…Από το 1917 στη Ρωσία άρχισε να μαίνεται ισχυρός ο άνεμος των διωγμών εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού από το αθεϊστικό καθεστώς. Ο Χριστός «ξανασταυρώνεται» με τόσο σκληρά διατάγματα και διαγγέλματα, ώστε να λένε: «Εμείς θα διορθώσουμε τα λάθη του Διοκλητιανού και του Νέρωνος». Εκκλησίες βεβηλώνονται ή ισοπεδώνονται. Μοναστήρια πυρπολούνται ή κατεδαφίζονται. Μοναχοί και ιερωμένοι αλλά και λαϊκοί φυλακίζονται και βασανίζονται σκληρά, γιατί παραμένουν πιστοί στην ορθόδοξη πίστη. Οι πρώτοι μάρτυρες καταγράφονται στα Μαρτυρολόγια της Ρωσικής Εκκλησίας. Ήρθε όμως και η σειρά της Γεωργίας. Το Μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής λεηλατήθηκε. Οι μοναχοί συνελήφθησαν. Τους έκλεισαν σε υγρή και σκοτεινή φυλακή, όπου ήταν αναγκασμένοι να ξαπλώνουν σε μία σανίδα κάτω ακριβώς από την οποία αναδύονταν οι οσμές ακαθαρσιών από διερχόμενο υπόνομο.

Ο ηγούμενος της Μονής δεν άντεξε. Υπέκυψε και πέθανε μέσα στη φυλακή. Τον μοναχό Συμεών* (άγιο Γεώργιο Καρσλίδη) τον διαπόμπευσαν κάποια μέρα στους δρόμους και τον περιέφεραν δεμένο και χωρίς ρούχα, φωνάζοντας ειρωνικά γι’ αυτόν: «Να ο προφήτης!».
Σταθεροί στην πίστη οι έγκλειστοι μοναχοί θέλησαν κάποιο Πάσχα και έψαλαν δυνατά μέσα στη φυλακή όλοι μαζί το «Χριστός Ανέστη». Ο διοικητής εξαγριωμένος διέταξε την καταδίκη τους. Αφού τους φόρεσαν λευκούς χιτώνες, τους οδήγησαν δεμένους στην άκρη απόκρημνων βράχων. Και από εκεί τους γκρέμισαν, αφού προηγουμένως τούς πυροβολούσαν ασταμάτητα. Ο μοναχός Συμεών δέχθηκε τρεις σφαίρες. Μία τον χτύπησε στο σιδερένιο περίβλημα της εικόνας της Παναγίας πού φορούσε, η άλλη τον πήρε επιδερμικά στο λαιμό και η τρίτη στα πόδια. Ο Όσιος σώθηκε θαυματουργικά. Και τελικά του χάρισαν τη ζωή, γιατί υπήρχε νόμος πού έλεγε: «Να αθωώνεται κάθε κατάδικος πού δέχεται τρεις σφαίρες όχι θανάσιμες».
Όμως oι εχθροί της πίστεως δεν ησύχασαν. Απαιτούσαν από τον Άγιο να αρνηθεί την Ορθοδοξία του. Και ο Συμεών απάντησε με έντονη φωνή χτυπώντας το χέρι του στο τραπέζι του διοικητή: «Εσύ δεν έχεις εξουσία περισσότερη από τον Θεό». Γι’ αυτό φυλάκισαν τον Όσιο και πάλι, τώρα σε σκληρότερες και πιο απάνθρωπες συνθήκες. Εκεί μέσα στη φυλακή ο Άγιος ασθένησε βαριά, του έπεσαν τα δόντια και υπέφερε φρικτά στα πόδια του. Ο πανάγιος Θεός όμως επεμβαίνει θαυματουργικά, και με παρέμβαση ευ­γενών ανθρώπων της περιοχής εκείνης αποφυλακίζει τον δούλο του. Εξέρχεται ο Όσιος με τα «στίγματα» του μάρτυ­ρος και του ομολογητού. Με μορφή κα­ταπονημένη αλλά φωτεινή. Περιφέρεται τώρα ως διωκόμενος μοναχός. Ζει με εράνους… Οι κακουχίες της φυλακής της Γεωργίας τον είχαν αφήσει ημιπαράλυτο, πολύ αδύναμο και πολλές φορές δυσκολευόταν πολύ να περπατήσει, ώστε τον σήκωναν στα χέρια, για να μετακινηθεί.

