Almeida Júnior
Του Νίκου Τσούλια
Το διάβασμα ως πνευματική λειτουργία μετασχηματίζει τη σκέψη μας και ως εκ τούτου η πρόσληψη της πραγματικότητας τροποποιείται, αφού κάθε διαδικασία των αισθήσεών μας συνυφαίνεται με απόλυτο και σχεδόν αυτόματο τρόπο με την επεξεργασία και την ερμηνεία των μηνυμάτων τους. Άλλωστε, μια αίσθηση ποτέ δεν είναι μόνο αίσθηση – ένα μέρος της μετασχηματίζεται σε συναίσθημα…
Βέβαια ισχύει ότι «τα πάντα ρει», ότι τα πάντα αλλάζουν. Και έτσι έχει υπάρξει ο κόσμος και η πραγματικότητα, αφού κάθε στιγμή είναι στιγμή αέναης εξέλιξης και αδιάλειπτης δημιουργίας. Αλλά με το διάβασμα οι αλλαγές δεν είναι απλά και μόνο πιο γρήγορες – όπως είναι αντικειμενικά σε διάφορα επίπεδα: επί του μικρόκοσμου και επί του μεγάκοσμου (Φυσική), επί των τόσων και τόσων στρωματώσεων του φαινομένου της ζωής (Βιολογία) – αλλά και πιο ουσιώδεις, γιατί η καλλιέργεια του πνεύματος (με τη Λογοτεχνία, τη Φιλοσοφία, την Ψυχολογία κλπ) αναδεικνύει τις άπειρες πτυχώσεις και ανεκδήλωτες εκφράσεις του συναισθήματός μας και της νόησής μας.
Όταν διαβάζουμε, όλα αλλάζουν. Άλλα στοιχεία διαθλώνται, γιατί η μεταμόρφωση της σκέψης μας μάς κάνει διαφορετικούς και έτσι η όποια παρατήρηση των πραγμάτων αποκτά άλλες άγνωστες διαστάσεις. Άλλα υποβαθμίζονται και άλλα αναβαθμίζονται αξιολογικά, γιατί υπάρχουν διαφορετικές προτεραιότητες και η εστίαση του στοχασμού μας προς τα σχήματα της αφαιρετικής λειτουργίας της νόησής μας τροποποιεί το όλο σύμπαν του πνεύματός μας.
Το διάβασμα είναι μια περιπέτεια μετανάστευσης και το μεν μυθιστόρημα, η ποίηση και η λογοτεχνία γενικότερα μας αλλάζουν το σκηνικό μέσα στο οποίο βιώνουμε την ύπαρξή μας το δε δοκίμιο – φιλοσοφικού ή επιστημονικού ή κοινωνικού κλπ περιεχομένου – μας βάζει σε μια δοκιμασία διείσδυσης σε νέα νοήματα και σε πιο ισχυρές ερμηνευτικές δυναμικές. Η εν μέρει αφαίρεση της πραγματικότητας των αισθήσεών μας αποτελεί και μια πρόκληση: να ξεφύγουμε από στερεότυπα και προκαταλήψεις, που τόσο εύκολα δημιουργούν μια σκληρή κρούστα που κρύβει την ουσία των πραγμάτων.
Όταν διαβάζω, παίρνω κάθε φορά μια πολύ σπουδαία απόφαση. Να αναρωτηθώ, να προβληματιστώ, να στοχαστώ σε όλη τη φαινομενικότητα που με περιβάλλει και που συνήθως αποκρύβει την ουσία ή την τελεολογία της πραγματικότητας – αν υπάρχει… Η ίδια η πνευματική καλλιέργεια προσθέτει κάθε στιγμή νέες δυνατότητες και νέες ευκαιρίες, μου θέτει απλά και επιτακτικά ερωτήματα: μήπως δεν είναι έτσι τα πράγματα, μήπως δεν είσαι ακριβώς αυτός που νομίζεις ότι είσαι; Και αυτά δεν είναι καθόλου αθώα ερωτήματα. Μου δυναμιτίζουν κάθε φορά τις βεβαιότητές μου και τα απόλυτα προσωποπαγή συμπεράσματά μου, που τα έχω τόσο ανάγκη για να ερμηνεύω καθετί που κουβαλάει η διαρκής ροή της εμπειρίας μου.
Αλλά όταν αναδεικνύω με το διάβασμα την προτεραιότητα του εσωτερικού μου κόσμου, ο εξωτερικός κόσμος αποκτά άλλη εικόνα. Τα σχήματά του τρεμοπαίζουν και άλλοτε εξαφανίζονται προσωρινά – όπως καταπίνει το σούρουπο όλες τις μορφές – και άλλοτε αναδύονται άλλοι κόσμοι, οι οποίοι ή συγκρούονται με τον τυποποιημένο κόσμο μου ή συμφύρονται και συνυπάρχουν μαζί σε ένα παράξενο μίγμα μαγικής θέασης, όπου πραγματικό και φαντασιακό είναι αγκαλιά και βιώνω μια ομορφιά του πνεύματός μου, γιατί δικαιώνεται η αυτόνομη δυνατότητά του για αφαιρετική σκέψη. Και έτσι, για παράδειγμα, μπορώ να ανακατεύω ονειροπλασίες μου του βυζαντινού μεγαλείου της Πόλης με τις παραστάσεις του βιβλίου αλλά και με τις εικόνες των αισθήσεών μου που κουβαλάω από τις επισκέψεις στη σύγχρονη εκδοχή της Βασιλεύουσας, και νιώθω ότι αυτό το μίγμα είναι απόλυτα προσωπική υπόθεση, ότι το σύνολο αυτών των μίξεων είναι δικό μου δημιούργημα, ότι είμαι ένας Δημιουργός…
Όταν διαβάζω, όλα αλλάζουν – γιατί αλλάζω εγώ! Κάθε στιγμή ανάγνωσης είναι και στιγμή αλλαγής μου και εξέλιξής μου. Θεωρούμε ότι ο χρόνος και η ζωή μάς αλλάζουν… Αλλά τι είναι χρόνος και σε τι συνίσταται η ζωή; Είναι κάποιο εξωτερικό ως προς εμάς σκηνικό, που αλλάζοντας τη δική τους εικόνα αλλάζουμε και εμείς; Φυσικά και όχι, οι μεγάλες αλλαγές που βιώνουμε είναι δική μας, καταδική μας υπόθεση. Εμείς τεχνοτροπούμε επί του ειδώλου μας και προσλαμβάνουμε τις αλλαγές του ως επιδράσεις του εξωτερικού κόσμου. Εμείς επινοούμε την έννοια του χρόνου, για να μπορούμε να εξηγούμε τις αλλαγές μέσα από μια ροή των πραγμάτων.
Αυτή τη δική μου αλλαγή ψάχνω κάθε φορά που διαβάζω, για να ερμηνεύσω τις αλλαγές της φαινομενικότητας και κυρίως για να συναντήσω τον πυρήνα της σκέψης μου και του εαυτού μου, να βρω – δημιουργώντας το ταυτόχρονα – το «είναι» του εαυτού μου, γιατί «δεν είμαστε, είμαστε ο εαυτός μας!» (Λεβινάς).