Μελέτιος Καλαμαρᾶς (Μητροπολίτης Νικοπόλεως καί Πρεβέζης)
«Ὅλοι, ἔλεγε ὁ ἅγιος Τύχων τοῦ Ζαντόνσκ, τὴν θέλουν τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν ἔπαινό Του. Ἄλλα πολὺ λίγοι, τὸ ἀποφασίζουν νὰ σηκώσουν τὸν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ὑπομείνουν, ἔστω καὶ μόνο κάποιες βρισιές, ἕναν κάποιο χλευασμό, μία κάποια καταφρόνηση»!…
Ἡ μακαριὰ δούλη τοῦ Θεοῦ Ξένη αὐτὰ τὰ εἶχε σὲ ὅλη της τὴν ζωή!…
Τί ὕβρεις, τί ἐμπαιγμούς, τί ὀνειδισμοὺς ὑπόμεινε! “Ὄχι μόνο ἀπὸ ἀθῶα παιδιά, ἀπὸ ἀνθρώπους πειραχτήρια, ἀπὸ ἄσχετους μὲ τὴν πνευματικὴ ζωή! Ἄλλα καί, πρὸ παντός, ἀπὸ τοὺς ἐκμοντερνισμένους· ποὺ θεωροῦσαν τὴν πολιτεία της σκέτη βλακεία· ἀπὸ τοὺς διαφωτισμένους ἄθεους!..
Ἂν θελήσει κανεὶς νὰ ἐξηγήσει, τὴν πορεία της, πρέπει νὰ κάνει τὴ σκέψη, ὅτι ἡ ἁγία Ξένη Γρηγόριεβνα, ἀκινητοποίησε τὸ λογισμό της σὲ δύο πόλους: στὴν ἀπέραντη ἀγάπη καὶ εὐσπλαχνία τοῦ Χριστοῦ· ὅτι ποτὲ δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει· καὶ στὴν δική της ἀναξιότητα καὶ ἁμαρτωλότητα- στὴν ταπείνωσή της· στὸ ὅτι ἦταν γιὰ ὅλα ἀνάξια· γιὰ ὅλα μικρή.
Μόνο ἔτσι μπορεῖ ἄνθρωπος νὰ ἀντέξει τόσα, καὶ νὰ ξεπεράσει τοὺς λογισμούς, ποὺ τόσο ἁπλόχερα σπέρνει παντοῦ ὁ διάβολος.
Γράφει ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος: «Τὰ διακριτικὰ χαρίσματα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἔχει ταπείνωση εἶναι:
• θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του, τὸν πιὸ ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο ἐπάνω στὸν κόσμο•
• δὲν κακολογεῖ καὶ δὲν κρίνει ποτὲ κανέναν
• βρίσκει τὸν ἑαυτὸ του πιὸ βρωμερό, πιὸ αἰσχρό, πιὸ ἀδιάφορο ἀπὸ ὅλους
• δὲν προβάλλει ποτὲ γιὰ τίποτε καὶ σὲ τίποτα σὰν παράδειγμα καὶ σὰν ὑπόδειγμα τὸν ἑαυτό του
• δὲν γκρινιάζει· καὶ δὲν ἔρχεται ποτὲ σὲ ἀντιλογία μὲ κανέναν ὄχι γιὰ προσωπικὰ του θέματα· ἀλλὰ οὔτε γιὰ τὴν πίστη,… Καί, ἂν τοῦ λένε κάτι σωστό, ἀπαντάει: «Μπράβο, ἔτσι εἶναι»!… καὶ ἂν τοῦ λένε κάτι στραβό, τοὺς λέγει: «Σὺ ξέρεις, τί λές»!…
• σιχαίνεται τὸ θέλημά του, σὰν τὸ πιὸ βρωμερὸ πράγμα στὸν κόσμο
• ἀγαπάει καὶ βαστάζει τὶς θλίψεις, τὶς προσβολὲς καὶ τὶς στερήσεις μὲ χαρά
• δὲν θέλει νὰ λυπήσει καὶ νὰ στενοχωρήσει ποτὲ κανέναν» (Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, Λόγος περὶ ταπεινώσεως). Δρόμος δύσκολος. Καὶ σκληρός. Ἄλλα δρόμος γλυκύς· δρόμος θεϊκός· δρόμος-πορεία πρὸς τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ναί. Ὃ δρόμος αὐτὸς εἶναι γλυκύς. Γιατί ἔχει καὶ κάτι ποὺ τὸν φωτίζει- καὶ τὸν κάνει καὶ γλυκὺν καὶ ἐλαφρόν. Καὶ αὐτὸ τὸ κάτι εἶναι, ὅτι τὸν δρόμο αὐτό μᾶς τὸν δείχνει ὀ Κύριος. Ἀλλὰ ὄχι μὲ λόγια στεγνά: Αὐτὸς εἶναι- βαδίστε τον! Ὁ ἴδιος πάει μπροστά. Καὶ τὸ θέλημά Του ἁπλά μᾶς τὸ ὑποδηλώνει, μὲ τὰ λόγια Του: Ἂν θέλετε, ἀκολουθεῖτε με. Ὅποιος θέλει.
Ὁ Κύριος ἐκοπίασε. Ἐθλίβη. Ἐπόνεσε. Ἐταλαιπωρήθη. Περισσότερο ἀπὸ ὅλους ἐμᾶς. Καὶ ἐταπεινώθη, ὅσο ποτὲ κανένας στὸν κόσμο. Καὶ ἡ ταπείνωσή Του, στὸν Σταυρὸ καὶ στὸν Τάφο, εἶναι καὶ λέγεται Η ΑΚΡΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ.
Ὅποιος πιστεύει στὸν Κύριο, Τὸν ἀγαπάει. Καὶ ὅποιος Τὸν ἀγαπάει, θέλει νὰ εὑρίσκεται πάντοτε κοντά Του. Καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθεῖ, ὅπου καὶ ἂν πηγαίνει.
«Μετά Σοῦ, Κύριε, ἕτοιμος εἰμὶ καὶ εἰς φυλακὴν καὶ εἰς θάνατον πορεύεσθαι» (Λουκ. 22,23).