…Θα ήθελα λοιπόν πέρα από αυτά, πέρα από το βίο της Αγίας Φωτεινής να θέσω τρία σημεία, τα οποία θα μας συντροφεύσουν όλο αυτό το διάστημα της νέας «αιχμαλωσίας» του Έθνους μας. Το πρώτο που θα μας κρατήσει γερούς πνευματικά είναι να μην ξεκοπούμε από την Εκκλησία μας. Μπορεί να πάρουν την πατρίδα μας, εκείνο που δεν μπορούν να πάρουν είναι την πίστη μας. Και αυτό, αδελφοί μου, δεν καλλιεργείται εκτός Εκκλησίας. Μέσα στην Εκκλησία καλλιεργείται, εκείνο το οποίο θα κρατήσει μέσα στην ψυχή μας αδιάφθορη τη σχέση μας με το Θεό. Είναι αυτή η πίστις, η οποία πρέπει να καλλιεργηθεί.
Δεύτερο σημείο είναι η γλώσσα μας. Θα πρέπει να σταματήσουμε στα παιδιά μας όλες τις εκδηλώσεις, όσες έξτρα εκδηλώσεις κάνουν στη ζωή τους, είτε πιάνο είτε γήπεδα είτε χίλια δυο πράγματα και να ασχοληθούμε με τη γλώσσα μας, γιατί η γλώσσα θα φέρει την Ανάσταση του γένους. Εάν ξεκοπούμε από τη γλώσσα μας, που ήδη ξεκοβόμαστε, θα ξεκόψουμε τις ρίζες μας. Γιατί είδατε τώρα τελευταία ακούμε και φωνές να αλλάξει και η γλώσσα μέσα στην Εκκλησία. Ποια γλώσσα να αλλάξει; Αυτή που επί εικοσιένα αιώνες ολόκληρους η Εκκλησία μας λειτουργεί; Ποιός δεν μπορεί να καταλάβει τη γλώσσα της Εκκλησίας; Εκείνος ο οποίος έχει ξεκοπεί από τη μάνα του. Η μάνα μας είναι η ελληνική γλώσσα, γι’ αυτό και πολλοί από μας ντρεπόμαστε στα μπαλκόνια μας να κρεμάσουμε την ελληνική σημαία. Εξ αφορμής αυτού του γεγονότος, ότι ντρεπόμαστε να δηλώσουμε το ελληνικό μας έθνος και την ιδιότητά μας, ότι είμαστε Χριστιανοί Ορθόδοξοι και Έλληνες, βρίσκουν άλλοι αφορμές να πατήσουν τον τόπο μας. Γι’ αυτό, αδελφοί μου, μην ξεχνάμε ότι εμείς δεν είμαστε του πρώτου αιώνος και της Ευρώπης της σύγχρονου γόνοι. Είμαστε απόγονοι των Κολοκοτρωναίων. Αυτό πρέπει πολύ σωστά να το κατανοήσουμε, να το βάλουμε στην ψυχή μας. Οι μακεδονομάχοι δεν πολέμησαν, για να κρατήσουν τη Μακεδονία μη ελληνική, αλλά για την ελληνικότητά της αγωνιζόντουσαν.
