Στις 12 Δεκεμβρίου του 1890, ημέρα της ιερατικής τριακονταπενταετίας του αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης, του πρόσφεραν έναν βαρύτιμο επιστήθιο σταυρό. Στον επίκαιρο λόγο του ο άγιος ζωγράφισε την εικόνα της εσωτερικής του ζωής στο διάστημα αυτό. Έκανε μια δημόσια εξομολόγηση αλλά και μιαν ομολογία πίστεως. Μεταξύ άλλων είπε:
«Είμαι γεμάτος αδυναμίες. Γνωρίζω τις αδυναμίες μου, αλλά “η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα στην αδυναμία” (Β’ Κορ. 12:9). Η δύναμη του Θεού εγκαταστάθηκε μέσα μου στη διάρκεια των τριάντα πέντε ετών της ιεροσύνης μου… Το ομολογώ, για να δοξάσετε μαζί μου τον μεγάλο Θεό και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό. Δεν μπορώ να απαριθμήσω το πλήθος των παγίδων που μου έστησε ο κοσμοκράτορας διάβολος, ούτε τις επιθέσεις που μου έκαναν τα πάθη. Όλα αυτά, όμως, τα συνέτριβε το θείο έλεος, που φρουρούσε την ψυχή μου, χάρη στη νοερά προσευχή, τη θερμή μετάνοια και, κυρίως, τη συχνή θεία Κοινωνία.
» Ποιος αγγελικός νους μπορεί να συλλάβει όλα τα μυστικά δώρα που αξιώθηκα ν’ αποκτήσω αφότου ιερώθηκα; Δεν μπορώ ν’ απαριθμήσω το πλήθος των σωστικών αλλοιώσεων που συντελούνται μέσα μου με την επίκληση του ονόματος του Κυρίου. Μαζί μ’ Αυτόν είμαι ένδοξος· χωρίς Αυτόν είμαι άδοξος. Μαζί μ’ Αυτόν είμαι δυνατός· χωρίς Αυτόν είμαι αδύναμος. Μαζί μ’ Αυτόν είμαι θαρραλέος· χωρίς Αυτόν είμαι δειλός. Μαζί μ’ Αυτόν είμαι πράος και ταπεινός· χωρίς Αυτόν ταράζομαι και υψηλοφρονώ. Κοντά Του γεμίζω φως· μακριά Του γεμίζω αμαρτίες…
» Πώς θα φορώ αυτόν τον πολύτιμο σταυρό, αφού η θεομίσητη φιλαυτία κυριαρχεί ακόμα μέσα μου και ρυπαίνει την ψυχή μου; Μήπως θα τον κρεμάσω αξιοκατάκριτα στο στήθος μου, μέσα στο οποίο δεν ανάβει διαρκώς η φλόγα της αγάπης προς τον Εσταυρωμένο και τους ανθρώπους για τους οποίους σταυρώθηκε;»
Στη δύση πλέον της ζωής του ο άγιος Ιωάννης, καθώς αναλογίζεται την ιερατική του διακονία, εξομολογείται με παρόμοιο τρόπο και φανερώνει το πόσο αδυσώπητη υπήρξε η πνευματική του πάλη:
«Στο διάστημα των εβδομήντα ετών που έζησα, καθημερινά έκανα αμαρτίες. Μετανοούσα, όμως, και ο Θεός μ’ ελεούσε. Ιδιαίτερα θλιβόμουν για τις αμαρτίες που έκανα ως ιερέας. Ο Κύριος μου χάριζε δάκρυα συντριβής και με αξίωνε να κοινωνώ συχνά. Οι αόρατοι εχθροί με τάραζαν, κυρίως όταν λειτουργούσα. Αντιμετώπιζα τότε αγώνα ζωής και θανάτου, θανάτου ψυχικού…».
Από το βιβλίο: Πνευματική Ανθολογία από τους βίους και τους λόγους των Αγίων της Ρωσίας. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2018, σελ. 174.
ΠΗΓΗ: https://www.koinoniaorthodoxias.org