Πρὶν ὁ Χριστός μας ἀρχίσει τὴ δημόσια δράση του, μᾶς πληροφοροῦν καὶ οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστὲς ὅτι προηγήθηκε ἡ δράση καὶ τὸ προφητικὸ κήρυγμα τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Καὶ ποιὸ ἦταν τὸ κήρυγμά του; Ἐγώ, ἔλεγε, εἶμαι μιὰ φωνὴ ποὺ φωνάζει στὴν ἔρημο τοῦ κόσμου: «Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ» (Λουκ. γ΄ 14). Ἑτοιμάστε τὸ δρόμο γιὰ νὰ ἔλθει ὁ Χριστός, κάντε ἴσια τὰ μονοπάτια γιὰ νὰ περάσει. Ἀνοῖξτε δρόμο στὶς καρδιές σας, γιὰ νὰ περάσει ὁ Κύριος.Πολλὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι προβληματιζόμαστε καὶ ἀποροῦμε. Γιατί δὲν αἰσθανόμαστε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα μας; Τί φταίει; Γιατί δὲν ἔρχεται ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας; Ἔχουμε ἄραγε σκεφθεῖ ποτὲ ὅτι γιὰ νὰ πάει κανεὶς κάπου, πρέπει νὰ ὑπάρχει δρόμος; Γιὰ ν’ ἀνεβοῦμε σὲ κάποιο βουνό, γιὰ νὰ διασχίσουμε κάποιο δάσος, θὰ πρέπει νὰ ὑπάρχει μονοπάτι, δρόμος, διάβαση. Ἰδιαιτέρως μάλιστα ὅταν μιὰ περιοχὴ εἶναι δύσβατη, τραχιά, ἀπόκρημνη κι ἐπικίνδυνη. Ὅταν δὲν ὑπάρχει μονοπάτι, τότε δὲν ριψοκινδυνεύουμε νὰ διασχίσουμε τὴν περιοχὴ αὐτή. Διότι κινδυνεύουμε ἢ νὰ χαθοῦμε ἢ νὰ πέσουμε σὲ γκρεμούς.
Γιὰ νὰ πάει λοιπὸν κανεὶς κάπου, πρέπει νὰ ὑπάρχει δρόμος. Καὶ γιὰ νὰ ἔλθει ὁ Θεὸς στὴν ψυχή μας, πρέπει νὰ ὑπάρχει δρόμος. Νά λοιπὸν γιατί δὲν ἔρχεται ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας. Διότι δὲν ὑπάρχει μέσα μας ὁ δρόμος γιὰ νὰ περάσει ὁ Θεός. Ἡ ψυχή μας εἶναι γεμάτη ἀβυσσαλέες χαράδρες καὶ βουνὰ ἀπροσπέλαστα, ἐμπόδια ἀδιαπέρα- στα. Πoῦ νά ’ρθεῖ ὁ Θεός! Πῶς νὰ μπεῖ στὰ χάη τῆς καρδιᾶς μας κι ἀπὸ ποῦ νὰ διαβεῖ;
Στὰ παλιότερα χρόνια, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν νὰ ὑποδεχθοῦν κάποιον βασιλιά, ἴσιωναν, καθάριζαν καὶ στόλιζαν τὸ δρόμο ἀπὸ τὸν ὁποῖο θὰ περνοῦσε. Αὐτὸ πρέπει νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς. Ἐμεῖς μάλιστα καλούμαστε νὰ ὑποδεχθοῦμε ὄχι κάποιον ἐπίγειο ἄρχοντα ἀλλὰ τὸν βασιλέα ὅλης τῆς κτίσεως. Στέκεται ὁ Κύριος ἔξω ἀπὸ τὴ θύρα τῆς ψυχῆς μας καὶ κτυπᾶ. Ζητιανεύει κατὰ κάποιον τρόπο τὴν ἀγάπη μας. Θέλει νὰ πορευθεῖ στοὺς δρόμους τῆς ζωῆς μας. Ἐμεῖς ὅμως τὸν ἐμποδίζουμε στὴν πορεία του. Διότι ὁ δρόμος τῆς ψυχῆς μας εἶναι δύσβατος, γεμάτος χαράδρες καὶ γκρεμούς, ἐξογκώματα καὶ ἐμπόδια. Τί λοιπὸν πρέπει νὰ κάνουμε; Μᾶς ἀπαντᾶ ὁ Τίμιος Πρόδρομος: «Πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὄρος καὶ βουνὸς ταπεινωθήσεται» (Λουκ. γ΄ 5). Κάθε χαράδρα νὰ γεμίσει καὶ κάθε βουνὸ νὰ χαμηλώσει, γιὰ νὰ γίνει τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς μας ὁμαλό, νὰ ἰσιώσει· νὰ καθαρίσει ἀπὸ πέτρες κι ἀγκάθια. Τί σημαίνει ὅμως αὐτὸ στὴν πράξη; Ποιὲς εἶναι οἱ χαράδρες καὶ ποιὰ τὰ βουνὰ τῆς ψυχῆς μας; Χαράδρες εἶναι τὰ πνευματικὰ χάσματα ποὺ ἔχουμε μέσα μας, οἱ ἐλλείψεις τῶν ἀρετῶν. Καὶ βουνὰ εἶναι οἱ ὄγκοι τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῶν παθῶν μας. Ὀφείλουμε λοιπὸν νὰ ἰσιώσουμε τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς μας. Δηλαδὴ πρῶτα νὰ ἐπισημάνουμε τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες μας καὶ νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ τὰ περιορίσουμε, νὰ τὰ ἐξαλείψουμε.
