Βρισκόμαστε στις αρχές του 1453, όπου έμελε να γίνουν οι τελευταίες στιγμές της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η λαμπρή αυτή αυτοκρατορία έχει συρρικνωθεί στην Κωνσταντινούπολη, στις περιοχές της Θράκης που βρίσκονται κοντά στην Βασιλεύουσα και σε ένα μεγάλο κομμάτι της Πελοποννήσου. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος είναι αυτοκράτορας. Ο τελευταίος, όπως έδειξε η ιστορία, αυτοκράτορας του Βυζαντίου.
Εδώ και δυο χρόνια, κεφαλή των Τούρκων είναι ο Μωάμεθ ο δεύτερος, όπου σε ηλικία μόλις 21 ετών, έχει κάνει σκοπό της ζωής του την εξάπλωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τροχοπέδη στα σχέδια του είναι η Κωνσταντινούπολη και έτσι όλες του οι προσπάθειες συγκεντρώνονται στην κατάληψη της.
Ήδη, μετά από εντολές του, έχει χτιστεί ένα φρούριο στα βόρεια της Πόλης, στο πιο στενό σημείο του Βοσπόρου. Το φρούριο αυτό ονομάστηκε Ρούμελι- Χισάρ. Η θέση του φρουρίου αυτού, το καθιστά χρήσιμο στον Μωάμεθ για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι μέσω αυτού ελέγχει την διέλευση των πλοίων από τον Βόσπορο και έτσι έχει την δυνατότητα, όποτε θελήσει, να απαγορεύσει την προσέγγιση πλοίων στην Πόλη από την Μαύρη Θάλασσα. Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο του είναι χρήσιμο το Ρούμελι- Χισάρ, είναι ότι από αυτό εφορμούν Τούρκοι στις περιοχές γύρω από την Κωνσταντινούπολη, τις λεηλατούν και τρομοκρατούν τους κατοίκους αυτών.
Αυτές οι ενέργειες των Τούρκων ανάγκασαν τον Παλαιολόγο να μαζέψει τους κατοίκους των περιοχών αυτών, μέσα από τα τείχη της Βασιλεύουσας και να ξεκινήσει τις ετοιμασίες για την πολιορκία που θα υφίσταντο η Πόλη, όπως διαφαινόταν στον ορίζοντα. Ανάμεσα στις ετοιμασίες αυτές ήταν η συγκέντρωση όσο περισσοτέρων τροφίμων μπορούσαν να μαζευτούν, η επισκευή των τειχών, το κλείσιμο του Κεράτιου με την αλυσίδα και η αποστολή επιστολών στην Δύση με τις οποίες ζητούσε βοήθεια. Μια βοήθεια που, δυστυχώς, δεν στάλθηκε ποτέ στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι ετοίμασε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος την Πόλη. Αξιοσημείωτο είναι ότι πολλά από τα εκκλησιαστικά κειμήλια χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή νομισμάτων. Με τα νομίσματα αυτά έγινε η πληρωμή των στρατιωτών και η κάλυψη των εξόδων προετοιμασίας της Βασιλεύουσας.
Ο Μωάμεθ, που στην ιστορία έμεινε με το όνομα Μωάμεθ ο Πορθητής, έκανε τις δικές του ετοιμασίες. Εκτός από την κατασκευή του Ρούμελι- Χισάρ, το φθινόπωρο του 1452, λίγους μήνες δηλαδή πριν την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, έστειλε μέρος του στρατού του στην Πελοπόννησο. Σκοπός αυτού του στρατού, ήταν να απασχολήσει τους εκεί Έλληνες ώστε να μην μπορούν να στείλουν βοήθεια στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και στους υπερασπιστές της Πόλης. Ο Μωάμεθ, όμως, δεν σταμάτησε εδώ. Την ίδια εποχή που έστειλε στρατό στον Μοριά, προσέλαβε ένα Ούγγρο τεχνίτη και του ανάθεσε την κατασκευή ενός τεράστιου, για την εποχή, κανονιού. Διάφορες πηγές αναφέρουν ότι αυτό το κανόνι μπορούσε να εκτοξεύσει βλήματα βάρους 544 κιλών. Ενδεικτικό του μεγέθους του, είναι το ότι για να συρθεί χρησιμοποιούνταν 30 βοϊδάμαξες και 500 άντρες.
