Κεφάλαιο από το ηλεκτρονικό βιβλίο του Γεωργίου Παν. Τσιμπιρίδη Ερμηνευτικές Αντιαιρετικές Μελέτες – Ιερά Μητρόπολη Σιδηροκάστρου. Από ΟΟΔΕ. Ολόκληρο εδώ.


«Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε· ο μονογενής Υιός ο ων εις τον κόλπον τού Πατρός, εκείνος εξηγήσατο» Ιωάν. Α: 18
 

Ο ανωτέρω στίχος είναι ο τελευταίος από τον θεολογικότατο και υπεροχότατο πρόλογο τού τετάρτου Ευαγγελίου και αποτελεί έναν αντάξιο επίλογο και σφραγίδα τού προλόγου. Στον προηγούμενο στίχ.17 ο Ιωάννης μάς είπε, ότι ο Ιησούς Χριστός έφερε στον κόσμο την άφεση τών αμαρτιών και την αλήθεια γι’ αυτό και εις τον παρόντα στίχ.18 τονίζει, για ποιον λόγο την αλήθεια έφερε ο Ιησούς Χριστός και όχι άλλος. «Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε» λέγει ο Ευαγγελιστής, δηλ. «Τον Θεό δεν τον είδε κανείς ποτέ». Κανείς, εννοείται, όχι μόνον από τούς ανθρώπους, αλλά και από τούς αγγέλους.

Το ίδιο ο Ιωάννης λέγει και εις την Α΄ Ιωάν. 4:12Θεόν ουδείς πώποτε τεθέαται», δηλ. ο Θεός είναι αθέατος απ’ όλους). Το ίδιο επίσης λέγει και ο Ιησούς Χριστός [«Ουχ ότι τον Πατέρα τις εώρακεν, ει μη ο ων παρά τού Θεού, ούτος εώρακεν τον Πατέρα», (Ιωάν. 6:46) δηλ. «Όχι διότι είδε κανείς τον Πατέρα, παρά αυτός που είναι από τον Πατέρα, αυτός είδε τον Πατέρα»] καθώς και ο Απόστολος Παύλος [«ον ουδείς είδεν ανθρώπων ουδέ ιδείν δύναται», (Α΄ Τιμ. 6:16) δηλ. «τον Οποίον κανείς από τούς ανθρώπους δεν είδε, ούτε μπορεί να δει»].

Γεννάται όμως η απορία, πώς σε κάποια σημεία η Γραφή λέγει, ότι μερικοί άνθρωποι είδαν τον Θεό; Αναφέρουμε ενδεικτικά τα Γεν. 18:1-2 (ο Θεός «ώφθη = εφάνη» Αβραάμ), Ησα. 6:1-5είδον τον Κύριον….τον βασιλέα Κύριον Σαβαώθ είδον τοις οφθαλμοίς μου»), Αποκ. 4:2-3 και επί τον θρόνον καθήμενος, όμοιος οράσει λίθω ιάσπιδι και σαρδίω» δηλ. «και επάνω στον θρόνο ένας Καθήμενος, όμοιος στην εμφάνιση με τούς (πολύτιμους και λαμπρούς) λίθους ίασπι και σάρδιο] και Δαν. 7:9 κατά το οποίο ο προφήτης είδε τον Θεό ως «παλαιόν τών ημερών», δηλ. ως ασπρομάλλη γέροντα.

Αντιφάσκει λοιπόν η Γραφή, όταν άλλοτε λέγει, ότι κανείς δεν είδε τον Θεό, και άλλοτε όταν αναφέρει κάποιες εμφανίσεις τού Θεού σε διάφορα άγια πρόσωπα; Μη γένοιτο να σκεφθούμε αντιφατικότητα για τη Γραφή, εις την οποίαν τα εδάφια δεν συγκρούονται μεταξύ τους, αλλά πρυτανεύει η ενότητα! Μπορεί πολλά πράγματα μέσα εις την Γραφή να φαίνονται αντιφατικά, προσεκτική όμως εξέταση δείχνει, ότι τίποτε εις αυτήν δεν είναι αντιφατικό. Στη Γραφή υπάρχουν αναρίθμητες φαινομενικές αντιφάσεις, καμμία όμως πραγματική αντίφαση.

