Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης
α) Γράφει νεότερος θεολόγος, ερμηνευτής των Γραφών, ότι οι πάσης φύσεως άρχοντες και φορείς εξουσίας, «ζώντες εν μέσω αποπνικτικού νέφους θυμιαμάτων και κολακείας και περιστοιχιζόμενοι υπό σμήνους ιδιοτελών και υλοφρόνων ανθρώπων, κρατούνται μακράν της αληθείας, καθιστάμενοι διά της απάτης εύκολος λεία ασυνειδήτων εκμεταλλευτών».
Κι αυτά γράφτηκαν με αφορμή τη σύγχυση που είχε ο τετράρχης Ηρώδης Αντίπας για το πρόσωπο του Χριστού. Διότι, όταν άκουσε διάφορες απόψεις για τη διδασκαλία και τα θαύματα του Κυρίου, είπε: «Αυτός είναι ο Ιωάννης που εγώ αποκεφάλισα.
Αυτός αναστήθηκε από τους νεκρούς». Κι ενώ ήταν πολύ εύκολο γι’ αυτόν να ερευνήσει και να πληροφορηθεί την αλήθεια, έμεινε δούλος της πλάνης, πράγμα σύνηθες για όσους βρίσκονται σε υψηλά αξιώματα.
β) Με την ευκαιρία της σημερινής εορτής του τιμίου Προδρόμου αναγιγνώσκεται στην Εκκλησία το ευαγγελικό ανάγνωσμα (Μάρκ. 6, 14-30), το οποίο περιγράφει όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω, αλλά και τις αιτίες φυλάκισης και θανάτωσής του από τον βασιλιά Ηρώδη.
Ο Ιωάννης φυλακίσθηκε από αυτόν, διότι τον ήλεγχε για τη μοιχεία του. Είναι γνωστό ότι ο Ηρώδης είχε παντρευτεί τη νόμιμη σύζυγο του αδελφού του Φιλίππου, ενόσω εκείνος ζούσε.
«Δεν επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου», έλεγε με παρρησία ο Ιωάννης. Ο έλεγχος αυτός προκαλούσε κυρίως το μίσος της Ηρωδιάδας. Γι’ αυτό ήθελε τον Ιωάννη νεκρό, αλλά δεν μπορούσε να πετύχει εύκολα τον σκοπό της.
γ) Ο Ηρώδης, παρά τον έλεγχο, φοβόταν τον Ιωάννη, επειδή ήξερε ότι ήταν δίκαιος και άγιος άνθρωπος. Τον προστάτευε, τηρούσε πολλά από αυτά που εκείνος δίδασκε και τον άκουγε ευχαρίστως.
Είναι εντυπωσιακό ότι ακόμη και διεφθαρμένοι άνθρωποι αναγνωρίζουν την αγιότητα, έστω κι αν οι ίδιοι ακολουθούν άλλο τρόπο ζωής. Η αγιότητα δεν διαφημίζεται από όσους τη φέρουν, αλλά διακρίνεται και επιβεβαιώνεται από άλλους, ακόμη και φαύλους ανθρώπους.
Ο άγιος μπορεί να ελέγχει με παρρησία, όπως ο Ιωάννης, να φωτίζει με τον τρόπο της ζωής του, να διδάσκει ακόμη και με τη σιωπή του. Καλλιεργώντας τα χαρίσματα του Θεού, γίνεται εραστής αλλά και φορέας της αλήθειας, η οποία τον καθιστά όντως ελεύθερο.
δ) Αντίθετα, εκείνος που αρνείται την αλήθεια καθίσταται δούλος των παθών του. Και μάλιστα, όταν διαθέτει δύναμη και εξουσία, μπορεί ακόμη και εγκλήματα να διαπράξει σε βάρος της.
Ενδεικτικό παράδειγμα, η Ηρωδιάδα, η οποία, τυφλωμένη από το μίσος για τον Ιωάννη, αναζητούσε ευκαιρία, για να εκτελέσει το σχέδιό της.
Και όταν ο Ηρώδης, κάλεσε σε δείπνο για τα γενέθλιά του πολιτικούς και στρατιωτικούς άρχοντες και επισήμους της Γαλιλαίας και εντυπωσιάστηκε από τον χορό της θυγατέρα της, εκείνη φανέρωσε την πανουργία της. Ζήτησε «την κεφαλήν Ιωάννου του Βαπτιστού επί πίνακι».
Ακόμη και ο Ηρώδης έγινε περίλυπος με το παράδοξο αίτημα. Δεν είχε όμως το σθένος και την ανδρεία να αντισταθεί.
ε) Η πνευματική τύφλωση και το μίσος της Ηρωδιάδας, σε συνδυασμό με την αλαζονεία της εξουσίας, την επίδειξη δύναμης και την αμφιθυμία του Ηρώδη, οδήγησαν στον αποκεφαλισμό του Ιωάννη.
Οδήγησαν σε μια πράξη απάνθρωπη, παντελώς άδικη και αισθητικά μακάβρια. Διότι, είναι αλγεινή η εικόνα, σε επίσημο δείπνο ηγεμόνων, να περιφέρεται εντός πιάτου το κεφάλι ενός αθώου ανθρώπου! Έτσι, με τον θάνατό του ο Ιωάννης γίνεται πρόδρομος της σταύρωσης και της θυσίας του Χριστού.
