Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου μέσα από τους Χαιρετισμούς

evagelismos theotokou

Νεκτάριος Πάρης, Δρ. Θ., D.Μ. 

Ἀρχιμ. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου

Καθηγητὴς Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Ἡ λατρευτικὴ τάξη τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς ἀνατολῆς ἔχει ἀνυψώσει τὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου σὲ ὑψηλὸ βαθμὸ καὶ τὴν ἔχει κοσμίσει μὲ διαφόρους ὕμνους καὶ ἐπίθετα ποὺ ἐκφράζουν τὴν πνευματική της λαμπρότητα.

Κάθε πιστὸς στὴν ἐπίγεια ζωή του ἔχει ψελλίσει, ἔστω γιὰ μιὰ στιγμή, τὸ ὄνομα τῆς Θεοτόκου μὲ τρόπο ἱκετευτικό, ἤ τὸ ἔχει ἐπικαλεσθεῖ εὐγνωμόνως σὲ κάποια δοκιμασία καὶ ταραχὴ τοῦ βίου του.

Ἔχομε ἀκράδαντη πεποίθεση πὼς τὴν ἔχομε μεσίτρια πρὸς τὸν Υἱό της καὶ Θεό μας. Δὲν διστάζομε νὰ τὴν καλέσομε ἤ καὶ νὰ ζητήσομε κάτι ἀπὸ τὴν ἴδια, γνωρίζοντας ὅτι εἶναι Μήτηρ τῆς ὄντως Ζωῆς.

Γενικότερα, τὸ ὄνομα τῆς Θεοτόκου ἀντηχεῖ ὡς γλυκιὰ παρηγορία στὰ ὦτα τοῦ δοκιμαζομένου ἀνθρώπου, ὡς νὰ κρούεται ἕνα ὄργανο τὸ ὁποῖο προκαλεῖ τέρψη στὴν ψυχὴ τοῦ κάθε πιστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔνδακρυς καταφεύγει στὴν προστασία της.

Οὐκ ὀλίγες εἶναι οἱ ἑορτὲς οἱ ὁποῖες ἀναφέρονται στὴν Παντάνασσα τοῦ κόσμου. Ὑπάρχει ὁ θεομητορικὸς κύκλος ἑορτῶν.

Σὲ αὐτὲς τὶς ἑορτὲς συμπεριλαμβάνονται: Τὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου στὶς 8 Σεπτεμβρίου, Τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου τὴν 21η Νοεμβρίου, Ἡ Σύλληψη τῆς Θεοτόκου στὶς 9 Δεκεμβρίου, Ἡ Σύναξη τῆς Θεοτόκου στὶς 26 Δεκεμβρίου, Ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου, Δεσποτικὴ καὶ Θεομητορικὴ ἑορτὴ στὶς 2 Φεβρουαρίου, Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου στὶς 25 Μαρτίου καὶ Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου στὶς 15 Αὐγούστου.

Ἐπιπλέον θεομητορικὲς ἑορτὲς οἱ ὁποῖες δὲν περιλαμβάνονται στὶς κύριες εἶναι: τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, τῆς Ἁγίας Σκέπης καὶ Ἁγίας Ζώνης πρὸς τιμὴν τῶν ὁποίων φέρονται ἱεροὶ ναοί.

Αὐτὴ ἡ εὐλάβεια τοῦ χριστιανοῦ πρὸς τὸ ὄνομά Της, ἀπὸ τὸν ἁπλὸ λαϊκὸ ἄνθρωπο ἕως τὸν ὑψηλόβαθμο κληρικό, δὲν ἔμεινε μόνο στὰ ὀλίγα λόγια τῶν χειλέων, ἀλλὰ διέβη τὴν καρδία καὶ ἀποδόθηκε ὡς τιμὴ καὶ προσκύνηση. Συνετάχθησαν ὕμνοι καὶ ἀκολουθίες, γνωστότερες σὲ ὅλους εἶναι οἱ Παρακλήσεις πρὸς αὐτήν, οἱ ὁποῖες ψάλλονται σχεδὸν καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ ἔτους, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν τὴν περίοδο Δεκαπενταυγούστου.