Όταν λοιπόν η Γραφή λέγει, ότι κανείς δεν είδε τον Θεό, εννοεί ότι κανείς δεν είδε τον Θεό όπως είναι στην ουσία Του! Είναι εκ φύσεως αδύνατο να δει κάποιος τον Θεό όπως είναι στην ουσία Του, δηλ. όπως είναι ακριβώς. Όταν όμως ο Θεός θέλει να φανερωθεί στούς εκλεκτούς Του, λαμβάνει κάποια μορφή και έτσι τον βλέπουν. Τον βλέπουν όμως όχι στην ουσία Του, αλλά στη μορφή που λαμβάνει. Τον βλέπουν όχι όπως είναι, αλλά όπως φαίνεται. Έτσι ο Αβραάμ είδε τον Θεό εις την μορφή τριών ανδρών, επειδή ο Θεός είναι Τριαδικός, τρεις υποστάσεις ή πρόσωπα.

Ο Ησαΐας είδε τον Θεό σαν άνθρωπο βασιλέα επάνω σε υψηλό και υψωμένο θρόνο, διότι αυτή η μορφή τής θεοφανείας σήμαινε, ότι ο Θεός κάποτε θα γινόταν άνθρωπος, όπως άλλωστε ερμηνεύει και ο ίδιος ο Ιωάννης εις το κεφ.12:39-42, αλλά και επίσης ψάλλει η Εκκλησία μας εις την Ε΄ Ωδή τών καταβασιών τής Υπαπαντής: «Ως είδεν Ησαΐας συμβολικώς, εν θρόνω επηρμένω Θεόν, υπ’ αγγέλων δόξης δορυφορούμενον, Ω τάλας εβόα εγώ! προ γαρ είδον σωματούμενον Θεόν, φωτός ανεσπέρου, και ειρήνης δεσπόζοντα». «Προ», δηλ. εκ των προτέρων, «είδον σωματούμενον Θεόν», είδα τον Θεό να παίρνει σώμα, να γίνεται άνθρωπος. Βλέποντας ο Ησαΐας τον βασιλέα Κύριο ως άνθρωπο, προείδε την Θεία Ενανθρώπιση.

Ο δε Δανιήλ είδε τον Θεό ως «παλαιόν τών ημερών», ως ασπρομάλλη γέροντα, διότι ο Θεός είναι αρχαιότερος όλων, αιώνιος και προαιώνιος. Έχει όμως ο Θεός πολλές μορφές; Όχι βεβαίως. Ο Θεός μία μορφή έχει, πνευματική. Ορατή μορφή ή ορατό σχήμα ο Θεός δεν έχει. Ο Μωυσής είπε στούς Ισραηλίτες: «Και ελάλησε Κύριος προς υμάς εκ μέσου τού πυρός φωνήν ρημάτων, και ομοίωμα ουκ είδετε» (Δευτ. 4:12). Οι Ισραηλίτες στο Σινά άκουγαν φωνή, αλλά ομοίωμα, δηλ. μορφή, δεν έβλεπαν. Με αυτό τον λόγο ο Μωυσής θέλει να δείξει, ότι ο Θεός δεν έχει αισθητή μορφή, όπως έχουμε εμείς οι άνθρωποι. Όπως και φωνή δεν έχει ο Θεός, διότι είναι ασώματος και δεν έχει στόμα και γλώσσα.


“Ν”: Το όραμα του προφήτη Δανιήλ με τον Παλαιό των Ημερών (Ιησού Χριστό). Τοιχογραφία στον ιερό ναό του προφήτη στο Μεταξουργείο (εδώ).

Ο Χριστός είπε στους Ιουδαίους για τον Θεό: «Ούτε φωνήν αυτού ακηκόατε πώποτε, ούτε είδος αυτού εωράκατε» (Ιωάν. 5:37) δηλ. «Ούτε φωνή Αυτού ακούσατε ποτέ, ούτε μορφή Του είδατε». Διότι, εννοείται, ούτε φωνή ούτε μορφή αισθητή έχει ο Θεός, αλλά λαμβάνει μορφή για να τον δουν οι εκλεκτοί Του και λαμβάνει φωνή για να τον ακούσουν. Ο Θεός λοιπόν είναι αόρατος και αθέατος όπως είναι στη φύση και ουσία Του, αλλά γίνεται ορατός και θεατός όταν λαμβάνει κάποια μορφή.

«Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε» λέγει ο Ευαγγελιστής, δηλ. τον Θεό δεν τον είδε κανείς ποτέ, ούτε άνθρωπος ούτε άγγελος. Και αφού κανείς δεν είδε τον Θεό τότε και κανείς δεν γνωρίζει τον Θεό πλήρως και τελείως. Κανείς από τα κτίσματα. Εις την συνέχεια λέγει ο Ιωάννης, ότι «ο μονογενής Υιός ο ων εις τον κόλπο τού Πατρός, Εκείνος εξηγήσατο».

