Πώς αντιδρά κάποιος χωρίς επιχειρήματα, χωρίς αίσθηση τής δημοκρατίας, χωρίς αγάπη για την αλήθεια, ποτισμένος από μια στείρα καυχησιολογία για τη θρησκεία που έτυχε να γεννηθεί και να ασπασθεί, όταν νιώθει ότι η θρησκεία του απειλείται;
Η αληθινή αφήγηση που θα διαβάσετε στη συνέχεια, λέει πολλά… (Τα ονόματα αλλάχθηκαν για ευνόητους λόγους).
Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2003. Απόγευμα.
Κάθομαι με τον μικρό μου γιο στο σαλόνι. Εκείνος βλέπει κινούμενα σχέδια στην τηλεόραση, κι εγώ διαβάζω κάποιο περιοδικό. (Η γυναίκα μου (“Μάρτυς τού Ιεχωβά”) είναι σε κάποιο άλλο δωμάτιο εδώ και ώρα κάνοντας κάποιες δουλειές, και έχει αρκετή ώρα να δώσει σημεία ζωής στο σαλόνι).
Ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο.
Σηκώνω το φορητό ακουστικό από το τραπεζάκι και ακούω τη φωνή τού Θανάση, ενός συνεργάτη μου, πιστού Χριστιανού Ορθοδόξου, που συνεργάζεται μαζί μου για τη βοήθεια τών θυμάτων τής Σκοπιάς.
“Καλό απόγευμα! Σε ενοχλώ;” μου λέει.
“-Όχι! Χαίρομαι που σε ακούω!” του λέω.
“-Έχω εδώ τον Γιώργο, και θέλει να σε ρωτήσει κάτι…” Μου εξηγεί τον λόγο τού τηλεφωνήματός του.
Ο Γιώργος είναι ένας “Μάρτυς τού Ιεχωβά”, που μόλις πρόσφατα άρχισε να αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει στην πραγματικότητα μέσα στη Σκοπιά. Όμως είναι απροκατάληπτος και αγαπάει την αλήθεια, για το λόγο αυτό συνεχίζει να ερευνάει. Αλλά έχει μια υποψία. Νομίζει ότι οι πρώην Μάρτυρες που έγιναν Ορθόδοξοι, μιμούνται τη Σκοπιά στις ερμηνείες τής Αγίας Γραφής, δίνοντας μια άλλη διαφορετική ερμηνεία από τη Σκοπιά, ώστε να παρουσιάσουν στοιχειώδη θεολογία για χάρη τής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Φυσικά ακόμα δεν έχει καν μελετήσει τα πατερικά κείμενα 2000 ετών τής Ορθοδοξίας, για να αντιληφθεί όχι μόνο την πρωτεραιότητα, αλλά και την ανωτερότητά τους από τής Σκοπιάς.
“…Ο Γιώργος μίλησε με τον Μιχάλη, και του έκανε κάποιες ερωτήσεις…” συνεχίζει ο συνεργάτης μου. Ο Μιχάλης είναι ένας ακόμα Ορθόδοξος πρώην Μάρτυρας που συνεργαζόμαστε. Ο Γιώργος τηλεφωνάει και σ’ εμένα και σε αυτόν και ρωτάει διάφορα πράγματα που χρειάζεται.
“…Ρώτησε τον Μιχάλη μερικά πράγματα για την Αγία Τριάδα, και θέλει να σε ρωτήσει και εσένα τα ίδια πράγματα, για να δει αν θα του απαντήσεις τα ίδια”. Μου εξηγεί ο συνεργάτης μου για τον λόγο που με θέλει ο Γιώργος.
“-Δώσε μου τον να του μιλήσω”. Απαντάω εγώ γελώντας, ενώ ο γιος μου με κοιτάει και χαμογελάει με νόημα. Κατάλαβε ότι κάποιος ακόμα Μάρτυρας άρχισε να μαθαίνει την αλήθεια.
