Όταν έχεις διαβάσει ένα καράβι βιβλία και έχεις ακούσει χίλιες παλέτες ομιλίες από την εποχή της κασέτας μέχρι το mp3, καθώς δε συγχρόνως έχεις γνωρίσει και όλους τους γνωστούς γεροντάδες και λόγιους της εποχής σου, και στο τέλος δεν ξεκαθάρισες τίποτα, μια και η επαφή με τον Θεό δεν καθορίζεται από τον σταρ γέροντα σου ή τον ευφυή διανοούμενο, μα από την προσωπική σου επαφή με τον Θεό και τους συνανθρώπους σου.
Ε τότε όταν ακούς «κηρυγματικά» παραληρήματα και «κατηχητικές» νοησιαρχίες με τα ατελείωτα ενοχικά «πρέπει» και «μη» που χαμένα από την αγία διάκριση τσουβαλιάζουν και ομαδοποιούν την ιερή μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου, και μάλιστα στο όνομα του Θεού. Τότε λες στοπ, ευχαριστώ δεν θα πάρω άλλο πνευματικό κάρβουνο, ζητώ την ελευθερία και το φως του Χριστού και όχι την διαολολαγνεία, προφητολαγνεία και εσχατολαγνεία, που μαυρίζουν και απειλούν τις ψυχές των ανθρώπων που το μόνο που ζητάνε κουρασμένες και απελπισμένες είναι η αγάπη το φώς και η παρηγοριά του Χριστού μας.
Μου έλεγε μια νεαρή κοπέλα. Εγώ πάτερ μεγάλωσα σε ένα καταθλιπτικό σπίτι. Όλα ήταν μαύρα εκεί μέσα, όλα αρνητικά και μίζερα, χωρίς φως και ζωή. Είχα ανάγκη να αναπνεύσω και πήγα σε μια παρέα χριστιανών με την ελπίδα ότι εκεί θα έβρισκα το οξυγόνο που μου έλειπε. Μα και εκεί, γρήγορα κατάλαβα ότι κυριαρχούσε ο φόβος, η μελαγχολία, η ενοχή, τα πρόσωπα τα καταθλιπτικά και μίζερα γεμάτα απειλή. Πιο πολύ μιλούσαμε για το διάβολο και λιγότερο για τον Χριστό, περισσότερο για την κόλαση και καθόλου για την ζωή. Ευτυχώς αργότερα συνάντησα τον Γέροντα Πορφύριο και άνθισε η καρδιά μου. Κατάλαβα ότι ο Χριστός είναι φως και χαρά.
Γι αυτό και εγώ σήμερα το πρωί δεν διάβασα κανένα βιβλίο, άνοιξα το παράθυρο είδα την χαραυγή, μύρισα το βρεγμένο χώμα, καλημέρισα την Σύντια(δεν είναι φωτομοντέλο σκύλος είναι) και χάθηκα μες στην ευχή του Ιησού……