Σήμερα, όχι μόνο γενικά-γενικά επηρεάζει ο διάβολος τους ανθρώπους –και τους χριστιανούς– αλλά και ειδικότερα. Γνωρίζουμε όλοι μας ότι πάρα πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι πάσχουν από ψυχικές ασθένειες. Και στις περιπτώσεις ακόμη που θα πουν οι ειδικοί γιατροί ότι είναι η άλφα ή η βήτα ασθένεια –η κατάθλιψη, η μανιοκατάθλιψη κτλ.– και στις περιπτώσεις λοιπόν αυτές, που φαίνεται καθαρά ότι πρόκειται περί ασθενείας ψυχικής, κάπου εκεί κρύβεται ο διάβολος και επηρεάζει τον άνθρωπο δια μέσου της όποιας διαταραχής υπάρχει στον ψυχοσωματικό οργανισμό του. Πίσω από κάθε και μέσα σε κάθε διαταραχή είναι κάπου εκεί και ο διάβολος και ενεργεί, για να κάνει κακό στον άνθρωπο έτσι ή αλλιώς.
Στις ημέρες μας είναι αρκετά συχνές, για πολλούς και διαφόρους λόγους, αυτού του είδους οι ασθένειες, οι ψυχασθένειες. Είναι, ως ένα σημείο και από κάποια πλευρά, ασθένειες οι ψυχασθένειες, αλλά –δεν ξέρω τι θα έλεγαν οι ειδικοί– είναι και ένα μυστήριο αυτές οι ασθένειες.
Ο άνθρωπος είναι σώμα και ψυχή. Ψυχή και σώμα είναι ο ένας άνθρωπος, και μεταξύ ψυχής και σώματος υπάρχει όχι απλώς συνεργασία, αλλά υπάρχει, αν μπορούμε να πούμε, συμβίωση. Κάπου εκεί όμως, στο μεταίχμιο μεταξύ ψυχής και σώματος, που είναι το νευρικό σύστημα, μπορεί να συμβεί κάποια διαταραχή για πολλούς και διαφόρους λόγους.
Οι χορδές ενός μουσικού οργάνου μπορεί να σκουριάσουν, και από εκεί που έβγαζαν καλό ήχο, τώρα δεν βγάζουν· ο ήχος που βγάζουν είναι σαν να γρατζουνάει κανείς. Χρειάζεται με λίγο λάδι να ξεσκουριάσει κανείς τις χορδές, για να επανέλθουν στην κανονική λειτουργία τους και να αποδίδουν καλό ήχο. Έτσι λοιπόν κάτι σαν να συμβαίνει στη συνεργασία μεταξύ σώματος και ψυχής, και φέρεται κανείς, σκέπτεται, ομιλεί, ζει γενικώς, κατά αρρωστημένο τρόπο. Είναι σκουριασμένα, ας πούμε, τα νεύρα· λειτουργικώς βέβαια. Πολλές φορές κάποια φάρμακα μπορεί να βοηθήσουν κάπως να βελτιωθεί η λειτουργία τους.
Εφόσον γενικότερα-γενικότερα ο διάβολος επηρεάζει τον άνθρωπο, πολύ περισσότερο τον επηρεάζει, όταν είναι ασθενής. Και όταν μεν έχει σωματική ασθένεια, δεν είναι τόσο εύκολο ο διάβολος να επηρεάσει τον άνθρωπο, εφόσον αυτός έχει σώας τας φρένας, εφόσον λειτουργεί σωστά το μυαλό του, και επομένως λαμβάνει τα μέτρα του. Όταν όμως υπάρχει διαταραχή στη συνεργασία ψυχής και σώματος –ας πούμε, δεν είναι σε κατάσταση υγείας λειτουργικώς τα νεύρα– επειδή γενικότερα επηρεάζεται ο όλος νους του ανθρώπου, η όλη υπόσταση του ανθρώπου, επειδή αλλοιώνεται ο άνθρωπος, προς το άσχημο βέβαια, τότε ο διάβολος ακόμη περισσότερο επηρεάζει τον άνθρωπο. Εφόσον δεν λειτουργεί σωστά ο ηγεμών νους, ώστε να αντιταχθεί, να αντιπαραταχθεί, να αγωνισθεί, να οχυρωθεί έναντι της επηρείας του διαβόλου, βρίσκει ευκαιρία ο διάβολος και ενεργεί δια μέσου αυτών των ασθενειών. Ασθένειες ας τις πούμε, αλλά όμως μέσα από εκεί ενεργούν τα πονηρά πνεύματα, ενεργεί ο διάβολος.