(ΟΜΩΣ, το ίδιο προφανώς έχει καταλάβει και η γυναίκα μου, που κάνει την εμφάνισή της μετά από τόση ώρα, και θρονιάζεται δίπλα μου, για να με εμποδίσει. Νιώθει προφανώς μεγάλη απειλή, καθώς ένας ακόμα ομόθρησκός της αρχίζει να απελευθερώνεται από τα δεσμά τής Σκοπιάς.)
Ο Γιώργος με χαιρετάει, και αφού λέμε τα τυπικά, αρχίζει να με ρωτάει για αυτά που θέλει. (Η γυναίκα μου με κοιτάει ενοχλημένη. Θέλει πολύ να μου κλείσει το τηλέφωνο, αλλά προς το παρόν αρκείται να κάθεται δίπλα μου για να μη μπορώ να μιλήσω ελεύθερα. Μου έχει πει ότι δεν θέλει να κάνω θεολογικές συζητήσεις κοντά της).
Σηκώνομαι, και πάω λίγα μέτρα πιο πέρα στην κουζίνα, ενώ μιλάω στο φορητό τηλέφωνο με τον Γιώργο. (Εκεί δεν θα με ακούει η γυναίκα μου, ώστε έτσι θα μπορώ να μιλήσω χωρίς ενοχλήσεις). Ο Γιώργος κάνει την πρώτη του ερώτηση, (κάτω από το ανήσυχο βλέμμα τής γυναίκας μου):
“-Αφού ο Χριστός είναι γιος τού Θεού, αυτό δεν σημαίνει ότι κάποτε φτιάχτηκε;” με ρωτάει ο Γιώργος.
Μπορώ βέβαια να του απαντήσω άμεσα, όμως θέλω να καταλάβει καλά τι θα του πω. Θα αρχίσω λοιπόν διαφορετικά.
“-Τι λέει στο πρώτο κεφάλαιο τού Ευαγγελίου τού Ιωάννη, εκεί στα πρώτα εδάφια; Δεν λέει ότι: Όλα έγιναν δια τού Χριστού, και χωρίς τον Χριστό (Λόγο) δεν έγινε τίποτα από αυτά που έγιναν“; τον ρωτάω.
“-Ναι, έτσι λέει!” Μου λέει ο Γιώργος.
(Τη στιγμή εκείνη η γυναίκα μου σηκώνεται και πλησιάζει προς το μέρος μου. Εγώ λοιπόν θα συνεχίσω να μιλάω άνετα, γιατί δεν φταίω εγώ αν ακούει τα όσα λέω. Ας μην ερχόταν κοντά αν δεν ήθελε να ακούει!).
“-Άρα έφτιαξε ο Χριστός και τον χρόνο! Δεν είναι κτίσμα τού Θεού ο χρόνος; Δεν έφτιαξε τα πάντα ο Θεός;” ρωτάω τον Γιώργο.
(Η γυναίκα μου, μου κάνει νόημα: “τελείωνε!” Και εγώ της κάνω νόημα: “Σε λίγο!” και φυσικά ο Γιώργος δεν υποψιάζεται τι “παίζεται” πίσω από το ακουστικό).
“-Ναι! βέβαια! έφτιαξε και το χρόνο!” απαντάει ο Γιώργος.
“-Άρα, ο Θεός αφού έφτιαξε το χρόνο, είναι εκτός χρόνου, και δεν μπορεί να μεταβάλλεται, γιατί οι μεταβολές προϋποθέτουν χρόνο. Αν δεν περνάει ο χρόνος, τα πάντα είναι “παγωμένα”, αμετάβλητα. Το ίδιο και ο Θεός, δεν είναι δυνατόν να μεταβάλλεται, γιατί είναι εκτός χρόνου. Ζει ένα αιώνιο παρόν. Η Αγία Γραφή λέει για τον Θεό, ότι σε αυτόν δεν υπάρχει αλλοίωση ή σκιά μεταβολής.” Λέω στον Γιώργο, (ενώ η γυναίκα μου κάνει ένα μορφασμό δυσανασχέτισης, επειδή δήθεν αργώ στο τηλέφωνο).
