Ο Αρχιερεύς προσεύχεται στον Θεό για τον εγκαινιασμό του Ιερού Ναού συγχρόνως δέεται προς τον Θεό και για τον εγκαινιασμό των ανθρώπων
μέσα στον χώρο της καρδιάς:
«και κατάπεμψον το πανάγιόν σου Πνεύμα εφ’ ημάς, και επί την κληρονομίαν σου, και κατά τον θείον Δαυίδ, εγκαίνισον εν ταις καρδίαις ημών πνεύμα ευθές, και πνεύματι ηγεμονικώ στήριξον ημάς».
Σε άλλη ευχή παρακαλεί για τον ανακαινισμό του ναού ώστε μέσα σε αυτόν να γίνουν..
οι πιστοί μέτοχοι του Αγίου Πνεύματος, και να τελούνται μέσα στο βάθος της καρδιάς οι νοερές θυσίες, δια της καθάρσεως του νου:
«..φυλάττων αυτόν (τον Ναόν) έως της των αιώνων συντελείας, και τω Πνεύματί σου τω Αγίω τούτον εγκαινίσης, ως αν εν αυτώ τας αναιμάκτους θυσίας, προσφέροντές σοι, μέτοχοι γενώμεθα του Αγίου Πνεύματος, εγκαινισθέντος εν τοις εγκάτοις ημών, και το της διανοίας ημών ηγεμονικόν στηρίζοντος, και παρέχοντος μυστικώς τας νοεράς θυσίας, δια της καθάρσεως του νοός, προσφέρειν σοι τω Δεσπότη Θεώ».
Εδώ σαφέστατα γίνεται λόγος για την πνευματική ιερωσύνη, για την ιερουργία του νοός στην καρδιά, με την κάθαρση της καρδιάς, πράγμα που είναι η ουσία της νηπτικής θεολογίας.
Διαβάζοντας ακόμη κανείς τις ευχές της μεταλήψεως του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, που συμπεριλαμβάνονται μέσα στις ευχές της θείας Λειτουργίας, αλλά και στην ακολουθία της Μεταλήψεως συναντά όλην την ησυχαστική πράξη ως προϋπόθεση της θείας Κοινωνίας.
Είναι χαρακτηριστική η ευχή: «καταξίωσον ημάς μεταλαβείν των επουρανίων σου και φρικτών Μυστηρίων ταύτης της ιεράς και πνευματικής Τραπέζης, μετά καθαρού συνειδότος, εις άφεσιν αμαρτιών, εις συγχώρησιν πλημμελημάτων, εις Πνεύματος Αγίου κοινωνίαν, εις Βασιλείας ουρανών κληρονομίαν, εις παρρησίαν την προς σε, μη εις κρίμα, η εις κατάκριμα».
Η κάθαρση του συνειδότος δεν είναι στιγμιαία, δηλαδή δεν γίνεται εκείνη την στιγμή, αλλά προϋποθέτει αγώνα καθάρσεως και αυτό είναι απαραίτητο για την θεία Κοινωνία για να μη γίνη «εις κρίμα ή κατάκριμα», αλλά «εις Πνεύματος Αγίου Κοινωνίαν, εις Βασιλείας ουρανών κληρονομίαν».
Χαρακτηριστική η ευχή προ της θείας Κοινωνίας του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου. Προηγείται η ταπείνωση, ο κόπος της ασκήσεως και έπειτα ζητά την άφεση των αμαρτιών…
ώστε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού να ενεργήσουν την θέωση και τον αγιασμό:
«Αλλ’ ελαίω συμπαθείας τους θερμώςμετανοούντας και καθαίρεις και λαμπρύνεις και φωτός ποιείς μετόχους, κοινωνούς Θεότητός σου εργαζόμενος αφθόνως, και, το ξένον και αγγέλοις και ανθρώπων διανοίαις, ομιλείς αυτοίς πολλάκις ώσπερ φίλοις σου γνησίοις».
Σε όλη την ευχή εκφράζονται η μετάνοια, τα δάκρυα, η συντετριμμένη ψυχή, αλλά συγχρόνως ο προσευχόμενος προσβλέπει και στην φιλανθρωπία του Θεού.
Ζητά το έλεος του Θεού, γιατί γνωρίζει ότι η θεία Κοινωνία ενεργεί ανάλογα με την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου, ήτοι καθαρίζει, λαμπρύνει (φωτίζει) και θεοποιεί:
Όλην αυτήν την ασκητική την βλέπουμε στην λατρεία της Εκκλησίας. Μελετώντας κανείς, για παράδειγμα, τα απολυτίκια σε διαφόρους Ιεράρχες βλέπει ποιός είναι ο σκοπός και το έργο των Αρχιερέων.
Οι καθημερινές ευχές της Εκκλησίας διαγράφουν αυτήν την πορεία του ανθρώπου από την κάθαρση, στον φωτισμό και την θέωση, που είναι η πραγματική θεραπεία του ανθρώπου.
Η διαχρονικότητα τού δόγματος τής Κάθαρσης, τού Φωτισμού και τής Θέωσης στην Ορθόδοξη Εκκλησία – Του Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιεροθέου.