Ἀληθινή ἱστορία
-Ἄντε, νά ’ρθεῖς νὰ τὰ ξαναποῦμε. Κι ἄκου νά σοῦ πῶ: Νὰ διαβάζεις τὸν ἅγιο Πορφύριο, τοὺς λόγους του, καὶ πολὺ θὰ σὲ ὠφελήσουν στὶς ἀνησυχίες σου· θὰ σοῦ δώσουν χαρὰ στὴν ψυχή σου καὶ θὰ σὲ κάνουν νὰ ἀγαπήσεις τὸν Χριστό.
Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια τελείωνε τὴ συνάντησή του ὁ Πνευματικὸς μὲ τὴν κοπέλα, ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ εἶχε ἐπισκεφθεῖ τὸ Ἐξομολογητήριο. Γύρω στὰ 25 της χρόνια ἡ Καλλιόπη, κοσμικὸ θά ’λεγες κορίτσι, ἀναζητοῦσε τὴν πηγὴ τῆς ἀλήθειας μετὰ ἀπὸ ἕνα ὀδυνηρὸ γι᾿ αὐτὴν πέρασμα ἀπὸ φιλοσοφίες καὶ πρακτκὲς ἰνδουιστικοῦ καὶ βουδιστικοῦ τύπου, ποὺ τὴν εἶχαν κυριολεκτικὰ «διαλύσει», προξενώντας της ὄχι λίγους ἐσωτερικοὺς διχασμοὺς καὶ ψυχικὲς διαταραχές.
–Ἄ, πάτερ, τὸν ἅγιο Πορφύριο εἴπατε; Τὸν ἔχω γνωρίσει τὸν ἅγιο Πορφύριο! Μὲ ἐπισκέφθηκε…
–Σὲ ἐπισκέφθηκε; Ποῦ; Πότε;
–Θὰ τὸ πῶ σὲ σᾶς, πάτερ. Ὅπου ἀλλοῦ πῆγα νὰ τὸ πῶ, μὲ θεωροῦν… τί νὰ πῶ; τρελή, ὅτι μοῦ ἔχει σαλέψει… Ἐσεῖς θὰ μὲ καταλάβετε.
–Γιὰ πὲς λοιπόν.
–Ἐγώ, πάτερ, μέχρι πρὶν λίγο καιρὸ οὔτε κὰν ἤξερα ὅτι ὑπάρχει τέτοιος Ἅγιος. Οὔτε τὸ ὄνομά του εἶχα ποτὲ ἄλλοτε ἀκούσει. Ἦταν λοιπὸν νὰ δώσω ἐξετάσεις γιὰ νὰ πάρω τὸ δίπλωμα στὸ πιάνο. Ἀπὸ μικρὴ παίζω πιάνο. Ἀπὸ τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο πῆγα στὸ Ὠδεῖο γιὰ νὰ μάθω τὸ ὄργανο αὐτό, γιατὶ μοῦ ἄρεσε πολύ. Καὶ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι εἶχα πάντα καλὲς ἐπιδόσεις· καὶ μὲ πολλὴ ὄρεξη εἶχα δοθεῖ στὴν ἐκμάθησή του, ἀφιερώνοντας καθημερινὰ πολλὲς ὧρες.
Πρόσφατα λοιπὸν ἔφτασα στὴν τελευταία τάξη στὸ Ὠδεῖο. Καὶ ἦταν τώρα νὰ δώσω ἐξετάσεις γιὰ νὰ λάβω τὸ δίπλωμα. Ὅμως, ὅπως ἴσως θὰ ξέρετε, οἱ ἐξετάσεις σ᾿ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο δίνονται ἐνώπιον κοινοῦ. Σὰν νὰ λέμε συναυλία, ρεσιτάλ, καταλάβατε; Στὴν ἐπίσημη αἴθουσα ἐκδηλώσεων τοῦ Ὠδείου, μὲ τὴν παρουσία κόσμου καὶ ἐνώπιον ἐξεταστικῆς ἐπιτροπῆς, θὰ ἐμφανιζόμουν γιὰ νὰ παίξω τὸ καθορισμένο ρεπερτόριό μου…
Ἐλᾶτε ὅμως ποὺ πλησιάζοντας οἱ ἡμέρες ἐγὼ ἄρχισα νὰ ἀγωνιῶ… Φοβερὴ ἀγωνία, πάτερ. Ἔτρεμα σύγκορμη. Δὲν μποροῦσα νὰ κοιμηθῶ τὶς νύχτες.
Ἀπανωτὲς κρίσεις πανικοῦ… «Ὄχι, δὲν μπορῶ», ἔλεγα. «Δὲν πάω νὰ δώσω· δὲν πάω! Θὰ λιποθυμήσω μόλις βγῶ στὴ σκηνή. Δὲν εἶναι δυνατόν. Δὲν θὰ πάω! Ἂς πάει ὁ κόσμος κι ἂς φύγει. Δὲν μὲ νοιάζει. Ἐγώ, τέρμα, δὲν πάω νὰ δώσω ἐξετάσεις». Δὲν μπορῶ νὰ σᾶς περιγράψω σὲ τί κατάσταση βρισκόμουν.
