Το μυστήριο της Μετάνοιας και Εξομολόγησης
Η ανάγκη του μυστηρίου
Είναι θεοσύστατο και το μυστήριο αυτό και από άκρα αγαθότητα και φιλανθρωπία συνέστησε ο Κύριος αυτό, για να συγχωρούνται οι μετά το βάπτισμα αμαρτίες των ανθρώπων. Γι’ αυτό και δεύτερο βάπτισμα καλείται (1). Καλείται ακόμα και Μετάνοια, εξομολόγηση, εξαγόρευση. Από τις ονομασίες αυτές καταλαβαίνει ο καθένας μας ποιοι είναι οι ουσιώδεις και απαραίτητοι όροι του μυστηρίου αυτού της άφεσης των αμαρτιών.
Πρώτον μετάνοια, δηλαδή εσωτερική μεταβολή των σκέψεων και φρονημάτων και αισθημάτων. Πλήρης αναγνώριση της ευθύνης και ενοχής για όσα κακά διέπραξε ο αμαρτωλός, συναίσθηση δηλαδή της αμαρτωλότητάς του…
Kαι βαθιά λύπη και συντριβή, συντριβή καρδιάς μέχρι πόνου και δακρύων για τα πταίσματα και ανομήματά του. Δεύτερον· εξομολόγηση, δηλαδή ενώπιον του πνευματικού, του ιερέα και λειτουργού του μυστηρίου, εξωτερίκευση της εσωτερικής της ψυχής του μετάνοιας και κατάνυξης και συντριβή και η με πολλά δάκρυα και βαθιά ταπείνωση ομολογία της ενοχής του και εκζήτηση του θείου ελέους και της άφεσης των αμαρτιών του. Και τρίτον, η εξαγόρευση των αμαρτιών του, το οποίο δεν διαφέρει από την εξομολόγηση και το οποίο θα πει να μην κρύβει κανένας τα αμαρτήματά του, ή διότι ντρέπεται και γι’ αυτό διστάζει ή και αποφεύγει να τα απαριθμήσει ένα προς ένα ή διότι φοβάται μη μαθευτούν τάχα και έχει έπειτα αυτές ή εκείνες τις συνέπειες, που θα του κοστίσουν πολύ.
Η απαρίθμηση κατά σειρά και με βαθιά κατάνυξη και συντριβή των μεγάλων και μικρών παρεκτροπών και ηθικών του παραβάσεων και πτώσεων είναι απαραίτητη. Έπειτα η ομολογία ότι αυτός είναι ο ένοχος όλων των κακών που έπραξε, αυτός και κανείς άλλος, και να ζητήσει για το κάθε αμάρτημά του και την άφεση από το Θεό, να ζητήσει και οδηγίες, συμβουλές και νουθεσίες από τον πνευματικό εξομολογητή του, ώστε να μην υποπέσει πάλι στα ίδια παραπτώματα και ανομήματα, είναι στοιχείο που θα του εξασφαλίσει την περαιτέρω χριστιανική ζωή, τη ζωή της συνεχούς μετάνοιας και προόδου στην αρετή.
Τότε όντως μετανοεί ο αμαρτωλός. Τότε, και εφόσον υποβάλλει τον εαυτό του στους τρεις αυτούς όρους της αληθινής μετάνοιας, λαμβάνει παρά του Θεού μέσω του εξομολόγου “συγγνώμην και άφεσιν αμαρτιών” και ελαφρώνεται η συνείδησή του και ειρηνεύει η ψυχή του, φεύγει το βάρος και η αγωνία της ενοχής που τον καταπίεζε και αισθάνεται πλήρη την ειρήνη και ανάπαυση, πλήρη την ευλογία και χάρη του Θεού στη ζωή του.
Ο Κύριος ίδρυσε και συνέστησε το μυστήριο αυτό, όταν είπε στον Πέτρο το “ό εάν δήσης επί της γης, έσται δεδεμένον εν τοις ουρανοίς, και ό εάν λύσης επί της γης, έσται λελυμένον εν τοις ουρανοίς” (Ματθ. ιστ’ 19).
Και κυρίως, όταν μετά την Ανάστασή του δίνοντας και Πνεύμα Άγιο σε όλους τους Αποστόλους του είπε· “Λάβετε Πνεύμα Άγιον· άν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, άν τινων κρατήτε, κεκράτηνται” (Ιωάν. κ’ 22-23).