“-Και τι σχέση έχει αυτό με την ερώτησή μου για τον Χριστό;” με ρωτάει ο Γιώργος.
“-Υπομονή! Θα δεις στη συνέχεια. Το θέμα είναι να καταλάβεις καλά τι γίνεται, γι’ αυτό σου τα λέω αυτά…” του απαντάω. (Όμως η υπομονή τής γυναίκας μου αρχίζει να εξαντλείται και πλησιάζει απειλητικά να μου πάρει το φορητό τηλέφωνο από τα χέρια. Ξέρω από άλλες περιπτώσεις, ότι ακόμα είμαστε στην αρχή).
“…Δεν είπαμε όμως ότι όλα ο Πατέρας τα έφτιαξε δια τού Υιού;” τον ρωτάω, (ενώ γυρίζω την πλάτη μου στη γυναίκα μου, εμποδίζοντάς την να αγγίξει το ακουστικό. Έχω διπλάσιο όγκο από αυτή, και είναι δύσκολο να με φτάσει “αξιοπρεπώς”. Προς το παρόν κρατάει κάποια αξιοπρέπεια).
“-Ναι!” Μου απαντάει εκείνος.
“-Άρα έφτιαξε δια τού Υιού και τον χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι ο Υιός είναι και αυτός ΑΧΡΟΝΟΣ. Και ως άχρονος είναι και αυτός αναλλοίωτος. Με άλλα λόγια, δεν έχει και αυτός ούτε αρχή ούτε τέλος” απαντάω, (ενώ νιώθω τα παγωμένα χέρια τής γυναίκας μου να μου σηκώνουν τη φόρμα και να μου παγώνουν την πλάτη. Την κοιτάω ανατριχιασμένος από το κρύο, και έχει ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο. Ξέρω όμως ότι σε λίγο θα γίνει πιο βίαιη. Προς το παρόν όμως, αν την αφήσω να με παγώνει με τα χέρια της, θα κερδίσω έτσι λίγο χρόνο με το τηλέφωνο. Πρέπει λοιπόν να κάνω ότι δεν με ενόχλησε, ή τουλάχιστον ότι με ενόχλησε λίγο, για να μην εγκαταλείψει αμέσως την προσπάθεια. Και πράγματι, αφού αλλάζει κάποιες θέσεις στα χέρια της για λίγα δευτερόλεπτα και με βλέπει απαθή, σκέφτεται τι άλλο να κάνει για να μου χαλάσει το τηλεφώνημα).
“-Και τότε πώς γεννήθηκε ο Χριστός αφού δεν έχει αρχή;” με ρωτάει πάλι ο Γιώργος.
“-Φυσικά δεν έχει αυτό σχέση με την ανθρώπινη γέννηση…” απαντάω. “…Εμείς γεννιόμαστε εν χρόνω, από πατέρα και μητέρα. Ο Χριστός όμως κατά τη θεϊκή του φύση, (γιατί όπως έχουμε ξαναπεί, έχει και Θεϊκή και ανθρώπινη φύση), είναι εκτός χρόνου, και δεν έχει μητέρα. Εμφανώς λοιπόν πρέπει να καταλάβουμε ότι είναι Υιός με διαφορετικό τρόπο από ό,τι ένας άνθρωπος. Είναι όπως το φως, που γεννιέται από τον ήλιο, όμως υπάρχει από τότε που υπάρχει και ο ήλιος. Δεν υπάρχει ήλιος χωρίς φως, ούτε φως χωρίς ήλιο. Όπως δεν υπάρχει πατέρας χωρίς γιο, ούτε γιος χωρίς πατέρα”.
(Λέγοντας τα λόγια αυτά, νιώθω τα νύχια τής γυναίκας μου να μπήγονται ελαφρά και προειδοποιητικά στο χέρι μου που την κρατάει σε κάποια απόσταση. Άρχισε να γίνεται πιο βίαιη).
“-Τότε πώς είναι Υιός ο Χριστός;” ρωτάει πάλι ο Γιώργος.
