῞Ενας γέροντας χωρικός ἔθαβε κάποτε στήν ἄκρη τοῦ περιβολιοῦ του τό γαϊδουράκι του πού τοῦ εἶχε ψοφήσει…



Κάποιος ὅμως νεαρός ἄπιστος πού περνοῦσε ἐκείνη τήν ὥρα ἀπό τόν δρόμο θέλησε νά τόν πειράξει.

– Μπράβο, μπάρμπα-Θωμᾶ, τοῦ εἶπε. ῎Ανθρωπος τοῦ Θεοῦ ἐσύ, ποτέ δέν τό περίμενα νά θάβεις τό γαϊδούρι σου χωρίς νά τό πᾶς στήν ᾽Εκκλησία γιά νά σοῦ τό διαβάσουν οἱ παπάδες.

Κι ὁ γεροθυμόσοφος τοῦ ἀπάντησε:


– Μά, τό γαϊδούρι μου τό θάβω χωρίς παπά, διότι, βρέ, παιδί μου, δέν πίστευε στόν Θεό σάν καί σένα καλή ὥρα…

(Από τό βιβλίο τοῦ Κ. Κούρκουλα, ῾ΨΙΧΙΑ ΑΠΟ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ’)