Στις αρχές του 1453 αρχίζουν να συγκεντρώνονται τα τουρκικά στρατεύματα γύρω από την Πόλη. Τον αποκλεισμό της από την θάλασσα, αναλαμβάνουν 400 τουρκικά πλοία. Το δε μεγάλο κανόνι στήνεται απέναντι από την Πύλη του Ρωμανού. Επίσημα η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης ξεκίνησε στις αρχές Απριλίου του 1453.
Μέσα στην Πόλη βρίσκονται 50.000 ψυχές. Οι στρατιώτες είναι 7.000, και σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται 2.000 ξένοι. Έξω από την Κωνσταντινούπολη έχει συγκεντρωθεί πολλαπλάσιος αριθμός Τούρκων στρατιωτών. Ακριβής αριθμός δεν υπάρχει, αλλά πιθανολογείται ότι ήταν μεταξύ 250.000 και 400.000. Μαζί τους έχουν πολιορκητικές μηχανές, πύργους, σκάλες και φυσικά κανόνια. Κανόνια που ξεκινούν να σφυροκοπούν τα τείχη της Κωνσταντινούπολης.
Οι υπερασπιστές της Βασιλεύουσας με την βοήθεια του άμαχου πληθυσμού της, επισκευάζουν κάθε βράδυ, τις ζημιές στα τείχη που έχουν κάνει τα κανόνια του Μωάμεθ, κατά την διάρκεια της ημέρας. Αυτό όμως είναι κάτι που γίνεται όλο και πιο δύσκολα και ταυτόχρονα όλο και πιο αναποτελεσματικά.
Έτσι κυλούν οι μέρες ως τις 21 Μαΐου, όπου ο Μωάμεθ ο Πορθητής, προτείνει στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να παραδώσει την Πόλη. Ο Κωνσταντίνος δεν αποδέχεται την πρόταση και από το σημείο αυτό, για οκτώ συνεχείς ημέρες, τα Τούρκικα κανόνια βάλουν ακατάπαυτα τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Το μεγάλο κανόνι έχει καταστρέψει τα τείχη στην Πύλη του Ρωμανού σχεδόν ολοκληρωτικά. Αυτό το σημείο των τειχών υπερασπίζεται μεταξύ άλλων και ο ίδιος ο Παλαιολόγος.
Την 28η Μαΐου τελείται Θεία Λειτουργία στην Αγία Σοφία. Ο Αυτοκράτορας, όπως και άλλοι υπερασπιστές της Πόλης, λαμβάνουν την Θεία Κοινωνία. Το ίδιο βράδυ, και πιο συγκεκριμένα τις πρώτες ώρες της Τρίτης 29 Μαΐου του 1453, αρχίζει η μεγάλη επίθεση του Μωάμεθ. Ο Παλαιολόγος θα αφήσει την τελευταία του πνοή πάνω στα τείχη, υπερασπιζόμενος την Βασιλεύουσα. Η Κωνσταντινούπολη, την ημέρα αυτή πέφτει στα χέρια των Τούρκων.
Για τρία μερόνυχτα, όπως τους είχε υποσχεθεί ο Μωάμεθ, οι Τούρκοι λεηλάτησαν την Πόλη. Έκαψαν, κατάστρεψαν, βίασαν και δολοφόνησαν μέχρι που ελάχιστα πράγματα έμειναν στην Πόλη που να θυμίζουν την προηγούμενη αίγλη και ομορφιά της. Ενδεικτικό των τουρκικών βιαιοπραγιών είναι ο σφαγιασμός των Ελλήνων που είχαν καταφύγει στην Αγιά Σοφιά τις ώρες εκείνες. Οι Τούρκοι στρατιώτες, έσπασαν τις πόρτες του ναού και μέσα στον ιερό αυτό χώρο αφαίρεσαν τις ζωές δεκάδων αμάχων.
Μια παράδοση αναφέρει ότι την ώρα που εισέβαλαν οι Τούρκοι στην Αγιά Σοφιά τελούνταν Θεία Λειτουργία. Ο τοίχος, τότε, πίσω από την Αγία Τράπεζα άνοιξε και μέσα του εξαφανίστηκε ο Ιερέας. Όταν η Πόλη επιστρέψει σε χέρια Χριστιανών, ο Ιερέας θα ξαναβγεί από εκεί και θα συνεχίσει την Θεία Λειτουργία που άφησε στην μέση.
