αββάς Ποιμήν ,ο 110ετής λύχνος της διακρίσεως

Τί σε νύν Ποιμήν ονομάσωμεν, μοναστών υπογραμμόν, καί ιαμάτων αυτουργόν, εγκρατείας ταίς πληγαίς, πάθη μαστίξαντα ψυχής, πολίτην, τών Αγγέλων καί συνόμιλον, τής άνω, μητροπόλεως οικήτορα, τών αρετών ενδιαίτημα, τόν τής ερήμου κοσμήτορα, ικέτευε, τού σωθήναι τάς ψυχάς ημών.


ΩΜΟΛΟΓΟΥΣΑΝ οι Πατέρες την ταπείνωση του Αββά Ποιμένος σ’ όλη του τη συμπεριφορά. Όταν αίφνης συζητούσε με τους Γέροντας, ποτέ δεν υποστήριζε τη δική του γνώμη. Υποχωρούσε κι επαινούσε την γνώμη των άλλων. Τους αδελφούς, που πήγαιναν να τον συμβουλευτούν, τους έστελνε πρώτα στον μεγαλύτερο αδελφό του, τον Αββά Ανούβ. Εκείνος πάλι τους ξανάστειλε πίσω στον Αββά Ποιμένα, λέγοντας τους, πως σ’ εκείνον έχει δώσει ο Θεός το χάρισμα να ξεκουράζη τις ψυχές.
Μπροστά στο μεγαλύτερο του αδελφό δεν άνοιγε ποτέ το στόμα του ο Αββάς Ποιμήν να μιλήση σε άνθρωπο. Στεκόταν παράμερα με σκυμμένο το κεφάλι από συστολή και σεβασμό.


ΕΝΑΣ αρχάριος Μοναχός ζήτησε από τον Αββά Ποιμένα να τον διδάξη πώς να ησυχάζη στο κελλί του.

– Εγώ, παιδί μου, του είπε ο Όσιος, στην ησυχία του κελλιού μου εξετάζω καλά τον εαυτό μου και βρίσκω πως είμαι άνθρωπος αμαρτωλός, βυθισμένος μέχρι το λαιμό στο βούρκο της ασωτίας και φορτωμένος δυσβάστακτο βάρος. Γι’ αυτό δεν παύω να φωνάζω μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής μου στον Πανοικτίρμονα Θεόν: «Κύριε, ελέησε με». Ο Μοναχός, που έχει τον Θεό διαρκώς μπροστά στα μάτια του, και στο κελλί του ακόμη κάθεται με συστολή και ευλάβεια και δεν πέφτει ποτέ σε σοβαρό παράπτωμα.
– Αν έλθη στο κελλί μου κάποιος αδελφός, που η συναναστροφή του δεν με ωφελεί, τί πρέπει να κάνω; ζήτησε να μάθη ο Μοναχός.
Εξέτασε καλά τον εαυτό σου, τον συμβούλεψε ο Όσιος, να ιδής τί σκέψεις είχες προτού σ’ επισκεφθή ο αδελφός, και είναι αδύνατο να μην ανακαλύψης πως εσύ είσαι ο αίτιος που δεν οικοδομείται και ο άλλος. Αν κάνης αυτό πάντοτε μ’ αληθινή ταπεινοφροσύνη, δεν θα κατηγορής τον πλησίον σου, αλλά τον εαυτό σου μόνον


ΟΤΑΝ μάθη ο άνθρωπος να μέμφεται τον εαυτό του, όπου κι αν βρεθή, έχει δύναμι να υπομένη, έλεγε συχνά ο όσιος Ποιμήν.
Και άλλοτε πάλι:
– Για να νοιώση καλά το γραφικό ρητό, «πάντα καθαρά τοις καθαροίς» πρέπει να αισθάνεται ο άνθρωπος τον εαυτό του χειρότερο από όλα τα κτίσματα.
– Πώς μπορώ να νοιώσω τον εαυτό μου χειρότερο από το φονιά; ρώτησε κάποιος αδελφός.
– Όταν ειπής στο λογισμό σου, εξήγησε ο Γέρων, πως αυτός έκανε μόνο αυτήν την αμαρτία, ενώ εγώ σκοτώνω κάθε μέρα συνανθρώπους μου με την προαίρεσι.


ΣΤΟΝ τόπο που θα καταδικασθή ο διάβολος, θα πάω κι εγώ, έλεγε ταπεινώνοντας τον εαυτόν του, ο Όσιος Ποιμήν.
Και άλλη φορά:
– Ο άνθρωπος έχει ανάγκη από ταπεινοφροσύνη και φόβο Θεού, όπως κι’ από τον αέρα που αναπνέει.
Σε άλλη πάλι περίστασι:
– Τα πιο χρήσιμα εργαλεία της ψυχής είναι η ταπεινοφροσύνη, η αυτοεξουθένωσις και η περιφρόνησις του ιδίου θελήματος.



Όταν αποφεύγει ο άνθρωπος τις πολλές κουβέντες, τις διαμάχες, την ταραχή και την σύγχυση, έλεγε ο Αββάς Ποιμήν, το Άγιον Πνεύμα επισκιάζει την ψυχή του και τότε, όσο στείρα κι αν είναι, θα βλαστήσει καρπούς πνευματικούς.


Κάποιος μοναχός ζήτησε από τον Όσιο Ποιμένα να του εξηγήσει τι ακριβώς είναι η μετάνοια.
-;Η μη επανάληψις της ίδιας αμαρτίας, αποκρίθηκε ο Όσιος .



«Για να διδάξει κανείς τον άλλον, πρέπει ο ίδιος να είναι υγιής ψυχικά και απαθής