Γράφει ο Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Ἡ ψυχικὴ εἰρήνη εἶναι μεγάλο δῶρο τοῦ Χριστοῦ μας στὸν ἄνθρωπο. Αὐτὴ τὸν εἰσάγει ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ τῶν θλίψεων καὶ τῶν ταραχῶν στὴν αἰώνια ζωὴ τῆς χαρᾶς καὶ τῆς εἰρήνης, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὅλοι μας, ἔχουμε ὑποχρέωση νὰ φυλάττουμε ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ τὴ θεία αὐτὴ εἰρήνη καὶ νὰ τὴν ἀξιοποιοῦμε πρὸς τὸ συμφέρον καὶ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Αὐτὴ ἡ εἰρήνη, ὅταν ἀποκτηθεῖ ἀπὸ τὸν πιστό, ἀκτινοβολεῖται πρὸς τὰ ἔξω καὶ εἰρηνεύει ὅσους ἔρχονται σὲ ἐπαφὴ μὲ αὐτόν, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ:
Ἔχε εἰρήνη στὴν καρδιά σου καὶ τότε χίλιες ψυχὲς θά ’ρθοῦν κοντά σου.
Ὅλοι ἐμεῖς ποὺ πιστεύουμε στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ, τὸν Ποιητὴ καὶ Πλάστη καὶ Θεό μας, καὶ προσπαθοῦμε νὰ ἐργαζόμαστε τὸ ἀγαθὸν κάτω ἀπὸ ἀντίξοες συνθῆκες, ἀκόμη καὶ ἂν ὁ κόσμος γύρω μας βιώνει ποικίλες ταραχές, κάνουμε ἀγώνα νὰ διατηροῦμε στὴν καρδιά μας «τὴν εἰρήνην τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν» (Φιλιπ. δ΄ 7).
Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ ὡραῖος ἀγώνας κάθε χριστιανοῦ, ὁ ἄριστος ἀγώνας ὅλων μας, νὰ ἐργαζόμαστε γιὰ τὴν ἀπόκτηση τοῦ μεγάλου δώρου τῆς εἰρήνης ποὺ μᾶς στέλνεται ἀπὸ τὸν οὐρανό, δῶρο τὸ ὁποῖο μαζί μας ἀπολαμβάνουν καὶ ὅλοι ὅσοι βρίσκονται κοντά μας, ἡ οἰκογένειά μας, ὁ ἐργασιακός μας περίγυρος, τὸ κοινωνικό μας περιβάλλον.
Γιὰ ἐμᾶς τοὺς χριστιανοὺς ἰσχύει, ὅτι τότε μόνο ὀνομαζόμαστε πραγματικοὶ χριστιανοί, ὅταν εἰρηνεύουμε.
Ἡ εἰρήνη, ἡ πραότητα, ἡ γαλήνη, ἡ καταδεκτικότητα, ἡ προσήνεια, εἶναι τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ κάθε χριστιανοῦ, ποὺ ἔχει δεχθεῖ τὸ δῶρο τῆς εἰρήνης ἀπὸ τὸν εἰρήναρχο Κύριο.
Εἰρήνη, λοιπόν, σημαίνει παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή μας. Καὶ αὐτὴ ὄχι μόνο τὴ νοιώθουμε στὴν καρδιά μας, ἀλλὰ καὶ γίνεται ὁρατὴ ἀπὸ ὅλους τοὺς πλησίον μας, ἀφοῦ ὁ Χριστός μας εἶναι «ἡ εἰρήνη ἡμῶν (Ἐφεσ. β΄ 14).
Ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ μᾶς στέλνεται καθημερινὰ ἀπὸ Αὐτὸν ὡς δῶρο, ὅπως δῶρο εἶναι τὸ φῶς, ἡ βροχή, ὁ ἄνεμος καὶ κάθε τὶ ποὺ στέλνει ὁ οὐρανὸς στὴ γῆ συνδράμοντας στὴν ἐπιβίωσή μας.
Ἡ εἰρήνη εἶναι ἕνα θεϊκὸ χάδι, εἶναι μιὰ ἔκφραση θεϊκῆς στοργῆς, ἔκφραση ἀναπαύσεως τοῦ κοπιάζοντος ἀνθρώπου καὶ περιφρουρεῖ τὶς καρδιὲς καὶ τὰ νοήματά μας, ὥστε νὰ πορευόμαστε κατὰ τὸ θεῖο θέλημα.
Ἂν ὡς χριστιανοὶ ἐργαζόμαστε τὸ ἀγαθόν, ἀγωνιζόμαστε νόμιμα στὸ στίβο τῆς ζωῆς καὶ ζοῦμε «σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς» (Τίτ. β΄ 12), τότε εἰρηνεύουμε. Εἰρηνεύουμε ὡς ἄνθρωποι, εἰρηνεύουμε ὡς οἰκογένειες, εἰρηνεύουμε ὡς κοινωνία, εἰρηνεύουμε ὡς ἐκκλησία.
