1. Τό πολυτιμότερο πράγμα, ἀδελφοί χριστιανοί, εἶναι ἡ πίστη μας, ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μας. Ἡ πίστη μας αὐτή εἶναι θεία ἀποκάλυψη. Δέν εἶναι δηλαδή ἐφεύρημα τῶν παπάδων καί τῶν δεσποτάδων, δέν εἶναι ἀνακάλυψη ἀνθρώπινου νοῦ, ἀλλά εἶναι ἀποκάλυψη. Ἀποκάλυψη τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, πού σαρκώθηκε καί ἦρθε σέ ᾽μᾶς καί μᾶς τήν φανέρωσε. Καί ἡ πίστη μας αὐτή ἔφτασε σέ ᾽μᾶς μέ ἀγῶνες καί θυσίες πολλές, χωρίς κἄν νά ἀλλοιωθεῖ οὔτε στό παραμικρό. Αὐτό, χριστιανοί μου, εἶναι θαῦμα. Γιά νά καταλάβετε τό θαῦμα αὐτό, φανταστεῖτε κάποιον νά κρατᾶ στά χέρια του μιά γυάλα γεμάτη μέ ἕνα πολύτιμο ὑγρό, νά περπατάει σε ἕναν ὀλισθηρό δρόμο καί γύρω του ἄνθρωποι νά τόν σπρώχνουν καί νά τόν πιέζουν συνεχῶς γιά νά τοῦ πέσει ἡ γυάλα καί νά τοῦ χυθεῖ τό ὑγρό. Καί ὅμως ὁ ἄνθρωπος αὐτός, μέ τά τόσα ἐμπόδια ἀπό τούς γύρω του, περπάτησε τόν μακρύ – μακρύ ὀλισθηρό δρόμο του, χωρίς νά τοῦ χυθεῖ οὔτε μία σταγόνα ἀπό τό πολύτιμο καί ἀκριβό ὑγρό πού κρατοῦσε. Αὐτό εἶναι ἡ πίστη μας, ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μας, ἀδελφοί μου χριστιανοί. Τήν πολέμησαν πολλοί, βασάνισαν τους πιστούς, βάλθηκαν νά τήν ἐξαφανίσουν ἤ νά τήν νοθεύσουν καί ὅμως ἡ πίστη μας κρατήθηκε ἀναλλοίωτη, ὅπως τήν παρέδωσε ὁ Ἰησοῦς Χριστός στούς Ἀποστόλους Του καί ὅπως αὐτοί τήν παρέδωσαν στούς διαδόχους τους. Χωρίς νά χυθεῖ οὔτε μία σταγόνα, χωρίς δηλαδή να παραλλαγεῖ «οὔτε μία κεραία οὔτε ἕνα ἰώτα» ἀπό τά δόγματά της. Ἡ γυάλα – τό ποτήρι δόθηκε ἀπό χέρι σέ χέρι, ἀπό γενεά σέ γενεά, καί ἔφτασε μέχρι τά δικά μας χέρια, ὅπως ἀκριβῶς δόθηκε ἀπό τό πρῶτο χέρι. Αὐτό ὅμως, χριστιανοί μου, δημιουργεῖ καί σέ ᾽μᾶς την ὑποχρέωση νά παραδώσουμε τήν Ὀρθόδοξη πίστη μας ὅπως καί τήν παραλάβαμε, δηλαδή χωρίς νά τήν παραλλάξουμε καί νά τήν ἀλλοιώσουμε οὔτε στό παραμικρό. Ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μας εἶναι σάν τό μάτι μας. Τό μάτι μας δέν δέχεται μέσα του οὔτε μία τρίχα. Ἔτσι καί ἡ πίστη μας δέν δέχεται οὔτε ἕνα «γιώτα».
