Ὅταν τὰ παιδιὰ προχωροῦν στὴν ἡλικία καὶ εἰσέρχονται στὴν ἐφηβεία τους, τὰ προβλήματα ποὺ ἔχουν νὰ ἀντιμετωπίσουν οἱ γονεῖς εἶναι μεγαλύτερα καὶ δυσκολότερα. Τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία στὴ νεανικὴ δὲν εἶναι ἀνώδυνο οὔτε γι’ αὐτοὺς ποὺ τὸ ζοῦν οὔτε γιὰ τὸ περιβάλλον τους.
Τὰ παιδιὰ ποὺ μπαίνουν στὴν ἐφηβεία ὑφίστανται ραγδαία ψυχοσωματικὴ ἀλλαγή. Ἀναπτύσσεται ἀπότομα τὸ σῶμα, παρουσιάζει ἔντονα τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ φύλου, πλουτίζεται ὁ ψυχικὸς κόσμος, ὀξύνεται ἡ ἀντίληψη, ὡριμάζει καὶ βαθαίνει ἡ κρίση, δυναμώνει τὸ συναίσθημα, προβάλλεται τὸ ἐγώ. Μιὰ ἔκρηξη ζοῦν τὰ νέα παιδιὰ ποὺ περνοῦν αὐτὸ τὸ στάδιο τῆς ζωῆς καὶ ἀνακαλύπτουν ἕναν ἄλλο ἑαυτό. 


Πολλοὶ νέοι χάνουν τὸν ἔλεγχο σ’ αὐτὴ τὴν ἡλικία. Οἱ τρόποι τους, οἱ συμ­περιφορές τους, τὰ λόγια τους, οἱ φωνές τους συχνὰ εἶναι ὅλα ἔντονα, ἀπρόβλεπτα, ἀκραῖα. Μπορεῖ κάποτε νὰ ἀδρανοῦν ἐπὶ ὧρες, νὰ ὀνειροπολοῦν καὶ νὰ ταξιδεύουν σὲ κόσμους φανταστικούς. Ἄλλοτε πάλι δροῦν μὲ ἔντονους τρόπους, ἐνθουσιάζονται χωρὶς ἰδιαίτερο λόγο καὶ πάλι χωρὶς ἰδιαίτερο λόγο χάνουν τὴ διάθεσή τους καὶ ἀπογοητεύονται. Πολλὲς φορὲς γελοῦν χωρὶς αἰτία, κλαῖνε χωρὶς νὰ ξέρουν γιατί, αἰσθάνονται πὼς ὅλα τοὺς φταῖνε. Ἀντιδροῦν βίαια στοὺς γονεῖς καὶ τοὺς καθηγητές τους, δὲν δέχον­ται αὐθεντίες, ὅλους τοὺς κρίνουν, εἶναι ἕτοιμοι νὰ ἀπορρίψουν τὰ πάντα. Λίγα εἶναι τὰ παιδιὰ ποὺ θὰ περάσουν αὐτὸ τὸ ὁρμητικὸ ποτάμι χωρὶς δυσκολία, χωρὶς ἀπώλειες καὶ ἔντονους ἐσωτερικοὺς κραδασμούς.

Εἶναι ἐντυπωσιακὲς οἱ παρομοιώσεις ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γιὰ νὰ ἀποδώσει τὴν ἀναστάτωση τὴν ὁποία ὑφίστανται οἱ νέοι στὴν ἡλικία αὐτή. Παρομοιάζει τὴ νεότητα μὲ φωτιά, μὲ θάλασσα φουρτουνιασμένη ποὺ τὴν ταράζουν οἱ ἄνεμοι καὶ σηκώνει ἄγρια κύματα. «Πυρά τίς ἐστιν ἡ νεότης, καὶ πέλαγος κυμάτων γέμον καὶ πολλὰς ἔχον ἐπαναστάσεις» (PG 51, 323). Καὶ σὲ ἄλλη περίπτωση, ἀλλάζοντας τὴν εἰκόνα, θὰ πεῖ: «Καθάπερ τις ἵππος ἀδάμαστος, καθάπερ τι θηρίον ἀτίθασον, τοιοῦτόν ἐστιν ἡ νεότης» (PG 62, 546). Σὰν ἕνα ἄλογο ποὺ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ δαμάσει, σὰν ἕνα θηρίο ἀτίθασο, αὐτὸ εἶναι ἡ νεότητα!