Και το τρίτο σημείο που πρέπει να κρατήσουμε, για να έχουμε την αυτοσυνειδησία μας, είναι αυτό που λέμε την ιδιοπροσωπεία μας. Ενώ εξ αρχής ήταν εις την Ευρωβουλή ως προμετωπίδα ότι δεν θα πειράξουμε την ιδιοπροσωπεία κάποιου λαού, βλέπετε τώρα ότι γίνεται η αλλαγή και η αλλοίωση της φυλής μας. Βεβαίως δεν θα την πειράξουν την ιδιοπροσωπεία μας κι ούτε πήραν καμία απόφαση, αλλά μέσα εις την Ελλάδα γίνεται το αλαλούμ και δεν υπάρχουν σύνορα και δεν υπάρχουν κάποιοι, οι οποίοι να προσέχουν το έθνος μας, ποιο πρέπει να είναι και πώς πρέπει να κρατηθεί.. Ξέρετε, στην εξομολόγηση έρχονται τα παιδιά σας και μου λένε: «Εγώ γνώρισα τον Ιρακινό και θέλω να τον παντρευτώ και θέλω να με ευλογήσετε». Πώς θα ευλογήσει ένας παπάς να παντρευτεί ένας Ορθόδοξος με έναν μουσουλμάνο; Το ‘χουμε σκεφθεί; Και δεν είναι μία και δύο οι περιπτώσεις αυτές. Αύριο θα χτυπήσει τη δικιά μας πόρτα αυτή η κατάσταση. Σας ερωτώ λοιπόν, γιατί δανειζόμαστε όλοι από το πρωτόκολλο της τηλεόρασης, από τα κέντρα εκείνα τα οποία μας δίνουν έτοιμη την τροφή και μασημένη πώς πρέπει να ζήσουμε, σας ερωτώ λοιπόν: «Θα κρατήσουμε την πίστη μας ακέραια, όπως μας την παρέδωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας ή θα την κάνουμε κουλουβάχατα και δεν θα ξέρουμε τι πιστεύουμε και πού πάμε;» Γιατί υπάρχουν διαφορές μεταξύ μας, οι οποίες λένε: «ας βάλει κι ο Παπάς λίγο νεράκι στο κρασί του». Ποιο είναι το κρασί και πώς έχει το δικαίωμα να βάζει νερό σ’ αυτό το κρασί, που είναι η Ορθόδοξη Παράδοσή μας; Γι’ αυτό λοιπόν το τρίτο σημείο που ήθελα να σταθώ και του οποίου η αλλοίωση φέρνει την καταστροφή μέσα στην ψυχή μας και βάζει μέσα στην καρδιά μας λύπη, στεναχώρια, το άγχος το τι θα γίνει αύριο, είναι να κρατήσουμε τα ήθη και τα έθιμά μας. Πρέπει να χαίρεστε σήμερα που έχετε τους παπάδες σας και κυκλοφορούν με τα ράσα τους μέσα στο δρόμο. Πρέπει να χαιρόμαστε, όταν ο παπάς είναι και δάσκαλος μέσα στο σχολείο. Γιατί; Γιατί δείχνει φανερά ότι αυτό το έθνος δεν είναι διαμορφωμένο με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι είναι η Εκκλησία. Είμαστε μαζί Εκκλησία, κράτος, έθνος, Ελλάδα, πατρίδα. Τι έλεγαν οι Κολοκοτρωναίοι και οι Μποτσαραίοι και οι Μακρυγιάννηδες, που μας άφησαν αυτά τα ωραία υπομνήματα των συγγραφικών τους έργων; Για του Χριστού την πίστη την αγίαν και την ελευθερία της πατρίδος. Μετά έβαζαν την ελευθερία. Και εμείς σήμερα δεν έχουμε κανέναν να μιλήσει για την πατρίδα, γιατί φαίνεται η οδηγία είναι ότι πρέπει να σβήσουν οι πατρίδες, πρέπει να σβήσουν τα έθνη. Κανείς δεν ομιλεί σήμερα για την Ελλάδα μας, για τις παραδόσεις μας. Ποιο σχολείο έχει σήμερα την εικόνα του Δεσπότη αναρτημένη επάνω στους τοίχους; Κανένα σχολείο. Ποιο σχολείο σήμερα μιλάει για την ορθόδοξη κατήχηση; Μιλάμε για θρησκειολογία, για το τι πιστεύει ο ένας και δεν πιστεύει ο άλλος. Μα τέλος πάντων, σ’ αυτόν τον τόπο δεν υπάρχει ένας εχέφρων άνθρωπος, που να μιλάει, να διαβάσει την ιστορία της Ελλάδος, να δει εκείνα τα μαρτυρικά παλικάρια, που έπεσαν επάνω στη Μακεδονία, στη Θράκη, στην Ήπειρο; Κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί αυτούς του ανθρώπους. Τρίζουν τα κόκαλά τους μέσα εις τους τάφους. Και αυτή η αγωνία βγαίνει. Είναι ένα καζάνι που βράζει από κάτω. Γιατί ο Θεός είδε, αδελφοί μου, ότι ξεφύγαμε από το δρόμο Του, είδε ότι ξεχάσαμε, ότι πρέπει να είμαστε οι Χριστιανοί οι Ορθόδοξοι, οι οποίοι έχουν αρχές, έχουν ήθη κι έχουν έθιμα. Μας άρεσε ο τρόπος της ξενόφερτης ζωής. Ξεχάσαμε όμως ένα πολύ σημαντικό πράγμα, ότι χωρίς το Χριστό, χωρίς την Εκκλησία τίποτα δεν μπορεί να σταθεί.
