Ὑπάρχει μία διαφορά μεταξύ τοῦ «εἶναι» καί τοῦ «φαίνεσθαι». Τό «φαίνεσθαι» εἶναι τό ἐξωτερικό, αὐτό πού θέλουμε νά ξέρουν οἱ ἄλλοι γιά μᾶς, αὐτό πού ἐμεῖς ἀφήνουμε νά ἀντιληφθοῦν οἱ ἄλλοι. Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι τό προσωπεῖο καί ἡ μάσκα τήν ὁποία χρησιμοποιοῦμε γιά νά ἐπικοινωνοῦμε ἐξωτερικά καί νά γινόμαστε δεκτοί ἀπό ὅλες τίς κατηγορίες τῶν ἀνθρώπων. Πολλές φορές χρησιμοποιοῦμε καί τό προσωπεῖο τῆς θρησκευτικότητος. Αὐτό εἶναι τό «φαίνεσθαι». Ὑπάρχει ὅμως καί τό «εἶναι», αὐτό πού εἴμαστε στήν πραγματικότητα, στό βάθος, καί τό ὁποῖο τίς περισσότερες φορές ἐπιδιώκουμε νά κρύπτουμε ἐπιμελῶς.
Ἡ Ὀρθοδοξία ἐπιδιώκει νά φανερώση αὐτό τό βάθος. Συνήθως, ἡ φαρισαϊκή δικαιοσύνη ἐνδιαφέρεται γιά τό ἐξωτερικό, γιά μία ἐπιδερμική ἠθική, ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία ἐνδιαφέρεται γιά τόν πυρήνα τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλα τά πατερικά κείμενα ἀναφέρονται στό πώς θά ἐλευθερωθῆ ὁ νοῦς ἀπό τήν δουλεία του στά πάθη, στήν λογική καί στίς συνθῆκες τοῦ περιβάλλοντος.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, χρησιμοποιώντας ἕνα χαριτωμένο περιστατικό πού ἀναλύει πολύ παραστατικά αὐτήν τήν πλευρά τῆς ζωῆς μας, γράφει:
«Μερικές φορές, καθώς ἀντλούσαμε νερό ἀπό τίς πηγές, ἀντλήσαμε μαζί μέ αὐτό, χωρίς νά τό καταλάβωμε, καί ἕναν βάτραχο. Παρόμοια πολλές φορές, καθώς καλλιεργοῦμε τίς ἀρετές, ὑπηρετοῦμε καί τίς κακίες πού χωρίς νά φαίνωνται εἶναι συμπεπλεγμένες μαζί τους. Ἐπί παραδείγματι: Μέ τήν φιλοξενία συμπλέκεται ἡ γαστριμαργία, μέ τήν ἀγάπη ἡ πορνεία, μέ τήν διάκρισι ἡ δεινότης, μέ τήν φρόνησι ἡ πονηρία, μέ τήν πραότητα ἡ ὑπουλότης καί ἡ νωθρότης καί ἡ ὀκνηρία καί ἡ ἀντιλογία καί ἡ ἰδιορρυθμία καί ἡ ἀνυπακοή. Μέ τήν σιωπή ἡ διδασκαλική ὑπεροψία, μέ τήν χαρά ἡ οἴησις, μέ τήν ἐλπίδα ἡ ὀκνηρία, μέ τήν ἀγάπη πάλι ἡ κατάκρισις, μέ τήν ἡσυχία ἡ ἀκηδία καί ἡ ὀκνηρία, μέ τήν ἁγνότητα ἡ πικρή συμπεριφορά, μέ τήν ταπεινοφροσύνη ἡ παρρησία. Σέ ὅλα δέ αὐτά ἀκολουθεῖ ὡσάν κοινό κολλύριο ἤ μᾶλλον δηλητήριο, ἡ κενοδοξία».
Αὐτό τό κείμενο παρά τήν ἁπλότητά του εἶναι συνταρακτικό. Φανερώνει ὅλη τήν ἀδυναμία μας, ἀλλά καί τήν ὑποκριτική κατάσταση στήν ὁποία ζοῦμε καθημερινά. Ἄλλοι εἴμαστε ἐξωτερικά καί ἄλλοι εἴμαστε ἐσωτερικά. Νά σημειώσω μερικές περιπτώσεις.
