Κεφάλαιο Β’: Δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε, ούτε να δίνουμε θάρρος στον εαυτό μας.
Μετά την πτώση του Αδάμ, έχουμε σε μεγάλη υπόληψη τον εαυτό μας και παρόλο που η φύση μας είναι διεφθαρμένη και δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο ένα ψέμα, εμείς νομίζουμε με μια απατηλή εντύπωση ότι είμαστε κάποιοι.. Αυτό είναι ένα ελάττωμα που δύσκολα αναγνωρίζεται και που δεν αρέσει στο Θεό.
Χρειάζεται η γνώση μας να είναι χωρίς δόλο, δηλαδή να ξέρουμε ότι κάθε χάρη και αρετή που έχουμε προέρχεται από αυτόν μόνο, που είναι η πηγή κάθε αγαθού και ότι από εμάς δεν μπορεί να προέλθει κανένα καλό, ούτε κανένας καλός λογισμός που να αρέσει σ’Αυτόν.
Χωρίς το όπλο αυτό δηλαδή της αμφιβολίας του εαυτού μας, το να μην εμπιστευόμαστε καθόλου τον εαυτό μας, είναι αδύνατον να πετύχουμε την νίκη, αλλά ούτε και να αντισταθούμε στο παραμικρό.
Τέσσερις τρόποι υπάρχουν για να πετύχει κανείς αυτή την αναγκαιότατη αλήθεια (το να μην πιστεύουμε στον εαυτό μας).
α’ τρόπος: να γνωρίσουμε τηνμηδαμινότητά μας και να σκεφτούμε ότι κανένα καλό δεν μπορούμε να κάνουμε μόνοι μας
β’ τρόπος: να ζητάμε ταπεινά και πολλές φορές να μας δωρίσει ο Θεός αυτό το χάρισμα. Οπωσδήποτε θα μας το παραχωρήσει όταν αυτός θελήσει, εξαιτίας του πελάγους της ευσπλαχνίας του, αρκεί εμείς να βλέπουμε τον εαυτό μας γυμνό από την γνώση αυτή (της μηδαμινότητάς μας).
γ’ τρόπος: Σταθερά και συστηματικά να φοβόμαστε τον εαυτό μας και τους αναρίθμητους εχθρούς (πάθη, συνήθειες) στους οποίους δεν μπορούμε να φέρουμε την παραμικρή αντίσταση.
δ’ τρόπος: Όταν τύχει να πέσουμε σε κανένα παράπτωμα να βλέπουμε καθαρά την απόλυτη αδυναμία μας.
Και όχι μόνο όταν πέσουμε σε παράπτωμα -που το παραχωρεί ο Θεός εξαιτίας της περηφάνιας μας-, αλλά και όταν κατά παραχώρηση πάλι θεού μας βρίσκουν θλίψεις, ασθένειες, διάφορες δυστυχίες, κυρίως τότε οφείλουμε να αναγνωρίζουμε την αδυναμία μας και να ταπεινωνόμαστε, γιατί για αυτόν ακριβώς τον σκοπό παραχωρούνται.
Η ευσπλαχνία του Θεού δίνει αυτή την γνώση στους υπερήφανους μέσα από τις πτώσεις τους, αφήνοντάς τους δηλαδή με δίκαιο τρόπο να πέφτουν σε κάποιο παράπτωμα (από το οποίο νομίζουν πως μπορούν να φυλαχθούν), για να γνωρίσουν την αδυναμία τους και να μην εμπιστεύονται πλέον καθόλου τον εαυτό τους.
Η τελειότητα των χριστιανών, απαιτείται σαν εντολή και παραδίδεται στην Καινή Διαθήκη (Κατά Ματθαίον 5,48, Προς Κορινθίους Α’ 14,20, Προς Κολοσσαείς Δ, 12, Προς Εβραίους 6,1), ενώ έχει προαναγγελθεί ήδη από την Παλαιά Διαθήκη (Δευτερονόμιο 18,13, Α Παραλειπομένων).