Τὰ διαπιστώνουν ὅλα αὐτὰ οἱ γονεῖς ποὺ μεγαλώνουν παιδιὰ καὶ τὰ βλέπουν νὰ εἰσέρχονται στὰ δύσκολα χρόνια τῆς ἐφηβείας, καὶ ἀσφαλῶς συμφωνοῦν μὲ τὸν θεοφώτιστο Πατέρα ποὺ διαπιστώνει: «Χαλεπὸν ἡ νεότης, ὅτι εὐρίπιστον, εὐεξαπάτητον, εὐόλισθον» (PG 49, 21). Δύσκολη καὶ φοβερὴ κατάσταση ἡ νεότητα, διότι εὔκολα παρασύρεται, εὔκολα ἀπατᾶται, εὔκολα γλιστράει στὸ κακό.

Ἂν ὅλα αὐτὰ ἴσχυαν πάντοτε, τί θὰ ἔ­­πρεπε νὰ ποῦμε γιὰ τοὺς νέους ποὺ μεγαλώνουν σήμερα, στὸ σύγχρονο, ραγδαῖα μεταβαλλόμενο πρὸς τὸ χειρότερο κόσμο; Τί θὰ ἔλεγε σήμερα ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ἀντικρίζοντας τὴ σύγχρονη δραματικὴ κατάσταση; Ποιοὺς ­λόγους θὰ χρησιμοποιοῦσε γιὰ νὰ ­περιγράψει ἕναν κόσμο ποὺ βρίσκεται σὲ βαθιὰ σύγχυση καὶ εἶναι ὅσο ποτὲ ἄλλοτε ἀναστατωμένος, ποὺ παράγει μόνιμα καὶ μαζικὰ ἀναρχικοὺς καὶ ἐπαναστάτες;

Θὰ ἔπρεπε, ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα στὴ νεολαία μας, ἡ φωνή μας νὰ γίνεται λυγμός, καὶ ὅταν γράφουμε, ἡ πένα νὰ βουτάει στὸ δάκρυ τῆς ψυχῆς μας.

Διότι, ὅπως λέει πάλι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, στοὺς νέους εἶναι «χαλεπώτερος ὁ ὄλεθρος, βαθὺ τὸ βάραθρον». Ὁ νέος εἶναι «εὐέμπτωτος», πέφτει πιὸ ­εὔκολα «πρὸς θυμὸν καὶ πρὸς ἐπιθυμίας· διὸ καὶ πλείονος δεῖται τῆς φυλακῆς, σφοδρο­­τέρου τοῦ χαλινοῦ, ἀσφαλεστέρου τοῦ τειχίου καὶ τοῦ κωλύματος» (PG 54, 661). Χρειάζεται περισσότερη ­προστασία, ἰ­­­­σχυρότερο χαλινάρι, πιὸ ἀσφαλὲς προστατευτικὸ τοίχωμα καὶ ἐμπόδιο, γιὰ νὰ μὴν πέσει, νὰ μὴν κυριαρχηθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες τῆς ἁμαρτίας.

Ἡ τάση ποὺ παρουσιάζεται πολὺ δυνατὴ στὴν ἡλικία αὐτὴ γιὰ αὐτονόμηση, γιὰ ἐλευθερία καὶ ἀνεξαρτησία, οἱ ἔντονες ἐσωτερικὲς παρορμήσεις, ἡ ἕλξη πρὸς τὸ ἄλλο φύλο, οἱ προκλήσεις τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, οἱ ἐπιβουλὲς τῶν πονηρῶν δαιμόνων, ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀπὸ μέσα καὶ ἀπ’ ἔξω πολεμοῦν, προκαλοῦν σύγχυση στὴ σκέψη, ταράζουν τὴν ψυχή, θέτουν ὅλο τὸν ἄνθρωπο, τὸν νέο ἄνθρωπο, σὲ μεγάλη δοκιμασία, σὲ πρωτόγνωρη ταλαιπωρία.