Ὅμως, κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου (Τριώδιον το κατανυκτικόν), μέσα στὴν πάλη κατὰ τῶν παθῶν καὶ τὴν ἄσκηση τῆς νηστείας, δὲν γίνεται ὁ πιστὸς νὰ μὴν ἔχει ἕνα ἰσχυρὸ στήριγμα νὰ ἀκουμπήσει, ὥστε νὰ μὴν καταποντισθεῖ ἀπὸ τὸν βδελυρὸ ἀντικείμενο ποὺ τὸν διώκει. Ἔτσι καὶ σὲ αὐτὴ τὴν περίοδο τῆς ζωῆς τοῦ χριστιανοῦ δὲν γίνεται νὰ λείπει ὁ παραμυθικὸς λιμένας, ἡ κραταιὰ βοήθεια τῆς Θεοτόκου.

Σὲ αὐτὴ τὴν περίοδο τῶν πέντε ἑβδομάδων τῆς νηστείας πρὸς τὸ Πάσχα, ὁ πιστὸς ἔχει δημιουργήσει μὲ τὴν πάροδο  τοῦ χρόνου καὶ μέσα σὲ ἕνα ἱστορικὸ πλαίσιο, τὶς καλλαίσθητες ἀκολουθίες τῶν Χαιρετισμῶν καὶ τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου.

Σὲ αὐτὲς τὶς ἀκολουθίες στὶς ὁποῖες ἀκούονται ὁ κανόνας τοῦ Ἀκαθίστου καὶ οἱ Χαιρετισμοί, τῶν ὁποίων οἱ εἰκοσιτέσσερις οἴκοι ἀπαγγέλονται σὲ τέσσερις στάσεις, μὲ ἐφύμνιο τὸ «Χαῖρε νύμφη ἀνύμφευτε» καὶ τὸ «Ἀλληλούϊα».

Σὲ αὐτοὺς τοὺς ὕμνους βλέπομε τὸν ἀρχάγγελο Γαβριὴλ νὰ συνομιλεῖ μὲ τὴν Θεοτόκο Μαρία καὶ νὰ ἀποδίδει πρὸς αὐτὴν πλῆθος χαρακτηρισμῶν ποὺ τὴν μεγαλύνουν, ὡς πρὸς τὸ κάλλος τῶν ἀρετῶν της.

Στὴν ἀρχὴ τῆς Α΄ στάσεως καὶ τοῦ πρώτου Οἴκου τοῦ Ἀκαθίστου, βλέπομε τὸν ἄγγελο νὰ παρουσιάζεται στὴν Μαριάμ. Δὲν ἦταν ἕνας ὁποιοσδήποτε ἀγγελιοφόρος ἤ ἄνθρωπος, οὔτε ἦταν ἕνας ἁπλὸς ἀρχάγγελος ἤ ἄγγελος, ἀλλὰ ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ὁ «πρωτοστάτης» τῶν ἀγγέλων, καὶ ἀποστέλλεται «οὐρανόθεν» ὥστε νὰ μεταφέρει τὸ μεγάλο μήνυμα τὸ ὁποῖο ἔχει σχέση μὲ τὸ σχέδιο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ.

Ἐμφανισθείς ὁ ἀρχάγγελος στὴν Μαριὰμ «ἐξίστατο». Ἐξίσταται μόλις βλέπει τὸ κάλλος της, μὲ κάλλος καὶ πλῆθος ἀρετῶν κεκοσμημένη ἡ γυναίκα ἡ ὁποία θὰ φέρει στὸν κόσμο τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν ἄσαρκο καὶ ἄναρχο.

Μελετώντας τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ (1:26-38), ὅπου διαδραματίζεται τὸ γεγονὸς τῆς ἐπισκέψεως τοῦ ἀρχαγγέλου στὴν Μαριάμ, ἀκούομε νὰ τὴν χαιρετᾶ μὲ τοὺς λόγους: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν». Τοὺς λόγους αὐτοὺς τοὺς συναντοῦμε καὶ στὸ κατανυκτικὸ τροπάριο τοῦ ἑσπερινοῦ «Θεοτόκε παρθένε» τὸ ὁποῖο εἶναι πολὺ λαοφιλές.