Ο μονογενής Υιός, που είναι στην αγκαλιά τού Θεού Πατρός, Εκείνος μάς έδωσε εξηγήσεις για τον Θεό, διότι Εκείνος, εννοείται, είδε τον Θεό και γνωρίζει τον Θεό όπως ακριβώς είναι, πλήρως και τελείως! Ο Ιησούς Χριστός είδε και γνωρίζει πλήρως και τελείως τον Θεό, διότι ΔΕΝ είναι ένας από τούς κτιστούς υιούς τού Θεού, τούς αγγέλους και τούς ανθρώπους, αλλά είναι ο μονογενής Υιός τού Θεού. Εάν ήταν άγγελος δεν θα λεγόταν μονογενής, διότι αγγέλους έχει πολλούς ο Θεός. 

Επίσης, εάν ήταν μόνον άνθρωπος, δεν θα λεγόταν μονογενής, διότι ανθρώπους έχει πολλούς ο Θεός. Ο Ιησούς Χριστός λέγεται μονογενής, διότι είναι ανώτερος τών ανθρώπων και τών αγγέλων, είναι Υιός τού Θεού με μοναδική έννοια «ο ίδιος (Αυτού) Υιός» κατά την έκφραση τού Αποστόλου Παύλου (Ρωμ. 8:32), ο δικός Του Υιός, ο φυσικός Του Υιός (πρβλ. ομολογία Αποστόλου Πέτρου Ματθ. 16:16). Κι αφού ο Χριστός είναι φυσικός Υιός τού Θεού, είναι τής ιδίας φύσεως με τον Πατέρα, Θεός δηλαδή όπως Εκείνος. Ο άνθρωπος γεννά άνθρωπο και ο Θεός γεννά Θεό.

«Ο ων εις τον κόλπο τού Πατρός», ο Οποίος είναι στον κόλπο, στην αγκαλιά, τού Πατρός. Ωραιότατη ανθρωπομορφική έκφραση, διότι ο Θεός δεν έχει σώμα και αγκαλιά. Επειδή ο Χριστός στον ουρανό είναι «αμήτωρ» (Εβρ. 7:3), δεν έχει μητέρα αλλά μόνο Πατέρα, γι’ αυτό ο Ευαγγελιστής δεν παρουσιάζει τον Χριστό όπως θα παρουσίαζε τον άνθρωπο, δηλ. στην αγκαλιά μητρός, αλλά στην αγκαλιά τού Πατρός. Στη γη ο Χριστός κρατήθηκε στην αγκαλιά μητέρας, τής Παρθένου Μαρίας, στον ουρανό είναι (πάντοτε είναι) στην αγκαλιά τού Πατρός. Επειδή ο Χριστός ως μονογενής Υιός είναι στον κόλπο τού Πατρός και βλέπει και γνωρίζει τον Θεό Πατέρα ακριβώς, γι’ αυτό «Εκείνος εξηγήσατο». Στην αντωνυμία «εκείνος» υπάρχει έμφαση: Ο Χριστός, Εκείνος μάς έδωσε εξηγήσεις για τον Θεό Πατέρα, όχι άλλος.
 
Η θεογνωσία που έφερε στον κόσμο ο Ιησούς Χριστός
 
Οι εξηγήσεις, τις οποίες ο μονογενής Υιός έδωσε για τον Θεό Πατέρα όταν έγινε άνθρωπος, συνίστανται εις την βαθύτερη, καθαρότερη και πληρέστερη διδασκαλία εν συγκρίσει προς την διδασκαλία τής Παλαιάς Διαθήκης. Φανέρωσε και έκανε γνωστό, περισσότερο απ’ ό,τι ήταν γνωστό στην Παλαιά Διαθήκη, το πρόσωπο τού Θεού Πατρός, τη φύση δηλαδή, τις ιδιότητες και το θέλημα τού Θεού Πατρός (πρβλ. Ιωάν. 17:6, 26).

