Η τυπική διάταξη και ο εσωτερικός κανονισμός από μοναστήρι σε μοναστήρι διαφέρει. Κάθε μέρα, οι μοναχοί ξυπνάνε νωρίς το πρωί, περίπου στις τρείς με τέσσερις. Μιάμιση ώρα πριν χτυπήσει η καμπάνα για τον όρθρο. Αφού ξυπνήσει και πλυθεί και προετοιμασθεί ο μοναχός, κάνει την προσωπική προσευχή του, που λέγεται κανόνας. Λέμε συνήθως, ξύπνησε νωρίς για να κάνει τον κανόνα του. Ο κανόνας περιλαμβάνει συνήθως τριάντα τρία κομποσκοίνια των εκατό κόμπων.
Κάθε κόμπος και μια ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με». Μαζί με τις ευχές κάνει εκατό έως τριακόσιες μετάνοιες εδαφιαίες. Σε κάθε κόμπο και ευχή και σε κάθε μετάνοια και ευχή, κάνει και μια φορά τον σταυρό του. Αυτός ο κανόνας πέρα από την προσευχή είναι και σωματική άσκηση.
Μετά τον κανόνα και μόλις χτυπήσουν τα σήμαντρα και η πρώτη καμπάνα, ο μοναχός είναι υποχρεωμένος να πάει στην Εκκλησία. Αρχίζει το μεσονυκτικό ακολουθεί ο όρθρος, μετά διαβάζονται οι ώρες, και μετά η Θεία Λειτουργία.
Ενημερωτικά σας αναφέρω πως οι προσευχές ονομάζονται έτσι, γιατί αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες ώρες του εικοσιτετραώρου. Χρονικά πάντως όλες μαζί οι προσευχές το πρωί διαρκούν περίπου τέσσερεις ώρες. Αμέσως μετά πηγαίνουν στην τράπεζα για φαγητό. Το απόγευμα γύρω στις τρείς με τέσσερις, διαβάζουν την ενάτη ώρα και ακολουθεί ο εσπερινός. Μετά τον εσπερινό πηγαίνουν πάλι στην τράπεζα για το βραδινό φαγητό και αμέσως μετά το δείπνο, πηγαίνουν πάλι στην εκκλησία για να διαβάσουν το απόδειπνο μαζί με τους χαιρετισμούς της Παναγιάς, παίρνουν την ευχή του ηγουμένου φιλώντας του το χέρι και μετά αποσύρονται στα δωμάτια τους.
Θα μπορούσαμε να πούμε πως μεσονυκτικό, όρθρος, ώρες, Θεία Λειτουργία και το απόγευμα, ενάτη, εσπερινός, απόδειπνο και χαιρετισμοί της Παναγίας, συνολικά μαζεύονται πέντε με πεντέμισι ώρες καθημερινά. Υπάρχουν όμως αρκετές ημέρες το μήνα που η ακολουθία είναι μεγαλύτερη και οι μοναχοί προσεύχονται περισσότερες ώρες. Αυτές οι μέρες είναι οι Κυριακές οι Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές και οι εορτές των μεγάλων αγίων. Τότε οι μοναχοί παραμένουν πολύ περισσότερο στην Εκκλησία γιατί οι ιερές ακολουθίες και οι ύμνοι είναι περισσότερες και έχουν εορταστικό χαρακτήρα. Οι ψαλμωδίες είναι μακροσκελέστατες, ώρες και ευχάριστες αλλά απαιτούν περισσότερο χρόνο. Μπορεί να φτάσουν τις οκτώ με δέκα ώρες και στις μεγάλες εορτές, Χριστούγεννα, Πάσχα και πανηγύρεις δώδεκα και δέκα τρείς ώρες.
Αν προσέξατε προαναφέραμε φαγητό δύο φορές.
