Συνέντευξη της Σοφίας Χατζή
με τον π. Χαράλαμπο Παπαδόπουλο(Λίβυος),
εφημέριο στον ιερό ναό Αγίας Ειρήνης Πύργου στη νότια Κρήτη. (δ΄ μέρος) τελευταίο.
- Η προσπάθεια τήρησης των εντολών είναι βασική προϋπόθεση της χριστιανικής ζωής. Πώς αποφεύγεται όμως ο κίνδυνος μιας τυπικής τήρησης, ενός ηθικισμού, μιας επιφανειακής χριστιανικής ζωής;
Αποφεύγεται στο ποσοστό που μπορεί να αποφευχθεί όσο ωριμάζουμε πνευματικά. Αλλά για να γίνει αυτό το πράγμα πρέπει να καλλιεργούμε τη σχέση μας με τον Θεό. Επίσης πρέπει να βιώνουμε τις εντολές του Χριστού με εσωτερικούς και όχι με εξωτερικούς όρους. Τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν υπακούω απλώς σε κάποια εντολή επειδή κάπου το γράφει ακόμη και το πιο ιερό βιβλίο. Δεν είναι αυτό η ουσία του Χριστού και των εντολών του. Αλλά κατανοώ με όρους δικούς μου, εσωτερικούς, προσωπικούς, την ωφέλεια των εντολών. Δεν αγαπώ επειδή κάποιος μου το λέει, αλλά αγαπώ διότι νιώθω πως η εντολή αυτή του Χριστού έχει πληρότητα, ότι στην αγάπη μέσα ανθίζω, καρποφορώ. Συγχωρώ όχι γιατί κάπου το λέει αλλά επειδή νιώθω μια υπαρξιακή ανάγκη συγχώρησης. Επειδή νιώθω ότι στη συγγνώμη μέσα ανθίζω και πλαταίνω, λειτουργώ καλύτερα. Οι εντολές δεν έχουν απλώς ηθικό περιεχόμενο, αλλά έχουν ένα εσωτερικό, οντολογικό περιεχόμενο. Αν εφαρμόσω τις εντολές ζω σε πληρότητα. Έχω πλήρωμα ζωής, ουσία, χαρά. Οι εντολές έχουν μέσα χάρη Θεού. Αν δεν νιώθω πληρότητα εφαρμόζοντας τις εντολές, είναι επειδή μάλλον δεν τις εφαρμόζω σωστά. Ίσως διότι μεσολαβούν τα πάθη και παραμορφώνουν τις εντολές. Οπότε δεν εφαρμόζω την ουσία των εντολών. Έτσι αντιδρά ο εαυτός μου και δημιουργείται ένα μπέρδεμα στον άνθρωπο. Όταν ο άνθρωπος εφαρμόζει την ουσία των εντολών και δεν μένει στο κέλυφος αυτών, τότε χαίρεται, τότε είναι ευλογημένος. Και τότε δεν είναι ανάγκη κανείς να του πει «εφάρμοσε κάποιες εντολές». Το κάνεις μόνος σου και είσαι χαρούμενος. Όταν κάτι το κάνεις και σε δυσκολεύει και δεν είσαι χαρούμενος και ειρηνικός, αλλά ανάστατος και ταλαίπωρος, δύστροπος και νευρικός, τότε κάτι δεν γίνεται σωστά. Δεν φταίει η εντολή. Το θέμα είναι πώς εγώ την προσεγγίζω. Γιατί αν εφαρμόζω την εντολή για να νιώθω μια επιβεβαίωση ότι εφάρμοσα έναν εξωτερικό κανόνα, οπότε είμαι καλό παιδί και ο Θεός θα μου δώσει αυτά που πρέπει να μου δώσει κι έχω στο μυαλό μου, η εντολή τότε δεν λειτουργεί με αυτό τον ωφελιμιστικό τρόπο. Αλλά με έναν τρόπο αγαπητικό, οντολογικό και υπαρξιακό. Είμαι λ.χ. ταπεινός διότι στην ταπείνωση νιώθω ότι βρίσκω τον εαυτό μου, βρίσκω τα πραγματικά μου όρια, βρίσκω τον Θεό μου, τον συνάνθρωπό μου. Σπάει η αυτοεικόνα μου η ψευδής, το προφίλ μου το εξωτερικό, δεν με ενδιαφέρει η γνώμη του άλλου, διότι με ενδιαφέρει η γνώμη του Θεού. Δεν έχω να αποδείξω σε κανέναν τίποτα και δεν έχω άγχος γι΄αυτό. Λειτουργώ καλύτερα, είμαι σε μια ηρεμία. Τα πράγματα είναι μέσα μου πιο αρμονικά, πιο ισορροπημένα. Νιώθω τη χάρη του Θεού.
- Ωστόσο, θα έλεγε κανείς, από κάπου πρέπει κανείς να ξεκινήσει. Να τηρεί τις εντολές έστω κι αν δεν τις καταλαβαίνει αρχικά.
Γι’ αυτό θέλει έναν πνευματικό οδηγό. Αυτή είναι η δουλειά των πνευματικών, η καθοδήγηση. Αυτό δεν θα γίνει επειδή θα διαβάσουμε ένα βιβλίο ούτε επειδή θα ακούσουμε μια ομιλία, όσο ωραία και αν είναι, διότι τις περισσότερες φορές δεν κάνουμε αυτά που διαβάζουμε ή ακούμε, αλλά κάνουμε αυτά που αντέχουμε ή μπορούμε. Εκεί χρειάζεται ένας πνευματικός λοιπόν που θα τον γνωρίσουμε και θα μας γνωρίσει και στο όνομα του Θεού θα εργαστούμε. Δεν πρόκειται περί συνταγών όπως κάνουν ας πούμε οι προτεστάντες. Στον ορθόδοξο χώρο ζεις και μαθαίνεις, δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές. Δεν περιμένεις πρώτα να καταλάβεις και μετά να ζήσεις. Μπαίνεις, ζεις στο μυστήριο της ζωής και του Θεού και η ζωή και οι εμπειρίες σε διδάσκουν. Τα πάντα, ακόμη και τα πάθη σε διδάσκουν και με τη βοήθεια του πνευματικού προχωράς.