Ἡ σωφροσύνη μᾶς εἰρηνεύει ἐσωτερικά, ἡ δικαιοσύνη μᾶς εἰρηνεύει κοινωνικὰ καὶ ἡ εὐσέβεια μᾶς εἰρηνεύει μὲ τὸ Θεό μας, ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ ὁποίου προσπαθεῖ νὰ μᾶς ἀπομακρύνει ὁ πολεμήτορας διάβολος.
Τὸ θεϊκὸ δῶρο τῆς εἰρήνης εἰρηνεύει τὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, εἶτε αὐτοὶ εἶναι οἱ οἰκεῖοι μας, εἴτε εἶναι ἐκεῖνοι μὲ τοὺς ὁποίους ἐρχόμαστε σὲ συναναστροφὴ στὸ περιβάλλον μας, στὴν ἐργασία μας, στὴν καθημερινότητά μας.
Τέλος μᾶς εἰρηνεύει τόσο, ὥστε νὰ λησμονοῦμε τὴν πίεση ποὺ μᾶς ἀσκοῦν οἱ κρατοῦντες, οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, οἱ καταπιεστὲς τῶν ἐθνῶν, οἱ τύραννοι τῶν λαῶν, οἱ ὁποῖοι, μὲ τὶς ἀποφάσεις τους ρυθμίζουν τὶς ζωές μας καί μᾶς ὁδηγοῦν σὲ πολέμους καὶ καταστροφές.
Ἡ πτώση καὶ ἡ ἰδιοτέλεια ἔφεραν στοὺς ἀνθρώπους τὰ μίση, τὶς διαιρέσεις, τὶς συγκρούσεις, τὸν φθόνο, τὴν ἀλληλοεξόντωση, τὴν ἐκδικητικότητα, τὴν ἐπιθετικότητα, τὴν μισανθρωπία. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας διαρκῶς εὐλογεῖ καὶ εὔχεται: «Εἰρήνη πᾶσι».
Γιὰ νὰ εἰρηνεύουμε ἐσωτερικὰ καὶ ἐξωτερικὰ ὅλοι μας ὀφείλουμε νὰ ἀγωνιζόμαστε κατὰ τῶν παθῶν μας. Τότε μόνο θὰ ἔρχεται σὰν πλημμυρίδα ἡ ψυχική μας εἰρήνη καὶ ὁ εἰρηνικὸς χριστιανὸς θὰ μεταδίδει εἰρήνη σὲ ὅλους τοὺς γύρω του, θὰ γίνεται εἰρηνοποιός. Ὁ ἀποστερημένος εἰρήνης ἄνθρωπος, δυστυχῶς, μεταδίδει μόνο ταραχὴ καὶ ἄγχος.
Εἰρήνη λοιπὸν μὲ τὸ Θεό, εἰρήνη μὲ τὸν πλησίον, εἰρήνη μὲ τὸν ἑαυτό μας μὲ τὴ γαλήνη τῆς συνειδήσεως μας εἶναι στόχος καὶ πόθος καὶ ἀγώνας μας. Ὁ προβληματισμός μας ἂς εἶναι διαρκὴς καὶ ἂς στοχεύει στὴν καθημερινὴ ἐργασία τοῦ ἀγαθοῦ στὴ ζωή μας. «Εἰρήνη παντὶ τῷ ἐργαζομένῳ τὸ ἀγαθόν» ( Ῥωμ. β΄ 10).
Ἡ εἰρήνη ἀποτελεῖ τὸ κύριο γνώρισμα τῆς θεότητος καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ὀνομάζεται «Θεὸς τῆς εἰρήνης» (Β΄ Κορ. ιγ΄ 11).
Ἔτσι, ὁ σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ Του ἦταν, νὰ ἐπιφέρει τὴν εἰρήνη μεταξὺ τοῦ Θεοῦ Πατρὸς καὶ τῶν ἀνθρώπων, εἰρήνη ἡ ὁποία εἶχε διαταραχθεῖ ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα καὶ ἀπὸ τὶς μετέπειτα ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων.
Δὲν ἦταν σκοπὸς νὰ σταματήσουν οἱ πόλεμοι καὶ νὰ ἐπικρατήσει εἰρήνη ἐδῶ στὸν κόσμο. Αὐτὸ ἦταν καὶ εἶναι ἀδύνατο, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲν δέχονται ὅλοι τὸν Χριστό μας, ὁ ὁποῖος μόλις ἐμφανίσθηκε ἀναστημένος στοὺς μαθητές, τὸ πρῶτο πράγμα ποὺ τοὺς εἶπε ἦταν: «Εἰρήνη ὑμῖν» (Ἰωάν. κ΄19).
Ἡ εἰρήνη ἐξ ἄλλου χαρακτηρίζεται καὶ εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «Ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματος ἐστὶν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη..» (Γαλ. ε΄22). Ἔτσι, αὐτοὶ ποὺ προκαλοῦν σχίσματα καὶ προστριβὲς δὲν εἶναι εἰρηνοποιοί, δὲν εἶναι πνευματικοὶ ἄνθρωποι.
