Το κριτήριο της άσκησης είναι η αγάπη.

Η αγάπη οδηγεί τον ανθρωπο στο «καθ’ ομοίωσιν», στον προορισμό του, στη σωτηρία του. Αυτή είναι το κριτήριο της πνευματικής ζωής, της προσπάθειας την οποία καταβάλλουμε για να συναντήσουμε τον Αναστημένο Χριστό. Η αγάπη είναι το κριτήριο της ορθόδοξης ασκησης.

Η ορθόδοξη ασκηση με αλλα λόγια δεν είναι ατομικό γεγονός, αλλά εκκλησιαστικό γεγονός.

Πολλοί αδελφοί μας κάνουν ασκηση για αυτοπειθαρχία, για να νικήσουν τις ορμές τους, για να επιβληθούν στον εαυτό τους, για να αποκτήσουν δύναμη. Θέλουν κι αυτοί να γίνουν δυνατοί, να αποκτήσουν κάποια χαρίσματα των αγίων. Κίνητρο τους είναι ο εαυτός τους, η ατομικότητα τους και όχι το Πρόσωπο του θεού και τα πρόσωπα των αδελφών. Ακριβώς το αντίθετο από αυτό που επαγγέλεται ο εκκλησιαστικός τρόπος ζωής, η ορθόδοξη ασκηση.

Η ορθόδοξη ασκηση, ακριβώς, θέλει να βγάλει τον ανθρωπο από την ατομικότητα, από την απομόνωση, από το κλείσιμο στον εαυτό του και να τον επαναφέρει στη σχέση, στη φύση του που είναι εκκλησιαστική, να τον κάνει μέλος της Εκκλησίας. Η ορθόδοξη ασκηση θέλει να βοηθήσει τον ανθρωπο να συναντήσει το Πρόσωπο του Θεού και τα πρόσωπα των αδελφών του.Γι’ αυτό το σκοπό και μόνο χρειάζεται η ασκηση.

Ο ανθρωπος δημιουργήθηκε υγιής από το Θεό για να εχει και να διατηρεί μια σχέση, σχέση με το Θεό, σχέση με τους αλλους ανθρώπους και σχέση με ολόκληρη την κτίση. Αυτό το ειχαν επιτύχει οι πρωτόπλαστοι γιατί ειχαν την ζωοποιό σχέση με το Θεό, ειχαν τη Χάρη του Θεού.

Μετά την πτώση, όμως ο ανθρωπος αρρώστησε, εχασε τον προσανατολισμό του προς το Θεό, απώλεσε τη Θ. Χάρη με αποτέλεσμα να διαταραχθούν ολες οι σχέσεις του με το Θεό, τους ανθρώπους, την κτίση και τον ιδιο τον εαυτό του.

Επομένως η θεραπεία, όπως την βλέπει η Ορθόδοξη Παράδοση, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αποκατάσταση των σχέσεων αυτών και η επαναφορά της ανθρώπινης υπαρξης στην προηγούμενη δόξα της.

Ο άνθρωπος την θεραπεία του, την πληρότητα του, την υγεία του μπορεί να την βρεί μόνο μέσα στον χώρο της εκκλησιαστικής κοινότητος, όπως εκφράζεται κυρίως στην Θ.Ευχαριστία, στον χώρο της φιλαδελφείας, στην οικογένεια=Εκκλησία οπου υπάρχει αληθινή θεραπεία μέσα από τις αγαπητικές σχέσεις που αναπτύσσονται.

Γι΄αυτό το σκοπό και μόνο χρειάζεται η ασκηση: Για να ανήκω στο Σώμα του Χριστού, που κοινωνούν τα πρόσωπα των αδελφών μεταξύ τους. Επειδή δεν μπορώ να ενωθώ με τους αδελφούς μου, επειδη είναι κάτι δύσκολο, γιατί εχω τον εγωισμό μου, θέλω την καλοπέραση μου, θέλω πάντα να βάζω τον εαυτό μου πάνω απ’ όλα, γι’ αυτό ασκούμαι.