Ο Μωάμεθ, ξαναέκτισε την Κωνσταντινούπολη και μετέφερε εκεί την πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που μέχρι τότε ήταν η Ανδριανούπολη. Στην Πόλη, που οι Τούρκοι από τότε ονομάζουν Ινσταμπούλ (όνομα που προήλθε από την ελληνική φράση «εις την πόλιν»), μεταφέρθηκαν και εγκαταστάθηκαν άνθρωποι διαφόρων εθνικοτήτων. Όσο λαμπερά κι αν ήταν όμως τα οικοδομήματα του Μωάμεθ, η Κωνσταντινούπολη δεν απέκτησε ποτέ πια την αίγλη των Βυζαντινών χρόνων. Και αυτό γιατί στολίδια της δεν ήταν τα κτίρια. Στολίδι της ήταν το Φως του Χριστιανισμού και το Φως του Ελληνικού πνεύματος που την περιέβαλαν.
ΓΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΝΑ ΕΝΘΥΜΟΥΜΑΣΤΕ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ
Του Κωνσταντίνου Χολέβα, πολιτικού επιστήμονος
Πεντακόσια πενήντα χρόνια πέρασαν από την αποφράδα εκείνη ημέρα της 29ης Μαϊου 1453. Τότε που ακούστηκε η κραυγή “Εάλω η Πόλις” καί η Βασιλεύουσα, η Πόλη των Αγίων, των Αυτοκρατόρων και των θρύλων, πέρασε υπό την κατοχή του Οθωμανού δυνάστη. Ετσι άρχισε η Τουρκοκρατία. Το Γένος απεβίωσε, αλλά η Κωνσταντινούπολις και η Αγιά Σοφιά παραμένουν σε ξένα χέρια. Σήμερα τιμούμε τους πεσόντες κατά την πολιορκία και κατά την Άλωση, διαβάζουμε τους θρήνους και τους θρύλους, συγκινούμεθα και διδασκόμεθα. Διότι αυτή είναι η αξία της ιστορικής μνήμης. Να αποτελεί μάθημα ες αεί για τις νεώτερες και τις απερχόμενες γενιές.
1) Πρέπει να θυμόμαστε την Άλωση για να αποτίουμε ένα διαρκή και μεγάλο φόρο τιμής στο Βυζαντινό κράτος, την Ρωμανία όπως την αναφέρουν τα κείμενα της εποχής, το εκχριστιανισθέν Ρωμαϊκό κράτος του Ελληνικού Έθνους, όπως το χαρακτηρίζει ο νεώτερος βυζαντινολόγος Διονύσιος Ζακυνθηνός. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη Νέα Ρώμη άντεξε επί 11 αιώνες. Μετά την Άλωση από τους Σταυροφόρους το 1204 η εδαφική της έκταση και το σφρίγος της περιορίσθηκαν σημαντικά. Παρέμεινε όμως καθ’ όλη την διάρκεια του βίου της το κράτος στο οποίο πραγματοποιήθηκε η επιτυχής και δημιουργική συνάντηση Χριστιανισμού και Ελληνισμού. Η Ελληνορθόδοξη παράδοση υπήρξε το αποτέλεσμα αυτής της συναντήσεως και το Βυζάντιο την διέδωσε με ειρηνικό τρόπο στους γειτονικούς λαούς.
Αυτήν την ιεραποστολική δράση των Βυζαντινών προγόνων μας καταδεικνύουν και μαρτυρούν οι πολιτισμοί των σημερινών λαών της Ανατολικής Ευρώπης. Ο Ρώσος Πατριάρχης Αλέξιος παραδέχθηκε, όταν βρέθηκε το 1992 στην Αθήνα, ότι η Ρωσία είναι πνευματικό τέκνο του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού του Βυζαντίου. Ο Ρουμάνος Ιστορικός και πολιτικός του 20ου αιώνος Νικολάϊ Γιόργκα χαρακτήρισε την Μολδοβλαχία μετά την Άλωση ως “το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο”. Και το κυριλλικό ελληνογενές αλφάβητο που χρησιμοποιούν πολλοί σλαβικοί λαοί αποτελεί έμπρακτη επιβεβαίωση της ακτινοβολίας του Βυζαντινού πολιτισμού. Αυτόν, λοιπόν, τον πολιτισμό πρέπει να διδάσκουμε και να διδασκόμαστε εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες.