“-Κατά την αιτία!” Απαντάω. “…Εμείς έχουμε την αρχή μας στους γονείς μας, όχι μόνο κατά την αιτία, αλλά και κατά το χρόνο. Ο Χριστός έχει την αρχή του, μόνο ως προς την αιτία του στον Πατέρα. Όχι όμως στο χρόνο. Γιατί είναι άχρονος. Υπάρχει, επειδή υπάρχει και ο Πατέρας. Όμως είναι συναιώνιος με τον Πατέρα”.
(Τα νύχια τής γυναίκας μου μπαίνουν βαθύτερα. Τα πράγματα αγριεύουν. Καιρός να αλλάξω δωμάτιο. Ευτυχώς αυτή τη φορά κρατάω το φορητό τηλέφωνο. Έτσι, με το ένα χέρι κρατάω το ακουστικό, και ενώ απομακρύνομαι σιγά σιγά, με το άλλο αποκρούω τις επιθέσεις της να με γρατζουνίσει).
“-Και γιατί δεν μπορούμε να τον πούμε: κτίσμα;” με ρωτάει ο Γιώργος, που δεν υποψιάζεται την πάλη που συμβαίνει την ώρα εκείνη.
“-Στη Χριστιανική πίστη κάνουμε σαφή διάκριση “κτίσματος” και “γεννήματος”. Δεν είναι όπως στην αρχαία ειδωλολατρική θρησκεία που μπέρδευαν κτίστη και κτίση. Ο κτίστης όπως είπαμε είναι άναρχος, επειδή είναι άχρονος. Τα κτίσματα έχουν αρχή, επειδή είναι σε χρόνο, και αυτό είναι λογικό, επειδή και ο χρόνος έχει αρχή…” άρχισα να εξηγώ.
(Μέσα στην παλάμη μου κρατάω ακινητοποιημένο τον καρπό τού χεριού τής γυναίκας μου, έτσι ώστε να μην μπορεί να μου χώσει τα νύχια. Δυστυχώς έχει άλλο ένα χέρι, ενώ εγώ με το δεύτερο χέρι μου πρέπει να κρατάω το ακουστικό. Έτσι είμαι υποχρεωμένος να περιστρέφομαι σαν μπαλαρίνα ενώ κρατάω το τηλέφωνο, ώστε να μη δίνω στόχο στο άλλο χέρι της).
“…όταν κατασκευάζεις ένα τραπέζι, λέμε: το φτάχνεις. Όταν όμως αποκτάς ένα παιδί, λέμε: το γενάς. Το τραπέζι, είναι άλλης ουσίας από τον κατασκευαστή. Το παιδί όμως είναι ίδιας ουσίας με τον κατασκευαστή. Όταν γεννάς γιο, είναι ομοούσιος με εσένα, γιατί είναι και αυτός άνθρωπος. Όταν κατασκευάζεις (κτίζεις) ένα σπίτι, είναι άλλης ουσίας με εσένα. Δεν είναι γέννημα. Είναι κτίσμα. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Χριστό. Είναι “Υιός”, δηλαδή γέννημα ίδιας ουσίας με τον Πατέρα, και όχι διαφορετικής ουσίας όπως είμαστε εμείς τα κτίσματα. Το γέννημα είναι ομοούσιο τού γεννήτορα. Το κτίσμα είναι άλλης ουσίας…” εξηγώ αναλυτικότερα, (ενώ ήδη έχω φτάσει παλεύοντας με τη γυναίκα μου στην άκρη τού διαδρόμου, μπροστά στα παιδικά δωμάτια. Κάποια στιγμή καταφέρνει να με πλησιάσει, και νιώθω τα δόντια της να καρφώνονται στον μικρό μυ τού τρικεφάλου στο μπράτσο μου. Είναι πολύ ευαίσθητο σημείο, και ο πόνος είναι έντονος. Όμως καταφέρνω να συγκρατήσω τη φωνή μου, για να μη καταλάβει τίποτα ο Γιώργος, και συνεχίζω να του μιλάω ατάραχος. Παράλληλα, παρά τον πόνο, με δυσκολία κρατάω τα γέλια μου, γιατί το θέαμα που παρουσιάζουμε είναι φοβερά αστείο. Εγώ να κάνω θεολογικές αναλύσεις στο τηλέφωνο ατάραχος, ενώ ταυτόχρονα τραβολογάω τη γυναίκα μου από τα δόντια, όπως κάποιος τραβάει ένα πεισμωμένο σκυλάκι που δάγκωσε ένα κουρέλι. Προσπαθώ να φανταστώ τι θέαμα θα παρουσιάζαμε σε κάποιον παρατηρητή που θα μας έβλεπε, και μου έρχεται να σκάσω στα γέλια).