Η ασκηση είναι το μέσον για να συναντήσω τον αδελφό μου. Δεν κάνω ασκηση ερήμην του Θεού και του αδελφού μου για να καταφέρω κάτι δικό μου.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα από την καθημερινή μας ζωή:

Νηστεύουμε σκληρά, δεν τρώμε το λάδι πολλές φορές,

– αλλά δεν καταλαβαίνουμε τον σύντροφό μας, ζούμε στον κόσμο μας, δεν του δείχνουμε αγάπη και ενδιαφέρον, τον εχουμε στο περιθώριο.

– δεν καταλαβαίνουμε τα παιδιά μας, δεν ακούμε τι μας λένε, δεν μπαίνουμε στη θέση τους, δεν σεβόμαστε το πρόσωπο τους, φερόμαστε αψυχολόγητα. Και κατά τα αλλα θεωρούμε ότι είμαστε εντάξει απέναντι στο Θεό, γιατί κάνουμε ασκηση, κάνουμε νηστεία.

Ομως το κριτήριο της ασκησης είναι η αγάπη. Ασκούμαστε για να αγαπήσουμε, για να μπούμε πιο πολύ μέσα στην Εκκλησία.

Ξέρετε είναι σχετικά εύκολο να ασκείσαι σωματικά, π.χ. να νηστεύεις, αλλά είναι πιο δύσκολο να κάνεις ασκηση στον εγωισμό σου, για να αγαπήσεις τον συνάνθρωπό σου.

Όλες οι ασκήσεις είναι πιο εύκολες από την αγάπη. Η αγάπη όμως είναι η κατ’ εξοχήν άσκηση.

Στις άλλες ασκήσεις είναι μικρό το κόστος, το φαγητό, τα χρήματα, ο υπνος κ.λ.π. Στην αγάπη είναι μεγάλο το κόστος: Πρέπει να κάνεις την αποκεντρωση, να βγάλεις τον εαυτό σου από το κέντρο της καρδιάς σου, για να χωρέσει ο άλλος, ο συνάνθρωπος. Αυτή είναι η ασκηση, η αγάπη. Όλα τα αλλα μας βοηθούν στην αγάπη.

Υπακούω στην Εκκλησία και νηστεύω, σημαίνει μαθαίνω να αγαπάω περισσότερο. Γι’ αυτό και οι Πατέρες μας λένε ότι αυτά που εξοικονομούμε από τη νηστεία, θα πρέπει να πηγαίνουν στους φτωχούς, όχι στη τράπεζα!

Νηστεύω, κάνω ασκηση δηλαδή, για να ενωθώ με τους αδελφούς μου περισσότερο.

Με αυτές τις σκέψεις αγαπητοί μου θέλησα να σας πω ότι είναι ανάγκη τώρα που είναι Σαρακοστή (αλλά και πάντοτε), να μελετήσουμε και να προσευχηθούμε πολύ, ώστε να αποφύγουμε τις παρανοήσεις και η άσκησή μας να είναι Ορθόδοξη, απαλλαγμένη από ξένα στοιχεία, από ιδιωτικές θεολογίες, από την άγνοια.

Διαφορετικά η ασκηση μας θα ειναι κουραστική, σκληρή, πικρή, αναποτελεσματική, αντιεκκλησιαστική, χωρίς χαρά, χωρίς ταπείνωση, χωρίς εμπνευση, χωρίς ελπίδα, χωρίς αγάπη…

Όμως δεν είναι αυτό η Εκκλησία μας, δεν είναι αυτό η πίστη μας, δεν είναι αυτό, η παράδοση μας, δεν είναι αυτό οι Πατέρες μας, δεν είναι αυτό η ορθοδοξία μας.

Αντίθετα οι Αγιοι μας, οσο πιο σκληρή ασκηση εκαναν, τόσο πιο πολύ αγάπη εδειχναν, τόσο πιο πολύ επιεικείς ησαν, τόσο πιο πολύ χαρά ειχαν,γιατί ειχαν συλλάβει το νόημά της :

Ότι είναι μια εξάσκηση, προπόνηση, για να συναντήσει κάποιος τον αδελφό του, τον συνάνθρωπό του.