Η κάθε γυναίκα που με τη χάρη του Θεού προορίζεται να γίνει μητέρα, μαζί με τη μεγάλη ευλογία και τιμή που της γίνεται από τον Κύριο να φέρει καινούργιους ανθρώπους, καινούργιες εικόνες του Χριστού στον κόσμο, θα περάσει και πόνο πολύ. Θα πονέσει πολύ· γιατί δεν είναι μόνο οι στιγμιαίες ωδίνες της φυσικής γέννας που περνάει η μητέρα, προκειμένου να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, αλλά εξίσου μεγάλες –ίσως και μεγαλύτερες– είναι και οι ωδίνες της πνευματικής γέννας του παιδιού, μέχρις ότου φθάσει «εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφ. 4:13). Είναι οι ωδίνες δηλαδή που καλείται να βιώνει, η μητέρα περισσότερο, αλλά και ο πατέρας, ανά πάσα στιγμή, προκειμένου να διαπαιδαγωγούν το τέκνο τους «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» (Εφ. 6:4). Το έργο αυτό το οδυνηρό της μητέρας αρχίζει από την κυοφορία ή και ενωρίτερα από αυτή, και συνεχίζεται μέχρι να έρθει η ώρα που θα κάνει και το παιδί δική του οικογένεια. Αλλά και μετά ο ρόλος της μητέρας δεν σταματά, γιατί και η γιαγιά –όπως και ο παππούς– γίνονται δυό φορές μητέρα και πατέρας. Γίνονται δυό φορές γονείς.
Όπως αντιλαμβανόμαστε όλοι, είναι πολύ βαριά και εξαιρετικά υπεύθυνη η αποστολή των γονέων, γιατί σ’ αυτούς, και πρωτίστως στη μητέρα, πέφτει το βάρος της σωστής διάπλασης και ανάπλασης της προσωπικότητας του παιδιού και κατ’ επέκτασιν ολόκληρης της ανθρωπότητας· δεδομένου μάλιστα ότι το παιδί –όπως αποφαίνονται οι ειδικοί– όχι απλώς, αφού γεννηθεί και μεγαλώσει λίγο, επηρεάζεται από τη συμπεριφορά των γονέων του, αλλά ακόμη και όταν κυοφορείται, και τότε ακόμη ο νέος άνθρωπος, καθώς δημιουργείται, επηρεάζεται από την όλη κατάσταση της μητέρας του. Αλλά ακόμη πιο βαθιά πάει το πράγμα: το παιδί επηρεάζεται από τον άλφα ή βήτα τρόπο ζωής που έκανε αυτός ο πατέρας ή αυτή η μητέρα, όταν ήταν δέκα, δεκαπέντε, είκοσι ετών, πριν δηλαδή έρθουν εις γάμου κοινωνίαν και γεννήσουν παιδιά.
Ωστόσο όμως, όσο βαρύς κι αν είναι ο ζυγός των γονέων, η Εκκλησία, ο ίδιος ο Κύριος μας διαβεβαιώνει ότι «ο ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστι» (Ματθ. 11:30). Επομένως –τηρουμένων των αναλογιών– και ο ζυγός των γονέων γίνεται χρηστός και το φορτίο τους ελαφρύ. Πότε όμως; Όταν συνειδητοποιήσουν ότι το έργο που καλούνται να κάνουν δεν είναι όλο δικό τους, αλλά αυτοί είναι απλώς οι συνεργοί και οι βοηθοί στο έργο του Θεού. Αυτοί είναι απλώς οι υπηρέτες στο σχέδιο του Θεού. Γι’ αυτό και καλούνται να αντέξουν, διότι αντέχει ο Χριστός ο ίδιος γι’ αυτούς!
Για τις ωδίνες της εν Χριστώ αναγεννήσεως των ψυχών μπορούμε να πάρουμε μια εικόνα, μια ιδέα από το ανάλογο χωρίο της προς Γαλάτας επιστολής, όπου εκεί ο απόστολος Παύλος εκφράζει πολύ χαρακτηριστικά τον προσωπικό του ψυχικό πόνο για την αναγέννηση των πνευματικών του τέκνων: «Τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν» (Γαλ. 4:19).