Ἐὰν μετρηθοῦμε ὅλοι μας μὲ τὸ μέτρο τοῦ Εὐαγγελίου ἐλάχιστοι θὰ βρεθοῦμε πνευματικοί. Δυστυχῶς τηροῦμε τοὺς τύπους, πολλὲς φορὲς ἀσυνείδητα, μὲ ἐκκλησιασμὸ καὶ μὲ ἀπὸ τὸ περίσσευμά μας ἐλεημοσύνες, ἀλλὰ ἡ διαίρεση, τὸ σχίσμα, ἡ φατρία ὀργιάζει στὴν καθημερινότητά μας. Ἔτσι, πνευματικὴ ζωὴ χωρὶς εἰρήνη δὲν νοεῖται.
Ταραγμένη ψυχὴ πῶς μπορεῖ νὰ ἔχει χαρὰ καὶ νὰ προάγει τὴν εἰρήνη στὸν κόσμο; Μόνον ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἱκανὸς νὰ μᾶς μᾶς εἰρηνεύσει.
Τὰ ἀνδρόγυνα εἰρηνεύουν ὅταν τὸ ἐφαρμόζουν, ἀφοῦ εἶναι τὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἀγάπης. Στὴν οἰκογένεια ὅπου δοξάζεται ὁ Θεός, κυριαρχεῖ ἡ τιμιότητα καὶ ἡ εἰρήνη εἶναι διάχυτη παντοῦ.
Ὅπως ἡ ζέστη εἶναι συνέπεια τῆς φωτιᾶς ἔτσι καὶ ἡ εἰρήνη εἶναι συνέπεια τῆς ἐνθρονίσεως στὶς καρδιές μας τοῦ Χριστοῦ μας. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὶς κοινωνίες τῶν προσώπων.
Ὅπου καλλιεργεῖται ἡ ἀρετὴ οἱ λαοὶ εἰρηνεύουν. Ὅπου αὐτὴ ταλαντεύεται ἡ εἰρήνη ἀπομακρύνεται καὶ οἱ ἔριδες καὶ οἱ συγκρούσεις καὶ οἱ πόλεμοι δίνουν τὸ καταστροφικό τους παρόν.
Σήμερα ὁ Χριστὸς ἔχει φύγει ἀπὸ τὴ ζωή μας. Καὶ δὲν ἔχει φύγει μόνος Του. Ἐμεῖς τὸν διώξαμε μὲ τὴ συμπεριφορά μας, μὲ τοὺς ἐγωϊσμούς μας, μὲ τὶς ἁμαρτίες μας, μὲ τὴν αὐτονόμησή μας. Ἡ ἀπομάκρυνση, ὅμως, τοῦ Θεοῦ μας ἔχει καὶ τὶς συνέπειές της. Ἔτσι, ζοῦμε σὲ ἕνα κόσμο ταραγμένο. Σὲ ἕνα κόσμο ποὺ ψάχνει νὰ βρεῖ διεξόδους στὰ ἀδιέξοδά του στὰ τυφλά.
Κοντὰ στὸ Χριστό μας εἴμαστε ἀσφαλισμένοι, μακρυά Του νοιώθουμε ἀνασφάλιστοι. Κοντά Του εἰρηνεύουμε, μακρυά Του ταραζόμαστε. Κοντά Του ζοῦμε ἥσυχα καὶ προοδεύουμε, μακρυά Του κινδυνεύουμε καὶ ὀπισθοχωροῦμε.
Στὴν ταραγμένη, ἀνήθικη καὶ ἐρωτοτροποῦσα μὲ τὰ ψεύδη ἐποχή μας, τὴν ἐποχὴ ὅπου ὁ σεισμὸς τῆς νέας τάξεως πραγμάτων ἔχει κατεδαφίσει κάθε ἠθική, οἰκογενειακή, ὀρθόδοξη ἀξία, ἔχει ἰδιαίτερο νόημα ἡ προβολὴ πρὸς μίμηση Ἁγίων, ὅπως τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου, Ἐπισκόπου Ἰκονίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος ἀποτελεῖ ζωντανὸ παράδειγμα ἀνθρώπου τοῦ ἤθους, τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀλήθειας· αὐτῶν τῶν τριῶν ἀξιῶν ποὺ καθιστοῦν κάθε εὐνομούμενη καὶ πιστὴ κοινωνία προοδευτική, ὅταν ἡ πρόοδος δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν ὀπισθοδρόμηση.
Ἡ πίστη μας ἂς μᾶς ὁδηγήσει σὲ τιμὴ πρὸς στὸν Ἅγιο Ἀμφιλόχιο, τὸν ἱεράρχη τῆς εἰρήνης, καὶ ἂς μεταποιηθεῖ σὲ πηγὴ δυνάμεως, πηγὴ ὑπομονῆς, πηγὴ ψυχικοῦ ἡρωϊσμοῦ, πηγὴ εἰρήνης.