ΦΑΓΗΤΟ
Σε πολλούς φαίνεται παράξενο που οι μοναχοί τρώνε πρωινές ώρες. Μάλιστα δε, το φαγητό που τρώνε γύρω στις εννέα το πρωί το ονομάζουμε μεσημεριανό. Αυτό το φαγητό που λέγεται συνήθως βραδινό οι μοναχοί το τρώνε το απόγευμα. Στους μοναχούς δεν υπάρχει πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό φαγητό. Στο μοναστήρι υπάρχει η πρωινή και βραδινή τράπεζα.
Πρέπει να σας αναφέρω πως τα μοναστήρια του Αγίου Όρους λειτουργούν με το άλλο ωράριο. Το ωράριο που ακολουθούν οι Αγιορείτες είναι το ηλιακό και έχει μείνει συνήθεια να το λέμε τώρα πλέον βυζαντινή ώρα. Ως βάση του βυζαντινού ωραρίου είναι το ηλιοβασίλεμα. Το ηλιοβασίλεμα είναι η ώρα μηδέν, δηλαδή τέλειωσε η μέρα και αρχίζουμε να μετράμε μία ώρα της νύχτας, δύο, τρείς κοκ. Όταν έχουμε ισημερία, δηλ. δώδεκα ώρες ημέρα και άλλες δώδεκα νύχτα, πάμε καλά, όταν μεγαλώνει η νύχτα αλλάζουν οι ώρες. Το ίδιο γίνεται και όταν μεγαλώνει η ημέρα. Έχουμε αλλαγές. Οι μοναχοί όμως δεν αλλάζουν τίποτε, συνεχίζουν να βάζουν ώρα μηδέν στη Δύση του ηλίου. Αυτό το κάνουν γιατί είναι υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν την ροή του προγράμματος των ιερών ακολουθιών. Τρώμε δηλαδή στην πρωινή τράπεζα μετά την Θεία Λειτουργία, και την βραδινή τράπεζα μετά τον Εσπερινό. Η Θεία Λειτουργία όμως τελειώνει το πρωί γύρω στις εννέα και ο Εσπερινός γύρω στις πέντε ανάλογα βέβαια και την εποχή και το ηλιοστάσιο της. Αντίστοιχη λοιπόν ώρα είναι το φαγητό.
Όταν φάμε το απόγευμα γύρω στις πέντε και ξυπνήσουμε το πρωί στις τρείς, μείνουμε στην εκκλησία πέντε ώρες και καθίσουμε στις εννέα το πρωί της επόμενης ημέρας, θα έχουμε όρεξη για φαγητό?
Ταπεινά πιστεύω πως το βιολογικό ρολόι του κάθε ανθρώπου προσαρμόζεται ανάλογα με την δουλειά του και τους στόχους που έχει στην ζωή του. Το φαγητό και ο ύπνος προσαρμόζονται σύμφωνα με τις ανάγκες μας. Εδώ επανερχόμαστε σ’ αυτό που προαναφέραμε, «το πνεύμα κινεί τον άνθρωπο».
ΝΗΣΤΕΙΑ
Πρώτη αναφορά στην νηστεία, το περιορισμό δηλαδή από κάποια τροφή, έχουμε στην Παλαιά Διαθήκη, στο βιβλίο Γενέσεως. Ο Θεός τοποθέτησε τους πρωτόπλαστους στον κήπο της Εδέμ, τους επέτρεψε να τραφούν από όλους τους καρπούς αυτού του κήπου, εκτός από τον καρπό του δένδρου της Γνώσης του Καλού και του Κακού.
Έχουμε και άλλες αρκετές αναφορές που έχουν σχέση με την νηστεία στην Παλαιά Διαθήκη. Ακόμη περισσότερες όμως είναι στην Καινή Διαθήκη.
Ο ίδιος ο Χριστός μας δίδει πρώτος το παράδειγμα της νηστείας όταν μετά την βάπτιση του στον Ιορδάνη ποταμό, παρέμεινε νηστεύοντας επί σαράντα ημέρες στην έρημο. Με το παράδειγμα του, ο Ιησούς μας έδωσε την νηστεία ως μια σωματική και πνευματική άσκηση, η οποία δυναμώνει την θέληση του ανθρώπου και ταυτόχρονα δείχνει την αγάπη του προς τον δημιουργό.
