Πολλές δυστυχώς οί θλίψεις στή ζωή μας: φτώχεια, στέρηση, αποτυχία, συκοφαντία, άδικία, εκμετάλλευση, έγκατάλειψη, ασθένεια, θάνατος. Όλα αύτά στενοχωροϋν τήν ψυχή μας, κάνουν πικρή, κατάπικρη, συχνά καί μαύρη τή ζωή μας. Πόσες φορές λέμε, «δέν άντέχω άλλο», «δέν μπορώ πιά», «έφθασα στά όριά μου»! Νά βρισκόταν κάποιος νά μέ στηρίξει στή θλίψη μου, νά μέ βοηθήσει νά ξεπεράσω τή δοκιμασία, νά μέ λυτρώσει τελικά άπ’ όλα τά βάσανά μου…
Ό Δαβίδ, πού πέρασε μέ πολλές θλίψεις καί περιπέτειες τή ζωή του, στον 33ο Ψαλμό ύμνεΐ μέ βαθιά καί ειλικρινή εύγνωμοσύνη τόν Κύριο, διότι ’Εκείνος εισακούει τις δεήσεις τών πτωχών, τών ταπεινών καί άδυνάτων άνθρώπων, πού μέ έμπιστοσύνη στή δύναμη καί τήν άγάπη του καταφεύγουν σ’ Αύτόν καί ζητούν τή βοήθειά του. Καί μέ πολλούς καί θαυμαστούς τρόπους τούς άπαλλάσσει άπό τά δεινά τους καί τούς χαρίζει άδιατάρακτη εύτυχία. «Έκέκραξαν οί δίκαιοι, καί ό Κύριος είσήκουσεν αύτών, καί έκ πασών τών θλίψεων αύτών έρρύσατο αύτούς» (στίχ. 18). Απευθύνθηκαν στον Κύριο μέ κραυγή ισχυρή οί δίκαιοι άνθρωποι καί ό Κύριος τούς ακούσε μέ προσοχή καί έκπλήρωσε τά αίτήματά τους καί τούς γλύτωσε άπ’ όλες τις θλίψεις τους.
Είναι άλήθεια πού παρηγορεΐ, συγκινεΐ καί στηρίζει τις ψυχές μας, ότι ό Θεός τού ούρανοϋ, ό άπειρος, ό παντοδύναμος καί παντοκράτωρ Κύριος, Αύτός πού άκατάπαυστα Τόν ύμνοϋν μυριάδες άγγέλων, συγκαταβαίνει μέ άπέραντη άγάπη άπό τό ύψος τής άπροσίτου δόξης του νά εισακούει τις προσευχές τών μικρών άνθρώπων, νά άσχολεΐται μέ τις θλίψεις τους καί νά δίνει λύσεις στά προβλήματά τους.
Όλοι άσφαλώς έχουμε δει στή ζωή μας τό χέρι τού Θεού, ζήσαμε θαυμαστές καί σωτήριες έπεμβάσεις του στή ζωή μας. Άγγελο είχαμε, λέμε, άγιο είχαμε, πώς τά έφερε ό Θεός καί ξεφύγαμε έναν τόσο μεγάλο κίνδυνο! Πώς συνέβη έκείνη ή σύμπτωση καί τό ζήτημα πού μάς άπασχολοΰσε βασανιστικά, τακτοποιήθηκε τόσο άπλά καί άπροσδόκητα! Πώς, ένώ μάς είχαν άπογοητεύσει οί γιατροί, κατόπιν πήραν άλλη τροπή τά πράγματα καί άποκαταστάθηκε πλήρως ή υγεία! Πώς ένώ δέν είχαμε καμιά ελπίδα, ήλθε ή λύση στό πρόβλημά μας, ήλθε ό διορισμός, ήλθε ή αποκατάσταση τής αδικίας! Πώς όλα αύτά!
Υπάρχει Θεός, Πατέρας φιλάνθρωπος καί στοργικός, πού φροντίζει γιά τά κρίνα τού άγροΰ καί τά πετεινά τοΰ ούρανοϋ. Αύτός πολύ περισσότερο φροντίζει γιά τά λογικά του πλάσματα, τούς άνθρώπους, μάλιστα γιά έκείνους πού θέλουν νά είναι παιδιά του ύπάκουα καί προσπαθούν νά ζοΰν σύμφωνα μέ τό νόμο του καί άγωνίζονται νά συμμορφώνονται πάντοτε μέ τις έντολές του. «Έκέκραξαν οί δίκαιοι, καί ό Κύριος είσήκουσεν αύτών, καί έκ πασών τών θλίψεων αύτών έρρύσατο αύτούς». Ναί! Αύτή είναι ή άλήθεια. Αύτή είναι ή έμπειρία τών δικαίων, πού στις θλίψεις τους στρέφονται στόν Θεό καί μέ θερμές ικεσίες ζητούν τή βοήθειά του.