*Ο Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης εκάρη μοναχός με το όνομα Συμεών στις 20 Ιουλίου 1919 στην Ιερά Μονή Ζωοδόχου Πηγής στην Γεωργία. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 χειροτονήθηκε ιερεύς στη μονή της αγίας Νίνας στην Μτσχέτα, παίρνοντας το όνομα Γεώργιος, όπως του προείπε ο Άγιος Γεώργιος όταν ήταν μικρό παιδί.

                                                                                                                  ***

Μια χειμωνιάτικη μέρα η Κ.Τ. βρισκόταν στο μοναστήρι. Καθόταν στο κελί του Γέροντα και κοίταζε ένα όμορφο καδράκι που είχε πάνω από τη πόρτα. Το διάβαζε και το ξαναδιάβαζε γιατί της άρεσε πολύ. Ήθελε να το αντιγράψει και μετά να το κεντήσει για να το κάνει ένα ωραίο καδράκι, αλλά δεν είχε ούτε χαρτί ούτε μολύβι. Δεν πέρασε ούτε μισή ώρα κι ο Γέροντας την πλησίασε κρατώντας χαρτί και μολύβι και λέγοντας της:
“Κωνσταντίνα παιδί μου γράψε το”.
Το καδράκι αυτό έγραφε:
“Θεία του οίκου τούτου ευλογία. Όπου πίστις εκεί και αγάπη. Όπου αγάπη εκεί και ειρήνη. Όπου ειρήνη εκεί και ευλογία. Όπου ευλογία εκεί Θεός και όπου Θεός ουδεμία ανάγκη”.

Όταν λειτουργούσε γινόταν άλλος άνθρωπος. Οι εκκλησιαζόμενοι άκουγαν διαφόρους ήχους στο ιερό βήμα από ουράνιους επισκέπτες του. Γονάτιζαν κι έψαλλαν το «Κύριε ελέησον».
Μία φορά είπε ο όσιος στον ψάλτη του: Είχα τόσους αγίους σήμερα, που δεν είχα μέρος να τους βάλω. Τον άγιο Παντελεήμονα τον βάλαμε σε μία γωνία, γιατί δεν υπήρχε χώρος…

Μετά ένα άλλο σαρανταλείτουργο τον ρώτησαν:
—Γέροντα κουράστηκες για να το τελειώσεις;
—Όχι παιδί μου, μου ήταν τόσο ευχάριστο, σαν να έκανα έναν εσπερινό, γιατί ήταν πολύ καλοί άνθρωποι. Ο πατέρας σου έχει ένα πλούσιο τραπέζι σαν του Αβραάμ.
Τότε σκέφθηκε: Εμείς ήμασταν τόσο φτωχοί, που σχεδόν ήμασταν πεινασμένοι, που το βρήκε ο πατέρας μας αυτό το πλούσιο τραπέζι;
—Μη το βλέπεις έτσι, τον διόρθωσε ο όσιος, μπορεί να μη είχε να δώσει, μα η ψυχή του ήθελε πολύ να δίνει, και ο Θεός το μέτρησε σαν να έδινε. Η μάνα σου είναι σαν υπηρέτρια στον πατέρα σου, γιατί ήταν αρκετά κουραστική και τον στενοχωρούσε, όλο γκρίνιαζεΑλλά ο πατέρας σου πάντα με το χαμόγελο της φερόταν και με πολύ καλωσύνη.
Στους συγγενείς σας είχατε και μία τυφλή, που ξεχάσατε να τη γράψετε. Ήταν αγνή και πολύ αγαθή.
—Μα εσύ που την ήξερες, ρώτησε απορημένος ο άνθρωπος.
—Όταν μνημονεύω, έρχεται κι εκείνη στα κόλλυβα, αλλά έρχεται σαν μουσαφίρισσα, δεν ενώνεται με τους άλλους. Τώρα ο καθένας πήγε στη θέση του και για σας άνοιξε δρόμος…

Όταν θα λειτουργούσε, σηκωνόταν γύρω στα μεσάνυχτα για να προσευχηθεί και να ετοιμαστεί για το μέγα μυστήριο.
Ήταν ακούραστος και ιεροπρεπής, δεν βιαζόταν, και στεκόταν μπροστά στην αγία τράπεζα σαν αναμμένη λαμπάδα.
Κάποτε, ενώ ο γέροντας μνημόνευε ονόματα στην αγία πρόθεση, μία χριστιανή άκουγε αδύνατες και άσχημες φωνές να επαναλαμβάνουν κοροϊδευτικά τα ονόματα.
Ήταν οι δαίμονες, πού θορυβούσαν για να σταματήσει η μνημόνευση, στην προσκομιδή διάβαζε πολλά ονόματα.
Ορισμένα τα σημείωνε, είτε ζωντανών είτε νεκρών, κι ενημέρωνε διακριτικά τούς συγγενείς τους για τα προβλήματά τους ή για τον τρόπο πού πέθαναν, ώστε να τελέσουν μνημόσυνα, λειτουργίες και ελεημοσύνες. Καθαροί και αθώοι άνθρωποι τον έβλεπαν ως λειτουργό να μην πατά στην γη.