“…Στην αρχή τού πρώτου κεφαλαίου τού Ευαγγελίου τού Ιωάννη, δείχνει σαφώς ότι ο Χριστός, (ο Λόγος), ήταν Θεός. “Και Θεός ήτο ο Λόγος” λέει, και δεν έχει οριστικό άρθρο εκεί, γιατί χωρίς οριστικό άρθρο, θέλει να δείξει την ΠΟΙΟΤΗΤΑ τής ουσίας Του. Θέλει να δείξει ότι ο Θεός λόγος είναι ομοούσιος με τον Θεό Πατέρα”.
(Καθώς χώνομαι μέσα στο δωμάτιο τού μικρού μου γιου, αφήνω το χέρι τής γυναίκας μου, και τη γαργαλάω απότομα στα πλευρά. Εκείνη αφήνει από τα δόντια της το μπράτσο μου, και νιώθω μεγάλη ανακούφιση. Μπαίνω πιο μέσα στο δωμάτιο και με ακολουθάει. Τώρα θέλω να πω κάτι εναντίον τής οργάνωσης για να τη σκάσω, και βρίσκω ευκαιρία από τα λόγια τού Γιώργου):
“-Μου έδειξε ο Θανάσης εδάφια που μιλούν στον Ενικό ταυτόχρονα και για τον Πατέρα και για τον Υιό, σαν να είναι ένας. Όμως η οργάνωση τα έχει μεταφράσει στη ΜΝΚ διαφορετικά” μου λέει.
“-Ναι, η Σκοπιά δεν έχει αφήσει και τίποτα απείραχτο. Όσα δεν τη συμφέρουν, τα έχει αλλάξει στην Αγία Γραφή. Δεν έχει ούτε το στοιχειώδη σεβασμό στην Αγία Γραφή. Γι’ αυτό έγραψε μια δική της διαστρεβλωμένη Γραφή” λέω με σαδιστική ικανοποίηση καθώς σκέφτομαι ότι αυτό το ακούει η γυναίκα μου, (και τα μάτια της αγριεύουν. Γι’ αυτό που είπα, μου κάνει επίθεση με όλες της τις δυνάμεις, ενώ βρίσκομαι στο άκρο τού δωματίου, χωρίς άλλη διέξοδο. Αυτό περίμενα κι εγώ. Όπως έρχεται απρόσεκτα νευριασμένη, της αρπάζω το χέρι, και το στρίβω ελαφρά, ώστε να την κάνω να βρεθεί στην άκρη, και εγώ περνάω από δίπλα της προς την έξοδο. Στο σημείο αυτό όμως περνάω πολύ κοντά της, και με το άλλο χέρι της μου χτυπάει το ακουστικό τού τηλεφώνου, που τόση ώρα το διατηρούσα μακριά της. Το ακουστικό μου φεύγει από το χέρι, και πέφτει. Προλαβαίνω και το αρπάζω στον αέρα, και αναρωτιέμαι αν έκλεισε, γιατί πιάνοντάς το, πατάω κατά λάθος κάποια κουμπιά).
“…Έλα Γιώργο! Με ακούς;” τον ρωτάω.
“-Ναι!” μου απαντάει ο Γιώργος.
