πλησίον αυτού” (Εφεσ. Δ΄23-25). Ακόμη καιο Απ. Πέτρος χαρακτηρίζει το ψέμα του Ανανία και της Σαπφείρας ως πράξη στρεφόμενη κατά του Α. Πνεύματος (Πράξ. ε΄1 κ.έξ.). Στην Αποκάλυψη του Ιωάννου οι ψεύτες καταδικάζονται αυστηρότατα (Αποκ. Κα΄8). Από όλα τα προαναφερθέντα εδάφια της Α. Γραφής προκύπτει το συμπέρασμα ότι το ψεύδος, από τη φύση του, είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με το θέλημα του Θεού. Γι’ αυτό και ο πιστός πρέπει σταθερά να αντιτίθεται στο ψεύδος, διότι αυτό στην ουσία είναι άρνηση της αλήθειας. Επιπροσθέτως το ψέμα επιφέρει ολέθρια αποτελέσματα για τα άτομα αλλά και το σύνολο διότι αίρει την εμπιστοσύνη πάνω στην οποία στηρίζονται οι δεσμοί της κοινωνίας. Κατά τον Άγιο Εφραίμ το Σύρο: “Πολυμήχανος εστί και πολύτροπος ο ψεύστης, μείζον της πληγής ταύτης ουκεστί”. Κατά τη Κλίμακα του Ιωάννου το ψεύδος γεννάται “από την πολυλογία και τα ευτράπελα” ενώ προσθέτει: “Άλλος πάλι είπε ψεύδος χάριν της τρυφής, άλλος χάριν της φιληδονίας, κάποιος για να κάνει τοὺς άλλους να γελάσουν καὶ άλλος για να επιβουλευθεί καὶ κακοποιήση τον αδελφό του” (Κλίμαξ 12,6). Μορφές ψεύδους είναι η υποκρισία και η κολακεία κολακεία, διότι οι μεν κόλακες εκμεταλευόμενοι τη ματαιοδοξία και το ναρκισσισμό μερικών ελαφρόμυαλων εξυμνούν τις ανύπαρκτες αρετές ή ικανότητές τους, οι δε υποκριτές προσποιοούμενοι ότι αναγνωρίζουν την αξία των άλλων κερδίζουν την εμπιστοσύνη τους, αλλά προξενούν την αποστροφή, ακόμη και την αηδία, ιδιαίτερα όταν η υποκρισία συναντιέται σε θρησκευτικούς τύπους που υποκρίνονται τους ευσεβείς. Γράφει σχετικά ο Α. Ιωάννης Σιναϊτης: “Η υποκρισία είναι πολλὲς φορὲς μητέρα και αιτία του ψεύδους. Τίποτε άλλο, λέγουνμερικοί, δεν είναι η υποκρισία, παρὰ μελέτη και δημιουργὸς του ψεύδους που έχει μαζί της συμπεπλεγμένο τὸν ένοχο και άξιο τιμωρίας όρκο.” (Κλίμαξ 12, 5)
ΕΠΙΜΥΘΙΟ: “Το νήπιο δε γνωρίζει το ψεύδος. Ομοίως και η ψυχὴ που δεν έχει πονηρία.” (Κλίμαξ 12,8)