Η πνευματική ζωή και η χριστιανική τελειότητα, πολλοί λένε πως βρίσκεται στις νηστείες, στις αγρυπνίες, γενικά στην σκληραγωγία του σώματος. Άλλοι πάλι λένε πως βρίσκεται στις πολλές προσευχές και στις μακρές ακολουθίες. Και άλλοι πάλι νομίζουν ότι η τελειότητα βρίσκεται στη νοερά προσευχή, στην μοναξιά, στην σιωπή και στην άσκηση με κανόνα και με μέτρο. Όμως οι αρετές αυτές από μόνες τους δεν είναι αυτό που ζητάμε ως χριστιανική τελειότητα, αλλά είναι άλλοτε μέσα και όργανα για να απολαύσει κάποιος την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και άλλοτε πάλι είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Είναι αναμφίβολα σίγουρο ότι ισχύει και το ένα και το άλλο.
Γιατί είναι μέσα απαραίτητα σε όλους ανεξαιρέτως, ακόμα και στους πολύ αρχάριους, ώστε να αξιωθούν να πάρουν τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή “Πνεύμα γνώσεως και ευσεβείας. Πνεύμα βουλής και ισχύος. Πνεύμα σοφίας και συνέσεως. Πνεύμα φόβου Θεού”, καθώς τα απαριθμεί ο Ησαΐας 11, 2-3.
Είναι πάλι καρπός του Αγίου Πνεύματος, αφού όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, οι αρετές αυτές έχουν ως αποτέλεσμα την αγάπη, την χαρά, την πίστη, την εγκράτεια. (Προς Γαλάτας 5,22-23). Πολλοί ενάρετοι βλέπουμε να τα χρησιμοποιούν όπως πρέπει για να δυναμώνουν εναντίων των πειρασμών και της πλάνης των τριών κοινών εχθρών, δηλαδή της σάρκας, του κόσμου και του διαβόλου. Παιδεύουν το σώμα για να το έχουν ταπεινωμένο και υποταγμένο στο να εργάζεται τα του Θεού. Σιωπούν για να μην λυπούν τον Θεό. Προσεύχονται για να έχουν το πολίτευμά τους στους ουρανούς. Μελετούν την ζωή και τα πάθη του Χριστού, για να γνωρίσουν την δική τους κακία και την αγαθότητα του Θεού. Ακολουθούν τον Ιησού Χριστό απαρνούμενοι τον εαυτό τους. Βαδίζουν με τον Σταυρό στους ώμους, για να θερμαίνονται στην αγάπη του Θεού και στο μίσος του εαυτού τους.
Οι αρετές όμως αυτές, μπορούν να προξενήσουν μεγαλύτερη βλάβη, ακόμα και από τις φανερές αμαρτίες σε αυτούς που προσέχουν αποκλειστικά σε αυτές μόνο και αφήνουν την καρδιά τους να τρέχει στα δικά τους θελήματα και στα θελήματα του διαβόλου, ο οποίος βλέποντας την πλάνη τους, τους αφήνει ανενόχλητους να αγωνίζονται με χαρά σε αυτούς τους σωματικούς αγώνες και μάλιστα βάζοντάς τους να φαντάζονται ότι έχουν φτάσει σε μεγάλα ύψη αρετών. Το πόσο μακριά βρίσκονται αυτοί από την αληθινή τελειότητα, μπορεί να το καταλάβει ο καθένας, από την ζωή και τα ήθη τους. Είναι ιδιόρρυθμοι και ισχυρογνώμονες στο θέλημα τους και ενώ είναι τυφλοί σε όλα τα δικά τους, εξετάζουν με επιμέλεια τους λόγους και τις πράξεις των άλλων, ειδικά αν κάποιος τους θίξει λίγο την ιδέα που έχουν για τον εαυτό τους ή αν κάποιος τους εμποδίσει από τις αρετές με τις οποίες καταπιάνονται. Τότε αμέσως συγχύζονται και γίνονται έξαλλοι. Σε κάθε λυπηρό γεγονός που τους συμβαίνει, δεν θέλουν να ακολουθήσουν το θέλημα του Θεού και να αναπαυτούν στις δίκαιες, (έστω και κρυφές), κρίσεις Του, ούτε θέλουν να ταπεινωθούν κατά το παράδειγμά Του. Είναι λοιπόν φανερό, ότι βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο, αφού νομίζουν ότι έφτασαν στην τελειότητα και υπερηφανευόμενοι, κατακρίνουν τους άλλους. Αυτούς δεν μπορεί κανείς να τους βοηθήσει για να αλλάξουν, αλλά έχουν ανάγκη μιας ξεχωριστής και ειδικής βοήθειας από τον Θεό.
