ihsous xristos
Γράφει η Νίκη Τσάγγου στην Romfea.gr
Κλινική ψυχολόγος και θεολόγος

Η Ορθόδοξη Εκκλησία σαν τον ιδρυτή της τον Χριστό, αφήνει τον άνθρωπο ελεύθερο.
«Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν». Δεν υποχρεώνει, δεν ψυχαναγκάζει, δεν καταναγκάζει, δεν τιμωρεί…δεν επιβάλλει την λογική του Υπέρλογου.
Την λογική της θαυματουργικής δύναμης που άφθονα δίνεται στους Αγίους, στους Μάρτυρες, στους ανθρώπους που ομολόγησαν Χριστό σε χρόνους διωγμών, διότι απλά αγάπησαν με όλη την καρδιά και το μυαλό τους τον Χριστό: το Πρόσωπό Του, έτσι όπως γνωρίζεται μες από το Ευαγγέλιο, την Καινή Διαθήκη, συνέχεια της Παλαιάς, όπου ο ερχομός Του καλλιεργείται, προαναγγέλεται μές από τους προφήτες.


Ο πιστός χριστιανός όταν διαβάζει το ευαγγέλιο( την ζωή του Χριστού), θα χρειαστεί καρδιά για να καταλάβει, αυτό που διαβάζει, με το μυαλό δεν θα μπορέσει να εννοήσει το παραμικρό.
Η Ορθόδοξη Πίστη έχει πολύ μεγάλη ιστορία και μπορεί να γίνει αντικείμενο μελέτης σε μια θεολογική σχολή. Όμως δεν είναι σίγουρο πως αυτός που σπουδάζει θεολογία μπορεί να έχει πίστη, η να την αποκτήσει μές από την σπουδή.
Η πίστη χαρίζεται από τον θεό, μόνο απο Αυτόν, όχι στον φοιτητή, ούτε στον κληρικό, ούτε στον μοναχό αλλά στον προσευχόμενο. Σε κάθε προσευχόμενο πιστό που ζητάει από τον θεό, Πίστη.
Υποτίθεται πως ο κληρικός είναι ο άνθρωπος που ελκύεται από την ιερωσύνη του Χριστού, και είναι σχεδόν εξ ορισμού πιστός δηλαδή άνθρωπος που έχει την προσευχή σαν εργασία( διότι τι άλλο είναι η θεία λατρεία).
Κάτι μέσα του τον παρακινεί ν αφήσει τον κόσμο και την καριέρα για να ακολουθήσει αυτήν την πολύ ιδιαίτερη πορεία της λειτουργικής ζωής της εκκλησίας. Όμως η πίστη δεν μπορεί να εξασφαλιστεί, δεν είναι κοσμική, λογική γνώση. Είναι ουράνιο δώρο.
Ως υπέρλογη κατάσταση, συνιστά μια δωρεά που δίνει ο Ίδιος ο Θεός στον άνθρωπο. Όταν ο Θεός θελήσει, να συναντήσει τον άνθρωπο, όχι όταν ο άνθρωπος κρίνει πως πρέπει να συναντηθεί με τον Θεό.
Γι’ αυτό και η πίστη του ανθρώπου δοκιμάζεται σκληρά. Ποιος είναι ο σκοπός της πίστης; Η απόκτηση του Αγίου Πνεύματος. Η απόκτηση της θεϊκής Χάριτος, η μετοχή σ’ αυτήν.
Καθώς είναι λοιπόν θεό-γνωσία, γεύση της θεϊκής αγάπης, ο πιστός έχει να κάνει μόνο μια εργασία.
Να αγωνίζεται με το πνεύμα του, σ’ ένα χώρο που ονομάζουμε πνευματικό, αυτόν που μας γνωρίζει η Εκκλησία μες από τα μυστήρια της.
Έτσι σιγά σιγά ο άνθρωπος, μορφωμένος η αμόρφωτος, μυείται στον αγώνα να πολεμάει με πνεύματα κακά, διεστραμμένα μέσα στο δικό του μυαλό. Αμφιβολία, άγχη, δυσπιστία, φόβο…
Είναι λογικό, η πίστη να μην είναι κάτι σταθερό, και ακόμη πιο λογικό, να δίνεται σε ανθρώπους ταπεινούς, φτωχούς στο πνεύμα, αυτούς που δεν πολυαμφισβητούν το αχώρητο και ακατάληπτο του Θεού, αλλά με πιστοποιημένη αγαθή προαίρεση στα μάτια του θεού, αφήνονται στα χέρια Του.
Ο Θεός δημιουργός, Αυτός που γνωρίζει, προγνωριζει το πλάσμα Του, γνωρίζει τι έχει μέσα στο μυαλό και στην καρδιά του., το καθένα ξεχωριστά, γνωρίζει όλα τα πνεύματα με τα οποία πάλεψε ο Χριστός.
Το πλάσμα είναι ελεύθερο. Μπορεί να πιστεύει πως είναι πλάσμα θεού, μπορεί ελεύθερα και να το αμφισβητεί. Εάν βασανίζεται ως πλάσμα, αμφισβητεί, νιώθει και υποστηρίζει, πως δεν υπάρχει θεός, τίποτε από τον κτιστό κόσμο δεν είναι του θεού, είναι δικό του πρόβλημα, ο θεός το σέβεται.
Όποιος θέλει…μπαίνει στην εκκλησία(στους κόλπους της Πίστεως της), αλλά αν δεν του αρέσει, μπορεί να φύγει.