“-Μου φάνηκε ότι έκλεισε η γραμμή, γιατί πάτησα κάποια κουμπιά κατά λάθος…” τού λέω, (ενώ κατευθύνομαι γρήγορα προς το υπνοδωμάτιό μας, μήπως προλάβω και κλείσω την πόρτα. Έτσι και την κλειδώσω από μέσα, θα συνεχίσω το τηλεφώνημα ήσυχος).
“…Μου είπε ο Θανάσης ότι έκανες τις ίδιες ερωτήσεις και στον Μιχάλη. Τι σου είπε ο Μιχάλης;” τον ρώτησα καθώς έτρεχα για να προλάβω να κλείσω την πόρτα τού υπνοδωματίου πριν φθάσει η γυναίκα μου.
“-Ακριβώς τα ίδια μου είπε!” μου απάντησε.
(Τη στιγμή εκείνη έκλεινα την πόρτα, όμως η γυναίκα μου πρόλαβε και μπήκε από το άνοιγμα. Υποχώρησα προς την άκρη τού κρεβατιού, ενώ με ακολουθούσε).
“-Εσύ πίστευες ότι θα σου έλεγε κάτι διαφορετικό; Αφού αυτά είναι δόγματα που οφείλει να ξέρει κάθε Ορθόδοξος” του απάντησα.
“-Ναι, όμως δεν τα ξέρει! Και μου κάνει εντύπωση γιατί τα ξέρετε εσείς που είσαστε πρώην Μάρτυρες, ενώ δεν τα ξέρουν άνθρωποι που γεννήθηκαν στην Ορθοδοξία” μου απάντησε, (ενώ ήδη είχα κάνει το γύρο τού κρεβατιού, και βρισκόμουν πάλι σε αδιέξοδο, με τη γυναίκα μου να με πλησιάζει θριαμβευτικά από πίσω).
“-Μα δεν τα ξέρουμε μόνο εμείς. Εμείς αυτά που ξέρουμε τα μάθαμε από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Από Ορθοδόξους που ποτέ δεν είχαν σχέση με την οργάνωση. Απλώς εσύ τα ακούς από εμάς, επειδή δεν έχεις σχέση με άλλους Ορθοδόξους. Η οργάνωση απομονώνει τα μέλη της από όσους γνωρίζουν καλά την πίστη τους. Τα ίδια τα ξέρει και ο Θανάσης και ο π. Μάξιμος που δεν υπήρξαν ποτέ “Μάρτυρες”. Και μπορώ να σου συστήσω και άλλους. Άρα δεν ισχύει η σκέψη ότι τα ξέρουμε επειδή δήθεν είχαμε σχέση με την οργάνωση…” του είπα, (και βγάζοντας τις παντόφλες μου ανέβηκα όρθιος στο κρεβάτι. Αυτό η γυναίκα μου που νόμιζε ότι με στρίμωξε στη γωνία, δεν το περίμενε, και αιφνιδιάστηκε. Και όσο κι αν τεντώθηκε, δεν με έφτανε στην άλλη άκρη τού διπλού μας κρεβατιού. Τώρα λογικά έπρεπε να περιμένω να βγάλει και αυτή τις παντόφλες της για να ανεβεί στο κρεβάτι. Και πράγματι. μετά από μια στιγμή αμηχανίας, έβγαλε τις παντόφλες της).
Έτσι όπως ήμουν όρθιος πάνω στο κρεβάτι, δεν μπόρεσα να μη σκεφθώ δύο πράγματα. Το πρώτο που με παραξένευε, ήταν ότι παρά την πάλη μου με τη γυναίκα μου όλη αυτή την ώρα, μπορούσα έτσι απλά να κάνω αυτή τη θεολογική συζήτηση, σαν να συζητούσα το πιο απλό πράγμα απερίσπαστος, για θέματα που όταν έβγαινα από τους Μάρτυρες μου φαίνονταν τόσο δύσκολα! Τώρα όμως, με τη βοήθεια τής Εκκλησίας τού Θεού, μπορούσα πλέον να τα θεωρώ αυτονόητα.