                                                                                                                                ***

Λόγοι και Διδαχές του Αγίου Γεωργίου Καρσλίδη

…Από τον ‘Οσιο Γεώργιο Καρσλίδη μόνο καλό λόγο θα άκουγες. Πρώτα να προσεύχεστε, η πρώτη λέξη του ήταν η προσευχή, γιατί «η προσευχή, έλεγε, είναι δύναμη, θεραπεία. Και σε μένα που έρχεστε να πάρετε ευχή και εγώ προσεύχομαι για εσάς. Με την προσευχή και την πίστη γίνονται όλα. Άμα δεν πιστεύετε, ότι και να κάνετε είναι άδειο (εύκαιρο, έτσι το έλεγε στα Ποντιακά), άδικα κουράζεστε, αν όμως πιστεύετε, θεραπεύεστε».

Να έχετε πραότητα και αν σας προσβάλλη ο άλλος, , να μη θέλετε να τον εκδικηθείτε, αλλά να τον συγχωρείτε και να του δείχνετε καλοσύνη. Γιατί, παιδιά μου, από το καλό έρχεται καλό, από το κακό ποτέ δεν έρχεται καλοσύνη. Γι’ αυτό και σεις μη μαλώνετε με έναν άνθρωπο, που θα σας πειράξη, γιατί θα πληθύνη το κακό, αλλά δείξετε του καλοσύνη για να ηρεμήση και να έχετε μισθό από τον Θεόν. “Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε” μας λέγει ο Χριστός».

«Ο Θεός φροντίζει για όλους. Η απελπισία είναι σχεδόν απιστία».

«Δεν αντέχω να βλέπω το κακό. Όλοι είμαστε αμαρτωλοί. Και μόνο που στη γη πατάμε και σάρκα φοράμε κάθε βήμα μας είναι και αμαρτία».
«Μέσα στην αμαρτία κυλιέται ο κόσμος και δεν το καταλαβαίνει. Αυτά με κουράζουν, δεν αντέχω».

Προφητικά έλεγε: «Θα ‘ρθει καιρός που ο κόσμος θα περάσει δύσκολα χρόνια. Στην αρχή θα φαίνονται καλά, αλλά ύστερα θα υποφέρουν. Ο Θεός κανέναν όμως δεν αφήνει. Μπορεί να πέφτει στην δοκιμασία, αλλά έτσι θέλει ο Θεός, να δοκιμαστούμε και να δούμε ποιος θα αντέξει στην δοκιμασία. Και όποιος αντέξει, κέρδισε. Μετά όλα περνάνε και ο Θεός, ο μεγάλος, θα φέρει τον άνθρωπο πάλι στον δρόμο του…»

«Την Ελλάδα η Ρωσία θα την υποστηρίξει. Η κόκκινη φυλή θα βοηθήσει την Ελλάδα. Θα γίνει πόλεμος στην Κωνσταντινούπολη και η κόκκινη φυλή θα φωνάξει τον βασιλιά, για να ‘ρθει και να καθίσει στην Πόλη…»

Παιδιά μου, ο κόσμος έχει φύγει από την αθωότητα κι από την καλωσύνη! Κάθε μέρα και προς το κακό φροντίζει να βαδίζη. Όσο περνούν τα χρόνια βαδίζουμε στην καταστροφή και ο Θεός αυτά δεν τα θέλει. Πόση διαφορά υπάρχει σήμερα, από πριν πενήντα χρόνια!

Θα έλθει καιρός, που οι άνθρωποι θα κυκλοφορούν γυμνοί. Θα έχουμε μεγάλους σεισμούς και καταστροφές.

Ένα πρωινό μετά τη Θεία Λειτουργία, ρώτησα τον Γέροντα γιατί έτρεχαν δάκρυα από τα μάτια της Παναγίας. Με κοίταξε και κούνησε το κεφάλι του: «Γιαβρούμ, πως να μη κλαίει η Παναγία μας μ’ αυτά που γίνονται και μ’ αυτά που θα γίνουν…»

«Αν θέλουμε να είμαστε πραγματικά Χριστιανοί, πρέπει να ακολουθήσουμε τα χνάρια του Χριστού μας. Πρέπει πάντα να συγχωρούμε και όχι να βλαστημούμε αυτούς, που μας έφταιξαν».

 

Πηγή: https://immorfou.org.cy