Πραγματικά, ἡ εἴσοδος στὴν ­ἐφηβεία εἶναι ἐπικίνδυνη δοκιμασία, μάλιστα στὴν ἁμαρτωλὴ καὶ ἀποστατημένη ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐποχή μας. Γι’ αὐτὸ καὶ ­χρειάζεται πολλὴ προσπάθεια ἀπὸ τοὺς γονεῖς, προκειμένου νὰ βοηθήσουν τὰ παιδιά τους στὴ δύσκολη καὶ ἀποφασιστικὴ αὐ­τὴ καμπὴ τῆς ζωῆς τους. […] Τὰ παιδιά μας στὶς νεανικές τους δυσκολίες, στὶς «τρέλες» τῆς ἐφηβείας, δὲν θέλουν ἀντιπάλους ἀλ­λὰ βοηθούς. Δὲν χρειάζονται ­ἀστυνόμους ἀλλὰ στοργικοὺς γονεῖς γεμάτους κατανόηση καὶ ἀγάπη. Δὲν βοηθοῦνται τό­σο ἀπὸ συμβουλές, ὅσο ἔχουν ἀνάγκη νὰ στηρίζονται καὶ νὰ ὠφελοῦνται ἀπὸ προσ­ευχές.

Θὰ προσθέσουμε ὅμως καὶ κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει θάρρος καὶ αἰσιοδοξία στὴν προσπάθεια σωστῆς ἀγωγῆς τῶν ἐφήβων μας. Τὴν ἐφηβεία τῶν παιδιῶν μας δὲν πρέπει νὰ τὴ βλέπουμε μόνο μὲ ἀρνητικὴ διάθεση καὶ φόβο, σὰν μιὰ «τρέλα» ποὺ δὲν ξέρουμε πῶς νὰ τὴν ἀντιμετωπίσουμε. Ἡ ἐφηβεία ἔχει καὶ πολλὰ θετικὰ στοιχεῖα ποὺ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀξιοποιήσουμε. Τὰ παιδιά, καθὼς προχωροῦν πρὸς τὴ νεανικὴ ἡλικία, παρουσιάζουν μιὰ πρωτόγνωρη καὶ βαθιὰ δίψα γιὰ τὴν ἀλήθεια, μιὰ ἀσυμβίβαστη διάθεση γιὰ τὴν ἐπικράτηση τοῦ δικαίου, ἕνα ἀπόλυτο πνεῦμα μὲ τὸ ὁποῖο ἀναζητοῦν τὸ σωστό. 

Οἱ νέοι ἔχουν βαθὺ καὶ ἀσίγαστο τὸν πόθο τῆς ψυχῆς τους γιὰ τὸ ἀληθινό, τὸ τέλειο, τὸ αἰώνιο, τὸ παντοτινό. Τώρα ἀνακαλύπτουν συνειδητὰ μέσα τους τὴ δίψα γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ζητοῦν νὰ ἀναπτύξουν μιὰ ὄχι τυπικὴ καὶ ἐπιφανειακή, ὅπως ὅταν ἦταν μικρὰ παιδιά, ἀλλὰ μιὰ αὐθεντικὴ καὶ γνήσια πνευματικότητα. Καὶ βέβαια μόνο μέσα στὴν Ἐκκλησία μας ἔχουν τὴ δυνατότητα μὲ τὴν «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» ἀγωγή (Ἐφ. ς΄ 4), μὲ τὴ λατρευτικὴ ζωή, μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ πεπειραμένου Πνευματικοῦ καὶ τὴ συμμετοχή τους στὰ ἱερὰ Μυστήρια, νὰ ἱκανοποιοῦν αὐτὴ τὴ δίψα· καὶ συγχρόνως νὰ βρίσκουν ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἐφόδια, μὲ τὰ ὁποῖα μποροῦν νὰ περάσουν χωρὶς ἰδιαίτερες δυσκολίες τὴν ἐφηβεία καὶ νὰ συνεχίσουν τὸ ταξίδι τῆς ζωῆς μὲ χαρὰ καὶ ἐπιτυχία.