“Σήμερα… οι περισσότεροι άνθρωποι έχουνε γυρίσει πάλι στην κατάσταση που βρισκότανε η ανθρωπότητα σε κείνα τα φοβερά χρόνια που εξουσιάζανε την οικουμένη οι Ρωμαίοι.
Οι σημερινοί άνθρωποι ζούνε όπως ζούσανε και κείνοι, δίχως τα λεπτά αισθήματα που φανερώνουνε πως ο άνθρωπος είναι τιμημένος και σφραγισμένος με μια θεϊκή σφραγίδα…
Τούτη η θεϊκή εικόνα παραμορφώθηκε, και νοιώθοντας την ασκήμια του κι ο ίδιος [ο άνθρωπος], σωστά είπε πως η καταγωγή του βαστά από τα ζώα…
Δεν πιστεύει σε τίποτα, ούτε καλά-καλά και σ’ αυτά που νοιώθει με τις αισθήσεις του.
Δεν αρνιέται μοναχά τον Θεό, αλλά τον εχθρεύεται κιόλας.
Ναι, εχθρεύεται εκείνον που δεν παραδέχεται πως υπάρχει.
Σε στιγμή που είναι αυτός πεθαμένος, φωνάζει με μια δαιμονική χαρά πως πέθανε ο Θεός!»
[Φ. Κόντογλου, Μυστικά Άνθη, Αστήρ 1977, σ. 152-4]