Συνήθως όμως λέμε ότι αγαπούμε τον άλλον και γι’αυτό ζηλεύουμε. Όμως εάν δούμε την κατάσταση της ζήλιας στο βάθος της θα διαπιστώσουμε ότι δεν προέρχεται από την αγάπη μας αλλά από την κτητικότητά μας. Ιδίωμα της αγάπης μας προς τον άλλον άνθρωπο είναι η ελευθερία και όχι ο έλεγχος του άλλου. Ιδίωμα της ζήλιας είναι ο έλεγχος του άλλου· σε ποιον μιλά, πόσο μιλά, τί λέγει, γιατί πήγε εκεί, με ποιους πήγε εκεί, κτλ.
Η ζήλια προέρχεται λοιπόν από την λάθος τοποθέτησή μας μέσα σε μία σχέση, είτε φιλική, είτε ερωτική. Το αποτέλεσμα είναι ο άνθρωπος να υποφέρει, να δημιουργεί φανταστικές καταστάσεις που δημιουργούν λύπη στην καρδιά του με αποκορύφωμα την σύγκρουση με τον άλλον άνθρωπο. Η ζήλια ζητά τον λόγο από τον άλλον άνθρωπο.
Είναι φοβερό το ποσοστό των άρρωστων σχέσεων που ωφείλονται στην ζήλια. Ουσιαστικά κάποιος ζηλεύει διότι ο ίδιος έχει χαμήλη αυτοεκτίμηση (γι’αυτό και σκέφτεται φίλαυτα). Η κατάσταση λοιπόν αυτή εκφράζεται με μία επιθετικότητα προς τον άλλον. Δεν βλέπει τον άλλον άνθρωπο ως έναν ηγαπημένο αλλά ως έναν υποψήφιο προδότη.
Και είναι τραγικό το ότι ο άνθρωπος μόνος του καταστρέφει τις σχέσεις του λόγο της ζήλιας του, λόγο της κτητικότητάς του, λόγο του εγωισμού του. Όλα από τον εγωισμό ξεκινούν. Δεν μπορεί ο άνθρωπος να δεχθεί ότι ο/η ηγαπημένος του μπορεί να κάνει παρέα και με άλλους, να μιλά με άλλους ανθρώπους, να αγαπιέται από άλλους ανθρώπους, να χαμογελά σε άλλους ανθρώπους…
Για να εξαλειφθεί η ζήλια θα πρέπει να αρχίσουμε στο πως βλέπουμε τον εαυτό μας. Για να δούμε τον άλλον άνθρωπο αγαπητικά θα πρέπει πρώτα να πλησιάσουμε τον εαυτό μας αγαπητικά. Αγαπητικά και όχι φίλαυτα.
Γιατί συνδέομαι λοιπόν με τον άλλον άνθρωπο; Συνδέομαι μαζί του για να κατακτηθώ ή να κατακτήσω, για να δοθώ ή να πάρω. Βεβαίως κάθε σχέση έχει ένα «πάρε δώσε». Όμως στην κατάσταση της ζήλιας οι απαιτήσεις ξεφεύγουν από τα φυσιολογικά πλαίσια.
Η ζήλια αδελφοί μου είναι ένα πνευματικό σκάλωμα. Εάν δεν ξεκολλήσουμε απ’αυτό δύσκολα θα προοδεύσουμε πνευματικά. Δεν είναι τυχαίο ότι η ζήλια έχει χαρακτηριστεί από πολλούς η αιτία της δυστυχίας. Και όντως εάν δούμε την αρχή της ιστορίας θα διαπιστώσουμε ότι ο Εωσφόρος ζήλεψε τον Θεό, ο Αδάμ και η Εύα από ζήλια κινήθηκαν να γευτούν τον «απαγορευμένο καρπό», ο Κάιν από ζήλια σκότωσε τον Άβελ. Το κακό δηλαδή εισήλθε στον κόσμο από την ζήλια και σε ένα μεγάλο ποσοστό από την ζήλια διατηρείται.
Ο φόβος μην χάσουμε τον άλλον γεννά την ζήλια, έτσι λέμε. Όμως τελικά ο φόβος μην μείνουμε μόνοι, να μην θικτεί ο εγωισμός μας (μας προσβάλει το γεγονός ότι δεν μας προσδίδεται η ανάλογη σημασία). Η διαφορά ίσως είναι δυσδιάκριτη. Ο άνθρωπος που ζηλεύει δεν βλέπει τον άλλον ως πρόσωπο αλλά ως κτήμα του, δεν προσεγγίζει τον άλλον θυσιαστικά αλλά εγωιστικά. Μπορεί να λέγει ότι τον αγαπά, όμως δεν τον αγαπά· τον θέλει δικό του, υποχείριό του.
Ηδονίζεται ο ζηλιάρης όταν ο άλλος άνθρωπος τον έχει κέντρο της ζωής του. Ο ζηλιάρης άνθρωπος δεν ενδιαφέρεται για τον άλλον, το μόνο που τον νοιάζει είναι να έχει ο άλλος τον ίδιο στο κέντρο της ζωής του. Και γι’αυτό φτάνει στο σημείο να μισεί τον άλλον εάν για κάποιο λόγο φύγει από το κέντρο της ζωής του. Είναι αυτό που αναφέραμε πιο πάνω. Η ζήλια θέλει όλα τα φώτα πάνω της, όλη την προσοχή.
Η ζήλια καταστρέφει τον ζηλιάρη. Τον απομακρύνει από τους άλλους ανθρώπους· δεν μπορεί να εμπιστευτεί κανέναν. Ζηλεύει και εγκλωβίζεται σ’αυτή την στεναχώρια. Τα γεγονότα διαστρέφονται διότι οι σκέψεις του έχουν
Η ζήλια φέρνει διεκδικήσεις και οι διεκδικήσεις συνήθως φέρνουν συγκρούσεις και οι συγκρούσεις φέρνουν κούραση και η κούραση τον χωρισμό.
«Η ζήλια είναι ένα τέρας που γεννιέται από τον εαυτό του και τρέφεται από τον εαυτό του» αναφέρει κάπου στον “Οθέλλο” ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ.
Όντως η ζήλια μπορεί να κάνει τον πιο γλυκή άνθρωπο σκληρό, τον βολικό δύστροπο, τον αγαθό πονηρό, τον πράο οξύθυμο.
Μεγάλο κακό λοιπόν η ζήλια. Αμαρτία μεγάλη. Και είναι αμαρτία διότι αφήνουμε τον Θεό και προσπαθούμε να περισώσουμε το εγώ μας. Κι αν θυμηθούμε τον Θεό το κάνουμε για να μας βοηθήσει ώστε ο άλλος να ξάναγινει το δικό μας “σκυλάκι”. Και είναι η πτώση μας ακόμα μεγαλύτερη.
Ζηλεύουμε λοιπόν αυτούς με τους οποίους συνδεόμαστε. Το παράδοξο είναι ότι η ζήλια μας κάνει να τους βλέπουμε ως αντιπάλους που πρέπει να νικήσουμε. Και είναι η νίκη μας η μεγαλύτερή μας ήττα. Γιατί τελικά στην ζήλεια δεν υπάρχει νικητής και ηττημένος, υπάρχει μόνο ο άνθρωπος που υποφέρει (επειδή ζηλεύει) και προκαλεί πόνο και στον άλλον με την συμπεριφορά του.
Αδικείς τον εαυτό σου ζηλεύοντας…και εν συνεχεία αδικείς και τους άλλους.