2. Καί ἐπειδή ἡ σειρά τῶν μαθημάτων μας εἶναι γιά τήν Ἁγία Τριάδα, ναί, γιά ἕνα ι (γιώτα) δόθηκαν μεγάλες μάχες στήν Ἐκκλησία μας. Καί τό ἐξηγῶ αὐτό: Πιστεύουμε, Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιον καί ἀχώριστον. Ὥστε λοιπόν, ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ΟΜΟΟΥΣΙΟΣ μέ τόν Πατέρα. Θεός ὁ Πατέρας, Θεός ὁμοούσιος καί ὁ Υἱός, Θεός ὁμοούσιος καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Οἱ αἱρετικοί ἀρειανοί στή λέξη ὁμοούσιος, ἔβαζαν ἕνα «γιώτα» καί διάβαζαν ὁμΟΙούσιος. Οἱ ὀρθόδοξοι ἔλεγαν τόν Χριστό, ὁμοούσιο μέ τόν Πατέρα, ὅπως ἔτσι εἶναι. Οἱ αἱρετικοί ὅμως τόν ἔλεγαν ὁμΟΙούσιο. Δηλαδή ἡ διαφορά μας ἦταν σέ ἕνα «γιώτα». Καί ὅμως, χριστιανοί μου, ἡ Ἐκκλησία μας γι᾽ αὐτό το «γιώτα» ἔδωσε πολλές καί σκληρές μάχες. Γιατί, ἄν ποῦμε τόν Χριστό ὁμοούσιο μέ τον Πατέρα, ὅπως τόν λέμε οἱ ὀρθόδοξοι, τότε τόν ὁμολογοῦμε γιά Θεό. Ἄν ὅμως τόν ποῦμε ὁμΟΙούσιο μέ τόν Πατέρα, τότε τόν δεχόμαστε ὡς ἄνθρωπο πού ὁμοιάζει μέ τόν Θεό, ὄχι ὅμως Θεό, πού ἔχει τήν ἴδια οὐσία μέ Αὐτόν, δηλαδή ΟΜΟΟΥΣΙΟ.
3. Ὅλη ἡ πίστη μας, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ξεκινάει ἀπό τί Θεό ἔχουμε. Καί ὁ Θεός μας εἴπαμε εἶναι Τριαδικός: Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιος καί ἀχώριστος. Εἶναι ὁ γλυκός Θεός, «ὁ Θεός τῶν πατέρων ἡμῶν», ὅπως Τόν ψάλλουμε στην Ἐκκλησία μας. Εἶναι ὁ Θεός μας, πού, ἄν καί εἴμαστε παραβάτες τῶν ἐντολῶν Του, ὅμως τοῦ λέμε τό «Κύριε ἐλέησέ μας» καί τοῦ μιλᾶμε ἐλεύθερα. Τοῦ λέμε τόν πόνο μας, ἀκόμη καί τό παράπονό μας. Γλυκός Θεός! «Ἰησοῦ γλυκύτατε Χριστέ, Ἰησοῦ μακρόθυμε»! Και ὅλο αὐτό εἶναι γιατί, ὅπως εἴπαμε στά μαθήματά μας, οἱ ἅγιοι Πατέρες κάνουν διάκριση μεταξύ οὐσίας καί ἐνέργειας στόν Θεό, ὥστε: Ἄν καί δέν μποροῦμε νά ᾽ρθοῦμε σέ κοινωνία μέ τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ὅμως ὁ Θεός μέ τίς θεῖες Του ἐνέργειες μᾶς ἀγκαλιάζει καί μᾶς λούζει καί εἶναι πολύ κοντά μας. Εἶναι μέσα μας! Καί ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι μιλᾶμε γιά ἐν-Τριάδωση καί ἐν-Χρίστωση. Μέσα μας ἔχουμε τόν Θεό μας! Ὁ Θεός ὅμως τῶν Φραγκολατίνων, τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν δηλαδή, ὅπως λέγονται, εἶναι φρικτός. Δέν μπορῶ να προσευχηθῶ σέ ἕναν τέτοιο Θεό, ὅπως τόν δέχονται οἱ Παπικοί. Οἱ Παπικοί δέν δέχονται τήν διάκριση οὐσίας καί ἐνέργειας στόν Θεό, ὅπως κάνουν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, ἀλλά δέχονται