Οι λόγοι αυτοί του Κυρίου αποτελούν την ιδρυτική πράξη του θείου μυστηρίου. Με τους λόγους του αυτούς δίνει στους Αποστόλους του την εξουσία να κρατούν και να λύουν τις αμαρτίες των ανθρώπων.
Δική του θεία εξουσία είναι η άφεση των αμαρτιών, όπως και με το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ το απόδειξε στους μοχθηρούς και κακεντρεχείς γραμματείς και φαρισαίους, που διαμφισβητούσαν την εξουσία του αυτή. Και τότε, πριν κάνει το θαύμα, τους είπε· “ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου αφιέναι επί της γης αμαρτίας”, τότε κάνει το θαύμα προς απόδειξη της εξουσίας του αυτής και “λέγει τω παραλυτικώ· σοι λέγω, έγειρε και άρον τον κράβαττόν σου και ύπαγε εις τον οίκον σου” (Μάρκ. β’ 10, 11). Του Κυρίου λοιπόν η εξουσία, θεία και φιλάνθρωπη εξουσία, απορρέουσα βεβαίως από τη θεότητά του, αλλά και από την εξιλαστήρια υπέρ των ανθρώπων σταυρική του θυσία, την οποία πρόσφερε προς άφεση των αμαρτιών των αμαρτωλών και ένοχων ανθρώπων.
Και αυτή του την εξουσία ο φιλάνθρωπος Κύριος την μεταβίβασε στους αγίους του Αποστόλους, όπως είδαμε. Έπειτα, για να μείνει η εξουσία του αυτή στην Εκκλησία του, μέσω των Αποστόλων την μεταβίβασε στους διαδόχους τους, τους ποιμένες της Εκκλησίας, τους επισκόπους και πρεσβυτέρους.
Και μόνο αυτοί ως κανονικοί διάδοχοι των Αποστόλων έχουν την εξουσία να παρέχουν άφεση. Και πράγματι, έπειτα από μετάνοια και εξομολόγηση βαθιά και ειλικρινή, όπως είπαμε, παρέχουν την άφεση στον εξομολογούμενο με συντριβή και την παρέχουν με την ευχή της άφεσης. Το ότι ούτε Άγγελοι ούτε άλλοι άνθρωποι έχουν δικαίωμα να συγχωρούν αμαρτίες, παρά μόνο οι ιερείς, λέει και τονίζει αυτό ο ιερός Χρυσόστομος: “Ου γα προς εκείνους (τους Αγγέλους δηλαδή) είρηται· όσα αν δήσητε κλπ. Έχουσι μεν γαρ και οι κρατούντες επί της γης την του δεσμείν εξουσίαν, αλλά σωμάτων μόνον· ούτος δε ο δεσμός αυτής άπτεται της ψυχής, και διαβαίνει τους ουρανούς, και άπερ αν εργάσωνται κάτω οι ιερείς, ταύτα ο Θεός άνω κυροί (επικυρώνει), και την των δούλων γνώμη ο Δεσπότης βεβαιοί… ούτοι δε ου λέπραν σώματος, αλλ’ ακαθαρσίαν ψυχής, ουκ απαλλαγείσαν δοκιμάζειν, αλλ’ απαλλάττειν παντελώς έλαβον εξουσίαν”.
Και ο Κύριλλος Αλεξανδρείας· “Και καθ’ έτερον τρόπον (οι πνευματοφόροι πατέρες) αφιάσί τε και κρατούσιν αμαρτίας, επιτιμώντες μεν αμαρτάνουσι τοις της Εκκλησίας τέκνοις, μετανοούντες δε συγγινώσκοντες”. Και με διαφορετικό τρόπο οι θεοφώτιστοι πατέρες, οι πνευματικοί δηλαδή, συγχωρούν, αλλά και αφήνουν επιτίμια στα τέκνα της Εκκλησίας που αμαρτάνουν, αλλά δεν μετανοούν ειλικρινά, συγχωρούν δε εκείνους οι οποίοι πράγματι μετανοούν και συντρίβονται για τις αμαρτίες τους. Και στον Ποιμένα των αποστολικών χρόνων γράφεται· “Πάσι δε τοις αγίοις άφεσιν επάγει τοις αμαρτήσασι μέχρι ταύτης της ημέρας εάν εξ όλης καρδίας μετανοήσωσι”.