Ἔμεναν δύο ἀκόμα μέρες. Ξάπλωσα τὸ βράδυ μπὰς καὶ μπορέσω νὰ κλείσω μάτι. Γιὰ ὧρες στριφογύριζα στὸ κρεβάτι. Εἶχα ταχυπαλμία… Κάποια στιγμὴ μᾶλλον λίγο ἔκλεισα τὰ μάτια. Ὁπότε μπροστά μου ἐμφανίζεται ἡ μορφὴ ἑνὸς παππούλη. Τί μορφὴ ἦταν αὐτή! Τὸ πρόσωπό του φωτεινό, γλυκύ, ἁγνὸ σὰν μικροῦ παιδιοῦ. Εἶχε μιὰ χαρά! Τὰ μάτια του, πιστέψτε με, πάτερ, δυὸ πηγὲς ποὺ ἔρρεαν ποταμοὺς ἀγάπης. Μὲ κάλεσε μὲ τὸ ὄνομά μου:
–Βρὲ Καλλιόπη, τί ἀνησυχεῖς; Ἐσὺ εἶσαι ἄριστη στὸ πιάνο. Θὰ θριαμβεύσεις, ἀκοῦς; Γιατί ἀνησυχεῖς;
Μιὰ γαλήνη ὑπερκόσμια γέμισε τὴν ὕπαρξή μου! Καὶ χαρά! Δὲν ἤξερα τί νὰ πῶ!
–Ἐσὺ ποιὸς εἶσαι; τὸν ρώτησα.
–Ἐγὼ εἶμαι ὁ ἅγιος…
Μοῦ εἶπε τὸ ὄνομά του καὶ ἀμέσως ξύπνησα. Ὅλα γύρω μου, πάτερ, ἔσταζαν γαλήνη, γλυκύτητα, ἠρεμία. Δὲν μποροῦσα νὰ καταλάβω τί ἦταν αὐτὸ ποὺ μοῦ συνέβαινε. Ἀνακάθισα στὸ κρεβάτι λίγο νὰ συνέλθω. Ἤμουν ἀπόλυτα εἰρηνική, χαρούμενη, εὐτυχισμένη.
–Τί ἦταν αὐτό; ἀναρωτήθηκα. Ὁ ἅγιος… Ποιὸς Ἅγιος; Ποιὸς Ἅγιος μοῦ εἶπε ὅτι ἦταν;
Φοβερό· δὲν μποροῦσα νὰ θυμηθῶ τὸ ὄνομά του.
–Μὰ ποιὸς Ἅγιος μοῦ εἶπε ὅτι ἦταν;
Ἔσπαζα τὸ κεφάλι μου· τίποτα. Μόνο ὅτι συνεχῶς ἐρχόταν στὸ μυαλό μου μιὰ λέξη: Κόκκινο… κόκκινο… κόκκινο…
–Τί εἶναι αὐτὸ τὸ «κόκκινο»; Εἶναι δυνατὸν νὰ μοῦ εἶπε «ὁ ἅγιος Κόκκινος»; Κόκκινο… κόκκινο… κόκκινο…
Σηκώνομαι ἐκείνη τὴν ὥρα. Μεσάνυχτα· δύο – τρεῖς θὰ ἦταν; Πηγαίνω στὸν ὑπολογιστή. Τὸν ἀνοίγω καὶ βάζω γιὰ ἀναζήτηση στὸ Google «Ἅγιος Κόκκινος». Μέσα στὶς ἄσχετες ἀναρτήσεις ποὺ ἦρθαν μπροστά μου ἦταν καὶ μία: Ἅγιος Πορφύριος – ἀπὸ τὸ πορφυρὸ χρῶμα, δηλαδὴ κόκκινο. Καὶ δίπλα μία φωτογραφία του. Θεέ μου, ἀπίστευτο! Ἦταν αὐτός! Αὐτὸς ποὺ μοῦ ἐμφανίστηκε στὸν ὕπνο μου.
Ὁ ἅγιος Πορφύριος!
Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἔπειτα ἔγινα ἄλλος ἄνθρωπος, πάτερ. Καμία ἀνησυχία μέσα μου. Μία γαλήνη, πεποίθηση, βεβαιότητα ὅτι θὰ πάω καλὰ στὶς ἐξετάσεις. Πῆγα· καὶ τὰ πῆγα πολὺ καλά. Ἐνθουσιάστηκε τὸ κοινό, οἱ κριτές. Πῆρα πολὺ καλὸ βαθμό…
Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ θὰ μοῦ μείνει, πάτερ, ἀξέχαστο εἶναι τὰ μάτια του. Δυὸ ποταμοὶ ἀγάπης! Τί Ἅγιος τελοσπάντων εἶναι αὐτός, ὁ ἅγιος Πορφύριος;…
Πηγή: https://papakallinikos.wordpress.com/