Από τους πρώτους αιώνες που άρχισαν να οργανώνονται οι Χριστιανικές ομάδες, βλέπουμε σιγά σιγά να μπαίνουν κανόνες γύρω από την νηστεία.
Διαβάζουμε στο Συναξάρι το εορτολόγιο κάθε ημέρας και εκεί συναντούμε πολλές φορές την ακόλουθη αναφορά: Κατάλυσις ιχθύος, καθώς επίσης σε άλλες εορτές κατάλυσις οίνου και ελαίου. Αυτό σημαίνει πως την συγκεκριμένη εορτή, ανεξαρτήτου ημέρας, Τετάρτη ή Παρασκευή ή περιόδου νηστείας όπως αυτή των Χριστουγέννων, επιτρέπεται να φάμε ψάρια.
Νηστεία ονομάζεται η εκούσια ή ακούσια αποχή από τροφή (άλλως ασιτία). Κυρίως ο όρος αυτός χρησιμοποιείται από πολλούς λαούς για την εκούσια αποχή σε ορισμένες τροφές ιδίως για θρησκευτικούς λόγους.
Όπως συμβαίνει και με τον μοναχισμό, η νηστεία αποτελεί ανατολική συνήθεια. Στους αρχαίους ασιατικούς λαούς και στους Αιγυπτίους τη νηστεία την επέβαλλαν θρησκευτικοί λόγοι. Προκειμένου να ετοιμαστούν οι πιστοί για τη συμμετοχή τους σε θρησκευτικές τελετές ή για να τιμήσουν ή για να εξιλεώσουν κάποιο θεό έπρεπε να απόσχουν γενικά ή μερικά από τροφές.
Οι Αιγύπτιοι, όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος, υποβάλλονταν σε νηστεία για θρησκευτικούς αλλά και για λόγους υγιεινής. Νήστευαν κυρίως στις μεγάλες εορτές της Ίσιδας. Από τους Αιγυπτίους, η συνήθεια της νηστείας πέρασε στουςΈλληνες και τους Εβραίους, από τους οποίους την παρέλαβαν αργότερα οι Χριστιανοί και Μωαμεθανοί.
Ανάμεσα στα καθήκοντα των μοναχών, βρίσκεται και αυτό της νηστείας σε συγκεκριμένες ημέρες του έτους. Νηστεία είναι η αποχή από συγκεκριμένα είδη τροφίμων. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Νηστεία είναι να τρώμε μικρές ποσότητες από τα επιτρεπόμενα τρόφιμα και να προσπαθούμε να απέχουμε από κάθε αμαρτία, αφιερώνοντας ταυτόχρονα κάποιο χρόνο της ημέρας για προσευχή. Πρώτος ο Χριστός, μας έδωσε το παράδειγμα της νηστείας όταν μετά την βάπτισή του στον Ιορδάνη ποταμό, παρέμεινε νηστεύοντας επί σαράντα ημέρες στην έρημο. Με το παράδειγμά του, ο Ιησούς μας έδωσε την νηστεία ως μία σωματική και πνευματική άσκηση, η οποία δυναμώνει την θέληση του ανθρώπου και ταυτόχρονα δείχνει την αγάπη του προς τον δημιουργό.
Απόσπασμα Ομιλίας του Αγιορείτη Μοναχού Επιφάνιου, Γέροντος του Ιερού Καθίσματος Αγίου Ευσταθίου (Μυλοπόταμος) με θέμα:”Η Μοναστηριακή διατροφή”.Εκφωνήθηκε την 10η Δεκεμβρίου 2011, στα πλαίσια του 7ου Συνεδρίου Κλινικής Ογκολογίας Δυτικής Ελλάδας, που είχε αντικείμενο τη σχέση της διατροφής με τον καρκίνο.