2) Πρέπει να θυμόμαστε την Άλωση, διότι μέσα από τις διηγήσεις των ιστορικών της εποχής ξετυλίγεται η Ελληνική Διάρκεια, η διαχρονική πορεία των αξιών του Ελληνισμού. Η συγκλονιστική ομιλία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στις 28 Μαϊου πριν από την τελική επίθεση των Οθωμανών μας διδάσκει γιατί αγωνιζόμαστε: Για την Πίστη, για την Πατρίδα, για τους συγγενείς μας. Προσθέτει και τον βασιλέα, διότι εκείνο ήταν το πολίτευμα της εποχής. Όμως το τρίπτυχο Πίστη, Πατρίδα, συγγενείς, που αναφέρει ο τελευταίος Αυτοκράτορας, μας συνδέει με τον όρκο των αρχαίων Αθηναίων εφήβων και με τον παιάνα των Σαλαμινομάχων, το “Ιτε παίδες Ελλήνων” και φθάνει αυτή η Ελληνική Διάρκεια μέχρι την προκήρυξη του Αλεξάνδρου Υψηλάντη, που έγραφε τον Φεβρουάριο του 1821 “Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος“, και μέχρι τά λόγια του Κολοκοτρώνη προς τους μαθητάς του πρώτου Γυμνασίου της Ελεύθερης πλέον Αθήνας: “Όταν πιάσαμε τ’ άρματα είπαμε πρώτα υπέρ Πίστεως και ύστερα υπέρ Πατρίδος” . Αυτές είναι οι διαχρονικές αξίες του Ελληνισμού. Αυτός ο ηθικός δεσμός ενώνει τον Παλαιολόγο με τους Σαλαμινομάχους και με τον Κολοκοτρόνη και με το 1940. Μαχόμεθα για την Πίστη, την Πατρίδα, την Οικογένεια όσο κι αν κάποιοι μας χαρακτηρίζουν ….αναχρονιστικούς. Τιμώντας την μνήμη των προδρόμων και των μαρτύρων της Ελληνικής Διαρκειας εμείς γι’ αυτά θα συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε!
3) Θυμόμαστε τα γεγονότα της εποχής πριν και γύρω από την άλωση, διότι μας διδάσκουν την πολύτιμη συμβολή της Ορθοδόξου εκκλησίας μας στην επιβίωση του Γένους μας. Λίγες δεκαετίες προ της αλώσεως είχαμε μία έντονη και αυταρχική παρέμβαση της τότε Πολιτείας προς την εκκλησία. Η αυτοκρατορική εξουσία πίστεψε -φευ!- ότι αν υπογράψουμε την υποταγή της Ορθοδοξίας στον Πάπα, θα έχουμε μεγάλη βοήθεια από την Δύση κατά των Οθωμανών. Το 1438 -39 στην Φερράρα και στην Φλωρεντία σύρθηκαν με πιέσεις και εξευτελισμούς οι εκκλησιαστικοί ηγέτες στην υπογραφή της ψευδοενώσεως των εκκλησιών. Ο Μάρκος ο Ευγενικός, Επίσκοπος Εφέσου, αρνήθηκε να υπογράψει και έσωσε την τιμή της εκκλησίας. Προσέξτε: Δεν αρνήθηκε να συζητήσει, διότι η Ορθοδοξία δεν αρνείται τον διάλογο. Αρνείται την υποταγή. Και από αυτούς που υπέγραψαν μία μεγάλη μορφή απέσυρε την υπογραφή της μόλις επέστεψε στην Κωνσταντινούπολη. Πρόκειται για τον Γεώργιο Σχολάριο, τον μετέπειτα Γεννάδιο, πρώτο Πατριάρχη μετά την Άλωση.