Κατά κανόνα στις ψυχοπαθολογικές αυτές καταστάσεις, επειδή ακριβώς αλλοιώνεται ο νους του ανθρώπου, επειδή ακριβώς επηρεάζεται η όλη ψυχολογία του ανθρώπου, και φυσικά πίσω από την όλη επήρεια, όπως είπαμε, είναι ο διάβολος, πώς τα καταφέρνει ο διάβολος και όχι μόνο επιδεινώνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση του ανθρώπου από την όποια ασθένεια πάσχει, αλλά επιπλέον δημιουργεί μέσα του τέτοια κατάσταση, ώστε ο άρρωστος δεν θέλει να θεραπευθεί.
Γενικότερα, η αμαρτία δεν είναι απλώς αμαρτία και καθιστά τον άνθρωπο αμαρτωλό, ακάθαρτο, αλλά η ίδια η αμαρτία κάνει έτσι τον άνθρωπο, ώστε να μη θέλει να γιατρευτεί από αυτή την κατάσταση την αμαρτωλή. Διότι τώρα, στην εποχή της Καινής Διαθήκης, τώρα που ήρθε ο Χριστός, μόλις ο άνθρωπος θελήσει να θεραπευθεί από την αμαρτία, τον γιατρεύει ο Κύριος αμέσως. Και ρωτά τον καθένα: «Θέλεις υγιής γενέσθαι;» (Ιω. 5:7) Δεν θέλει όμως. Ό,τι και να λέει, στο βάθος δεν θέλει. Μπορεί να το λέει με τα λόγια, αλλά, από δω από κει, προσπαθεί να περισώσει το κατεστημένο της αμαρτίας που είναι μέσα του, το κατεστημένο του εγώ. Δεν απαρνείται τον εαυτό του κανείς. Μπορεί να λέει: «Κύριε, σώσον με» (Ματθ. 14:31), αλλά βαθύτερα δεν θέλει, και γι’ αυτό η αμαρτία μένει, όπως λέει ο Κύριος: «Επειδή λέτε ότι βλέπετε, η αμαρτία σας μένει» (Ιω. 9, 41). Όταν κάποιος δεν θέλει να θεραπευθεί, σημαίνει ότι θεωρεί πως είναι καλά και γι’ αυτό δεν θέλει. Άρα η αμαρτία μένει. Όντως μένει. Γι’ αυτό υπάρχουν χριστιανοί που είναι χρόνια χριστιανοί και είναι αθεράπευτοι από την πλευρά της αμαρτίας. Δεν φθάνει απλώς να λες κάποια πράγματα με τα λόγια ή απλώς να κάνεις κάποιες πράξεις. Άμα δεν γιατρευτεί η ψυχή σου, τι χριστιανός είσαι; Ο Χριστός γιατρεύει την ψυχή από την αμαρτία.
Όπως γενικότερα λοιπόν η αμαρτία κάνει τον άνθρωπο να μη θέλει να θεραπευθεί από την όλη ασθένεια που προκαλεί η αμαρτία, έτσι ειδικότερα σ’ αυτές τις ασθένειες, στις ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, ακόμη πιο πολύ η αμαρτία, ο διάβολος, που κρύβεται πίσω από όλα αυτά, κάνει τον άνθρωπο να μη θέλει να γιατρευτεί. Έτσι, βλέπεις τον άλλο που πάσχει, π.χ., από αίσθημα κατωτερότητος, και είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση, υποφέρει, ενοχλείται, στενοχωρείται, πονάει, καθόλου δεν είναι καλή και ομαλή η ζωή του, όμως δεν θέλει να γιατρευτεί. Όπως κι αν έχει το πράγμα, τελικά προστατεύει τον εαυτό του· δεν αφήνει να μπει μέσα στην ψυχή του η χάρη του Θεού, για να θεραπευθεί.