Η πνευματική λοιπόν ζωή και τελειότητα, δεν βρίσκονται σε αυτές τις αρετές, αλλά αποτελούνται από :
1. την γνώση της αγαθότητας και της μεγαλειότητας του Θεού.
2. την γνώση της δικής μας μηδαμινότητας και της κλίσης μας σε κάθε κακό.
3. την αγάπη προς τον Θεό και από το μίσος προς τον εαυτό μας.
4. την υποταγή μας όχι μόνο στον Θεό αλλά και σε όλα τα κτίσματά Του, για την αγάπη του Θεού.
5. την αποστροφή κάθε δικού μας θελήματος και τελείας υπακοής στο θείο θέλημα.
6. το να θέλουμε ό,τι κάνουμε να το κάνουμε ξεκάθαρα προς δόξαν Θεού (Προς Κορινθίους Α’ 10,31), δηλαδή, μόνο και μόνο για να αρέσουμε στο Θεό.
Αυτά τα παραπάνω αποτελούν τον νόμο της αγάπης. Όλα αυτά είναι η απάρνηση του εαυτού μας, ο γλυκός ζυγός, το ελαφρύ φορτίο, η υποταγή στο θέλημά Του, αφού έτσι μας παράγγειλε να προσευχόμαστε και να λέμε “Πάτερ ημών…γεννηθήτω το θέλημά Σου…” (»Κατά -πρβλ. Προς Εβραίους 10,9, Κατά Ιωάννην 6,38, Κατά Λουκάν 22,42)
Για να φτάσουμε λοιπόν σε αυτήν την τελειότητα, χρειάζεται να ξεκινήσουμε μια ακατάπαυστη πάλη με τον εαυτό μας, έτσι ώστε με γενναιότητα να νικήσουμε τα μικρά και μεγάλα θελήματα μας. Αυτός ο πόλεμος είναι δυσκολότερος από κάθε άλλο πόλεμο, για αυτό και η νίκη είναι ενδοξότερη από κάθε άλλη νίκη. Γιατί αν θανατώσει κανείς τα θελήματά του και τα άτακτα πάθη του, τότε αυτός αρέσει στο Θεό, περισσότερο ακόμα και από εκείνον που κατάφερε και επέστρεψε στο καλό χιλιάδες ψυχές, αλλά έμεινε κυριευμένος από τα πάθη του. Όπως λέει και ο αββάς Ισαάκ (Λόγος κγ’ (23), _Λόγος νστ’ (56)): Είναι καλύτερο να λύσεις τον εαυτό σου από τον σύνδεσμο της αμαρτίας, παρά να ελευθερώσεις δούλους από την δουλεία.
Ο αγώνας δηλαδή για την απονέκρωση των παθών υπερτερεί έναντι οποιουδήποτε άλλου πράγματος.
Τώρα τα εφόδια, η πανοπλία, ο οπλισμός, που χρειάζόμαστε για αυτόν τον παντοτινό πόλεμο εναντίον του εαυτού μας είναι:
α) το να μην εμπιστευόμαστε καθόλου τον εαυτό μας.
β) το να έχουμε το θάρρος και την ελπίδα μας στον Θεό
γ) το να αγωνιζόμαστε πάντοτε
δ) το να προσευχόμαστε