Προ πάντων ο Χριστός φανέρωσε σαφώς, ότι ο Θεός δεν είναι μόνος, αλλά έχει Υιό, τον Οποίον γεννά, και Πνεύμα Άγιον, το Οποίον εκπορεύει. Με άλλα λόγια ο Χριστός φανέρωσε σαφώς, ότι η Θεότης είναι τρισυπόστατη, τρία πρόσωπα, ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Την παραμονή τού θανάτου Του ο Χριστός μίλησε πολλές φορές για τον Εαυτό Του, τον Πατέρα Του και το Άγιο Πνεύμα ή Παράκλητο. Επίσης και πριν από την Ανάληψή Του έδωσε εντολή στούς Αποστόλους να βαπτίζουν «εις το όνομα τού Πατρός και τού Υιού και τού Αγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28:19), δηλ. εις τα τρία πρόσωπα από τα οποία αποτελείται η Θεότης.

Επίσης ο Χριστός φανέρωσε, ότι ο Θεός είναι στοργικός και πολυεύσπλαχνος Πατήρ και Σωτήρ όλων τών ανθρώπων. Εις την Παλαιά Διαθήκη ο Θεός αποκαλύπτεται περισσότερο ως δικαιοσύνη, ενώ εις την Καινή Διαθήκη αποκαλύπτεται περισσότερο ως αγάπη (Ιωάν. 3:16-17). Παραθέτουμε ένα ακόμη παράδοξο εδάφιο για την θεογνωσία που έφερε στον κόσμο ο Ιησούς Χριστός: 

«Οίδαμεν ότι ο υιος τού Θεού ήκει και δέδωκεν ημίν διάνοιαν ίνα γινώσκωμεν τον αληθινόν· και εσμεν εν τω αληθινώ, εν τω υιώ αυτού Ιησού Χριστώ. Ούτός εστιν ο αληθινός Θεός και ζωή αιώνιος» (Α΄ Ιωάν. 5:20).

Ο Υιός τού Θεού, ο Υιός τού Αληθινού, μάς έδωσε νουν, δικό Του νουν, «νουν Χριστού» (Α΄ Κορ. 2:16), για να γνωρίζουμε τον Αληθινό, τον Θεό. Και πώς είμαστε στον Αληθινό, τον Θεό; Με το να είμαστε (ενωμένοι) με τον Υιό Του, τον Ιησού Χριστό, διότι ο Ιησούς Χριστός, Αυτός είναι ο Αληθινός Θεός και η αιώνιος ζωή. Ο Υιός τού Αληθινού Θεού, Αυτός είναι ο Αληθινός Θεός!!! Λόγος παραδοξότατος, ανθρωπίνως αδιανόητος και ανεπινόητος. Ο Ιωάννης έγραψε τέτοιον λόγο, διότι δεν έγραψε με δικό του νουν, αλλά με «νουν Χριστού»! Ήταν δηλαδή θεόπνευστος. Ως πρόσωπο ο Χριστός, ως ο ένας τής Τριάδος, εν σχέσει προς τον Πατέρα είναι ο Υιός τού Αληθινού Θεού, αλλά ως ουσία ο Χριστός είναι όλη η ουσία, όλη η Θεότης, αυτός ο Αληθινός Θεός, ο Κύριός μας και ο Θεός μας κατά την υπέροχη ομολογία τού Θωμά (Ιωάν. 20:28).

Αγαπητοί αδελφοί, οι εκλεκτές ψυχές είναι φιλόθεες, και οι φιλόθεες ψυχές έχουν σφοδρή επιθυμία και ασίγαστο πόθο να γνωρίζουν τον Θεό όσο το δυνατόν περισσότερο. Η γνωριμία με τον Θεό γεμίζει τις ψυχές με ευτυχία. Εάν γνωρίσει κάποιος τα πάντα, αλλά δεν γνωρίσει τον Θεό, είναι δυστυχής. Εάν δεν γνωρίσει τίποτα, αλλά γνωρίσει τον Θεό, είναι ευτυχής, πανευτυχής. Αλλά πώς μπορούμε να γνωρίσουμε τον Θεό όσο το δυνατόν περισσότερο; Μελετώντας την αλήθεια που έφερε στον κόσμο ο Χριστός. Μελετώντας ιδιαιτέρως το Ευαγγέλιο τού Ιωάννου. Μελετώντας το πρόσωπο τού Ιησού Χριστού, διότι ο Ιησούς Χριστός, Αυτός είναι ο Αληθινός Θεός και η αιώνιος ζωή!

  Μετά από την προηγηθήσα ανάλυση μεταφράζουμε τον στίχ.18 «Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε· ο μονογενής Υιός ο ων εις τον κόλπον τού Πατρός, εκείνος εξηγήσατο» ως εξής: «Τον Θεό δεν είδε ποτέ κανείς. Ο μονογενής Υιός, που είναι στον κόλπο τού Πατρός, Εκείνος απεκάλυψε».