στ) Η Εκκλησία, τιμώντας σήμερα τον άγιο και δίκαιο Ιωάννη και θυμίζοντας τον άδικο αποκεφαλισμό του, προβλέπει αυστηρή νηστεία και καλεί τον λαό του Θεού σε μετάνοια, μίμηση του αγίου και σε επίγνωση του θελήματος του Θεού.
Παράλληλα, στέλνει συμβολικό μήνυμα στις αρχές και εξουσίες του κόσμου τούτου για δικαιοσύνη και ευνομία. Τονίζοντας τον διακονικό χαρακτήρα της εξουσίας, υπενθυμίζει ότι δεν φταίει η απρόσωπη εξουσία αλλά ο τρόπος άσκησής της και το ήθος του φορέας της.
ζ) Βέβαια, η νέα πολιτική σκέψη, που διαχέεται σε όλα τα κόμματα, θέλει την Εκκλησία να περιορίζεται στον ιδιωτικό χώρο. Την ανέχεται ως παράγοντα ενίσχυσης της κοινωνικής ηθικής και συνεπίκουρο στο προνοιακό έργο του κράτους.
Η Εκκλησία όμως δεν μπορεί να μεταβληθεί σε απλή Μη Κυβερνητική Οργάνωση. Η αποστολή της είναι υπεριστορική, έχει δημόσιο χαρακτήρα και αποβλέπει στον αγιασμό και τη σωτηρία του κόσμου από τη φθορά και τον θάνατο.
Και οι άνθρωποι της Εκκλησίας καλούνται να βαδίσουν την τεθλιμμένη και δύσβατη οδό των αγίων είτε τους διευκολύνει είτε τους εμποδίζει το κράτος. Η αμφιθυμία και οι παλινωδίες της κάθε εξουσίας μπορεί να επηρεάζουν την πορεία, δεν μπορούν όμως να την ακυρώνουν.
Ήκουσεν ο βασιλεύς Ηρώδης· φανερόν γαρ εγένετο το όνομα αυτού· και έλεγεν ότι Ιωάννης ο βαπτίζων εκ νεκρών ηγέρθη, και δια τούτο ενεργούσιν αι δυνάμεις εν αυτω. 15 άλλοι έλεγον ότι’Ηλίας εστίν· άλλοι δε έλεγον ότι προφήτης εστίν ως εις των προφητών. 16 ακούσας δε ο Ηρώδης είπεν ότι ον εγώ απεκεφάλισα Ιωάννην, ούτός εστιν· αυτός ηγέρθη εκ νεκρών. 17 αυτός γαρ ο Ηρώδης αποστείλας εκράτησε τον Ιωάννην και έδησεν αυτόν εν φυλακή δια Ηρωδιάδα την γυναίκα Φιλίππου του αδελφού αυτού, ότι αυτήν εγάμησεν. 18 έλεγεν γαρ ο Ιωάννης τω Ηρώδη ότι ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου. 19 η δε Ηρωδιάς ενείχεν αυτω και ήθελεν αυτόν αποκτείναι, και ουκ ηδύνατο· 20 ο γαρ Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην, ειδώς αυτόν άνδρα δίκαιον και άγιον, και συνετήρει αυτόν, και ακούσας αυτού πολλά εποίει και ηδέως αυτού ήκουε, 21 και γενομένης ημέρας ευκαίρου, ότε Ηρώδης τοις γενεσίοις αυτού δείπνον εποίει τοις μεγιστάσιν αυτού και τοις χιλιάρχοις και τοις πρώτοις της Γαλιλαίας, 22 και εισελθούσης της θυγατρός αυτής της Ηρωδιάδος και ορχησαμένης και αρεσάσης τω Ηρώδη και τοις συνανακειμένοις, είπεν ο βασιλεύς τω κορασίω· αίτησόν με ό εάν θέλης, και δώσω σοι. 23 και ώμοσεν αυτη ότι ό με αιτήσης δώσω σοι, έως ημίσους της βασιλείας μου. 24 η δε εξελθούσα είπε τη μητρί αυτής· τι αιτήσομαι; η δε είπε· την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού. 25 και εισελθούσα ευθέως μετά σπουδής προς τον βασιλέα ητήσατο λέγουσα· θέλω ίνα μοι δως εξαυτής επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού. 26 και περίλυπος γενόμενος ο βασιλεύς, δια τους όρκους και τους συνανακειμένους ουκ ηθέλησεν αυτήν αθετήσαι. 27 και ευθέως αποστείλας ο βασιλεύς σπεκουλάτωρα επέταξεν ενεχθήναι την κεφαλήν αυτού. 28 ο δε απελθών απεκεφάλισεν αυτόν εν τη φυλακή, και ήνεγκε την κεφαλήν αυτού επί πίνακι και έδωκεν αυτήν τω κορασίω, και το κοράσιον έδωκεν αυτήν τη μητρί αυτής. 29 και ακούσαντες οι μαθηταί αυτού ήλθον και ήραν το πτώμα αυτού, και έθηκαν αυτό εν μνημείω. 30 Και συνάγονται οι απόστολοι προς τον Ιησούν, και απήγγειλαν αυτω πάντα, και όσα εποίησαν και όσα εδίδαξαν.
Κατά Μάρκον, 6, 14-30
Πηγή: Askitikon