Μέ τήν φιλοξενία συμπλέκεται ἡ γαστριμαργία. Ἐν ὀνόματι, δηλαδή, τῆς φιλοξενίας, χάριν τοῦ ἄλλου, ἱκανοποιοῦμε τό πάθος τῆς γαστριμαργίας.
Μέ τήν ἀγάπη συνδέεται ἡ πορνεία. Ὅλοι σήμερα μιλοῦν γιά τήν ἀγάπη. Ἀλλά κάτω ἀπό τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης κρύπτεται ἡ πορνεία, ἡ ἐπιθυμία ἱκανοποιήσεως τῆς φιληδονίας. Γι’ αὐτό καί οἱ περισσότεροι σήμερα εἶναι ἀπελπισμένοι ἀπό τήν προσφερόμενη ἀγάπη. Ὅλα τά τραγούδια μιλοῦν γιά τήν ἀγάπη, ἀλλά μέσα σ αὐτήν τήν κατάσταση ἀγάπης κρύβεται ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ ἄλλου σάν ἀντικειμένου ἡδονῆς.
Ὁ ἄνθρωπος καί σ’ αὐτήν τήν περίπτωση ἔχει μεταβληθῆ σέ νούμερο, ἀριθμό. Ἄλλωστε, ἡ ἀγάπη, κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, εἶναι καρπός καί ἀποτέλεσμα ἀπάθειας.
Μέ τήν πραότητα συμπλέκεται ἡ ὑπουλότης. Κάνουμε τόν πράο, τόν γλυκομίλητο καί ὅμως μέσα μας κρύβουμε δηλητήριο.
Μέ τήν ἁγνότητα συμπλέκεται ἡ πικρή συμπεριφορά. Ὑπάρχουν μερικοί πού καλλιεργοῦν τήν ἐγκράτεια καί τήν ἁγνότητα καί ὅμως διακρίνονται γιά ὑπεροψία, ἀφοῦ κατακρίνουν τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἐκεῖνος πού εἶναι ἁγνός πραγματικά πρέπει νά διακρίνεται ἀπό τήν πνευματική καί ψυχική ἁγνότητα, πού συνδέεται μέ τήν ἀγάπη πρός τούς ἄλλους.
Ἔτσι διαρκῶς εἴμαστε θεατρίνοι καί παίζουμε θέατρο. Παίζουμε θέατρο, ὅταν μέ τόν τρόπο τῆς προσευχῆς ἐπιδιώκουμε νά προσελκύσουμε τήν προσοχή τῶν ἄλλων καί τό χειρότερο ἐπιδιώκουμε νά καλύψουμε τήν ἀσθένεια τῆς ψυχῆς. Ὅταν μέ τό σεμνό σχῆμα καί τό παραπέτασμά της κατηφείας κρύπτουμε «τήν ἐνυπάρχουσαν θρασύτητα» καί τά αἴσχη τῆς ψυχῆς, ὄπως λέγει ὁ ὅσιος Νεῖλος. Παίζουμε θέατρο, ὅταν κοπτόμαστε γιά τήν δικαιοσύνη καί τήν ἰσότητα, ἐνῶ στήν πραγματικότητα εἴμαστε οἱ πιό ἄδικοι καί οἱ μεγαλύτεροι τύραννοι στούς γύρω μας. Παίζουμε θέατρο, ὅταν παρουσιαζόμαστε ὅτι ἐνδιαφερόμαστε γιά τούς ἄλλους καί ὅτι θυσιαζόμαστε γι’ αὐτούς, ἐνῶ ἐπιδιώκουμε τήν ἐκμετάλλευση κάθε καταστάσεως. Παίζουμε θέατρο, ὅταν κάνουμε τόν δυστυχισμένο, τόν λυπημένο, τόν περιφρονημένο, γιά νά δημιουργήσουμε ἀνάλογες ἐντυπώσεις καί νά ἀποσπάσουμε τό ἐνδιαφέρον τῶν ἄλλων. Χρησιμοποιοῦμε συνεχῶς μία μάσκα στίς διαπροσωπικές μας σχέσεις.
Γι’ αὐτό πρέπει νά προσέξουμε τόν βάτραχο, ὅταν ἀντλοῦμε νερό, δηλαδή νά προσέχουμε μήπως ἐξασκώντας τίς ἀρετές ταυτόχρονα καλλιεργοῦμε τά πάθη.
Πηγή: «Τό πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ» Ἀρχιμ. Ἰεροθέου Σ. Βλάχου