Το δεύτερο που σκεφτόμουν, ήταν πόσο αστείο θέαμα παρουσίαζα όλη αυτή την ώρα. Βαθιά μέσα μου επιθυμούσα να είχα μία κάμερα να κατέγραφα όλες αυτές τις σκηνές, για να τις βλέπω και να γελάω αργότερα. Και θα ήθελα να έβλεπα τα μούτρα τού Γιώργου, αν ήξερε τι συμβαίνει πίσω από το ακουστικό!
“…Το ότι εσύ γνωρίζεις εμάς, οφείλεται στο ότι μεταξύ τών Ορθοδόξων, εμείς έχουμε αναλάβει να βοηθάμε “Μάρτυρες” να γνωρίσουν το αληθινό Ευαγγέλιο. Και εσύ είσαι Μάρτυρας.” συνέχισα, (καθώς η γυναίκα μου ανέβηκε ξυπόλητη στο κρεβάτι για να με φτάσει. Όμως την ίδια στιγμή που εκείνη ανέβαινε, εγώ κατέβαινα από την άλλη μεριά, και για μια φορά ακόμα έτρεξα προς την πόρτα. Το σχέδιό μου είχε πετύχει. Τράβηξα την πόρτα πίσω μου, και μέχρι εκείνη να την ανοίξει, εγώ προλάβαινα να τρέξω ως την τουαλέτα).
“-Υπάρχουν όμως Ορθόδοξοι που δεν έχουν ιδέα από όλα αυτά”. Μου είπε ο Γιώργος.
“-Πράγματι! Είναι αυτοί που απλώς “έτυχε” να γεννηθούν Ορθόδοξοι, όμως ποτέ τους δεν είχαν ζήλο Θεού να ερευνήσουν σε βάθος τα πράγματα. Όπως οι “Μάρτυρες”, που απλώς επειδή γεννήθηκαν σε μία θρησκεία, ή επειδή παρασύρθηκαν από τη δική τους που δεν τη γνώριζαν, θέλουν να πιστεύουν ότι έχουν την αλήθεια. Όμως όπως βλέπεις βρίσκονται πολύ μακριά”. απάντησα (κλειδώνοντας πίσω μου την πόρτα τής τουαλέτας, καθώς η γυναίκα μου αγωνιζόταν να προλάβει να την ανοίξει πριν κλειδώσω.
Το χερούλι κινήθηκε προς τα κάτω, όμως χωρίς αποτέλεσμα. Η μάχη είχε τελειώσει. Έτσι κάθισα στο καπάκι τής κλειστής λεκάνης, για να συνεχίσω με την ησυχία μου το τηλεφώνημα. Αρκεί να μη σκεφτόταν να τραβήξει το καλώδιο τής συσκευής τού τηλεφώνου. Και πράγματι, δεν το σκέφτηκε).
Δεν είχαν μείνει και πολλά να πούμε με τον Γιώργο. Είπαμε μερικά πράγματα ακόμα, και τον αποχαιρέτησα, αυτόν και τον Θανάση που ήταν μαζί του. Έκλεισα το τηλέφωνο και βγήκα.
Η γυναίκα μου καθόταν με τον μικρό μου γιο στο σαλόνι και έβλεπαν τηλεόραση. Ο μικρός απορροφημένος όλη αυτή την ώρα με τα κινούμενα σχέδια, έχασε όλο αυτό το σώου.
“Ένας ακόμα “Μάρτυρας” ανακάλυψε την πλάνη τής Σκοπιάς” της είπα προκλητικά μπαίνοντας.
“-Εγώ όμως σε έσκασα! Σε ταλαιπώρησα!” μου είπε με ένα θριαμβευτικό χαμόγελο ως ανταπόδοση.
“-Μη χαίρεσαι καθόλου! Σε λίγες μέρες το Ίντερνετ θα γελάει με τα κατορθώματά σου. Όλα όσα συνέβησαν εδώ, θα καταγραφούν αναλυτικά, και θα γελάσει ο κάθε πικραμένος, με τον τρόμο σας απέναντι στην αλήθεια!” της είπα, και το χαμόγελο έσβησε από τα χείλη της.
Κείμενο Ν. Μ.