Ο λαός ακολούθησε τον Μάρκο και τον Σχολάριο. Οι ανθενωτικοί είχαν δίκαιο, διότι παρά την υπογραφή της ψευδοενώσεως τα καράβια του Πάπα δεν φάνηκαν ποτέ στην μαχόμενη Βασιλεύουσα. Ο Βρετανός ιστορικός Στήβεν Ράνσιμαν στο περισπούδαστο έργο του “Η Μεγάλη εκκλησία εν Αιχμαλωσία” δικαιώνει τους ανθενωτικούς λέγοντας ότι διάσωσαν την ενότητα της εκκλησίας και μόνον έτσι επεβίωσε ο Ελληνισμός. Και στο άλλο σπουδαίο έργο του, την “Άωση της Κωνσταντινουπόλως” διαψεύδει όλους τους επικριτές της εκκλησίας και του μοναχισμού τονίζοντας ότι στα θαλάσσια τείχη της Βασιλεύουσας έναν από τους πύργους τον υπεράσπιζαν Έλληνες μοναχοί.
4) Θυμόμαστε την Άλωση, διότι η ιστορία μας διδάσκει ότι όταν οι λίγοι αποφασίσουν να αντισταθούν κατά των πολλών, μπορεί να ηττηθούν πρόσκαιρα, αλλά τελικά σε βάθος χρόνου κερδίζουν. Η αντίσταση στα τείχη της Βασιλεύουσας των 5000 χιλιάδων Ελλήνων και των 2000 ξένων συμμάχων τους έμεινε στις ψυχές των υποδούλων ως τίτλος τιμής καί δέσμευση για νέους αγώνες. Η θυσία του Κωνσταντίνου Παλιολόγου στη πύλη του Ρωμανού έθεσε τις βάσεις για το 1821. Τα δεκάδες κινήματα των υποδούλων ετράφησαν από τους θρύλους του Μαρμαρωμένου Βασιλιά και της Κόκκινης Μηλιάς. Αν είχαν παραδοθεί την 29η Μαϊου 1453, δεν θα υπήρχε αντίσταση και εθνεγερσία. Η συνθηκολόγηση θα ήταν ανεξήτηλη ντροπή. Ενώ η ηρωϊκή άμυνα γέννησε την υπομονή, την ελπίδα, την προσδοκία. Αυτή την ελπίδα εκφράζει και ο Ποντιακός θρήνος:
“…Η Ρωμανία πέρασεν, Η Ρωμανία πόρθεν,
Η Ρωμανία κι αν πέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο…”
Άλλωστε και ο Θ. Κολοκοτρόνης έλεγε προς τους ξένους συνομιλητές του: “Ο βασιλεύς μας συνθήκην δεν έκαμε, η φρουρά του πολεμά ακόμη και το φρούριό του αντιστέκονται”. Και εξηγούσε ότι αναφερόταν στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, στους κλεφταρματολούς, στο Σούλι και στην Μάνη. Οι πεσόντες κατά την άλωση μας δόρησαν το δικαίωμα στην Μεγάλη ιδέα. Και χωρίς Μεγάλες ιδέες τα έθνη δεν πάνε μπροστά.
5) Η αντίσταση των τελευταίων μαχητών της Κωνσταντινουπόλεως και το “πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών” εμπνέει έκτοτε το ΟΧΙ του Ελληνισμού. Το 1940 κατά του Μουσσολίνι, το 1941 κατά του Χίτλερ, το 1955 στην Κύπρο κατά της αποικιοκρατίας και του αφελληνισμού. Σήμερα οφείλουμε να συνεχίζουμε να αντιστεκόμαστε με κάθε τρόπο.
Οι σημερινές αλώσεις είναι μικρές και καθημερινές. Άρα ύπουλες και εξίσου επικίνδυνες. Η υπονόμευση της γλώσσας μας, η άγνοια της ιστορίας μας, η ξενομανία, οι συκοφαντίες κατά της Ελληνορθοδόξου Παραδόσεώς μας, οι υποχωρήσεις απέναντι σε Τούρκους, Σκοπιανούς και Αλβανούς, όλα αυτά και πολλά άλλα αποτελούν μικρές αλώσεις που απαιτούν γνώση, αντίσταση και μαχητικότητα. Δεν αρνούμαστε την επικοινωνία και την συνεργασία με άλλους λαούς και πολιτισμούς. Ο Ελληνισμός ποτέ δε κλείστηκε στο καβούκι του. Θα αρνηθούμε όμως την αφομοίωση, την αλλοτρίωση, τις γκρίζες ζώνες στα εδάφη μας, στα πελάγη μας, στην Ταυτότητα μας και στις ταυτότητες μας. Θα αγωνισθούμε με όπλα πρωτίστως πνευματικά και ηθικά. Και θα διδασκόμαστε από την Παράδοση και το βίωμα της εκκλησίας μας. Η Άλωση και οι μετέπειτα εξελίξεις, μας διδάσκουν ότι τελικά επιβιώσαμε μέχρι σήμερα χάρις στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Διότι η Ορθόδοξη Παράδοση είναι Σταυροαναστάσιμη. Μας θυμίζει ότι μετά την κάθε Σταύρωση του Γένους ακολουθεί η Ανάσταση. Αρκεί να το πιστέψουμε!