Θα πονέσει πολύ η μητέρα. Όχι αστεία. Ρομφαία –μαχαιριά– θα διέλθει την ψυχή της, όμοια με εκείνη που επρόκειτο να διαπεράσει την καρδιά της Παναγίας μας, όπως είπε ο δίκαιος Συμεών, όταν πήγε στον ναό η Παναγία για να σαραντίσει. Και όντως πέρασε ρομφαία την Παναγία. Πολύ πόνεσε, πολύ λυπήθηκε, ακριβώς διότι έγινε μητέρα του Χριστού. Δεν είναι τα πράγματα όπως τα παίρνουμε εμείς. Η Παναγία πονάει, περνάει από την καρδιά της δίκοπο μαχαίρι. Δεν είναι μητέρα του Θεού για να απαλλαγεί και να ξεγλιτώσει από αυτά, αλλά ακριβώς επειδή είναι μητέρα του Θεού, επιτρέπει ο Θεός, οικονομεί ο Υιός να περάσει από αυτόν τον πόνο η μητέρα του.
Διότι αν το δούμε και γενικά από πνευματικής απόψεως το θέμα, αν δεν περάσει πραγματικά μέσα από την ψυχή σου ρομφαία, αν επιτρέπεται να πούμε, αν δεν σουβλιστεί η ψυχή σου, αν δεν πονέσεις και δεν ματώσεις, πολλά μη καλά πράγματα που υπάρχουν μέσα στην ψυχή, δεν θα τα πάρεις είδηση καθόλου ότι υπάρχουν και θα μείνουν εκεί· δεν θα μετανοήσεις γι’ αυτά και θα φύγεις από αυτόν τον κόσμο αμετανόητος, ατακτοποίητος. Έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία να γνωρίσουμε καλά-καλά τον εαυτό μας, να μετανοούμε ανάλογα και να ζητούμε συγχώρηση από τον Θεό και από τους ανθρώπους για όλα τα λάθη μας και τα ατοπήματά μας, για όλη την αμαρτωλότητά μας, ώστε να καθαριστούμε και να σωθεί η ψυχή μας.
Και αν αυτό το έργο δεν είναι μια πολυτέλεια αλλά η πρώτη ανάγκη όλων ημών των χριστιανών, πολύ περισσότερο είναι άφευκτη ανάγκη για τους χριστιανούς γονείς, που καλούνται να επιτελέσουν το βαρύτατο έργο τους μέσα στη σύγχρονη κοινωνία μας, όπου το μίασμα του κοσμικού φρονήματος ισοπέδωσε τα πάντα και την έχει μετατρέψει σε μια απέραντη και απαράκλητη έρημο.
Μέσα σ’ αυτή την απαράκλητη έρημο οι ταλαίπωροι άνθρωποι υπερύψωσαν και μια σύγχρονη Βαβέλ και γι’ αυτό δεν υπάρχουν περιθώρια συνεννόησης μεταξύ τους, και ιδιαίτερα μεταξύ γονέων και παιδιών. Σε άλλη γλώσσα μιλούν τα παιδιά και σε άλλη απαντούν οι γονείς. Άλλα τα ενδιαφέροντα και οι επιδιώξεις των μεν και άλλα των δε. Άλλη η τακτική και νοοτροπία των παιδιών και άλλη των γονέων. Ωστόσο, μέσα στη σύγχρονη χριστιανική οικογένεια είναι ανάγκη να βρεθεί ένας τρόπος, ένα μέσο, ένας κρίκος που θα ενώσει τα διεστώτα, μια γλώσσα με την οποία θα μπορέσουν να συνεννοηθούν και, όπως λέγεται, να τα βρουν μεταξύ τους οι άνθρωποι, τα μέλη της οικογένειας.
Όλοι, νομίζω, καταλαβαίνουμε πως η γλώσσα αυτή είναι η γλώσσα της αληθινής αγάπης, στην οποία οφείλουμε να μαθητεύσουμε όλοι οι χριστιανοί και πρώτοι πάλι οι γονείς, γιατί το βασικό στοιχείο στη χριστιανική οικογένεια μεταξύ των γονέων και μεταξύ γονέων και παιδιών είναι η αγάπη. Η αγάπη η αληθινή, η θυσιαστική, η οποία βγάζει τον άνθρωπο από τον εαυτό του και τον κάνει να δίνεται στον άλλο.
Αυτή την αγάπη οφείλουν να δίνουν στο παιδί τους οι χριστιανοί γονείς και όχι εκείνη που αποβλέπει στην προσωπική τους ευχαρίστηση και στην ικανοποίηση των οποιωνδήποτε ιδιοτελών επιδιώξεών τους και σκοπών τους. Αυτή η αληθινή αγάπη θα κάνει τους γονείς πρώτα και κύρια να δείχνουν, όσο το δυνατόν, μεγαλύτερη στοργή στα παιδιά τους, γιατί αυτή είναι η καλύτερη τροφή τους. Πιο πολύ το τρέφει το παιδί η αγάπη και η στοργή, το γλυκό και τρυφερό χαμόγελο της μάνας, παρά το γάλα που πίνει.