ἕναν Θεό ὡς οὐσία μόνο. Δηλαδή, οἱ Παπικοί ἔχουν ἕνα Θεό μέ τόν ὁποῖον ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἔχει κοινωνία. Πραγματικά, ἄν ὁ Θεός εἶναι οὐσία μόνο, τότε δέν μπορεῖ νά ἔχουμε κοινωνία μαζί Του, γιατί δέν μποροῦμε νά μετέχουμε στήν οὐσία τοῦ Θεοῦ. Δεν τόν θέλουμε τόν Θεό τῶν Δυτικῶν. Δέν εἶναι καλός Θεός. Ἀλλά οὔτε καί τά δικά τους τά παιδιά δέν τόν θέλουν καί δέν τόν δέχονται αὐτόν τόν Θεό, γι᾽ αὐτό καί μέ πανώ στούς δρόμους τά παιδιά τῶν Δυτικῶν διαλαλοῦν καί λέγουν: «ΠΕΘΑΝΕ Ο ΘΕΟΣ»!…Ποιός Θεός πέθανε; Ὁ Θεός τῶν Δυτικῶν, ὅπως τούς τόν δίνουν οἱ Πάπες τους. Καλά τούς τό ἔλεγε ὁ δικός μας ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, πού κήρυττε Θεό ὄχι μόνο μέ θεία οὐσία, ἀλλά καί μέ θεῖες ἐνέργειες. Ἔλεγε στούς Δυτικούς: «Θεός ἀνενέργητος, ἄρα ΘΕΟΣ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΣ»! Ἡ ἄλλη δέ πλάνη τῶν Παπικῶν περί τοῦ Φιλιόκβε, γιά τό ὁποῖο ἔχουμε μιλήσει, μπερδεύει ἀκόμη περισσότερο τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ καί τήν κάνει περισσότερο ἀποκρουστική. Τί Θεό τέλος πάντων ἔχουν αὐτοί οἱ Παπικοί;!…
4. Τό Τριαδικό δόγμα, ἀδελφοί χριστιανοί, ὅπως καί ὅλα τά δόγματα, μᾶς δόθηκαν ὄχι για νά γνωρίζουμε θεωρητικά ὁρισμένες ἀλήθειες, ἀλλά γιά νά μᾶς γίνονται οἱ ἀλήθειες αὐτές ζωή. Καί ἡ ἑνότητα τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό ὁμοούσιον δηλαδή τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μᾶς διδάσκει καί μᾶς ἐπιβάλλει καί τήν δική μας ἑνότητα ὡς χριστιανῶν. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν παρακαλοῦσε τόν Πατέρα Του γιά τήν ἀγάπη τῶν ἰδικῶν Του καί γιά τήν ἑνότητα μεταξύ τους, ἀναφέρθηκε στήν ἑνότητα τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος (βλ. Ἰωάν. 17,11). Γι᾽ αὐτό καί στήν Θεία Λειτουργία, γιά νά ὁμολογήσουν οἱ χριστιανοί τήν πίστη τους στόν Θεό, τόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἱερέας τούς λέει πρῶτα τό «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους». Γι᾽ αὐτό πάλι και ἀββᾶδες, Ρῶσοι συνήθως, ἀφιερώνουν κάποιο Μοναστήρι πού κτίζουν στήν Ἁγία Τριάδα, για νά εἶναι ἀγαπημένοι καί ἑνωμένοι οἱ Μοναχοί πού θά ἀσκοῦνται σ᾽αὐτό.
ΠΗΓΗ : ΑΠΛΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ, Συντάκτης: † Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος & Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας, Ἀριθμ. 50, Μάρτιος – Ἀπρίλιος 2011, σ. 97 κ.ε.