Στὸν δεύτερο Οἶκο περιγράφεται ἀπὸ τὸν ὑμνογράφο ὁ συναισθηματικὸς κόσμος τῆς Θεοτόκου. Ἀπευθύνεται στὸν ἄγγελο «θαρσαλέως» γιὰ νὰ μάθει γιὰ ὅσα τῆς λέγει περὶ συλλήψεως.

Παραμένει γι΄ αὐτήν «δυσπαράδεκτος» ὁ λόγος τοῦ ἀγγέλου, διότι εἶναι παρθένος «ἐν ἁγνείᾳ» καὶ δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβει νοητικῶς πῶς μπορεῖ νὰ συμβεῖ κάτι τέτοιο ἀσπόρως.

Στὸν τρίτο Οἶκο ἡ Παναγία Θεοτόκος ζητεῖ νὰ μάθει «γνῶσιν ἄγνωστον», πράγματα ἀνεξηρεύνητα καὶ ἀποκεκρυμμένα γιὰ τὸν χοϊκὸ νοῦ.

Ὁ ἀρχάγγελος «ἐν φόβῳ» ὁμιλεῖ περὶ ὅσων πρόκειται νὰ συμβοῦν καὶ μὲ μία ἁπλὴ ἐξήγηση ἀναπαύει τὴν ταπεινὴ μητέρα τοῦ Κυρίου.

Ἄνευ καθυστερήσεως ἀπαντᾶ: «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι». Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ τῆς δίδει τὴν ἄγνωστη γνώση ποὺ ζητοῦσε, τὴν ὁποία οὔτε οἱ ἄγγελοι γνωρίζουν, πῶς ὁ Θεὸς γεννᾶται ὡς ταπεινὸς ἄνθρωπος.

Στὸν τέταρτο Οἶκο εὑρίσκεται ἡ κατακλείδα τοῦ Ευαγγελισμού τῆς Θεοτόκου, εἶναι ἡ ἐπισφράγισίς του καὶ ἡ ἀποδοχὴ ἀπὸ τὴν Θεοτόκο τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, μέσα ἀπὸ ἕνα ἁπλὸ λόγο: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου».

Κλίνει τὸν αὐχένα δεχομένη τὸ ἀκατάλυπτον, παραδιδομένη μὲ πίστη στὸ θεῖο θέλημα. Τότε «δύναμις τοῦ ὑψίστου ἐπεσκίασε» τὴν Μαριάμ, πρὸς ὁλοκλήρωση τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου.

Αὐτὴ ἡ χάρις ἡ ἐπισκιάσασα τὴν Θεοτόκο προεικονίζεται καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, πολλὰ στοιχεία τῆς ὁποίας ὑπάρχουν στὰ τροπάρια τοῦ κανόνος τοῦ Ἀκαθίστου.

Σὲ αὐτὸν τὸν Οἶκο ὁ ὑμνογράφος ἀποκαλεῖ «εὔκαρπον» τὴν κοιλία τῆς Θεοτόκου καὶ «ἀγρὸν» τὴν ἴδια, καὶ ὁ καρπὸς ὑπάρχει γιὰ «τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν».

Ὑπάρχει γιὰ νὰ ἐπιτελέσει τὸ μέγιστο θαῦμα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ μέσω τῆς καθαρότητός της, καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ νὰ ξεκινήσει τὸ σχέδιο τῆς οἰκονομίας τοῦ Κυρίου, καὶ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων νὰ ὁδηγηθεῖ στὴν σωτηρία.

Ὅσους ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους βεβαίως ποθοῦν τὴν σωτηρία τους. Ὁ Κύριος οὔτε ἐκβιάζει, οὔτε ἐπεμβαίνει βιαίως στὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου.

Ἀφήνεται ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐπιλέξει ἀνάμεσα στὸ νὰ μετέχει στὴν αἰώνια ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἤ νὰ ζήσει τὴν τραγικότητα καὶ τὴν ματαιότητα.