Γι’ αυτό λοιπόν, αδελφοί μου, ως πνευματικός πατήρ, θα ήθελα να σας πω να κρατήσουμε αυτές τις τρεις αρχές. Δεν πειράζει. Ας χάσουμε ό,τι πρέπει να χάσουμε, γιατί πολλές φορές πρέπει να αναλογιστούμε και πώς τα αποκτήσαμε. Αλλά εκείνα τα τρία ας κρατήσουμε, να τα πάρετε κοντά σας και να τα γράψετε μέσα βαθειά στην καρδιά σας: την πίστη, τη γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα. Επί ογδόντα και παραπάνω χρόνια στη Σοβιετική Ένωση η Εκκλησία ήταν υπό διωγμό, όμως η πίστη, τα ήθη και τα έθιμα, το κόκκινο αβγουλάκι που έβαφε η γιαγιά μετά στο σπίτι κι έπαιρνε η γιαγιά το παιδί και το πήγαινε και το βάφτιζε κρυφά στην Εκκλησία και μετά πήγαινε και η μητέρα το βάπτιζε και πήγαινε και ο πατέρας και το βάπτιζε κρυφά, γιατί δεν έπρεπε ο ένας με τον άλλον να ξέρουν τι πίστη έχουν. Αυτή η πίστη κράτησε. Και κράτησε αυτή η πίστη, γιατί «όπου βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις». Κι αυτή είναι η νομοθεσία του Θεού μας. Εμείς δεν μπορούμε τίποτα να κάνουμε. Γι’ αυτό λοιπόν στηριχθείτε στο Θεό, στηριχθείτε στην πίστη, η οποία θα μας κρατήσει ακλόνητους, γερούς, τετελειωμένους. Πού; Όχι επάνω εις ό,τι αποκτά ο άνθρωπος αλλά εις ό,τι δίνει μόνον ο Θεός. Και η ευλογία του Θεού δεν θα είναι να αφελληνιστεί το έθνος, η πατρίδα μας. Τα σχέδια έχουν γίνει, έχουν μπει οι υπογραφές, έχει τελειώσει το θέμα.
Μα εκεί που τελειώνουν όλα τα πράγματα για τους ανθρώπους, ξεκινάει ο Θεός κι όπου έχει βάλει την υπογραφή του φαρδιά πλατιά για τη σωτηρία αυτού του έθνους πιστεύω, ως παπάς, δεν θα την πάρει πίσω ο Κύριός μας. Εύχομαι, αγαπητοί μου αδελφοί, ο Κύριος και Θεός μας να δώσει μέσα εις τα ζόφια των καρδιών μας να αποθηκευτούν αυτά τα τρία στοιχεία, τα οποία θα μας συμπορεύσουν όλο αυτό το διάστημα της ζωής μας, όσο ο Κύριος επιτρέψει και με τον τρόπο που θα επιτρέψει. Αμήν.