Πηγή: http://www.megarevma.net/Alosis.htm
Πάρθεν η Ρωμανία (Δημοτικό τραγούδι του Πόντου)
Έναν πουλίν, καλόν πουλίν εβγαίν’ από την Πόλην
ουδέ στ’ αμπέλια κόνεψεν ουδέ στα περιβόλια,
επήγεν και-ν εκόνεψεν α σου Ηλί’ τον κάστρον.
Εσείξεν τ’ έναν το φτερόν σο αίμα βουτεμένον,
εσείξεν τ’ άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον,
Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ’ ο μητροπολίτης
έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.
Σίτ’ αναγνώθ’ σίτε κλαίγει, σίτε κρούει την καρδίαν.
“Αλί εμάς και βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία!”
Μοιρολογούν τα εκκλησιάς, κλαίγνε τα μοναστήρια
κι ο Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται,
-Μη κλαίς, μη κλαίς Αϊ-Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι
-Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία ‘πάρθεν.
-Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.
Της Αγιά-ΣοφιάςΣημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη, σημαίνουν τα επουράνια,
σημαίνει κι η Αγιά Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι,
με τετρακόσια σήμαντρα, κι εξηνταδυό καμπάνες.
Κάθε καμπάνα και Παπάς, κάθε Παπάς και Διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης,
κι απ’ την πολλή την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνες.
Nα μπούνε στο Χερουβικό και να βγει ο Βασιλέας.
φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι απ’ αρχαγγέλου στόμα:
“Πάψετε το Χερουβικό, κι ας χαμηλώσουν τ’ Άγια,
παπάδες πάρτε τα ιερά, και σεις κεριά σβηστείτε,
γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει.
Μον’ στείλτε λόγο στη Φραγκιά να ‘ρθουνε τρία καράβια,
τό ‘να να πάρει το Σταυρό, και τ’ άλλο το Ευαγγέλιο,
το τρίτο το καλύτερο την Άγια Τράπεζά μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας τη μαγαρίσουν”.
H Δέσποινα εταράχτηκε, και δάκρυσαν οι εικόνες.
-Σώπασε Κυρά Δέσποινα, και μην πολυδακρύζεις,
πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας θα ‘ναι.
Ανακάλημα της Κωνσταντινούπολης
Θρήνος, κλαυθμός και οδυρμός και στεναγμός και λύπη,
θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις.
Εχάσασιν το σπίτιν τους, την Πόλην την αγία,
το θάρρος και το καύχημα και την απαντοχήν τους.
Τις το ‘πε, τος το μίλησε, πότ’ έρθεν το μαντάτο;
Καράβιν εκατέβαινε στα μέρη της Τενέδου
και κάτεργον το ηπάντησε, στέκει κι αναρωτά το:
-Καράβιν πόθεν έρχεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;
-Έρχομαι ακ τ’ ανάθεμα κι εκ το βαρύν το σκότος,
ακ την αστραποχάλαζην, ακ την ανεμοζάλην·
απέ την Πόλην έρχομαι, την αστραποκαμένην.
Εγώ γομάριν δε βαστώ, αμέ μαντάτα φέρνω·
κακά διά τους χριστιανούς, πικρά και δολωμένα·
οι Τούρκοι ότε ήρθασιν, επήρασιν την Πόλην,
απώλεσαν τους χριστιανούς, εκεί και πανταχόθε.
-Στάσου, καράβι, να χαρής, πάλι να σε ρωτήσω:
Εκεί ‘λαχε ο βασιλεύς, ο κύρης Κωνσταντίνος,
ο φρένιμος, ο δυνατός, ο περισσά ανδρειωμένος,
ο πράγος, ο καλόλογος, η φήμη των Ρωμαίων;
-Εκεί ‘λαχεν ο Δράγασης ο κακομοιριασμένος.