Ἡ παρουσία τῆς Θεοτόκου εἶναι ζωντανὴ στὴν θεία λειτουργία μὲ ὕμνους ἀφιερωμένους στὸ μεγαλεῖο της (Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, Ἐπὶ σοὶ χαίρει Κεχαριτωμένη, κ. ἄ.) καὶ στὶς θερμὲς ἱκεσίες της πρὸς τὸν Υἱό της ὥστε νὰ δωρίσει τὸ ἔλεός Του στὰ πλάσματά του (Ταῖς πρεσβίαις τῆς Θεοτόκου Σῶτερ σῶσόν ἡμᾶς).

Στὴν εἰκογραφία τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ ναοῡ, ἡ Θεοτόκος λαμβάνει ἐξέχουσα θέση ὡς ἡ πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν, μεταφέροντας τὶς δεήσεις τῶν ἀνθρώπων στὸν Υἱό της. Δυστυχῶς ὅμως ἡ Θεοτόκος δὲν λαμβάνει ἀνάλογη θέση τιμῆς στὶς καρδιὲς ἀπίστων ἀνθρώπων. Μάλιστα ἀποκαλοῦν τὴν Θεοτόκο ἁπλῶς Μαρία! Πολλὲς φορὲς λερώνεται τὸ ὄνομα τῆς Θεοτόκου ἀπὸ ἀκάθαρτα χείλη.

Ἄλλοτε ἄνθρωποι ἄπειροι αἰσθήσεως Θεοῦ ψηλαφοῦν τὸ μυστήριο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου μὲ λερωμένα χέρια καὶ ὀρθολογισμό, ὅμως τὸ ἄσπιλον καὶ κεκαθαρμένον ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς θεότητος δὲν μολύνεται, οὔτε καὶ ἡ αἰωνία ἀλήθεια.

Οἱ ἄπιστοι καὶ οἱ ἀσεβεῖς, κηρύττοντας ὡς κύμβαλα ἀλαλάζοντα, βλάπτουν τὸν ἑαυτό τους καὶ τοὺς συνανθρώπους τους, ἀπομακρυνόμενοι μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἀπό τὴν χάρη καὶ τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτοκου δὲν ἀποτελεῖ ἕνα γεγονὸς τοῦ παρελθόντος γιὰ νὰ θυμίζει ἤ νὰ διδάσκει τὴν θεολογικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ἕνα γεγονὸς διαχρονικό. Ἔτσι οἱ ὕμνοι χρησιμοποιοῦν χρόνο ἐνεστῶτα, ἐνῶ συχνὴ εἶναι ἡ χρήση τῆς λέξεως «Σήμερον», ὥστε νὰ ἀναδεικνύεται ἡ διαχρονικότητα τῶν γεγονότων τῆς Θείας Οἰκονομίας.

Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου,  ὅπως καὶ ὅλες οἱ ἑορτὲς γενικότερα δείχνουν μὲ πόση ἐλευθερία μεταχειρίζεται ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο και πὼς ὅπου ἐπέμβει «νικᾶται φύσεως τάξις» ( «Τὶ θαυμάζεις Μαριάμ; τὶ ἐκθαμβεῖσαι τῷ ἐν σοὶ…ὅπου Θεὸς δὲ βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις. Χριστὸς ἐτέχθη, ἐκ τῆς Παρθένου», Κάθισμα Χριστουγέννων) γιὰ νὰ χαρίσει τὴν σωτηρία στὸ γένος τῶν ἀνθρώπων.

Ἡ Θεοτόκος Μαρία εἶναι τὸ ὡραιότερο ἄνθος τῆς ἀνοίξεως ποὺ χάρισε ὡς δῶρο ἡ ἀνθρωπότητα στὸν Θεό ( «Τὶ σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ὅτι ὤφθης ἐπὶ γῆς ὡς ἄνθρωπος δι’ ἡμᾶς; ἕκαστον γὰρ τῶν ὑπὸ σοῦ γενομένων κτισμάτων, τὴν εὐχαριστίαν σοι προσάγει· οἱ Ἄγγελοι τὸν ὕμνον, οἱ οὐρανοὶ τὸν Ἀστέρα…ἡμεῖς δὲ Μητέρα Παρθένον», Τροπάριο ἑσπερίων Χριστουγέννων) ὅμως ὁ Θεός τὸ ἐπέστρεψε ὡς χάρισμα στοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὸν ἐπιζητοῦν.

 

Πηγή: https://www.romfea.gr/