Νὰ ἰσοπεδώσουμε τὰ βουνὰ τοῦ ἐγωισμοῦ, νὰ πετάξουμε μακριὰ τοὺς ὄγκους τῆς σκληρότητας. Νὰ καθαρίσουμε τὶς ψυχές μας ἀπὸ κάθε κακία. Καὶ κατόπιν νὰ δοῦμε ποιὰ εἶναι τὰ πνευματικὰ χάσματα ποὺ ὑπάρχουν μέσα μας.
Ποιὲς ἀρετὲς μᾶς λείπουν. Μᾶς λείπει ἡ ἀγάπη, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπομονή, ἡ καλοσύνη… Θὰ πρέπει λοιπὸν νὰ στολίσουμε τὸ δρόμο τῆς ψυχῆς μας μὲ τὶς ἀρετὲς αὐτές. Ἔτσι ἡ ὁδὸς τοῦ Κυρίου θὰ γίνει βατή, εὐθεία, λεωφόρος. Καθὼς θὰ πάψουν νὰ ὑπάρχουν ἐμπόδια καὶ κενά, ἡ ὁδὸς τῆς ψυχῆς μας θὰ εἶναι ἕτοιμη νὰ ὑποδεχθεῖ τὸν βασιλέα τῶν ὅλων γιὰ νὰ κυβερνήσει τὴ ζωή μας. Πῶς ὅμως θὰ γίνουν ὅλα αὐτά; Ἐμεῖς εἴμαστε ἀνίκανοι νὰ διανοίξουμε τοὺς δρόμους τῆς ψυχῆς μας. Γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει καθημερινὰ καὶ ἀσταμάτητα νὰ παρακαλοῦμε τὸν Κύριο νὰ κάνει Ἐκεῖνος τὴ διάνοιξη. Ἐμεῖς νὰ Τοῦ προσφέρουμε τὴ διάθεσή μας καὶ τὸν ἀγώνα μας. Καὶ νὰ Τὸν ἱκετεύουμε Αὐτὸς νὰ ἐνεργήσει μέσα μας. Διότι Αὐτὸς «ἐστιν ὁ ἐνεργῶν ἐν ἡμῖν καὶ τὸ θέλειν καὶ τὸ ἐνεργεῖν ὑπὲρ τῆς εὐδοκίας» (Φιλιπ. β΄ 13). Ὁ Θεὸς δηλαδὴ ἐργάζεται μέσα μας καὶ τὸ νὰ θέλουμε καὶ τὸ νὰ ἐνεργοῦμε τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας. Αὐτὸν λοιπὸν νὰ παρακαλοῦμε νὰ μᾶς χαρίσει μετάνοια. Νὰ γκρεμίσει τοὺς ἐγωισμούς μας καὶ τὰ ἄλλα πάθη μας καὶ νὰ μᾶς γεμίσει μὲ τὶς χάριτές του. Κι ἀφοῦ σκηνώσει μέσα μας, νὰ μεταμορφώσει τὴ ζωή μας. Ἔτσι ὥστε Αὐτὸς νὰ κυριαρχεῖ στὶς σκέψεις μας, στὶς ἐπιθυμίες μας, στὶς ἀποφάσεις μας, στὰ λόγια μας, στὶς ἐνέργειές μας. Αὐτὸς νὰ πορεύεται στὴν ψυχή μας καὶ νὰ ἀκτινοβολεῖ τὸ φῶς του. Καὶ μεῖς νὰ προγευόμαστε ἀπ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ τὸν Παράδεισο. Αὐτὴν τὴν ἐμπειρία εἶχαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι. Αὐτὸ τὸ βίωμα καλούμαστε νὰ ἀποκτήσουμε καὶ μεῖς.
”Ο ΣΩΤΗΡ”2036