Όμως ύπάρχουν καί περιπτώσεις κατά τις όποιες οί θλίψεις παραμένουν, ή άδικία έπικρατεΐ καί μένει άτιμώρητη, ή άνέχεια έξακολουθεΐ νά μάς ταλαιπωρεί, ή άσθένεια νά μάς βασανίζει. Τί ισχύει τότε; Μάς ξέχασε ό Θεός; Δέν άκουσε τις προσευχές μας;
Τήν άπάντηση στό δύσκολο αύτό έρώτημα μάς τή δίνει ό Μέγας Βασίλειος καθώς σχολιάζει τόν ψαλμικό στίχο πού άναλύουμε: “Έκέκραξαν οί δίκαιοι”· ούδέν μικροπρεπές, ούδέ γήινον, ούδέ ταπεινόν έπεζήτησαν. Διά τούτο αύτών παρεδέξατο τήν φωνήν ό Κύριος, “καί έκ πασών τών θλίψεων αύτών έρρύσατο αύτούς”. Ού τοσοϋτον άπολύων αύτούς τών οχληρών, όσον κρείττονας τών συμβαινόντων κατασκευάζων». «Έκέκραξαν» οί δίκαιοι άνθρωποι καί δέν ζήτησαν άπό τόν Θεό κάτι μικρό, γήινο
καί άσήμαντο. ΓΓ αύτό άκουσε τή φωνή τους ό Κύριος καί τούς έσωσε άπ’ όλες τις θλίψεις τους. «Όχι τόσο μέ τό νά τούς άπαλλάξει άπ’ όσα τούς ένοχλοΰν, άλλά μέ τό νά τούς καταστήσει άνωτέρους τών δοκιμασιών πού τούς βασανίζουν.
Δέν είναι δύσκολο γιά τόν Θεό νά μάς κάνει όλους πλούσιους. Είναι όμως πολύ άνώτερο νά μάς δίνει τή δύναμη νά άντέχουμε τή στέρηση. Μπορεί σέ μιά στιγμή νά μάς απαλλάξει άπό μιά βαριά άσθένεια. Είναι όμως πολύ θαυμαστότερο νά μάς χαρίζει ύπομονή, έλπίδα καί διάθεση δοξολογίας μέσα στούς πόνους μας. Μπορεί άκόμη νά μάς χαρίζει παράταση ζωής καί νά μάς λυτρώνει άπό τό θάνατο. Είναι όμως πολύ άνώτερο νά μάς οπλίζει μέ άφοβία καί θάρρος μπροστά στό θάνατο καί νά στολίζει τήν ψυχή μας μέ τόν πόθο τής αιωνίου ζωής. Είναι πολύ άπλό γιά Εκείνον νά μάς άπαλλάξει άπό μιά άδικία. Δέν είναι όμως πολύ πιό ύπέροχο νά μπορεί ό άδικημένος, μέ τή δύναμη τού Θεού, νά σηκώνει τήν άδικία, νά συγχωρεΐ αύτούς πού τόν άδικοΰν, νά προσεύχεται γιά τούς έχθρούς του καί νά κερδίζει τόν Παράδεισο μέ τήν ταπείνωση καί τήν άνεξικακία του, συγχρόνως δέ νά διδάσκει μέ τόν τρόπο του αύτούς πού τόν άδικοΰν;
Νά εύγνωμονοΰμε τόν άγιο Θεό όταν μάς λυτρώνει άμεσα άπό τις θλίψεις μας. Νά Τόν δοξάζουμε πολύ περισσότερο όταν μάς δίνει τή δύναμη νά τις άντέχουμε. Καί νά Τόν εύχαριστοϋμε πού μέσα στό καμίνι τών θλίψεων καθαρίζει τις ψυχές μας καί τις έτοιμάζει γιά τήν αιώνια δόξα καί χαρά τής Βασιλείας του, όπου δέν θά ύπάρχει καμία λύπη, κανείς πόνος ή στεναγμός, άλλά ζωή άτελεύτητης χαράς.