Αυτό που ο Χριστός ξεκαθαρίζει, εξ αρχής, είναι πως για να Τον ακολουθήσει κανείς, όπως οι μαθητές Του, ο κόσμος που έτρεχε να Τον ακούσει ζητώντας θεραπεία στο προσωπικό του πρόβλημα, σωματικής, ψυχικής η πνευματικής υγείας, όλα αυτά που περιγράφονται σαν θαύματα υπερφυσικά, υπέρλογα, η Πίστη σ Αυτόν, πως δεν ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος ο γιος μιας απλής Μαρίας, αλλά άχρονος Υιός θεού γεννημένος με τρόπο που δεν μπορεί να χωρέσει ο ανθρώπινος νους, ήταν απαραίτητη.
Θεάνθρωπος που έχει την δύναμη να κάνει καλά, όποιον πιστεύει στην δύναμη Του.  Αυτό που σώζει είναι αυτή η Πίστη, πως ο Χριστός μπορεί να σώσει, να θεραπεύσει.
Η πίστη με λίγα λόγια είναι ήδη μια κατάσταση, μια διάθεση που δεν μπορεί να εξηγηθεί με την ανθρώπινη λογική. Αντιτίθεται σ αυτήν.
Δεν μπορώ να σπουδάσω την πίστη, μπορεί να φοιτώ στην θεολογική σχολή, όμως αυτό δεν εξασφαλίζει πως πιστεύω στον θεό, στην δυναμή Του, στο γεγονός πως έγινε άνθρωπος, γεννήθηκε από γυναίκα παρθένο, με τρόπο υπερφυσικό, υπέρλογο όχι παράλογο, και σταυρώθηκε παρ’ ότι Θεός, υπέρλογο, όχι παράλογο, γι αυτό που ορίζεται ως αμαρτία (μέσα στην πίστη της ορθόδοξης εκκλησίας) για ν’ αναστηθεί και να εμφανιστεί, έτσι όπως δεν έχει ξαναγίνει.
Όλα άπτονται μιας ηθικής τάξης, που είναι αδύνατον να κατανοηθεί από έναν ορθολογιστή, ή έναν φιλόσοφο, ή έναν δογματικά άθεο, έναν άνθρωπο πανεπιστημιακής μόρφωσης ο οποίος χρησιμοποιεί άλλου είδους εργαλεία σκέψης, καί λογικής μεθοδολογίας.
Επιστημονικότητα, επιστημοσύνη, μόρφωση, σπουδές και καλλιέργεια δεν σημαίνει πως δεν συμβαδίζουν, πως δεν μπορούν να συνυπάρχουν με την Πίστη, που είναι μια παράδοση του νου, άνευ όρων, στον Θεό δημιουργό.
Ταπεινοί, αφανείς και εντελώς ασήμαντοι μοναχοί και μοναχές εγκατέλειψαν σπουδές κβαντικής φυσικής, αστροφυσικής, ιατρικής, νομικής κ.λ.π με διδακτορικές διατριβές και έρευνα πολυετή και αξιοζήλευτη, για να γνωρίσουν την πτωχεία του νου έτσι όπως την ζουν, αγράμματοι και αμόρφωτοι άγιοι της ορθοδόξου πίστεως.
Μη φοβού, μόνο πίστευε, πως εγώ νίκησα τον κόσμο, λέει ο Χριστός, την φυσική τάξη πραγμάτων και την ηθική τάξη του κόσμου, είναι πάρα πολύ δύσκολο πράγμα. Ούτε η σύνδεση αμαρτίας και θανάτου είναι εύκολα προσβάσιμη από την ανθρώπινη λογική.
Είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς πως ένας νεκρός, ένας πεθαμένος άνθρωπος (όπως λέει ο λαός) μπορεί ν αναστηθεί.
Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς όταν είναι παράλυτος, καρκινοπαθής, ασθενής με covid-19, ετοιμοθάνατος, πως στ’ Όνομα του Χριστού μπορεί να γίνει καλά, η ακόμη περισσότερο πως ένας θάνατος για τον Χριστό αξίζει χίλιες φορές.
Είναι πολύ δύσκολο αυτό που συμβαίνει με τους Αγίους, που λαχταρούν να πεθάνουν, να κοιμηθούν, ώστε να πάει η ψυχή κοντά στον αγαπημένο Θεό, Αυτόν που πίστεψαν, εμπιστεύθηκαν όλη τους την ζωή, παρατώντας και την ίδια τους την λογική. Κυρίως αυτήν. Η αγιότητα δείχνει πως τα δύσκολα αξίζουν.
Αυτό που οι άγιοι βίωσαν, αυτό που πέτυχαν, αυτό για το οποίο αγωνίστηκαν ήταν η Πίστη. Αυτό που επισημαίνει η γερόντισσα Γαβρηλία είναι 3 πράγματα: Πίστη, Πίστη, Πίστη.
Μ’ αυτήν κατάφερε να τρώει από το ίδιο κουτάλι με το οποίο τάιζε λεπρούς Ινδούς χωρίς ποτέ να κολλήσει λέπρα. Φαινόμενο τόλμης θαλεγε κανείς, όμως η Ορθόδοξη Εκκλησία το λέει αλλιώς: παρουσία απαλή, ευγενής αθόρυβη, αφανής, Θεού.
Χάρις πνεύματος Αγίου. Πίστη δοκιμασμένη σαν το χρυσάφι. Ανεκτίμητης αξίας σε δύσκολους καιρούς.
Ο ελληνικός λαός έχει πάρα πολλούς Αγίους και τους εμπιστεύεται, τους αγαπά, τους τιμά, στον οίκο του Θεού, τους πανηγυρίζει, τους επικαλείται με Πίστη.
Βιώνει την θαυματουργική δύναμη του Θεού, έτσι όπως διαμεσολαβείται από τούς Αγίους κάθε Κυριακή, αυτός είναι ο λόγος που εκκλησιάζεται κανείς. Πίστη ομολογεί κατά την δύναμη του…