Το ίδιο συμβαίνει σε όλες αυτές τις ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, είτε είναι βαριάς είτε είναι ελαφριάς μορφής. Το βλέπουμε. Όσοι έχουν τέτοιες αρρωστημένες καταστάσεις, ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, όπως είπαμε, ελαφριές ή βαριές, δεν θέλουν να θεραπευθούν, δεν προσφέρονται προς θεραπεία. Όλο αντιδρούν, όλο υπερασπίζονται τον εαυτό τους, όλο προσέχουν πώς να φυλάξουν τον εαυτό τους, και η αμαρτία μένει, η αρρωστημένη κατάσταση μένει
Καταφυγή στην Παναγία
Όποιος δεν θέλει, δεν γιατρεύεται. Όποιος όμως θέλει, τον γιατρεύει η χάρη του Θεού. Είναι πολλοί εκείνοι οι οποίοι δυσκολεύονται, ταλαιπωρούνται, αλλά τελικά καταλαβαίνουν τι ακριβώς φταίει, τι ακριβώς συμβαίνει μέσα τους, και έρχεται ώρα που πείθονται και θέλουν να γιατρευτούν. Αλλά όμως να τονίσουμε εδώ ειδικότερα ότι η Παναγία, όπως είναι ειδική σε όλα –και ό,τι κι αν μας απασχολεί να καταφεύγουμε στην Παναγία– και σ’ αυτά τα θέματα, αν επιτρέπεται να το πω έτσι, είναι ειδική η Παναγία.
Όποιος λοιπόν έχει τέτοιες αρρωστημένες καταστάσεις και νιώθει πολύ την επήρεια τη δαιμονική –νιώθει σαν να τον παρασύρει η όποια κατάσταση, η αμαρτία, και πάει να χαθεί– να καταφύγει στην Παναγία. Να καταφύγουμε στην Παναγία, να καταφεύγουμε στην Παναγία, αλλά με πίστη. Η οποία πίστη εκδηλώνεται στη θέληση, στο να θέλει να γίνει κανείς καλά. «Θέλεις να γίνεις καλά;» Και να μπορούμε σ’ αυτό το ερώτημα να απαντούμε: «Ναι, θέλω να γίνω καλά».
Όταν πραγματικά θέλει κανείς, θα εκδηλώσει και πίστη αληθινή· και όταν έχει αληθινή πίστη, θα εκδηλώσει και θέληση αληθινή. Οι άλλοι άνθρωποι που δεν ξέρουν, που ζουν με τους δικούς τους θεούς –άσχετα αν ονομάζονται χριστιανοί, έχει ο καθένας τον δικό του θεό– μπορεί να ταλαιπωρούνται, μπορεί να μη βρίσκουν ανάπαυση ή να μη βρίσκουν θεραπεία. Εμείς όμως οι χριστιανοί δεν δικαιολογούμαστε.
Όσοι πιστεύουμε στον Χριστό, όσοι είμαστε μέλη της Εκκλησίας, ζωντανά μέλη της Εκκλησίας, όσοι θέλουμε να είμαστε του Χριστού και πιστεύουμε στην Παναγία και τη θεωρούμε μητέρα μας –όπως είναι μητέρα του Χριστού, είναι και δική μας μητέρα– να πιστέψουμε έτσι στην Παναγία και να καταφεύγουμε στην Παναγία και γι’ αυτά τα θέματα όχι άπαξ, όχι δις, αλλά πολλάκις. Πάλιν και πολλάκις να καταφεύγουμε και να την παρακαλούμε. Να την παρακαλούμε με όλη μας την ψυχή, με όλη μας την καρδιά, με όλη μας την πίστη, με όλη τη δύναμη που έχουμε μέσα μας.
Παρακαλώντας την Παναγία, χρειάζεται να δείξουμε την ευλάβειά μας: να κάνουμε και τις μετάνοιες μας, να ασπασθούμε και την εικόνα της, να χρίσουμε το σώμα μας με λάδι από την κανδήλα της, από την κανδήλα των αγίων, από την κανδήλα του Κυρίου. Όλα όσα υπάρχουν μέσα στην Εκκλησία έχουν τον λόγο τους. Όλα αυτά είναι ακριβώς για τους πιστούς· και για να θεραπεύεται όλο και περισσότερο η ψυχή μας γενικότερα από την αμαρτία, να καθαρίζεται η ψυχή μας και να προχωρούμε προς τη σωτηρία, αλλά επίσης για να θεραπεύονται και οι σωματικές και ψυχοσωματικές ασθένειες.