Eάν επιδείξει πλήρη και τέλεια μετάνοια ο εξομολογημένος, λαμβάνει από τον ιερά την άφεση. Εάν δεν επιδείξει τη μετάνοια που πρέπει, ο πνευματικός του επιβάλλει και μερικά επιτίμια κατά την κρίση του, π. χ. νηστεία, μελέτη πνευματικών βιβλίων και ιδίως της Αγίας Γραφής, προσευχή, ελεημοσύνη κλπ. Αυτά έχουν παιδαγωγικό χαρακτήρα. Δηλαδή έχουν σκοπό να υποβοηθήσουν τον μετανοούντα για να συνέλθει πλήρως και παρουσιάσει τέλεια μετάνοια, για να λάβει και τέλεια συγχώρηση. Ο ιερός Χρυσόστομος προτρέποντας τον αμαρτωλό σε μετάνοια με στοργικό ενδιαφέρον για τη σωτηρία του του λέει· “Είσελθε εις την εκκλησίαν και εξάλειψον την αμαρτία. Ιατρείο γάρ εστι ενταύθα, ου δικαστήριο”. “Μη αισχυνθής πάλι εισελθείν εις την εκκλησίαν· αισχύνου αμαρτάνων, μη αισχύνου μετανοών”.
Να ντρέπεσαι να αμαρτάνεις, μη ντρέπεσαι να μετανοείς. “Ούτω και επί της εξομολογήσεως των αμαρτιών και επί των ευχών των μετά εκτενείας γενομένων συμβήσεται” (2).
Υποσημειώσεις
(1) Και πριν συσταθεί από τον Κύριο το μυστήριο αυτό, τόσο ο Πρόδρομος Ιωάννης, όσο και ο ίδιος ο Κύριος, όσο και οι άγιοι Απόστολοι έπειτα, σε μετάνοια καλούσαν τους ανθρώπους. “Μετανοείτε· ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών”· “Μετανοείτε και πιστεύετε εν τω Ευαγγελίω”· “Μετανοήσατε, και βαπτισθήτω έκαστος υμών επί τω ονόματι Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών” (Ματθ. γ’ 2, δ’ 17, Μάρκ. α’ 15, Πράξ. β’ 38).
(2) Στο μυστήριο της μετάνοιας και εξομολόγησης έχουμε μέγιστη διαφορά με τους προτεστάντες. Αυτοί το έχουν καταργήσει το μυστήριο και τι θα πει εξομολόγηση δεν γνωρίζουν, διότι δεν εξομολογούνται ποτέ. Δεν προσέχουν καθόλου τους λόγους του Κυρίου, με τους οποίους ίδρυσε το μυστήριο και έδωσε την εξουσία της άφεσης των αμαρτιών στους μαθητές Του. Αυτοί δίνουν οι ίδιοι άφεση στον εαυτό τους. Είναι και αυτό μία από τις πολλές τους αιρέσεις, που δημιουργούν χάσμα αγεφύρωτο μεταξύ ημών των Ορθοδόξων και των Προτεσταντών.
Στην ίδια περίπου κατηγορία ανήκουν και εκείνοι από τους Ορθοδόξους που μόνοι τους έχουν καταργήσει την εξομολόγηση για τον εαυτό τους. Ισχυρίζονται, ότι εξομολογούνται στην εικόνα του Χριστού ή της Παναγίας, ή ότι λένε τα αμαρτήματά τους στο Θεό απ’ ευθείας με την προσευχή τους. Αλλ’ ο Κύριος ούτε στην εικόνα του είπε να προσφεύγουμε για να παίρνουμε άφεση, ούτε την ατομική μας προσευχή όρισε ως μυστήριο εξομολόγησης. Την εξουσία της άφεσης, επομένως και το μυστήριο της μετάνοιας και εξομολόγησης το ανέθεσε στους ιερωμένους και ποιμένες της Εκκλησίας του. Όσοι δεν προστρέχουν εκεί, άφεση αμαρτιών ποτέ δεν λαμβάνουν.