Μακάριος ο άνθρωπος εκείνος, όστις έχει εν εαυτώ φόβον Θεού. Διότι ούτος προφανώς μακαρίζεται και υπό του Αγίου Πνεύματος: “μακάριος ο ανήρ ο φοβούμενος τον Κύριον”. Διότι τω όντι διαφεύγει πάσαν τέχνην και επιβουλήν του εχθρού. Ο έχων φόβον Θεού ευκόλως απομακρύνει τα διανοήματα του επιβούλου εχθρού. Διότι δεν αιχμαλωτίζει αυτόν πούποτε, και δια τον φόβον, αποβάλλει τας σαρκικάς ηδονάς. Ο φοβούμενος δεν περισπά τον νουν του ένθεν κακείσε, διότι προσμένει τον εαυτού Δεσπότην, μήπως έλθει εξαίφνης και εύρη αυτόν αμελούντα και διχοτομήσει αυτόν. Ο έχων φόβον Θεού δεν μεριμνά, διότι πάντοτε είναι άγρυπνος. Ο φοβούμενος δεν παραδίδεται εις άμετρον ύπνον διότι αγρυπνά και προσμένει την παρουσίαν του Κυρίου αυτού.
Ο φοβούμενος δεν αδιαφορεί δια να μη παροργίσει τον Δεσπότην αυτού. Ο φοβούμενος δεν αμελεί, διότι πάντοτε επιμελείται το κτήμα της ψυχής, δια να μην καταδικασθεί ως αμελής και νωθρός. Ο φοβούμενος πάντοτε δοκιμάζει όσα αρέσκουσιν εις τον Κύριον αυτού, και ετοιμάζει ταύτα, ίνα επαινέσει αυτόν ο Κύριος του, όταν έλθει. Τέλος πάντων ο φόβος του Κυρίου γίνεται αίτιος πολλών αγαθών εις τους έχοντας αυτόν.
Εφραίμ του Σύρου “ΑΣΚΗΤΙΚΑ”